Further tags

Έκφραση που δείχνει τον άδικο χαμό κάποιου, που δεν πρόσεχε, δεν είχε πάρει τα ανάλογα μέτρα προστασίας.

Βάζε παιδί μου το κράνος όταν οδηγείς την μηχανή! Έτσι δεν το έβαζε και ο γιος της κυρα - Ελένης και είχε ένα ατύχημα με τη μηχανή και πήγε αδιάβαστος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όπως και ο απένταρος, είναι ο φτωχός, αυτός που δεν έχει καθόλου λεφτά. Ενίοτε το χρησιμοποιούμε για να δείξουμε οτι δεν έχουμε καθόλου λεφτά πάνω μας όταν τα χρειαζόμαστε.

- Ρε φίλε, μόλις ανακάλυψα ότι δεν πήρα μαζί το πορτοφόλι μου, θα πληρώσεις και το δικό μου ποτό να στα δώσω μετά γιατί τώρα είμαι αδέκαρος;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δεν έχει καθόλου λεφτά, ο πολύ φτωχός.

Ο Γιώργος επένδυσε όλα του τα χρήματα για να κάνει μια επιχείρηση που τελικά δεν πήγε καλά και έμεινε απένταρος.

Βλ. και αδέκαρος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σημαίνει: αν είναι δυνατόν, Παναγίτσα μου, τι λες τώρα, αυτό είναι άνω ποταμών, σώπα!

Έκφραση έκπληξης βασισμένη στο όνομα του μακαριστού Αρχιεπισκόπου.

Με πόσο την έβγαλε τη σχολή το μπάζο; Με 8.9; Ο Χριστός κι ο δούλος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαλαρώνω, ριλαξάρω, κάθομαι.

Άραξε τα κυβικά σου ρε φιλάρα! Τι στέκεσαι όρθιος και στην τσίτα; Χάπι θα πάρεις;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Tο πέσιμο, συνήθως με άγριο ή βίαιο τρόπο, η σάρα. Τρώγεται.

- Κι εκεί που περπατούσα στην Τσιμισκή έφαγα ένα σαούλι, γέλασε και το παρδαλό κατσίκι. Πάλι καλά που δεν έσπασα κάνα παΐδι!

Βλέπε και τρώω σούπα, τρώω σαβούρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως ακολουθείται από το «... φρέσκα μας ήρθανε» ή το «...μας φέραν κι απο πάνω».

Χρησιμοποιείται για χαρακτηρισμό ανεπιθύμητης κι απρόσμενης συνάντησης.

- Ωπ, ήρθε και η Βώδη που σε γουστάρει.
- Σκατά δεν είχαμε, φρέσκα μας φέρανε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι αφηρημένος, σκέφτομαι τα δικά μου και δεν προσέχω τον συνομιλητή μου.

Του έλεγα το δράμα μου κι αυτός κοιτούσε το υπερπέραν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ζάλη.

- Έχω μια νταβουρλίγκα απ' το πρωί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified