Ο ομοφυλόφιλος ή αμφιφυλόφιλος ύστερα από τη διάσημη δήλωση του Απόστολου Γκλέτσου ότι "το ψάρι ψήνεται και από τις δυο πλευρές", αναφερόμενη στην αμφιφυλοφιλία.

Για ψαροψήστη τον είχα, αλλά αποδείχθηκε μερακλής.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο ανώμαλος, αυτός που έχει παρεκκλίσεις.

  1. Απίστευτος πλέιερ, ελέγχει τον μισό νομό. Σκοτεινούλης, επίσης, Ανωμαλάκιας. Απαγορευμένα πάρτι, σαδομαζό, τέτοιες φάσεις. (Μάκης Μαλαφέκας, Deep Fake, Αντίποδες, Αθήνα 2024, σ. 82).
  2. Λίγο ανωμαλάκηδες. Λίγο ημιεπαγγελματίες φαφλατάδες. Και γενικά. Λίγο λίγοι· Αλλά στην τελική με γεια σας με χαράς σας. Ρε γαμημένοι. Δεν πειράζει, μπράβο σας. (Εδώ).
  3. Ο ανωμαλάκιας ό διπολικά διαταραγμένος Βασιλακόπουλος πρέπει νά έχει γραφείο τελετών αυτός ή ή γυναικα του ή άλλο στενό συγγενικό του πρόσωπο,αλλιώς δέν εξηγείται ή εμμονή του γιά τόν θάνατο.”θεωρούμε ότι 40 νεκροί είναι οκ”.Κανονικά δέν χαίρεται κανείς όταν πεθαίνει άνθρωπος. Εκτός άν πρόκειται γιά πολύ μισητό πρόσωπο όπως τόν γουρλομάτη,οπότε δικαιολογείται ή φράση “κακό ψόφο νά ‘χει”. (Μακελειό).
  4. Δε το'πιασα.Τι υπονοείς με τις παραπάνω φωτογραφίες;Ότι το μέρος το'καναν μπουρδέλο ή ότι κάποιος ανωμαλάκιας αρέσκεται να..."παίζει" με τα προφυλακτικά;Με δαυτές ζητάς κιόλας την επέμβαση εισαγγελέα; Πες μου,διότι κτυπάω το κεφάλι μου στον τοίχο,για να καταλάβω γρυ.. (Athens Indymedia).
  5. Ένας ανωμαλακιας εδώ μέσα θέλει να φιλάει πόρνες..... Ρε μπαγασες μπας και τις πάτε και για κάνα φαγητό μετά ?? (Μπου).

Got a better definition? Add it!

Published

Στο ιδίωμα της BDSM κοινότητας είναι η θηλυκότητα αντικείμενο λατρείας από υποτακτικούς σούμπηδες.

  1. Εχτες που ειχα παει στο fetish ball και ειδα την Lola μου γεννηθηκε η εξης απορια: Ας υποθεσουμε οτι ειμαι δηλωνω Αφεντης η Κυριαρχος και βλεπω αυτο το θεικο πλασμα μπροστα μου να μαγευει. Αν εκεινη την στιγμη μου ερθει σαν κεραυνος η επιθυμια να αφεθω στα χερια της θα παψω να ειμαι Κυριαρχος; Και γιατι να μην το κανω οταν εχω μια ΘΕΑ διπλα μου; Προσωπική μου γνώμη - όπως έχω δηλώσει και αλλού: Αν κάτι θέλουμε και με αυτό δεν βλάπτεται κανείς δεν υπάρχει λόγος να αφήσουμε την όποια "ταμπελά" να μας σταματήσει. Είμαστε εδώ γιατί μας αρέσει. Γιατί λοιπόν να μην κάνουμε το κέφι μας υπακούοντας σε συμβατικότητες τη στιγμή που είμαστε στο χώρο αυτό και τις αποφεύγουμε? την γνωριζεις ως Ελληνάρας...την πολιορκεις ως Αφεντης...χαιροσαστε τον ερωτα σας οπως θελετε εσεις...δεν υπαρχουν περιορισμοι η ταμπελες Δεν καταλαβαίνω γιατί συνδέεται η ομορφιά με την επιθυμία υποταγής ή Κυριαρχίας εν προκειμένω, εφόσον δεν είναι κανένας παγκόσμιος νόμος πως η Κυριαρχία και η υποταγή έχουν άμεση σχέση με το θαυμασμό για την ομορφιά. Σε άλλα υποκείμενα δεν έχουν. Αν λοιπόν εσένα σου βγαίνει έτσι, τότε εξέτασε την πιθανότητα να επιθυμείς τη δική σου υποταγή σε μία γυναίκα Κυριαρχικής ψυχολογίας, που θα σε ελκύει όσο αυτή. (τι μου θύμισες τώρα, έχω διαβάσει "Αφέντρες" να καυχιούνται πως "έσπασαν" Μαστεράδες, και τους έκαναν να κυλιούνται στα πατώματα γι αυτές -με δικά μου λόγια, τα δικά τους ήταν αρκετά πιο άκομψα- πάντα θεωρούσα τέτοιες αυτάρεσκες δηλώσεις γελοίες και υποτιμητικές για το ίδιο άτομο που τις εκφέρει). Σε δεύτερη ανάγνωση, πάντα οι Κυριαρχικές μου κεραίες οσμίζονται ενοχική αντιμετώπιση της υποτακτικής επιθυμίας, όταν διαβάζω κάτι που μυρίζει "παρά τη θέλησή μου". Στη συγκεκριμένη περίπτωση, η Ομορφιά είναι ένα προπέτασμα για την ενοχή νομίζω. Σκέψου κι αυτό. Αν πραγματικά θέλει κάποιος να υποταχθεί, δε χρειάζεται πέπλα. (Εδώ).
    1. Προσευχή στη θεά. Μήτηρ ημών ενσαρκωθείσα επί της γης, 
% δοξασθήτω το όνομα Σου.
      
% Ελθέτω η βασιλεία Σου. 
% Γενηθήτω το θέλημα Σου, ως εν δώμασι και επί σκηνής.
      
% Τον πόνον ημών τον επιούσιον δος ημίν σήμερον.
      
% Και άφες ημίν τας ανυπακοάς ημών,
      
% ως και ημείς αφίεμεν τοις ορίοις ημών.
      
% Και εισένεγκαι ημάς εις πειρασμόν,
      
% και ουκ αν ρύσαι ημάς από του πονηρού. 
% Αμήν! (Προσευχή τελειωμένων σούμπηδων στη θεά τους εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published

Ως ανήκον στο ιδίωμα της BDSM κοινότητας (σαδομαζοχιστές- bondage), αποτελεί μια προσπάθεια να μεταφερθεί στα ελληνικά ο αγγλικάνικος όρος switch

Το άτομο που αντλεί ικανοποίηση και απόλαυση αλλάζοντας κατά το δοκούν ρόλους από υποτακτικό σε κυριαρχικό και αντίστροφα. Αποσαφήνιση: Γίνεται αναφορά σε εναλλαγή ρόλων και όχι προσανατολισμού διότι είναι μάλλον αδύνατο να μιλήσει κάποιος με βεβαιότητα για συγκεκριμένο προσανατολισμό στην περίπτωση των switch. Παραταύτα, εντός της BDSM-ικής κουλτούρας η έννοια switch προσλαμβάνεται ως αυτόνομη ιδιότητα (status) με τις δικές της διακριτές ιδιαιτερότητες και λειτουργίες.

Εδώ

Switch: ον του οποίου η επιθυμία και δυνατότητα για ερωτική επικυριαρχία εναλλάσσεται με την επιθυμία και δυνατότητα για ερωτική υποταγή, ανάλογα με την ερωτική ισχύ του καθενός που το προσεγγίζει ερωτικά. Λειτουργεί ενεργειακά ως διακόπτης, συχνά χωρίς έλεγχο ή συναίσθηση του γεγονότος. Κάποιες φορές νιώθει ενοχές για τη λειτουργία του αυτή, κυρίως λόγω της προκατάληψης που υπάρχει εναντίον των switch, σχετικά με την αυθεντικότητά τους.

εδώ

Απόσπασμα ιστορίας: Σε λίγο ήσουν κιόλας εκεί... χύθηκα στην αγκαλιά σου με το που σε είδα. Χαιδεύω το πρόσωπό σου, κοιτάζω τα μάτια σου που τόσο μου έχουν λείψει και σε φιλάω. Ενα φιλί βαθύ και γεμάτο. Όπως μόνο εμείς ξέρουμε. Δεν αργούμε να φτάσουμε σπίτι. Ανοίγω τον υπολογιστη για να βάλω μουσική και σε ακολουθώ στο μπάνιο. Αλλάζεις κι εγώ όπως είμαι ντυμένη κάθομαι πάνω στη λεκάνη. "κάτσε μωρό μου, θέλω να κατουρίσω","ε κατούρα!" σου απαντάω με χαμόγελο κατεβάζοντάς σου το εσώρουχο. [...] Σχόλιο: Το να μιλήσω εγώ είναι μάλλον περιττό, αφού κατέθεσαν την άποψή τους οι ανωμαλότεροι των ανωμάλων του φόρουμ! Μας ιντριγκάρισες και έχουμε ένα σωρό απορίες! Υπάρχει διακόπτης στη συγκεκριμένη ιστορία; Θέλεις όντως να κρύψεις το σημάδι; Γιατί διαβάζοντάς σε, κάτι μου λέει πως θα το κυκλοφορείς "παρασημότερο" και από το Μεγαλόσταυρο του Τάγματος του Αγίου Μάρκου του Μεγαλομάρτυρος; Κυρίως όμως και πρώτα απ' όλα: γιατί, ρε πουλάκι, μου μας κατακαυλώνεις πρωί πρωί;;;;; ;)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο λάτρης των ωραίων γλουτών, σε μια πιο μέτα προσέγγιση του λήμματος. Ο αισχρός, ανήθικος, εγωιστικός και ύπουλος τόνος της πιο διαδεδομένης σημασίας παραμένει, όμως τώρα καλύπτεται από ένα πέπλο λαγνείας. Με αυτή τη σημασία χρησιμοποιείται ως λογοπαίγνιο.

Συνώνυμα: κωλάκιας

- Ρε, ρε! Την τσέκαρες αυτή με το χρυσό κολάν;
- Εγώ ρε; Αφού ξέρεις ότι είμαι μεγάλος κωλάνθρωπος...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

στειλιάρι, στυλιάρι

Το στειλιάρι είναι μια εξαιρετικά σλανγκενεργής λέξη από ό,τι φαίνεται από τους πολλούς ορισμούς που έχουμε που δίνουν και τη δόκιμη σημασία και πολλές ακόμη σλανγκικές.

Θα συμπληρώσω με μία σχετικοάσχετη σημασία που έχει στο ιδίωμα των μπουρδελιάρηδων, όπου σημαίνει μια γυναίκα πολύ λεπτή και μάλλον ψηλή, η οποία βασικά είναι άβυζη, ενίοτε δε μένει όχι μόνο στην αβύζου, αλλά αβύζου και ακώλου γωνία. Είναι δηλαδή ψηλόλιγνη, ευθυτενής, χωρίς καμπύλες, θυμίζοντας το ομώνυμο εργαλείο. Υπό Κ.Σ., το στειλιάρι θα έπρεπε να είναι μειωτικός χαρακτηρισμός, εφόσον αναφέρεται σε άβυζη και ενδεχομένουσλυ άκωλη γυναίκα, όμως υπάρχουν πλείστοι όσοι στειλιαρόκαυλοι, και υπάρχουν λόγοι για αυτό. Κατ' αρχήν το στειλιάρι έχει κορμί λαμπάδα, χωρίς κανένα μα κανένα γραμμάριο περιττού λίπους. Γενικότερα, βγάζει κάτι το εφηβικό και teen, κάτι σαν πετίτ, χωρίς να είναι πετίτ ένα πράμα, ή κάτι το ψηλόλιγνο ανατολικομπλοκέ και αθλητικό. Και, για να αναφερθούμε στις πιο σκοτεινές πλευρές της υπόθεσης, βγάζει και μια κακουχία και ταλαιπωρία, Κύριος οίδε από ποια δεινά συνδεόμενα με τις απάνθρωπες συνθήκες του σύγχρονου trafficking, μια κακουχία η οποία δεν αποθαρρύνει, αλλά μάλλον εξιτάρει τους λεβεντοτσολιάδες Ελληνάρες πελάτες. Και μάλλον η επιτυχία που έχουν τα στειλιάρια οφείλεται στο ότι βγάζουν σαδιστικά καφροσέξουαλ γούστα. Δεν το βρίσκω στον γούγλη ως γενικότερο γυναικότυπο, φιγουράρει όμως πρώτο πρώτο στο Λεξικό της Μπουρδελικής (αυτό το αναγκαίο update του Πετρόπουλου), οπότε δίνει πολλά αποτελέσματα σε αυτή τη συνάφεια.

Μικρή πίπα (που λέει κι ο Βικάριος): Το στειλιάρι δέον να συνδεθεί στο σλανγκοσύμπαν με τις λέξεις, οι οποίες δηλώνουν αφενός το πέος, αλλά αφεδύο και την γκόμενα που ερεθίζει το πέος. Παρόμοιες λέξεις είτε δηλώνουν κάτι το ίσιο και ευθυτενές, όπως η λαμπάδα, που ισχύουν είτε για το έγκαυλον πέος, είτε για το ψηλόλιγνο γυναικείο κορμί, είτε περισσότερο αξιολογικές εκφράσεις, όπως λ.χ. τα όπλο και εργαλείο που μετωνυμικώς χαρακτηρίζουν και τον μπαργαλάτσο και την γκόμενα που τον σέρνει, θυμίζοντας άλλωστε τη λακανιανή ρήση ότι ο άντρας έχει τον φαλλό, αλλά η γυναίκα είναι ο φαλλός, ή, όπως θα λέγαμε σλανγκικώς, η γυναίκα είναι το καυλί. Ωσεκτουτού, η γυναίκα στειλιάρι, είναι μια γυναίκα- εργαλείο που μετωνυμικώς κάνει και το δικό σου εργαλείο εργαλείο.

Και επειδή είμεθα σλανγκαρχίδηδες τουκανιστές, να σημειώσουμε ότι η σωστή ορθογραφία είναι στειλιάρι με έψιλον ιώτα, ετυμολογούμενο από: < μεσαιωνικό στειλιάριον, υποκοριστικό του αρχαίου στε(ι)λεός, παράλληλο του τύπου στε(ι)λεά (=ξύλινη λαβή εργαλείου, αξίνας) από αμάρτυρο ουδέτερο **στέλος*, οπότε εντάσσεται στην ευρύτερη οικογένεια του ρήματος στέλλω που συνδέεται και με το γερμανικό stellen και πολλά άλλα.

  1. Εμμανουελα το καυλωτικο μελαχρινο στυλιαρι με την ποντικοφατσα και το ανυπαρκτο στηθος, εχει τιμηθει με σουπερ εντυπωσεις.
  2. Μπαίνοντας μέσα βλέπω το στυλιάρι που ακουει στο όνομα χυστίνα.
  3. συγχρόνως μου έκανε τσιμπούκι, μέτριο θα έλεγα! Είχα καυλώσει πολύ όμως με το στυλιάρι και της είπα να ανέβει από πάνω... (Όλα από μπουρδελοσάη)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κατ' εξοχήν μουνάκιας, ο άντρας που δείχνει τη λατρεία και την αφοσίωσή του στο μουνί με το να το προσκυνάει (με την καυλή έννοια), να το γλείφει και να το περιποιείται με μεράκι.

Στις θετικές συνδηλώσεις το ότι ευχαριστιέται με το που ευχαριστιέται η γυναίκα και το ότι έχει έναν ενθουσιασμό για το μουνί. Γιατί γλειφομούνι μπορεί να κάνουνε πολλοί, αλλά δεν είναι όλοι γλειφομουνάκηδες. Για το τελευταίο χρειάζεται ενθουσιασμός, know how και διάδραση με την παρτενέρ. Ο γλειφομουνάκιας τρόπον τινά κληρονομεί γλωσσικώς τα ιδιώματα του β΄ συστατικού του, του μουνάκια. Για να το θέσω καντιανά τε και cunt-ιανά (καλό, ε;), ο γλειφο-μουνάκιας είναι ο άντρας που θα αντιμετωπίσει το μουνί πάντοτε ως σκοπό και ουδέποτε ως μέσο, λ.χ. ως μέσο για να πηδηχτεί τε και επιδειχτεί, εκτονωθεί, νιώσει άντρας κ.τ.λ. Ο γλειφο-μουνάκιας είναι πέραν ακόμη και του σεξουαλικού αλτρουισμού, καθότι η ηδονή του ταυτίζεται με το μουνί και την ηδονή του μουνιού ως αυτοσκοπό. Από τον μουνάκια έχει πάρει επίσης την εκλέπτυνση, καθώς, το λέει κι η λέξη, έχει εκλεπτυσμένο ουρανίσκο, και την επισφαλή ισορροπία συνδυασμού ευαισθησίας και ανδρισμού.

Στα caveat το να μη μετατραπεί το πάθος σε μουνοδουλίαση, καθώς γενικά στις αντρικές παρέες του γλειφο-μουνάκια θα αιωρείται πάντα η υποψία μήπως εντέλει αυτός έχει διαβεί τον μουνορουβίκωνα κι έχει ήδη καταστεί μουνοείλωτας, εξάλλου ο γλειφομουνάκιας δεν προσαρμόζεται ακριβώς στο σεξιστικά προσδιορισμένο ανδρικό ιδεώδες του μπήχτη/ γαμίκου κ.τ.ό., δίχως όμως και να αποκλείεται να συνδυάζει τα χαρακτηριστικά αυτά.

  1. Δεν ξέρω τι έχω πάθει τελευταία. Μου φαίνεται πως έχω σεληνιαστεί! Όσο μπόι μου λείπει τόση καύλα περισσεύει... Σιχάθηκα την κωλοπολιτική. Ακούω «αυτοδιοικητικά» και βγάζω φλύκταινες. Δεν αντέχω άλλο τα μπιμπερά και τα κωλόπανα! Και προπαντώς βαρέθηκα τη γυναίκα μου! Θέλω να πετάξω τα δασκαλίστικα σακάκια και να χωθώ βαθιά στη λάσπη. Γουστάρω με τρέλα να γίνω ελεεινός γλειφομουνάκιας! [...] Προχθές καμάκωσα μια τύπισσα άπαιχτη. Κλασική περίπτωση ανεμώνας. Μουνάρα όσο τη βλέπεις, χωρίς να την έχεις. Κι άμα πας να την πιάσεις γίνεται μπουχός. Εγώ, όμως, την κρεβάτωσα! Μεγάλη μου μαγκιά! [...] Κατά της μία το πρωί, κει που την είχα ξεθεώσει στ’ αεροπλανικά, έπαθε υπογλυκαιμία και με ρώτησα τι γλυκά έχω σπίτι. [...] Γμτ μου, τι φταίω που η μανούλα μου μ’ έκανε φαρμακοτσούτσουνο κι όχι γλυκοτσούτσουνο; (Απ' το κρυφό ημερολόγιο του Δείμου).
  2. INE KATI ALLO NA LES TIS EGLIPSA TO MUNAKI KE MU ARESE TRELATHIKA KE KATI ALO NA LES OLES AFTES TIS MALAKIES PU IPE. EGO IME DILOMENOS GLIFOMUNAKIAS KE TO MONO PU ME ENDIAFERI INE NA PERNAO KALA ME TA MUNAKIA STI GLOSA MU KE AN TIHI KATI PARAPANO KALOS NA TIHI, MUNAKIDES EHO GLIPSI TO MUNAKI TIS Α. KE TIS K. ALLA KE TIS S. PIO PALIA KE TO KORITSI KAVLONI KE HINI MIA HARA. (Από σάη για ενήλικες).
  3. Συνεργασία με ΠΑΣΟΚ δεν είναι μια... «νέα Βάρκιζα»! Τεταμένη ήταν η κατάσταση κατά τη διήμερη συνεδρίαση της Κεντρικής Επιτροπής του ΣΥΡΙΖΑ αναφορικά με το κρισιμότατο θέμα των συμμαχιών του κόμματος.
    Σχόλιο: καλα χαλασμενα φαρμακα εχει παρει αυτος και ολο το συναφι των 300 γελοιων? τυμβορυχοι ειναι? τι εχει να μας πει για την αποκατασταση της εθνικης αντιστασης? τι εχει να μας πει για τους παλαιολογους? τι εχει να μας πει για τους 300 του λεωνιδα? (αν του επιτρεψει ο γλυφομουνακιας ο αδωνις). (Από το ksipnistere).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα της οποίας τα θέλγητρα παραπέμπουν στην γνωστή ιέρεια του έρωτα και η οποία διανθίζει την κατά τα άλλα βαρετή αναπαραγωγική διαδικασία με διάφορες τεχνικές, αξεσουάρ και ειδικά εφέ.

Στον δρόμο που χάραξε η Τσιτσιολίνα.

Η Αυτής Εξοχότης Cicciοlina (από allivegp, 30/11/09)Δρόμος στα Μελίσσια (από Khan, 12/03/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κωλάκιας είναι ο άντρας που γουστάρει περισσότερο τον κώλο στη γυναίκα, ενώ βυζάκιας αυτός που γουστάρει περισσότερο τα βυζάκια (ε ναι, αυτό το υποκοριστικό με έδωσε ήδη στεγνά, το ξέρω, αλλά δε μπορούσ' αλλιώς).

Λέγεται προφανώς για ετεροφυλόφιλους (ή άντε, αμφιφυλόφιλους) άντρες, αλλά ίσως και για ομοφυλόφιλες γυναίκες (δεν το ξέρω, ούτε και αν υπάρχει θηλυκός τύπος σ' αυτήν την περίπτωση).

Ο μέγας κοινωνιολογικός νόμος της διχοτόμησης εφαρμόζεται λοιπόν εδώ στο υπερπανίσχυρο φύλο. Και δεν πρόκειται βέβαια απλά για διάκριση σε τουρκόφιλους και ισπανόφιλους, αλλά για ζήτημα μεγάλου βάθους (ή όγκου, ανάλογα) που μπορεί να παρασύρει τον πιο πολλά βαρύ και όχι άντρα σε λυρικές ποιητικές εξάρσεις που θα ζήλευε κι' ο Λουντέμης, ή τον πιο σμπόκο κάγκουρα σε εμβριθείς αναλυτικές επιχειρηματολογίες που θα ζήλευε κι' ο Καστοριάδης, και όλα αυτά στα πλαίσια ενός αρχικού αντρικού δεσίματος ή ενός κατοπινού, με αμείωτη ένταση επανερχόμενου λάιτ μοτίφ, απ' αυτά που συχνά χαρακτηρίζουν τις αντρικές φιλίες.

Κάποιες αλήθειες για τους κωλάκηδες και τους βυζάκηδες:

  • Μπορεί να μην είσαι ούτε Πάοκ ούτε Άρης, ούτε Νουδού ούτε Πασόκ, ούτε κιθαρίστας ούτε ντράμερ, ούτε Μαντόνα ούτε Μάικολ Τζάκσον· αλλά είσαι είτε κωλάκιας είτε βυζάκιας.
  • Ο κολλητός σου ξέρει αν είσαι κωλάκιας ή βυζάκιας· η γκόμενά σου όχι απαραίτητα.
  • Ο σωστός κωλάκιας ξέρει τον καλό κώλο ακόμα κι' αν η γκόμενα στήνεται στα τέσσερα· ο σωστός βυζάκιας ξέρει τα καλά βυζάκια ακόμα κι' αν η γκόμενα ξαπλώνει τ' ανάσκελα.
  • Αν δεν είσαι ούτε κωλάκιας ούτε βυζάκιας είσαι αδερφή· αλλά όχι και αντίστροφα.
  1. Βυζάκηδες VS Κωλάκηδες...: Λοιπόν το προαιώνιο δίλημμα έρχεται να χτυπήσει την πόρτα και του αγαπητού μας φόρουμ! Το πράγμα είναι απλό. Ψηφίστε τι προτιμάτε περισσότερο, στήθος ή οπίσθια ΚΑΙ αιτιολογήστε! Χαζές επιλογές τύπου «και τα δύο» η «εγώ κοιτάω τον εσωτερικό της κόσμο» δεν υπάρχουν, κρίνονται απαράδεκτες και γενικά δεν μας απασχολούν. Γράψτε τις αλλού. Εδώ είναι καθαρά σαρκικού περιεχομένου θρεντ. (από φόρουμ)

  2. — Ποιά είναι η στάση που προτιμάτε στο σεξ;
    — Έχω την εντύπωση ότι για τους άντρες ισχύει το εξής: Αν είσαι βυζάκιας, από πάνω η γυναίκα. Αν είσαι κωλάκιας, στα 4. Αν είσαι μαλάκας, ιεραποστολικό.
    (από το μπουρδέλα τι βι)

(από patsis, 06/06/13)

Δες και Βυζιγότθοι και Οστρογόφοι. Ακόμη: μουνάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχαίες φυλές, συγγενείς των Βησιγότθων και των Οστρογότθων αντίστοιχα, που αποσχίστηκαν από τις φυλές τους λόγω της αδιαφορίας τους για τα τσεκούρια και τους πολέμους και της παράφορης εμμονής τους για τα βυζιά και τους γοφούς (κώλους-μπούτια τα πάντα όλα) αντίστοιχα.

Έπειτα από την απόσχισή τους, καταλαβαίνετε ότι, λόγω της πολυγαμικότατης ζωής τους, αφιερώθηκαν σε όλα τα μήκη και τα πλάτη στο αχαλίνωτο πήδημα και σαν φυλή αναμίχθηκε και χάθηκε. Τα γονίδιά τους όμως τα κληρονομήσαμε όλοι και σώζονται μέχρι σήμερα.

Για αυτό και χαρακτηρίζουμε σήμερα σαν Οστρογόφο κάποιον που αδιαφορεί γενικά για το μπούστο και τρελαίνεται με τις απανταχού μπουτοκωλάρες και, ανάλογα, Βυζιγότθο αυτόν που ξεφεύγει με τη θέα των βυζιών και συνήθως δεν μπορεί να κοιτάξει ποτέ μια βυζαρού στα μάτια όταν του μιλάει.

  1. - Τι θα έλεγες για μια ισπανική αγόραρέ μου;
    - Μπα είμαι ξερός Οστρογόφος, οπότε σκύψε και αρχίζω τη λίπανση.

  2. - Γεια τι κάνεις Μπάμπη;
    - Εεε, γνωριζόμαστε;
    - Ε, που να με θυμάσαι φατσικά, προχθές που μου μίλαγες για την ορειβασία μόνο τα βυζιά μου κοίταζες..
    - Σόρρυ, αλλά μπέρδευα τα όρη!

Δες και κωλάκιας, βυζάκιας.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified