Further tags

Λέγεται για τον καθ' υπερβολήν αυνανισμό. Υποτίθεται ότι ο αυνανιζόμενος εκτοξεύει τόσα φλόκια, που επαρκούν για το βάψιμο της επιφάνειας του τοίχου. Κι εννοείται ότι ο τοίχος βάφεται σε φραπεδί απόχρωση. Για να είναι καλύτερα τα αποτελέσματα συνιστάται και «δεύτερο χέρι».

Trivia: Ίσως αποτελεί και μια παράπλευρη ερμηνεία της έκφρασης βάφω κουρτίνες, που λέγεται επί πρόσφατου χωρισμού.

Ρε συ Λαλάκη, μόλις ξενοικιάσαμε το διαμέρισμα και χρειάζεται βάψιμο. Θα μας βάψεις τους τοίχους; Όλοι έχουν να το λένε ότι είσαι και ο πρώτος ελαιοχρωματιστής!

Τεχνική stucco frappecciano (από Vrastaman, 26/01/09)Και μάντρες. (από Galadriel, 22/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λαϊκή θυμοσοφία που δείχνει ότι τίποτα δεν είναι αδύνατο, ακατόρθωτο αλλά όλα γίνονται με την υπομονή. Όμως τονίζεται και η σημασία του σάλιου, για να δειχθεί ότι «συν Αθηνά και χείρα κίνει». Δεν αρκεί η υπομονή ως παθητική μοιρολατρία, πρέπει να κάνεις και την προσπάθειά σου.

Το γνωμικό ανήκει στην ομάδα των με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί. Αλλά και στην φιλολογία περί του ελέφαντα και του μυρμηγκιού που τόσο έχουν τροφοδοτήσει τη λαϊκή φαντασία.

Βλ. ανέκδοτα: Περνούν ένας ελέφαντας κι ένα μυρμήγκι μια γέφυρα και σπάει. Και λέει μετά το μυρμήγκι: «Και σού 'λεγα να περάσουμε ένας ένας».

Ή: Παίζουν ποδόσφαιρο οι ελέφαντες και τα μυρμήγκια. Και μετά το τέλος πάει ο ελέφαντας να ζητήσει συγγνώμη από την ομάδα των μυρμηγκιών, πάνω από το γήπεδο με τα πατημένα μυρμήγκια, για να εισπράξει την απάντηση: «Ναι, αλλά κι εμείς σπρώχναμε...».

Τα εύσημα στον vikar που μου θύμισε την φράση!

- Τι να κάνω; Δεν βλέπω φως πουθενά! Όλα μου φαίνονται βουνό!
- Κουράγιο! Με σάλιο και υπομονή γαμεί ο ελέφαντας το μυρμήγκι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρελαίνομαι, σαλτάρω, με μαζεύουν για τρελάδικο.

Άσε φίλε, τον Τάκη τον χώρισε η δικιά του από το τηλέφωνο. Πριν ένα μήνα μπήκε φαντάρος. Δεν κόβω να την παλεύει το παλληκάρι, θα βαρέσει μπιραλάχ ή θα πάει να φουντάρει.

Δες και βαράω διάλυση, βαράω μπιέλα. Ακόμη: βαράω, μπιρ αλλάχ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κυριολεκτική έννοια της έκφρασης αυτής είναι «βάζω γράσο στις ρόδες του αραμπά για να κυλάει πιο εύκολα». Ο αραμπάς είναι το τετράτροχο κάρο, το οποίο αποτελούσε και το βασικότερο μέσο μεταφοράς στο παρελθόν.

Καθότι την σήμερον δεν υπάρχουν πια πολλοί αραμπάδες και αραμπατζήδες, η έκφραση αυτή χρησιμοποιείται μόνο για την μεταφορική της έννοια. Σημαίνει ότι κάνω εκδουλεύσεις και δώρα σε κάποιον, ο οποίος έχει την δύναμη να κάνει τα πράγματα να κυλήσουν προς όφελος μου (δηλαδή το δόντι).

- Ο Γιώργος βλέπω είναι στις καλύτερες βάρδιες και υπηρεσίες. Δεν έχει χάσει μεροκάματο και γράφει όλο υπερωρίες. Μα πώς γίνεται αυτό;
- Μα καλά δεν ξέρεις ότι τις προάλλες είχε πάλι τον προϊστάμενο στο εξοχικό του; Και συνέχεια τον φορτώνει δώρα. Τον αλείφει τον αραμπά.

(από danielo, 26/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Άνθρωπος, στον οποίο οι άλλοι δεν δίνουν σημασία, τον υποτιμούν και του φέρονται περιφρονητικά.

  2. Κακό ποδοσφαιρικό παιχνίδι.

  1. Η Εκκλησία είναι δύσκολο να γίνει κλωτσοσκούφι στα πόδια αυτών που έχουν έρθει για να ευτελίσουν τα πάντα σ΄ αυτόν τον τόπο. (Χριστόδουλος, 5/12/2006. Πηγή: http://ecclesianet.blogspot.com/2008/01/blog-post_3654.html)

  2. Δεν άξιζε τον κόπο το ντέρμπι, η μία ομάδα μόνο κλωτσοσκούφι ήξερε να παίζει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάληξη των κόμικ Λούκυ Λουκ χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να πούμε ότι κάποιος είναι μόνος του σε μια προσπάθεια και δεν βρίσκει συμπαράσταση από κανέναν.

Όπως όταν λέμε: «Ένας κούκος δεν φέρνει την άνοιξη».

Ωχ αδερφέ! Εγώ θα βγάλω το φίδι από την τρύπα; Αφού το βλέπετε ότι είμαι ένας φτωχός και μόνος καουμπόυ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση για πολύ μελό καταστάσεις, όπου κάποιος μες στην πίκρα του αρχίζει να κατεβάζει το ένα τσιγάρο μετά το άλλο. Λέγεται λ.χ. για έργα Φώσκολου και ριάλιτι Μικρούτσικου.

Συνώνυμο: Τι σού 'κανα και πίνεις τσιγάρο το τσιγάρο;

- Τι έγινε με τον Μικρούτσικο; Μπήκε μες στο Μπιγκ Μπράδερ για να τους συμβουλέψει και καλά και τους έκανε μπουρδέλο. Και κατεβάζει και το ένα τσιγάρο μετά το άλλο με ύφος Φώσκολου!
- Εμ, η δουλειά σηκώνει τσιγάρο!

3.50 (από Khan, 17/04/12)(από Khan, 17/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ίδια η προσποιητή συμπεριφορά. Συνώνυμο: δηθενιά.

Μας έχει φάει ο δηθενισμός και το θεαθήναι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οξύμωρο σχήμα, που λέγεται από φωτογράφους, κάμερα-μεν κ.τ.ό., που αυτοειρωνεύονται τον δηθενισμό τους. Επίσης: «Στοπ! Στοπ! Στοπ! Θέλω να πετύχετε περισσότερη ειλικρίνεια!».

Από παλιό διαφημιστικό του «Δίεση».

-Θεόφιλε, είσαι ο καλύτερος φίλος μου!

(Κι ο Θεόφιλος ως σκηνοθέτης):
-Στοπ! Στοπ! Στοπ! Θέλω περισσότερη ειλικρίνεια! Και μια πιο φυσική πόζα!

Βλ. και στάση παραλίας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κλασικό επιχείρημα αντλημένο από την Γραμματική, με το οποίο ο φωραθείς επί μπανιστηρίω σύζυγος (σύντροφος) προσπαθεί να διασκεδάσει την οργή της συντρόφου του. Υπονοείται ότι το αντρικό μπανιστήρι και η γυναικεία ζήλεια ανήκουν στην φύση των πραγμάτωνε, βιολογική αλλά και γλωσσική.

Λάουρα: Μένιοοο!!! Πάλι κοιτάς την Λίλιαν!
Μένιος: Ωχού! Είπαμε βρε Λαουράκι, ο οφθαλμός είναι γένους αρσενικού, η ζήλεια είναι γένους θηλυκού

Got a better definition? Add it!

Published