Σκωτζέζικο ντους, αναπάντεχο γεγονός που μας κατάπληξε.
Αλλιώς: σερβίρω κρύα πούτσα / ψωλή / καυλί σερβίρω ωμή ψωλή / πούτσα / καυλί σερβίρω σκέτη πούτσα / ψωλή / καυλί
-Του σέρβιρε μια ξερη ψωλή η Μαρία χτες που τον απέρριψε, γάμησέ τα!!
Σκωτζέζικο ντους, αναπάντεχο γεγονός που μας κατάπληξε.
Αλλιώς: σερβίρω κρύα πούτσα / ψωλή / καυλί σερβίρω ωμή ψωλή / πούτσα / καυλί σερβίρω σκέτη πούτσα / ψωλή / καυλί
-Του σέρβιρε μια ξερη ψωλή η Μαρία χτες που τον απέρριψε, γάμησέ τα!!
Got a better definition? Add it!
Παλιό Ιταλικό Τηλεπαιχνίδι της 10ετιας του '70 όπου οι συμμετέχοντες έπρεπε να υποστούν σειρά εκπλήξεων και απροόπτων.
Έμεινε με τη σημασία του έξυπνου κόλπου, της απατεωνιάς, της απρόσμενης κατάπληξης.
Συναντάται και ως: μοιραίο κόλπο, τί σού 'παιξε η μοίρα, άσχημο παιχνίδι της μοίρας, καρμικό κόλπο γκρόσο κλπ.
Μου έπαιξε κόλπο γκρόσο ο Μάκης, με κάρφωσε στη γκόμενα ότι τον σφύριζα στην φίλη της.
Τί σού 'παιξε η μοίρα ρε Γκαλίνοβιτς; Κόλπο γκρόσο, ρούφα το μπαλάκι μπάσταρδε.
Νόμιζες ότι θα χάσω εε; Κόλπο γκρόσο, τον πούτσο κλαίγανε, σε γάμησα!!!!
Got a better definition? Add it!
Ορισμός που χρησιμοποιείται σε online games, έχει να κανει με την ομαδική επίθεση παικτών σε κάποιον αντίπαλο.
-Σε όλο το παιχνίδι με γκανγκάρανε συνέχεια και δε μπόρεσα να ανέβω level.
Got a better definition? Add it!
Published
Χρησιμοποιώ την τελική μου κίνηση ulti. Λέξη που χρησιμοποιείται στο online game dota.
- Πάνω εκεί που φάρμαρα top μου την έπεσαν 2 ατομα αλλα πρόλαβα να ουλτάρω και να γλιτώσω.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η φράση χρησιμοποιείται:
(Η φράση συναντάται επίσης ως εξής: Τον πούτσο κλαίγανε και τον μοιρολογούσανε, Μην κλαις τον πούτσο, Κλαψ' τον πούτσο κλπ)
- Πωπω ρε μαλάκα, άμα με βρεί ο γκόμενος της Ράνιας θα με ανασκολοπήσει!
- Τον πούτσο κλαίγανε φίλε.
- Μαλάκα τι αμαξάρα έχει αυτός ο παλιάτσος ρε;
- Τον πούτσο κλαίγανε.
- Έτσι όπως είσαι μαλάκα σα γελοτοποιός, τον πούτσο κλαίγανε.
- Χτύπησα μια Ντότα πριν απο λίγο φάρμαρα, έβρισα μάνες, ταίσα και λίβαρα ΓΙΑΤΙ ΜΠΟΡΩ. Τον πούτσο κλαίγανε!
Got a better definition? Add it!
Επίσης χρησιμοποιείται στα online games όταν θελουμε να δηλώσουμε ότι κολλάμε.
- Άσε μαλάκα, εκεί που πάω να κάνω ulti λαγκάραμε και μας πήρε double kill.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Είμαι ενθουσιασμένος, έχω πωρωθεί. Παράβαλλε και κόβω τις φλέβες μου
- Τελικά εσένα σ' άρεσε το τελευταίο των Ουλτραμεγκασκιζομάνιακς;
- Ε, εντάξει... Δεν τραβάω και τα βυζιά μου...
Got a better definition? Add it!
Είμαι απόλυτα βέβαιος (για αυτό που ισχυρίζομαι). Συνώνυμα: βάζω το χέρι μου στη φωτιά, κόβω το κεφάλι μου.
- Ρε είσαι σίγουρος ότι τους είδες μαζί;
- Κόβω τις φλέβες μου!... Ρώτα και το Μικέ, μαζί ήμασταν.
Got a better definition? Add it!
Πλήττω αφόρητα ή καταθλίβομαι.
- Είχε βιντεοβραδιά ο Κωνσταντίνος χθες. Κόβαμε φλέβες πάλι, μιλάμε...
- Όχ, κατάλαβα. Βαρεμάρα κιέτσι; Τί έφερε πάλι; Τεό;
- Όχι, αυτή τη φορά ήθελε να μας αυτοκτονήσει. Πώς τηνε λέγαν την ταινία να δείς... «Ρέκβιεμ και ένα όνειρο»;...
Άσε ρε, πίκρα. Σκοτώθηκε χθές η κόρη των αποπάνω, αυτοκινητιστικό, κι' όλη μέρα τους ακούω να ουρλιάζουν. Πάμε για καμιά μπίρα, αλλιώς με βλέπω να κόβω φλέβες.
Got a better definition? Add it!
Στη φράση κόβω (τις) φλέβες (μου) (για κάτι): λατρεύω, αγαπάω, είμαι απόλυτα αφοσιωμένος, ποθώ. Συνώνυμα: χύνω κασέρια.
Η Φιφή είναι ο έρωτας της ζωής του. Κόβει φλέβες για πάρτη της. Μην του πείς κουβέντα για τη Φιφή, σε σκότωσε.
Got a better definition? Add it!