Further tags

Σημαίνει: Mένω:

  • μαλάκας
  • παγωτό
  • καρότο
  • άναυδος,
  • κάγκελο
  • σύξυλος,
  • στήλη άλατος,
  • εμβρόντητος,
  • μαρμαρωμένος,
  • με το στόμα ανοιχτό,
  • ενεός,
  • άλαλος,
  • σέκος (αυτό σημαίνει επίσης πεθαίνω ακαριαία),
  • σκουπόξυλο,
  • κατάπληκτος κλπ κλπ κλπ.

Το «μένω πίπα» είναι μία εμφανής παρομοίωση κάποιου που μένει με το στόμα ανοιχτό, σαν να κάνει πίπα.

- Το είπες τελικά στους γονείς σου ότι θα παντρευτείς την Κούλα;
- Ναι, εχτές, και όταν το είπα έμειναν και οι δύο πίπα. Η πρώτη αντίδραση ήταν μετά από πέντε λεπτά, που πήγε ο πατέρας μου να βάλει να πιει ουίσκι.

Βλ. και παθαίνω πλάκα, καγκελώνω

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι το πολύ καθαρό, που λάμπει σαν το κέλυφος του αβγού.

  1. — Επ, λούστραρες το γραφείο;
    — Ναι, γυαλίζει!
    — Μιλάμε τελείως αβγό!

  2. Η γάτα σου είναι τελείως βρόμικη ρε... Κάν΄την κάνα μπάνιο!
    Εγώ την κάνω κάθε βδομάδα και δες την, αβγό είναι!

(από Galadriel, 15/12/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να περιγράψει την φάση «χαμός» (κολαστήριο).

Προέρχεται από το όνομα του γηπέδου της ισπανικής ομάδας Deportivo La Coruna. Όταν έπαιζε η Depor σε αγώνες Champion League, ακούγαμε από τους τηλεσχολιαστές ότι, η τάδε ομάδα θα αντιμετωπίσει την Depor στο «κολαστήριο» Ριαθόρ, λόγω του γεγονότος ότι οι εξέδρες του γηπέδου είναι πολύ κοντά στον αγωνιστικό χώρο και κάθετα ως προς αυτό, κάνοντας την ατμόσφαιρα πραγματικό κολαστήριο για τους αντιπάλους.

- Έλα ρε φίλε που είσαι;
- Είπα να κοιμηθώ απόψε και να μην βγω... δεν την παλεύω...
- Σήκω, ντύσου κι έλα γρήγορα στο πάρτυ... Εδώ παίζει φάση Ριαθόρ!!!!
- ... Σοβαρά;;;... Έρχομαι πετώντας!!!!!

(από rigo21, 09/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η κοινώς γνωστή χυλόπιτα, εννοώντας την απόρριψη πρότασης για ερωτική σχέση.
  2. Η χυλόπιτα σαν ζυμαρικό.
  1. - Πωωωώ ρε φίλε... Έφαγα χυλόπιτα χθες από το Μαράκι και είμαι χάλια σήμερα.
    - 'Ντάξει, δεν έγινε ρε και τίποτα... Θα φας πολλές στη ζωή σου. Εμένα έχει σκάσει η κοιλιά μου απ' τα πιτοπούλια που έχω φάει!

  2. - Τι να φάμε ρε συ αύριο; Έχω και δουλειά και δεν έχω χρόνο να φτιάξω τίποτα...
    - Εγώ λέω να πάμε στο εστιατόριο να φάμε τίποτα πιτοπούλια με κοτόπουλο, και για το βράδυ βλέπουμε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ατάκα προκύπτει απο τη διάσημη ταινία του David Lean «Η γέφυρα του ποταμού Κβάι», που γυρίστηκε το 1957 και αναφερόταν στο πραγματικό περιστατικό που συνέβη στο β' παγκόσμιο πόλεμο, όπου χιλιάδες αιχμάλωτοι από τον ιαπωνικό στρατό υποχρεώθηκαν κάτω από πανάθλιες συνθήκες να φτιάξουν τη γέφυρα του ομώνυμου ποταμού. Μια γέφυρα που θα σύνδεε τα 415 χιλιόμετρα που χωρίζουν τη Βιρμανία με την Ταϊλάνδη.
Ο όρος αναφέρεται σε παρτούζα πολλών πρωταγωνιστών (μεγάλη απόσταση συνδέσεως), όπου γεφυρωμένα κορμιά λόγω σεξουαλικών περιπτύξεων, παρασύρονται το ένα πάνω στο άλλο σαν τα ξερόκλαδα που τα σπρώχνει ο ποταμός πότε εδώ, πότε εκεί, ρημάζοντας τα πάντα (άθλιες συνθηκες), ενώ το σπέρμα ρέει άφθονο.

- Τι θόρυβο κάνανε οι δίπλα ρε γαμώτο χθες βράδυ;
- Ω καλά... Εκεί είσαι ακόμα; Εδώ μαζεύτηκαν 45 μάστορες και εξήντα μαθητάδες και ...
- Στο γεφύρι της Άρτας το πας;
- Ποιας Άρτας ρε καημένε. Στη γέφυρα του ποταμού Γαμάει το πάω. Η ... παρτούζα!

(από GATZMAN, 04/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μία ακόμη τρανή λαϊκή ατάκα πολύ χρήσιμη όταν ερχόμαστε αντιμέτωποι με κάποιον ο οποίος κολλάει σε λεπτομέρειες.

Πρωταγωνίστρια της φράσης η γνωστή μας άγνωστη Μάρω, η οποία συχνά αναφέρεται μαζί με το μουνί της. Όχι επειδή έχει κάποιο γυναικολογικό πρόβλημα ή επειδή το γεννητικό της όργανο έχει κάποιες παράλογες ιδιότητες, απλά επειδή ο όρος «μουνί» συναντάται πολύ συχνά στις ελληνικές ρήσεις και το όνομα Μάρω βολεύει πολύ στο να σχηματίσουμε ρίμες (η ρίμα δίνει στόμφο, μπρίο και κύρος στην έκφραση - χώρια που αποστηθίζεται ευκολότερα). παραδείγματα :άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως, κάτσε Μάρω να στον βάλω, και πολλά ακόμη που δεν θυμάμαι, αλλά που σίγουρα σας έρχονται στο μυαλό.

Στην ρήση αυτή, η Μάρω αντιμετωπίζει ως πρόβλημα τη μελανότητα του μουνιού της. Εννοείται όχι του οργάνου, αλλά του τριχωτού αυτού. Καταλαβαίνουμε λοιπόν πως η Μάρω γκρινιάζει για κάτι που το έχουν οι περισσότερες γυναίκες. Ενώπιον αυτής της κατάστασης μπορούμε να σκεφτούμε:

***** γιατί τη Μάρω την ενοχλεί κάτι που είναι κάπως αυτονόητο; και που σε τελική ανάλυση δεν της δημιουργεί κανένα πρόβλημα; Οι υπόλοιπες τί να πουνε δηλαδή; ή οι υπόλοιπες γιατί δεν ενοχλούνται; ποιο είναι τελοσπάντων το κόλλημα της Μάρως στον εγκέφαλό της;
***** η Μάρω δεν έχει με τίποτα άλλο να ασχοληθεί και ασχολείται κυριολεκτικά με τρίχες. ***** η Μάρω μπορεί να έχει όλου του κόσμου τα καλά, αλλά την ενοχλεί κάτι ασήμαντο. ***** αφού έτσι κι αλλιώς το μουνί μαύρο είναι, τί έχει να φοβηθεί;

Επομένως από τους παραπάνω συλλογισμούς αντιλαμβανόμαστε πια την έννοια της έκφρασης, δηλαδή ότι κάποιος πνίγεται σε μία κουταλιά νερό, αρπάζεται από κάτι άσχετο και φοβάται / αναστατώνεται / θυμώνει / γκρινιάζει και μας σπάει τα νεύρα.

  1. - Μα σοβαρά τώρα, ο Νώντας δεν θέλει να μου ξαναμιλήσει επειδή δεν του είπα γεια όταν τον είδα;;
    - Ε τι περιμένεις ρε Δημήτρη... Έτσι είναι ο Νώντας, ανάγκη που 'χει η Μάρω, που είν' το μουνί της μαύρο.

  2. - Και εκεί που πηγαίναμε τον πατέρα μου στα επείγοντα, πετιέται και μία χαζή και μου κάνει μία λακκούβα μπροστά στ' αμάξι... γάμησέ τα!
    - Α, ρε Στέλιο... Ανάγκη πού'χει η Μάρω που είν' το μουνί της μαύρο...
    - Τί εννοείς;;;;;

(από ironick, 21/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πολύ κοντό κούρεμα που κάνει τον έχοντα να φαίνεται σαν σκίνχεντ και τον γελοιοποιεί άγρια.

- Δες τον Χ ρε, έκανε αποψίλωση και είναι σαν Χρυσαυγίτης!
- Ε, τι περιμένεις ρε, το παιδί χάνει!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που απευθύνει ένας ταβλαδόρος στον αντίπαλό του όταν τον έχει σκίσει, αλλά, παρά το στραπάτσο, αυτός δεν παρατάει το παιχνίδι, αλλά επιμένει να συνεχίσει μέχρι τέλους μπας και φέρει 3 εξάρες στο μάζεμα και γλιτώσει το διπλό. Με αυτή την έκφραση ένας καλός ταβλαδόρος δηλώνει τη βαρεμάρα του (μια και το παιχνίδι έχει κριθεί και δεν έχει κανένα νόημα να συνεχιστεί μέχρι τέλους) αλλά και την αναξιοπρέπεια του αντιπάλου του ο οποίος δεν παραδέχεται τη συντριβή του, αλλά τραβάει μέχρι τέλος μπας και ξεκωλωθεί και σώσει τα προσχήματα. Η έκφραση αυτή ακούγεται κατά κόρον στα φοιτητικά στέκια της Θεσσαλονίκης. Προέρχεται από κάποιο φυλακισμένο ο οποίος μετά την έξοδό του τη διέδωσε στον έξω κόσμο. Οι φυλακισμένοι, ως γνωστόν, μια που δεν έχουν να κάνουν τίποτα όλη μέρα και έχουν άφθονο ελεύθερο χρόνο, ασχολούνται με διάφορα αθλήματα (τάβλι, πρέφα, παπάς). Ο Ρωχάμης, σαν ισοβίτης που ήταν, είχε όλη τη ζωή μπροστά του. Δεν ξέρω αν ήταν καλός ταβλαδόρος, όμως φαίνεται ότι είχε κάποια αξιοπρέπεια γιατί λέγεται ότι τις παρτίδες που έχανε τις παρατούσε αναγνωρίζοντας την ανωτερότητα του αντιπάλου. Έτσι βγήκε αυτή η έκφραση της οποίας η χρήση κάποιες φορές ίσως αδόκιμα επεκτείνεται σε όλες εκείνες τις περιπτώσεις που κάποιος προσπαθεί να αποτρέψει κάποιον άλλον από το να κάνει κάτι το οποίο είναι καταδικασμένο να αποτύχει, αλλά δυστυχώς δεν γίνεται αντιληπτό από τον δεύτερο.

Τι θα γίνει ρε Νικολάκη, θα πάμε καμιά φορά σπίτια μας; Σου έχω πιάσει την παραμάνα... Τι περιμένεις για να τα παρατήσεις; Αυτή την παρτίδα δικέ μου δεν την παίζει ούτε ο Ρωχάμης, πάρ' το χαμπάρι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση αντίθεσης όταν ακούμε ένα βαρύ και φορτωμένο πρόγραμμα είτε που πρόκειται να μας αναθέσουν ή που κάποιος άλλος έχει.
Σημαίνει δηλαδή ότι εμείς βαριόμαστε πάρα πολύ, είμαστε τεμπέληδες ενώ ο άλλος μας μοιάζει Βέγγος.

Παρόμοια με την δεν παίζω ούτε τα βλέφαρά μου.

Μπορούμε επίσης να αλλάξουμε υποκείμενο αν μιλάμε για κάποιον άλλο.

- Μανόλη πήγαινε ρε συ αύριο να πληρώσεις τις τράπεζες! Με το δίκαννο θα μας κυνηγάνε.
- Τι λε ρε... εδώ εγώ βαριέμαι να κλάσω! όχι που θα τρέχω να ξεπληρώνω και τους μαλάκες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η λέξη αυτή δεν μπορεί να χαρακτηριστεί ως slang. Απλά αποτελεί φόρο τιμής στον κύριο Βασίλη (τον επονομαζόμενο και «φιδέμπορα») από την Πάτρα, ο οποίος αποτελεί θεότητα και έχει αναδειχθεί από τη ραδιοφωνική εκπομπή «Ελληνοφρένεια» (όχι, δεν είμαι βαλτή από το σταθμό για να κάνω διαφήμιση, απλά θεωρώ ότι πρέπει να το αναφέρω). Σημαίνει: κάνω πλάκα, δουλεύω, κοροϊδεύω.

- Από την Πάτρα σ' έχω παρμένο. Έχω μάθει ότι με αναμπαίζεις...

Αυτό μόνο αρκεί, το μεγαλείο του κύριου Βασίλη είναι ανείπωτο!!!!

δε ρήαλ σταφ, η ατάκα πέφτει στο 3.00 (από markar, 04/08/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified