Αναφέρεται στις χαζομάρες, κάτι αντίστοιχο με το άρες, μάρες, κουκουνάρες.
Άρες μάρες κουκουνάρες λες άσε τα χαζά και μίλα καθαρά παλιοχαζοβιόλη
Αναφέρεται στις χαζομάρες, κάτι αντίστοιχο με το άρες, μάρες, κουκουνάρες.
Άρες μάρες κουκουνάρες λες άσε τα χαζά και μίλα καθαρά παλιοχαζοβιόλη
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Tamam στα τούρκικα σημαίνει ότι κάτι είναι εντάξει και στην ώρα του.
Για την μέση Ελληνίδα νοικοκυρά σχετίζεται με το φαγητό, όταν θα σβήσει την φωτιά και θα δοκιμάσει λέγοντας ταμάμ!
Στα αραβικά αν θες να πεις όλα καλά δεν θα πεις απλώς ταμάμ, αλλά kolo tamam.
Με λίγα λόγια και για έναν γκόμενο, ο οποίος έχει το πακέτο και μας ταιριάζει γάντι, λέμε ταμάμ, ενώ στην περίπτωση που δεν μας ταιριάζει λέμε kolotamam.
-Δοκίμασες;
-Μμμ, ταμάμ είναι!
-Πώς ήταν; Δοκίμασες;
-Αν δοκίμασα λέει; Μου ταιριάζει ταμάμ!
Got a better definition? Add it!
Πολλάκις αναφερόμεθα εις αλλοδαπούς το όνομά των μας μπερδεύει και δε μπορούμε να το εκφέρουμε σωστά. Πλην όμως πρέπει να συννενοηθούμε ότι αναφερόμαστε στο συγκεκριμένο άτομο. Ούτως, μία κοινή ονομασία αν επρόκειτο δια Ισπανό ή Αργεντίνο ή εν πάσει περιπτώσει ισπανόφωνο είναι Jimenes Gavaces (χυμένες γαβάθες). Προσοχή! Η αντίστοιχη Ισπανίδα δεν είναι η πασίγνωση: Μαρία Ντολόρες Χτύπα Τονμου Ώρες! Ούτο παραπέμπει εις... έτεραι καταστάσεις!
Καυλαγόρας: «Εσυναντήθην εχθες αποσπερίς μετά του... εεε... Χουάν... Αντόνιο... α πλέον! Εκουράσθη με τα ακατάληπτα επίθετα των Ιβήρων και λοιπών λατινόφωνων!»
Φιφακλής: «Μην κουράζεσαι φίλτατε σοφολογιότατε! Πες απλά ότι εσυναντήθεις με τον Χυμένες Γαβάθες και ήμεθα εντός!»
Καυλαγόρας: «Μα δεν εχύθει καμία γαβάθα! Που εντός εννοείς; Όπως λέμε: Βατεύω την μ' εαυτόν ιερόδουλη εντός;»
Φιφακλής: «Ωχχχχ.... βατεύω τε και το μ' εαυτόν κέρατο εντός!»
Δες και το λήμμα phonetics και τα σχετικά σχόλια
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Το άχρηστο αντικείμενο - χωρίς αξία - από ευτελές μέταλλο!....
-Μάστορα, τενεκέ σου
Got a better definition? Add it!
Έκφραση, που χρησιμοποιείται έναντι κάποιου που ενώ ήδη εκμεταλλεύεται θέση που δεν την αξίζει και που κατέλαβε με πλάγια μέσα ή μέσω άλλου και παρ' όλ' αυτά είτε κοκορεύεται κι από πάνω είτε θέλει να ανέβει ακόμη ψηλότερα, πάλι με τον ίδιο τρόπο. Δηλαδή ο ορισμός της ύβρεως.
Ειδικότερη έκφανση του βρεταννικού beggars can't be choosers.
- Ο μπαμπάς μου είναι στο γραφείο του υπουργού και θα με διορίσουν σίγουρα στο γραφείο διοικήσεως.
- Καλή φάση. Αν και του Δημοτικού και πολύ σου και καλό σου.
- Ναι, αλλά τα γραφεία της διοικήσεως είναι στον ημιόροφο και δεν έχει πολύ φως.
- Ρε φίλε, θα μας τρελάνεις; Με ξέν' αρχίδια είσαι γαμιάς και θες και να γαμήσεις κώλο; Δε γίνεται αδερφάκι μου...
Οι Έλληνες το 1919, με τις πλάτες της Αντάντ κατέλαβαν την περιοχή της Σμύρνης, προκειμένου να ασκήσουν αστυνομικά (βλ. κυανόκρανοι) καθήκοντα για λογαριασμό των συμμάχων. Αντ' αυτού, το 1920, η κυβέρνηση Γούναρη, αφού έδιωξε τον Βενιζέλο κι έφερε τον κωτσοβασιλιά, απεφάσισε με ύφος, να ανα(συ)στήσει την Βυζαντινή (;) ημών αυτοκρατορία (!) Ωσεκτουτού, ξεκίνησαν γιουρούσι καταλαμβάνοντας την Ανατολία σε όλο και μεγαλύτερο βάθος. Αι συνέπειαι γνωσταί ... Εμ, κύριε Γούναρη, με ξέν' αρχίδια είσαι γαμιάς και θες και να γαμήσεις κώλο;
Got a better definition? Add it!
Ρήμα που χρησιμοποιείται συνήθως αργά το βράδυ, όταν σε πρήζει η γκόμενα.
Έχει διφορούμενο νόημα: ως κοι-μήσου υπονοεί και γα-μήσου (και αντιστρόφως).
- Είσαι ένας άχρηστος. Δεν σε αντέχω άλλο.
- Καλά, μήσου τώρα και τα λέμε αύριο.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Έτσι αισθάνεται ο πρώιμα ξεψαρωμένος νεοσύλλεκτος φαντάρος, κατά την γνώμη των λεουροειδών.
Νέος! Αισθάνεσαι παλιός αγόρι μου; Καλάαααα. Θα βρέξει το βράδυ ...
Got a better definition? Add it!
Ονομάζεται έτσι ο καραφλός που κουρεύει με την ψιλή το υπόλειμμα του τριχωτού που του έχει απομείνει σαν μια λεπτή λωρίδα στους κροτάφους, πάνω από τα ώτα και στην ινιακή χώρα.
- Φοβερή μούρη ο Ντέμης της Έμυς, με το γυαλικό και το καπελάκι. Σκέτος Αντρέ Αγκάσι.
- Σιγά το στυλάκι! Για να μη γυαλίζει η φαλάκρα του το φοράει το καπέλο, η γουργουρού...
Got a better definition? Add it!
Ανήκει σε ευρεία συνομοταξία ηθικοπλαστικών σλανγκισμών που ανάγονται στην κλασσική έκφραση «το πολύ το Κύριε ελέησον το βαριέται κι ο παπάς».
Η συγκεκριμένη εκδοχή αρχικά παρέπεμπε στο τάκα-τάκα, το εκνευριστικό παιγνίδι συνεχούς κρούσης σφαιριδίων που κρεμόντουσαν με σχοινάκι από ένα κρίκο. Τα τάκα-τάκα είχαν γίνει μανιώδης μόδα στα ύστερα χρόνια της χούντας και προκάλεσαν την οργή τόσο των νομοταγών πολιτών (πού δεν μπορούσαν να κλείσουν μάτι το μεσημέρι), όσο και τον πανικό γονέων που έβλεπαν τα δαιμονισμένα παιδιά τους να αποχαυνώνονται.
Τα τάκα-τάκα με τον καιρό ξεχάστηκαν, και η έκφραση πλέον χρησιμοποιείται αποκλειστικά σαν κήρυγμα μέτρου και εγκράτειας κατά της τοπικής αυτοδιαχείρισης.
Σλανγκασίστ: Cunning Linguist
Η έκφραση γέννησε αρκετές παραλλαγές:
- Το πολύ το τίκι-τάκα κάνει το παιδί μαλάκα.
(...επίσης αναφέρεται στον αυνανισμό και τα ολέθρια αποτελέσματα του)
- Το πολύ το τάκα-τάκα κάνει τον καρπό σου μάπα
(Η πολλή μαλακία προκαλεί σύνδρομο του καρπιαίου σωλήνα)
- Την πολλή τεστοστερόνη την βαριέται και ο Stallone
(...για τους μονομανείς σφίχτερμαν)
- Το πολύ το «Raus! Raus!» το βαριέται και ο Klaus!
(...για όσους πάσχουν από αγκύλωση στο δεξί)
- Το πολύ το Κάπα-Κάπα κάνει το παιδί μαλάκα
(...για όσους πάσχουν από αγκύλωση στο αριστερό)
- Το πολύ το τάκα-τάκα κάνει τον αναρχικό μαλάκα
(...για να μην έχουν παράπονο και τα κουκούλια)
- Το πολύ το φίκι-φίκι κάνει το μυαλό φιρίκι
(...κινδυνολογίες ανέραστων...)
Got a better definition? Add it!
Η πιο κοινή βρισιά στ' Ανώγεια Μυλοποτάμου, ισοδύναμη αυτή και τα παράγωγά της με το «μαλάκα» και τα παράγωγά του. Κυκλοφορεί και στην ενδοχώρα του Ρεθύμνου και κυρίως του Ηρακλείου, και φτάνει και μέχρι τα αστικά κέντρα των δυο νομών.
Ετυμ.> παρά+ ὥρα = παρά την ώρα του, άκαιρος (το Lidell & Scott online έχει το «πάρωρος»).
Απαντά και η «παραουρ(γ)ιά»= άκαιρη, ανόητη, άκυρη, «αψυχολόγητη» πράξη, μαλακία δηλαδή. Στον πληθυντικό η φράση «κάνω παραουρ(γ)ιές»
- Πάλι εξέχασες τ' αμάξι ακλείδωτο μπρε παράουρε... ι ανάθεμά σε...
- Mπρε συ, με γατέχεις ποιος είμαι;
- Dε σε θυμούμαι φίλε να πω την αλήθεια...
- Oι χίλιοι διαόλοι στη κοιλιά σου μπρε παράουρε απού δε με γατέχεις... Του Στεφανή μπρε ο γιος δεν είμαι, του Λεωτυχίδη ο αξάδερφος....
- Γιάντα μπρε κάνεις παραουργιές... άμε δα να τονέ πλερώσεις κι άλλη φορά να μη γ-κάθεσαι με τσι κουμαριτζίδες....
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified