Further tags

Η καϊσιά είναι ποικιλία βερικοκιάς, που έχει και μεγάλο καρπό αλλά και κουκούτσι που μπορεί να φαγωθεί. Το κουκούτσι γευστικά προσεγγίζει το πικραμύγδαλο. Άρα το φρούτο είναι και μεγάλο, αλλά και μπορεί να αξιοποιηθεί ολοκληρωτικά. Άρα μιλάμε και για πληρότητα αλλά και για πλήρη αξιοποίησή του.

Λέγοντας τη φράση μιλάμε για κάτι που είναι ζηλευτό και περιζήτητο. Κάτι που θα μπορούσε να αποτελεί ονείρωξη και έμμονη ιδέα και που η υποτιθέμενη απόκτηση του, δίνει σε κάποιον την αίσθηση της πληρότητας.

Η ξαδέλφη του Μένιου, η Θεώνη μένει στη Λάρισα. Εχει έρθει για να περάσει δυο μέρες στο σπίτι του, στην Αθήνα.

Θεώνη: Ξάδερφε Μένιο τι λέει αυτή η Λίλιαν, που όλο για αυτή μίλαγες στον ύπνο σου;
Μένιος: Τι να σου πρωτοπώ ξαδέλφη. Και το κουκούτσι μύγδαλο. Πέρα από κάθε φαντασία. Αστα. Θέλω να τζάσω την καριόλα τη Λάουρα και να τα φτιάξω με το απόλυτο αντικείμενο του πόθου. Τη Λίλιαν.

Ένα αμύγδαλο που ξυπνάει το κτήνος μέρα μας ΓΚΡΡΡΡΡ (από Vrastaman, 06/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάνω κάτι σε υπερβολικό βαθμό ή έντονα, κυρίως τρώω. Η αλήθεια είναι πως η λέξη χρησιμοποιείται πρωτίστως για να δηλώσει άνευ ορίων σαβούριασμα (τόνους ψιψιψόνια και σκατολοΐδια), αλλά μπορεί να δηλώσει και κάποια άλλη δραστηριότητα που εκδηλώθηκε σε έντονο βαθμό.

  1. Χτες δεν βγήκα, είχα τα down μου κι έκατσα μέσα και γουρούνιασα. Τι παγωτά, τι σοκολάτες, τι κρουασάν... Τίποτα δεν άφησα σου λεω...

  2. Έλα ρε μαλάκα, ξεκόλλα πια με το playstation... Πάμε όξω να γουρουνιάσουμε σαν άντρες ρε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ιστοκόπι

Η φράση αυτή, που τη χρησιμοποιούμε αρκετά συχνά και σήμερα, είναι σχετική με το «ανάθεμα» και «αναθεματίζω» και η ιστορία της είναι από παλιά.
Πολύ πριν και από τον Όμηρο ακόμα, εφαρμοζόταν ένας άγραφος νόμος, να λιθοβολούν τον φονιά ή τον αναγγέλοντα δυσάρεστη είδηση για την πόλη. Στον εγκληματία, η τιμωρία του λιθοβολισμού γινόταν στον τόπο όπου αυτός έκανε τον φόνο.
Με τον καιρό, όμως, αντί να λιθοβολούν τον φονιά, απέμεινε η συνήθεια, κάθε φορά που επρόκειτο να στιγματίσουν μια κακή πράξη, να ρίχνουν, όταν περνάνε από ένα ορισμένο σημείο, πέτρες, αναθεματίζοντας απλώς τον δράστη και, στην περίπτωση που δεν τον ανακάλυπταν επίσης.
Αυτό λοιπόν το έθιμο, συνεχίστηκε μέχρι τα χρόνια μας, με την συνήθεια των πολιτών να μαζεύουν σε ορισμένα μέρη πέτρες σωρούς, που τις λένε αναθέματα ή αναθεματίστρες και έλεγαν την ώρα που τις έριχναν: ανάθεμα σε παλιό... (συμπληρώσατε κατά το δοκούν)! Τα ορισμένα μέρη αυτά είναι κορυφές λόφων, σταυροδρόμια ή και τρίστρατα. Στους Νόμους του Πλάτωνα, τον πατροκτόνο ή τον παιδοκτόνο ή τον αδελφοκτόνο τον πήγαιναν σε τρίδρομο μέσα στην πόλη και εκεί οι Αρχές, αφού έριχναν πέτρα πάνω στο κεφάλι του, τον πέταγαν μετά άταφο έξω από τα σύνορα της πόλης.
Γιατί κατά την λαϊκή αντίληψη, σ΄αυτά τα μέρη, τα πονηρά πνεύματα είναι πολύ κακά. Οι πνευματιστές υποστηρίζουν ότι ο λιθοβολισμός γίνεται για να μπορέσει το δαιμόνιο του τόπου να γίνεται ανίσχυρο. Σήμερα αναθεματίζονται και ζωντανοί.

Έριξε πέτρα πίσω του.
Έριξε μαύρο λιθάρι.
Στα Κύθηρα λένε: του πρέπει λιθόσωρος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για ένα γεγονός που γίνεται πάνω σ' ένα άλλο, δηλαδή σε πολύ μικρό χρονικό διάστημα.

- Kι εκεί που είχα τελειώσει την αγγαρεία στα μαγειρεία, έρχεται καπάκι ο ανθύπας και μου βάζει αγγαρεία καθαρισμό όπλων. Τη γκαντεμιά μου...

Βλ. και σχετικό λήμμα στο καπάκι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ερωτική πράξη. Συναντάται κυρίως στην επαρχία.

- Ε, μωρ Μήτρου, τη Βουργάρα που ήρθε ουρέ τις προυάλλες την κανόν'σες;
- Όι, μωρέ, αυτή θέλει φραγκάτους. Μ' ιμένα τι να κάν'. Κανένα ματσαγκάν' στα γρήγουρα και πολύ πάει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προκύπτει εκ της αγγλικής λέξης boot (με την έννοια, εκκινώ υπολογιστή). Κατά τη διαδικασία της εκκίνησης (μπουτάρισμα) ο Η/Υ διαβάζει τα αρχεία συστήματος του λειτουργικού συστήματος από τον δίσκο εκκίνησης (bootable disk) και φορτώνει το λειτουργικό σύστημα, παρέχοντας πρόσβαση, στα διάφορα περιφερειακά του Η/Υ, στα εγκατεστημένα προγράμματα, στα αρχεία του χρήστη, κλπ. (βλ. παρ. 1)

Η λέξη συνδέεται επίσης, με καταστάσεις αλλαγής από διάφορες καταστάσεις στάσης, σε διάφορες καταστάσεις έγερσης και εκκίνησης (π.χ: ξυπνήματος, εγρήγορσης, αφύπνισης, ξεκινήματος, έναρξης πορείας).

Μπορούμε να δούμε ορισμένες χαρακτηριστικές περιπτώσεις:

1) Ξύπνημα από ύπνο με την κυριολεκτική έννοια του όρου, π.χ το πρωί. (βλ. παρ. 2)

2) Ανάκτηση των νοητικών δυνατοτήτων μετά από ύπνο. Για αποτελεσματικότερη εκτέλεση των νοητικών λειτουργιών χρειάζεται καφέδιασμα, πρωϊνό, κλπ ώστε κάποιος, ως Η/Υ που ανακαλύπτει τα περιφερειακά που είναι διασυνδεδεμένα πάνω του (detection proccess), να μπορεί να κάνει αναγνώριση του περιβάλλοντα χώρου του. (βλ. παρ. 3)

3) Εντοπισμός κάποιων πραγμάτων στα οποία δεν είχαμε δώσει την πρέπουσα σημασία. (βλ. παρ. 4)

4) Επανένταξη σε μια κατάσταση από την οποία έχουμε αποστασιοποιηθεί για αρκετό χρονικό διάστημα. (βλ. παρ. 5)

5) Συνειδητοποίηση ανάγκης για αλλαγή τρόπου ζωής. (βλ. παρ. 6)

6) Ξύπνημα ενστίκτου. (βλ. παρ. 7)

7) Ξαφνική φλασιά, «κάτι σαν τη λάμπα του Κύρου Γρανάζη», όπως λέει η Στάτλερ στα σχόλια του λήμματος αυτού. (βλ. παρ. 8)

8) Ξεκίνημα καθολικά αποδεκτών χρονικών περιόδων, (βλ. παρ. 9), ή όχι. (βλ. παρ. 10)

  1. Προσωπικά έβαλα τα Βίστα σε ένα ξέχωρο 80ρι, αλλά όταν μπουτάρω θα πρέπει να έχω επιλέξει πρώτα από το BIOS από ποιόν σκληρό θα μπουτάρει, ειδάλλως δεν μου δίνει τη δυνατότητα να επιλέξω λειτουργικό....
    Φυσικά μπορώ να δώ όλα τα αρχεία των ΧΡ από τα Βίστα, αλλά και τούμπαλιν...
    Δες

  2. Εμπούταρα πρωί πρωί
    Στις έξι παρά κάτι
    Και χάζευα τα σχήματα
    Επάνω στο κρεβάτι

Πρέπει να πάω στη δουλειά
Να τρέξω σαν Κεντέρης
Γιατί αν μ’ απολύσουνε
Θα λες πως δε με ξέρεις

  1. Ο Γιώργος κοιμάται. Ξάφνου, χτυπάει το τηλέφωνο. Στο τηλέφωνο είναι ο φίλος του ο Νώντας. Ξυπνάει και πιάνει το ακουστικό.
    Γιώργος: Ποιος;
    Νώντας: Ελα ρε.
    Γιώργος: Ποιος είναι;
    Νώντας: Ο Νώντας ρε. Δε με γνώρισες;
    Γιώργος: Νώντας;
    Nώντας: Ρε μαλάκα, πάλι κοιμόσουνα; Όποτε ξυπνάς ρε πστ, χάνεις τη μπάλα. Κοίτα να πιεις κανα καφέ για να μπουτάρεις, γιατί σε ένα τέταρτο περνάω από 'κει μαζί με την αρραβωνιαστικιά μου.
    Γιώργος: Δε σας γνωρίζω κύριε. Κάποιο λάθος κάνετε. Νώντας (δυνατά): Ξύπνα ρε!

  2. Ο Πέτρος με το Λάκη, ετοιμάζονται να υπογράψουν ένα συμβόλαιο που περιέχει έναν πονηρά τοποθετημένο όρο. Είναι κι οι δυο γνώστες. Το διαβάζουν για κάμποση ώρα, ωστόσο ο Πέτρος που το κοιτάει πιο χαλαρά, δεν παίρνει χαμπάρι τη φάκα κι ετοιμάζεται να υπογράψει.
    Λάκης: Α ρε φίλε. Δεν έχεις μπουτάρει ακόμα. Το είδες αυτό; (Του δείχνει τον όρο δόκανο.)

  3. - Έλειψα αρκετό καιρό διακοπές και θα μου πάρει δυο τρεις μέρες για να μπουτάρω πλήρως.

  4. - Ήμουν το πρότυπο υπαλλήλου και με εκμεταλλεύονταν άπαντες. Ώσπου νοσηλεύτηκα στο νοσοκομείο με υπερυψηλή πίεση. Έτσι έβαλα μυαλό, συνειδητοποίησα τη μαλακία μου και άλλαξα στιλ. Τσακώθηκα με ορισμένους βέβαια που δεν τους εξυπηρετούσε η αλλαγή μου, αλλά τώρα πια τα πράγματα έστρωσαν. Το κακό είναι πως μου πήρε τρία χρόνια για να μπουτάρω και να αλλάξω συνήθειες.

  5. - Με το που την είδα, μπούταρε το κτήνος μέσα μου.

  6. - Είχα χάσει την ταυτότητα και την έψαχνα παντού σαν τρελός, μέχρι που ήρθε το ρεύμα και μπούταρε ο σκληρός μου και έτσι θυμήθηκα.

  7. - Με το που μπούταρε ο καινούριος χρόνος, έχανα ήδη 3.000 ευρώ στην τσόχα.

  8. - Πότε μπουτάρεις στη νέα δουλειά;
    - Από βδομάδα κάνω ντεμπούτο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ακραία ρόμπα, η υπερβολική ξεφτίλα, ο υπερθετικός της ρόμπας.

Συνώνυμα:

Να μην συγχέεται με την βιλαρόμπα.

Ασίστ: Γεώργιος Ζάκκης, jesus, Vrastaman, Χαλικούτης.

- Τον έπιασε το Λίλιαν στα πράσα τον Πέρι με τον γερομπινέ στην μαρτυρική μεγαλόνησο, και τον έκανε ρόμπα!
- Τι ρόμπα; Καπιτονέ; Ή λουλουδάτη;
- Γιατί; Έχει διαφορά;
- Λέμε τώρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Προέρχεται από το ελαφρύ άνοιγμα του στόματος της αρκούδας όταν είναι έτοιμη να επιτεθεί. Παρατηρείται και στα σκυλιά και ονομάζεται το γέλιο του γελωτοποιού. Μην εφησυχάζετε όταν βλέπετε ένα γέλιο αυτού του τύπου σε ζώα, προσοχή χρειάζεται.

Τώρα, όσο αφορά στους ανθρώπους, το γέλιο αυτού του τύπου πλησιάζει το σαρδόνιο παρά κάτι τις. Δεν πλησιάζει το νευρικό γέλιο που, αυτό είναι μετά δακρύων, ή και όχι.

- Θα περιμένω να δω τ' αποτελέσματα, διότι είμαι βέβαιος ότι θα πέσει το γέλιο της αρκούδας.

- Η απεικόνιση του συγκεκριμένου έχει το γέλιο της αρκούδας, γιατί ο τύπος τεντώνεται σαν να έχει λόρδωση.

- Το γέλιο της αρκούδας όμως ρίχνω με τις δηλώσεις του.

- Καθ' όλη τη διάρκεια της δίκης έπεφτε το γέλιο της αρκούδας

- Ελένη Πούτση, το γέλιο της αρκούδας!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζάμπα.

- Μαλάκα, σου κανόνισα μπάτσελορ την παραμονή του γάμου σου με δυο Ουκρανές και μια Τσέχα όλα τα λεφτά μιλάμε. Μόνο, πρέπει να δώσεις 60 γιούρια για ειδική περιποίηση.
- Όχι που θα 'τανε τζαμπέ!

Βλ. και σχετικά λήμματα τράκα, τζαμπέισον, τζαμπαντάν, .

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. εκνευρίζω κάποιον, τον κουρδίζω, τον προκαλώ / θυμώνω πολύ, τσαντίζομαι, είμαι έτοιμος να τσακωθώ
  2. ερεθίζω /-ομαι, καβλώνω
  3. μαστουρώνω, μεθάω
  4. σουλουπώνομαι, φτιασιδώνομαι, βάφομαι, ντύνομαι.
  5. ταχτοποιούμαι (ανέρχομαι) επαγγελματικά
  6. χαλάω την διάθεση κάποιου
  7. διορθώνω
  1. Τον έφτιαξα τον δικό σου, τον έκανα πύρκαυλο με αυτά που του αποκάλυψα για τη Λίλιαν και πάει γραμμή τώρα να της τα πει ένα χεράκι... θα γίνει χαμός!

  2. Γιατί ρε μωρό μου δε φοράς πια εκείνα τα καβλιάρικα εσώρουχα που με φτιάχνανε έτσι ωραία και μου' ρχεσαι όλο με το περιοδόβρακο...

  3. Πάλι τα ίδια, κάθε μέρα έρχεται φτιαγμένος στη δουλειά, τα κάνει μαντάρα και πρέπει να βγάζω εγώ το φίδι από την τρύπα...
    (σ.σ. σόρυ για το λινκ, αυτό έχουμε!)

  4. Δώσε μου μισό να φτιαχτώ λιγάκι να μην είμαι έτσι χάλια -και σε πέντε φύγαμε!

  5. Είδες πώς φτιάχτηκε ο γιόκας τής κυρα-Περμαθούλας; Όχι θα τον άφηνε στα χαμηλά, τι νόμιζες... Σε λίγο θα γίνει Λαμπράκης στη θέση του Λαμπράκη έτσι όπως πάει.

  6. Τι να σου πω, μας έφτιαξες με τις αηδίες σου πρωινιάτικα...

  7. Φτιάξ' το μου ρε συ το γαμίδι, πάλι χάλασε ρε πστ!

Got a better definition? Add it!

Published