Further tags

Ο Νικολάι Γκόγκολ (βλ. εδώ και εδώ) ήταν Ρώσος ποιητής, συγγραφέας και μυθιστοριογράφος και θεωρείται ένας εκ των γιγάντων της ρώσικης λογοτεχνίας και ο πατέρας του ρώσικου ρεαλισμού. Γεννήθηκε το 1809 από γονείς Κοζάκους. Πασίγνωστα έργα του: ο Τάρας Μπούλμπα, το ημερολόγιο ενός τρελού, κλπ. Ένα χρόνο πριν πεθάνει ταξίδεψε στους Αγίους Τόπους, όπου ένας ιερέας τον έπεισε πως η εργασία του είναι αμαρτωλή. Αυτό τον έκανε να καταστρέψει τα αδημοσίευτα χειρόγραφα του. Πέθανε στη Μόσχα το 1852.

Όταν κάποιος λέει, τη φράση: γίνομαι Γκόγκολ, δε μιλάει για μετενσάρκωση του Γκόγκολ. Μήπως όμως εννοεί πως θα γίνει λογοτέχνης σαν αυτόν; Το τοπίο θα ξεκαθαρίσει παρακάτω.

Όταν κάποιος λέει, γίνομαι Γκόγκολ, εννοεί πως έχει γίνει γκολ. Έχει πιει τα κέρατα του κι είναι σε μαύρα χάλια. Είναι σκνίπα! Είναι στη φάση που μετά βίας κρατάει επαφή με την πραγματικότητα κι εκπέμπει την ατάκα: γίνομαι Γκόγκολ από το «μαύρο κουτί» του (είναι «απογειωμένος» γι' αυτό και ο λόγος για «μαύρο κουτί»).

Το διπλό γκο (στη φράση: γίνομαι Γκόγκολ) εκφέρεται από τραύλισμα της γλώσσας ένεκα κατάποσης του Βόλγα (ποτάμι συμβατό με την πατρίδα του Γκόγκολ). Στη φάση που είναι πουτινιές δεν μπορεί να κάνει, καθότι ο Πούτιν δεν είχε γεννηθεί τότενες. Μπορεί να κάνει κάτι άλλο όμως.

Μπορεί να δημιουργήσει λογοτεχνικά έπη, όπως το ημερολόγιο ενός τρελού νούμερο Χ (κάθε μεθυσμένος δημιουργός κι ένα update), ο άγριος Κοζάκος αρχηγός Τάρας Μπούλμπα Χ (που τον είχε ενσαρκώσει στον κινηματογράφο ο Γιουλ Μπρίνερ) κλπ. Πίνοντας, πίνοντας, αντί να καραφλιάσει αυτός (αφού δε θα καταλαβαίνει τι λέει), θα κάνει τους άλλους Γιουλ Μπρίνερ (παρεμπιπτόντως σε κάποια σκηνή του Τάρας Μπούλμπα παίζει άγριο πιόμα).

Άρα μεθώντας, κάνει φιλολογικό μνημόσυνο στον Γκόγκολ και συνεχίζει το έργο του στο οχληρό περιβάλλον των οινοποτείων. Αν λοιπόν θέλει κανείς να διασωθεί το έργο του δεν έχει παρά να ηχογραφεί την ώρα της δημιουργίας.

Κλείνοντας αποτείνω τις θέρμες μου ευχαριστίες στους φίλους Ιονά και Παυλέα για την ωραία ιδέα. Ειλικρινά, παιδιά αποδείχτηκε πολύ ενδιαφέρον το λήμμα. Όταν το αναλάμβανα είχα κάποια υποψία αλλά με τίποτα δεν μπορούσα να φανταστώ, την απόλαυση που θα με περίμενε στην πορεία. Γκόγκολ σπέκια !

Μεθυσμένος: Η γη γυρίζει, χικ. Καλά το 'πε κι ο Γαλιλαίος που δεν ήταν από τη Γαλιλαία, αλλά από την Ιταλία.
Ταβερνιάρης: Μαζεύτε τον ρε. Ξέφυγε ο κρασοπατέρας!
Μεθυσμένος: Δεν είμαι κρασοπατέρας... χικ... Γίνομαι Γκόγκολ... Ξέρεις ποιος είναι ο Γκόγκολ; Ο πατέρας του ρώσικου ρεαλισμού είναι. Μην εμποδίζετε το δημιουργό... χικ... να ξεράσει τις ιδέες του... χικ. Ταβερνιάρης:Τα 'χει κάνει ρώσικη σαλάτα μου φαίνεται. Μεθυσμένος: Όπως ο Γκόγκολ έσκισε κάποια αδημοσίευτα τεφτέρια του... χικ... έτσι και το δικό μου έργο δε σώζεται... χικ... Κακόμοιρε δημιουργέ... Κανείς δε σε σκέφτεται... χικ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το αγγλικό speed και κατ' επέκταση από το «σπιντάκι» (άλλως: μεθαμφεταμίνη): η κεκτημένη ταχύτητα, η υπερβολική ενέργεια που μας ξεπερνά για κάποιον λόγο -ο οποίος λόγος κάλλιστα μπορεί να είναι εσωτερική ένταση. Το ρήμα είναι σπιντάρω. Το λέμε και για αυτοκίνητα και γενικότερα με οτιδήποτε σχετίζεται με ταχύτητα.

Προφέρεται σπίdα και όχι σπίntα.
Γράφεται και με -η-.

Σήμερα το πρωί δεν μπορούσα να πάρω τα πόδια μου... και ξαφνικά μ' έπιασε μια σπίντα άλλο πράμα, πέταγα, ούτε ξέρω πώς τα έκανα όλα μέσα σε χρόνο dt... και τώρα είμαι κομμάτια...

(από Vrastaman, 19/02/09)

βλ. και σπινταριστός

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η βαριά μέθη ή μαστούρα ή κούραση ή αποβλάκωση. Το να είσαι γκολ, λιώμα, τέρμα, αλοιφή, ζαμπόν.

Ανέβηκε να μιλήσει πιωμένος και μες τη λιωσμάρα του δεν καταλάβαινε ότι το πανταλύνο του είχε ανοιχτά τα μαγαζιά, και φανήκαν τα παπάρια του! Δεν φορούσε σώβρακο, ο μαλάκας...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Κρεμάω, χαλαρώνω
  2. Βάζω μέσα σε σακκούλα
  3. Είμαι φυτό, ζαμπόν, αλοιφή
  1. Εσύ που γυμνάζεσαι πολύ, να ξέρεις ότι δεν πρέπει ποτέ να σταματήσεις γιατί οι μυς μετά σακκουλιάζουν και δεν θα βλέπεσαι...

  2. - Τι να τα κάνω τώρα όλ' αυτά τα φαγητά, κρίμα είναι να τα πετάξω...
    - Σακκούλιασέ τα και ρίχ' τα στις γάτες.

  3. Χθες ήπιαμε τόσους μπάφους που μέχρι τα ξημερώματα ήμουν σακκουλιασμένος σε έναν καναπέ και δεν ένιωθα τίποτα.

βλ. και σα(κ)κουλέας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραλλαγή του «στην υγειά σου», με ιδιαίτερη σημασία στην Κρήτη, όπου συνοδεύει ένα ολόκληρο τελετουργικό για πιώματα μέχρι λιποθυμίας.

Το «στην αφεντιά σου» είναι πιο σοβαρό απ' το «στην υγειά σου», το οποίο είναι γενικότατο. Δηλώνει ρισπέκ, και δείχνει ότι θεωρείς τον άλλον κύριο του εαυτού του - να κάτι που δεν ισχύει για όλους.

Το τελετουργικό έχει ως εξής. Παρεάκι μαζεύεται στην αυλή (σπίτι, μπαλκόνι, νυχτερινό κέντρο, οπουδήποτε), με το μπουκάλι / κανάτα / νταμιτζάνα κρασί στη μέση. Στην αρχή, ο κόσμος κερνάει και πίνει κανονικά, βάζοντας στα ποτήρια των άλλων και στο ποτήρι του (ο κεραστής, τελευταίος) και λέγοντας «γεια μας, μ'ρε παιδιά!» ή κάτι τέτοιο πριν τσουγκρίσει και πιει. Ως εδώ καλά. Αργά ή γρήγορα όμως, κάποιος θα κάνει τη μαλακία και θα «καλέσει». Έτσι ξεκινάει ένας κατήφορος που θα τελειώσει ανυπερθέτως με ένα τσούρμο λιώματα, χυμένους ο ένας πάνω στον άλλον.

Ο καλεστής, πρώτ' απ' όλα, σκώνεται όρθιος να τον βλέπουν. Μετά παίρνει το δικό του ποτήρι και το γιομίζει μέχρι πάνω πάνω, ξέχειλο που λένε. Μετά το σηκώνει προς τη μεριά αυτού που θέλει να καλέσει (παναπεί να προκαλέσει...), λέει σοβαρά-σοβαρά «στην αφεντιά σου», και το κατεβάζει κούπα (παναπεί μονορούφι). Αμέσως μετά το ξαναγιομίζει, πάλι ξέχειλο, και το δίνει σ' αυτόν που κάλεσε. Ο οποίος διαλέγει κάποιον άλλον στην παρέα να καλέσει, λέει κι αυτός «στην αφεντιά σου», πίνει την κούπα, ξαναματαγιομίζει, και ούτω καθ' εξής.

Οι κανόνες του παιχνιδιού:
1. Απαγορεύεται να καλέσεις χωρίς να πιεις. Πρώτα θα κατεβάσεις την κούπα σου, και μετά θα τη δώσεις στον άλλον. Το παιχνίδι είναι μια πρόκληση (dare που λένε στα εγγλέζικα), και δε νοείται να προκαλείς κάποιον να κάνει κάτι που εσύ δεν μπορείς.
2. Όλοι πίνουν απ' το ίδιο ποτήρι. Δεν έχει «σιχαίνομαι» και «μα η Κατερίνα φοράει κραγιόν» και αηδίες. Είναι παιχνίδι τση παρέας, και η παρέα κάνει bonding έτσι. 3. Απαγορεύεται να αρνηθείς κάλεσμα. Στην καλύτερη περίπτωση θα γίνεις ρεζίλι των σκυλιών, και θα 'σαι για πάντα πλέον ο ξενέρωτος που δεν πίνει όταν τον καλούν. Στη χειρότερη, ο καλεστής θα το πάρει προσωπικά και θ' ανάψει καβγάς. Εδώ ένα απλό τσούγκρισμα να αρνηθείς, ο άλλος παρεξηγιέται. Πόσο μάλλον ένα επίσημο κάλεσμα κι ένα αρχοντικό «στην αφεντιά σου». Όπως και να' χει, αν κάποιος δεν πιει, το παιχνίδι χαλάει, προς μεγάλη απογοήτευση της ομήγυρης.
4. Μπορείς να καλέσεις όποιον θέλεις στο τραπέζι, ακόμα κι αυτόν που σε κάλεσε αμέσως πριν, κάτι το οποίο έχει παρενέργειες. Αφενός, μπορεί να εξελιχθεί σε μονομαχία, όταν δύο στην παρέα καλούν συνέχεια ο ένας τον άλλον, συνήθως για να δουν ποιος αντέχει να πιει περισσότερο. Αυτή η εκδοχή συχνά συνοδεύεται από ανταλλαγή σκωπτικών μαντινάδων, όπου ο ένας προσπαθεί να πικάρει τον άλλον. Αφετέρου, μπορεί να οργανωθεί (εκ προμελέτης ή επιτόπου) ομαδική στοχοποίηση ενός από την παρέα, και όλοι μα όλοι οι υπόλοιποι να καλούν αυτόν, με γέλια και πειράγματα. Αυτή η εκδοχή συχνά συνοδεύεται από ενέσεις καφεΐνης στο νοσοκομείο, ώρες αργότερα.
5. Τέλος του παιχνιδιού δεν προβλέπεται. Θεωρητικά, τελειώνει όταν τελειώσει το κρασί. Φυσικά, όταν μιλάμε για σπίτια εξοπλισμένα με βαρέλια, μέχρι να τελειώσει το κρασί, ο κόσμος έχει αρχίσει να σωριάζεται.

Παραλλαγές:
1. Κούπα όχι σε κρασοπότηρο, αλλά σε υπερδιπλάσιας χωρητικότητας νεροπότηρο. Τα πράγματα βγαίνουν εκτός ελέγχου πολύ γρηγορότερα έτσι.
2. Κούπα σε ακόμα μεγαλύτερο, αυτοσχέδιο σκεύος. Έχω δει σε γλέντι γάμου κόσμο και λαό να βγαίνει εκτός μάχης σε dt, αφού ξεκίνησαν αφελώς τα «στην αφεντιά σου» με ένα πλαστικό εναμισόλιτρο μπουκάλι νερού, κομμένο λίγο κάτω απ' τη μέση. Μονορούφι πάνω από μισό λίτρο κρασί τη φορά...
3. Κούπα σε νεροπότηρο, με ρακή αντί για κρασί. Αυτά, λογικά, τα κάνουν μόνο οι βοσκοί, που ως γνωστόν έχουν υπεράνθρωπες αντοχές.

Παραλληλισμοί:
Το να πίνεις κρασί απ' το ίδιο σκεύος είναι μάλλον παγκόσμιο σύμβολο φιλίας ή/και αγάπης. Βλέπε τον καθολικό γάμο, όπου νύφη και γαμπρός έπιναν συμβολικά μια γουλιά απ' το ίδιο ποτήρι (το «διπλό» ποτήρι, που είδαμε στον Ελαφοκυνηγό, είναι νεότερη επινόηση βέβαια). Βλέπε το ορθόδοξο μυστήριο της θείας ευχαριστίας, όπου όλοι οι πιστοί μεταλαμβάνουν με το ίδιο κουτάλι. Βλέπε και το αρχαιοελληνικό έθιμο του κότταβου, όπου ο συμποσιαστής έπινε κι άφηνε μια γουλίτσα κρασί, την οποία γυρνούσε παιχνιδιάρικα στα χείλη του ποτηριού πριν το πασάρει στον εραστή. Ah, l' amour, l' amour!

Ετυμ. : < μσν. αφεντία < αφέντης < αρχ. αυθέντης

- Ώφου κι ώφου! Η τσεφαλή μου!
- Ηντά 'παθες, μ'ρε Μανολιό;
- Οψέ μαζωχτήκαμε παρέα στου Ψαρονίκου, κι είχε φέρει το καλό το κρασί απ' το χωριό, κι εξεκίνησε ο κουζουλός ο Νεκτάριος τα «στην αφεντιά σου», κι εγινήκαμε σύσκατοι ούλοι. Ώφου η τσεφαλή μου!
- Ε, και δεν αντέεις το πιώμα, μ'ρε Μανολιό; - Κούπες με το κανάτι πίναμε, Ζαχάρη!
- Χίλιοι μαύροι διαόλοι!

- Στην αφεντιά σου, Γιώργη! Κουτελοβαρίσκω σου! (γκλουπ)
- Στην αφεντιά σου, Μιχαλιό! Κι εγώ αντιστέκομαί σου! (γκλουπ)
- Στην αφεντιά σου, Γιώργη! (...ad nauseam. Κυριολεκτικώς.)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προκύπτει από τη σύνθεση των λέξεων οδύσσεια και πορδή.

Όπως η ομηρική οδύσσεια περιγράφει τον αγώνα ενός ανθρώπου (Οδυσσέα) για να αντεπεξέλθει από ένα σωρό δυσκολίες, έτσι και η πορδύσσεια περιγράφει τον αγώνα ενός ανθρώπου για να γλυτώσει από κλανιοβομβαρδιστικές επιθέσεις κάποιων (δες &amp; δες) που είναι καλοί στα πνευστά του κώλου. Αυτός λοιπόν αν δεν μπορεί να αποχωρήσει από το πεδίο της μάχης, ή θα πρέπει να ανεχτεί το κλάσιμο μαθαίνοντας παράλληλα την αρετή της υπομονής, ή θα πρέπει να γίνει σαν τους άλλους (βλ. παραδείγματα 1,3).

Υπάρχει βέβαια και η περίπτωση να προσπαθεί κάποιος να φιμώσει ετσιθελικά τη φωνή διαμαρτυρίας του πρωκτού του, π.χ. σε ένα κρίσιμο ραντεβού. Προσπαθώντας να σταματήσει την κακοδαιμονία, αναπτύσσει τη σκέψη του (π.χ. εύρεση καταλλήλων δικαιολογιών, παράκληση για να πάει τουαλέτα, ενίσχυση αμυντικής γραμμής με παράλληλη προσοχή στο θέμα που συζητάται επιστρατεύοντας δυνάμεις ένεκα ανάγκης, βλ. παράδειγμα 2).

Όπως ο πολυμήχανος έπρεπε να σπάσει τη γκλάβα του ως Κύρος Γρανάζης για να βρει τρόπους για να υπερνικήσει τις δυσκολίες, έτσι κι ο ήρωας μας. Στην προσπάθεια του αυτή δεν παίζει το συν Αθηνά και χείρα κίνει γιατί η Θεά μας έχει αφήσει χρόνους. Άρα πρέπει να σπάσει το μυαλό του για να βρίσκει τη μυστική κερκόπορτα σωτηρίας. Συγκυρίας δοθείσης, μαθαίνει τα όρια του, πολεμάει τις φοβίες του και τις ανασφάλειες του ως άλλος Οδυσσέας. Του δίνεται λοιπόν η ευκαιρία να αναπτυχθεί νοητικά. Η πορδύσσεια έτσι ιδωμένη μοιάζει με εκπαιδευτική άσκηση.

Αυτό που μετράει δεν είναι το να έρθεις στην προτέρα κατάσταση (Ιθάκη-άκλαστος τόπος), αλλά το ταξίδι, όπου μέσα από τα διάφορα εμπόδια που θα συναντήσεις, θα χρειαστείς να νικήσεις τις φοβίες σου και να αναπτυχθείς νοητικά στην προσπάθεια σου για να επιβιώσεις. Τα εμπόδια τελικά τα βάζει για εκπαιδευτικούς λόγους κάποια ειδική ομάδα νεφελίμ που λέγεται πορδελίμ (βλ. σχετικό βιβλίο Λιακό, λίγα χρόνια μετά, τώρα έχουν προτεραιότητα άλλες ομάδες).

  1. Άσ' τα, χθες είχα μπει στο λεωφορείο για να πάω σε ένα νοσοκομείο. Ο ένας πάνω στον άλλο. Δίπλα μου ένας κλανιάρης που 'κλανε συνεχώς, και δυο κρυωμένες που λόγω κρυώματος δεν πιάναν με τίποτα τη μπόχα και δεν ήθελαν με τίποτα να ανοίξουν τα παράθυρα. Εντωμεταξύ απ' τη στιγμή που μπήκα πατήθηκα μες στο πλήθος και δεν μπορούσα να κατέβω, αλλά και να κατέβαινα, το άλλο λεωφορείο θα πέρναγε του Αγίου Πούτσου. Εντωμεταξύ να βρέχει έξω, η απόσταση μεγάλη, το μποτιλιάρισμα λόγω βροχής τρελό, οπότε μέχρι να φτάσω είπα το Δεσπότη Παναγιώτη. Αυτό που πέρασα ήταν πραγματική πορδύσσεια.

  2. Ένας κλανητάρχης (με την έννοια του αρχικλανιάρη) που μετά από κατάποση καταλλήλων πορδοκλαστικών υλών καλείται εκτάκτως σε ένα επαγγελματικό ραντεβού σε μια εταιρεία, για λίγο μετά. Έτσι του χαλάνε την ευχαρίστηση που αισθάνεται εκείνη την ώρα, τον κάνουν να προσπαθεί να φιμώσει τον ειρμό και τον αυθορμητισμό του πρωκτού του κατά το ραντεβού και φυσικά το μυαλό του μοιράζεται μεταξύ αυτών που θα πει και μεταξύ αυτών που θα κλάσει. Απ' τη μια είναι στη συζήτηση κι απ' την άλλη κρατάει άμυνα.
    Κάποιες μέρες μετά, πάει να τα πιει με ένα φίλο του και του λέει:
    - Άσ' τα Μιστόκλα, να μιλώ με το διευθυντή της εταιρείας κι απ' την άλλη να μαι έτοιμος να κλάσω. Είμαι όμως κωλόφαρδος μέσα στην πορδύσσεια που πέρασα.
    - Γιατί το λες;
    - Όταν πλέον η αμυντική γραμμή κατέρρευσε κι ήμουν στο ενενήντα να κλάσω, κάλεσαν εσπευσμένα τον διευθυντή στο λογιστήριο για κάτι επείγον. Και μόλις κλείνει την πόρτα πίσω του άρχισα να κλάνω με όλη μου τη δύναμη. Βλέπεις όση ώρα πάλευα να συγκρατήσω τα αέρια, αυτά ένεκα συμπίεσης εκτονώθηκαν μ' απίστευτη δύναμη. Ευτυχώς που το γραφείο του διευθυντή είχε μόνωση για να μην ακούγονται οι απόρρητες συνομιλίες και έτσι δεν ακούστηκαν οι βομβαρδισμοί.
    - Και δε βρόμισε ο τόπος;
    - Όχι. Ευτυχώς ήταν ξυπόλητη. Μετά όμως να σ' έχω. Ένιωσα τους... πόνους
    - Γιατί ρε;
    - Το τράνταγμα απ' την εκτόνωση των αερίων είχε προκαλέσει εξάρθρωση κάποιων οστών του κώλου. Τραβιόμουν στα νοσοκομεία. Πέρασα πορδύσεια. Όχι αστεία. Και σε ρωτώ. Είναι ή δεν είναι αυτό που έπαθα εργατικό ατύχημα;

  3. - Ο Πέτρος που λες βρισκόταν χθες σε ένα σπίτι. Γύρω του ήταν ακροβολισμένοι κάποιοι που νωρίτερα έχουν πλακώσει κλανιοβομβαρδιστικές τροφές και έκλαναν ασύστολα. Κρύος ο καιρός και τα παράθυρα ερμητικά κλειστά. Οι υπόλοιποι την έβρισκαν με τη φάση και έκλαναν συνέχεια. Ο Πέτρος δεν άντεχε την πορδοληψία, αλλά από την άλλη δεν ήθελε να φύγει για να μη χαλάσει τη παρέα. Για κακή του τύχη αυτή την ώρα ο εθνικός γκαντέμης έκανε δηλώσεις στο χαζοκούτι. Προσπαθώντας ο Πέτρος να βρει την Ιθάκη του (άκλαστο τόπο), για κακή του τύχη, έπεφτε συνεχώς από κλανιάρη σε κλανιάρη. Σα να λέμε πήγαινε από τη Σκύλλα στη Χάρυβδη, από τους Λαιστρυγόνες στους Κύκλωπες κλπ. Η πίεσή του ανέβαινε, ο πανικός τον κυρίευε. Εντωμεταξύ οι άλλοι βλέποντας τον έτσι την έβρισκαν και έκλαναν περισσότερο. Άσ' τα. Πέρασε πορδύσσεια το άτομο. Ιστορία ζωής μου είπε.
    - Που ρε πούστη; Πού να το 'ξερα να 'μουν εκεί να το βιντεοσκοπούσα.

(από GATZMAN, 05/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λεκτικό υβρίδιο εκ του ελληνικού «λιώμα» και του αγγλικού «lost».

Περιγραφικό καταστάσεως κλασμεντέν.

- Λιοστ, ρε πούστη μου...
-Έαε!...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η διοξίνη είναι μια χημική ουσία εξαιρετικά ύποπτη για καρκινογενέσεις, και ιδιαίτερα τοξική για τον άνθρωπο.

Με μια μικρή αλλαγή προκύπτει η δυοξύνη. Τι εστί δυοξύνη;

Δυοξύνη είναι η υποθετική ασθένεια απ' την οποία έχουν προσβληθεί οι άρρενες τεμπέληδες. Περί ξυσίματος των δυο αρχιδιών ο λόγος. Η «ασθένεια» αυτή, είναι άρρηκτα συνδεδεμένη με την φιλοσοφία τουσταρχιδισμού και του γραψαρχιδισμού και φυσικά έχει απόλυτη συμβατότητα με το δεκάλογο του τεμπέλη (βλ. β' σχόλιο Hank).

Ο προσβαλλόμενος κοιμάται με τις κότες και ξυπνάει με τις κοκότες, βαριέται μονίμως, δε βάζει στόχους, κουράζεται όταν του λένε για δουλειές, απορεί γιατί ο κόσμος φθείρεται δουλεύοντας, αράζει σαν κοπρόσκυλο με τις ώρες κι όταν κάποιος του πει «κουράστηκα να κάθομαι», ή «μην κοιμάσαι τόσο πολύ αφού κάποτε θα κοιμηθούμε αιώνια», τον κοιτάζει με μισό μάτι. Όταν βέβαια έρθουν αναγκαστικές υποχρεώσεις στη ζωή του, π.χ.: συνεπεία γάμου, τότε... αισθάνεται πως τον έριξαν σε καταναγκαστικά έργα.

Στην εργασία δε γυρεύει υπευθυνότητες. Αποζητά την ξεκούραση και τη μονιμότητα. Γι’ αυτό και όνειρο του είναι να «εργαστεί» σε μια εντελώς χαλαρή «υπηρεσία» του δημοσίου τομέα και το πιο ενδιαφέρον χρονικό διάστημα στη «δουλειά» του είναι το Κίτ Κάτ, όπου μόνιμη επιδίωξη του είναι να το επιμηκύνει όσο γίνεται περισσότερο. Η ευτυχέστερη δε στιγμή κατά τη διάρκεια της «εργασίας» είναι η στιγμή που ο διαιτητής σφυρίζει τη λήξη του «κουραστικού» ματς.

Μπορεί κάποιος να μην κουβαλάει στο γενετικό του κώδικά το «μικρόβιο» και για λόγους συνθηκών να προσβληθεί απ' αυτή την ασθένεια, π.χ.: πρόσληψη στο δημόσιο.

Πολλοί δε όταν προσληφθούν στο δημόσιο, κουβαλώντας εμπειρίες από ξεκώλωμα στον ιδιωτικό τομέα, ανθίστανται στον ιό δίνοντας τα όλα στη δουλειά, μέχρι να συνειδητοποιήσουν την κατάσταση και να αρχίσουν θεραπευτική αγωγή με λήψη γραψαρχιδίνης.

Κάποια στιγμή όμως απ' την κατάχρηση του φαρμάκου, αυτοπροσβάλλονται από δυοξίνη κι όπως είναι φυσικό γίνονται επαγγελματίες ξύστες και φυσικά γίνονται εξπέρ στο συνεχές, χωρίς ενοχές ξύσιμο.

Ωστόσο πολλοί απ' αυτούς που προσβάλλονται από τον ιό κατ' αυτόν τον τρόπο, μπορεί να εκδηλώνουν συμπτώματα μουργέλας στη δουλειά, ενώ στο σπίτι τους υγιέστατοι, κάνουν... τις δουλειές.

Σε μια δημόσια υπηρεσία έχει πήξει ο τόπος από νωχελίμ. Ένας επισκέπτης, αμύητος στην κατάσταση, βλέποντας το συνεχές ξύσιμο, ρωτάει έναν γνωστό του, που δουλεύει εκεί:
-Τι δουλειά κάνουν αυτοί;
-Βαράνε μαλακία στους κουλούς.
-Μα καλά δε δουλεύει κανείς τους;
-Είναι όλοι τους άρρωστοι. Έχουν προσβληθεί από δυοξύνη. Άστα... κολλητική ασθένεια. Φύγε αν δε θες να κολλήσεις.

**Παράρτημα** *Ανέκδοτο περί τεμπελιάς*

Είναι δυο φίλοι, ο ένας εργατικός, ο άλλος τεμπέλης. - Δεν γίνεται, λέει ο εργατικός, πρέπει να βρεις οπωσδήποτε δουλειά... Σου βρήκα μία, θα δουλέψεις κλητήρας σε ένα υπουργείο. - Εντάξει, λέει ο τεμπέλης, θα κάνω κάτι δεν θα κουράζομαι και θα βγάζω και λεφτά. Μετά ένα μήνα ξανασυναντιούνται οι δυο φίλοι, άνεργος πάλι ο τεμπέλης. - Γιατί έφυγες ρε από την δουλειά που σου βρήκα; ρωτάει ο φίλος. - Γιατί, κάθε 5 λεπτά έπρεπε να σηκώνομαι από την καρέκλα μου, και να χαιρετάω τους επισήμους που έμπαιναν στο υπουργείο. Έχεις καμιά πιο ξεκούραστη δουλειά; - Έχω, του απαντάει ο άλλος, σε περίπτερο, θα κάθεσαι συνέχεια και θα πουλάς το εμπόρευμα. Ένα μήνα μετά, πάλι άνεργος ο τεμπέλης - Τι συνέβη αυτή τη φορά; ρωτάει ο φίλος. - Με πήρε ο ύπνος στην καρέκλα και έγινε ληστεία, κλέψανε τα πάντα. - Άκουσε να σου πω, λέει αγανακτισμένος ο φίλος, αυτή είναι η τελευταία φορά που σε στέλνω σε δουλειά και μην μου πεις ότι κουράστηκες γιατί θα σε πνίξω. Θα πας φύλακας σε νεκροταφείο, θα κάθεσαι μόνος σου και το βράδυ θα κλειδώνεις και θα φεύγεις. Τίποτα άλλο. - Αυτή μάλιστα!! απαντάει ο τεμπέλης. Αυτή είναι δουλειά για μένα. Ένα μήνα αργότερα συναντιούνται οι δυο φίλοι, άνεργος πάλι ο τεμπέλης. - Μη μου πεις ότι κουραζόσουν και στο νεκροταφείο; ρωτάει άγρια ο φίλος του. - Άκου να δεις, τι έπαθα εκεί μέσα, απαντάει ο τεμπέλης. Καθόμουν όλη μέρα σε μια καρέκλα και κοιτάζοντας γύρω-γύρω έβλεπα διαρκώς γραμμένη τη φράση, ΕΔΩ ΑΝΑΠΑΥΕΤΑΙ, ΕΔΩ ΑΝΑΠΑΥΕΤΑΙ, ΕΔΩ ΑΝΑΠΑΥΕΤΑΙ. Κι έτσι μου δημιουργήθηκε η εντύπωση πως ο μόνος που δούλευε εκεί μέσα ήμουν εγώ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δημοφιλής έκφραση, η οποία χρησιμοποιείται σχεδόν αποκλειστικά κατά τη διάρκεια μπυροποσίας, ιδίως όταν ένας εκ της παρέας θέλει να δικαιολογήσει (είναι γνωστή η διουρητική ιδιότητα της μπύρας) τις συχνές επισκέψεις του στο βε-σε.

- Σόρυ παίδες..
- Άντε ρε, πριν λίγο δε πήγες;
- Εμ... μία πίνεις, τρεις κατουράς...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αφοπλιστικό επιχείρημα.

Παλαιότερα και ο γεωργικός ελκυστήρας (απαρχαιωμένο).

- Αυτό που ζητάς δε γίνεται ρε παιδί μου!
- Θες να σου παραθέσω 200 τρακτέρ;
- Νταξναούμ ρε μαγκίτη! Τσάκω 500 μύρια!

(από pavleas, 28/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified