Further tags

Το βλακόμετρο της πολιτικής βάρεσε μπιέλα όταν ο Γ.Α.Π. είχε την φαεινή ιδέα να μετονομάσει τα εξόχως «μη ορθά» υπουργεία Δημοσίας Τάξεως και Εσωτερικών σε Υπουργείο Προστασίας του Πολίτη, μηκυό ένα πράμα. Μόνο αυτός θα μπορούσε να εμφυσήσει μια εσάνς κορεκτίλας στο υπουργείο που στεγάζει τα ΜΑΤ, την ΕΥΠ, τους γνωστούς αγνώστους, και ταλιμπάν.

Φυσικά το κοινό αίσθημα έσπευσε να πανηγυρίσει το γελοίο το πράγματος, καθιερώνοντας το νέο μόρφωμα ως Υπουργείο Προπό και τον υπουργό αυτού προπατζή.

- το υπουργείο ΠΡΟΠΟ απειλεί να μακελέψει παλαιστίνιους πρόσφυγες έξω από τα γραφεία του ΟΗΕ
(εδώ)

- Ο Χρήστος Παπουτσής παραμένει υπουργός ΠΡΟ-ΠΟ. Επιβραβεύτηκε η απαράμιλλη ικανότητά του στη συμπλήρωση δελτίων ΠΡΟΠΟ και η προχθεσινή επιτυχία του στη χρησιμοποίηση έμμισθων κουκουλοφόρων «εθελοντών» στην καταστολή της μεγαλειώδους διαδήλωσης των Ελλήνων πολιτών...
(εκεί)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κακής ποιότητας ρακέτα του πινγκ-πονγκ. Συνήθως πρόκειται για έτοιμη, φθηνή ρακέτα σαν αυτές που βρίσκει κανείς στα Jumbo με 3 ευρώ το ζευγάρι. Δεν μπορεί να δώσει ούτε ταχύτητα ούτε φάλτσα στο μπαλάκι, και επιπλέον δεν μπορεί ούτε μπλοκ της προκοπής στις μπαλιές του αντιπάλου να κάνει.

Οι καλές ρακέτες είναι οι φτιαχτές, δηλαδή προμηθεύεσαι χώρια το ξύλο (bat) και χώρια τα λάστιχα (rubber, με τον απαραίτητο σπόγγο πάχους τουλάστιχον 1.9mm) που διαβαθμίζονται με κριτήρια τα spin, control και speed, τα οποία κατόπιν επικολλάς επί του ξύλου με ειδική μαστουροκόλλα. Απαραίτητη προϋπόθεση είναι τα μέρη της ρακέτας να είναι επώνυμα, από τις μεγάλες φίρμες Stiga, Βutterfly, Liebherr, Tiebhar, Donic, Joola κ.λπ. αλλιώς απλά πετάς τα λεφτά σου.

Ασίστ: προφεσσόρισα Αννίτα

Δεν πας πουθενά με φτό δω το τηγάνι, μόνο για ομελέτες κάνει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Που έχει σχέση ή θυμίζει ή αρμόζει σε κλαμπάκι.

Κλαμπίσιο λέμε συνήθως ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, ως προς το ύφος και τον ήχο του (δηλ. να χαρακτηρίζεται από έντονο και χορευτικό μπιτ και να έχει μεγάλη διάρκεια, ή έστω να έχει ηχητικά εφέ που χαρακτηρίζουν συνήθως ένα τέτοιο κομμάτι).

Λέμε όμως και τον ήχο αυτό καθεαυτόν που βγαίνει από ηχεία τα οποία «φωνάζουν», δηλ. προορίζονται για τις παραπάνω μουσικές και όχι πχ για τζαζ ή κλασική, οι οποίες έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις (όγκο, βάθος, ευκρίνεια κλπ)

Κλαμπίσιο λέμε και το ύφος ενός μαγαζιού ή μια φωνή ή, τέλος, ένα στυλ ντυσίματος που συνηθίζεται στα κλάμπζζζ, δηλ. σέξυ, φανταχτερό, αποκαλυπτικό κλπ.

Από το αγγλικό club.

Σπανίως λέγεται και για κλαμπ με την έννοια της λέσχης (βλ. παρ. 7).

  1. Ζορικο ειναι,κλαμπισιο.Ραδιοφωνικο δε θα το λεγα,εχει κάπως ένα undergroud υφακι. Γερμανικό electro gothic μου κάνει σαν ατμοσφαιρα

  2. Ευτυχώς η μουσική προχωράει και εξελίσσεται σε άλλα μέρη του κόσμου οπότε δεν στερούμαστε μουσικών ακουσμάτων...και ναι φίλε μου, ακόμα και. «κλαμπίσια»

  3. Ο δισκοθέτης επέλεγε μουσική κλαμπίσια, αισθητικώς ανώτερη των γραικυλικών αλυχτισμάτων.

  4. Σκέφτομαι να στήσω ένα συστηματάκι ηχείων κλαμπίσιο για να έχω «εικόνα» ήχου στυλ club

  5. Όπα ρε μάστορα θα μου πείτε(με το δίκιο σας) και απο ποιότητα τί γινεται;Άμα είναι απλά να φωνάζουν πάω και αγοράζω 2 κλαμπίσια ηχεία και ξεμπερδέυω.

  6. Τόπος συνάντησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας το Villa Mercedes, έδωσε στο Γκάζι την κλαμπίσια αίγλη που χρειαζόταν.

  7. Οι Llumar Titanium μπήκαν σήμερα, στο κατάστημα Ψυχικού. Όλα καλά και τιμή κλαμπίσια...
    με γεια σου σταυρο! σου ζήτησαν κάρτα μελους ή απλα ειπες οτι εισαι απο το club;

Kλαμπίσιο σάντουιτς (από Vrastaman, 18/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για το άρμα που μπούκαρε στο Πολυτεχνείο τη νύχτα της 17ης Νοέμβρη 1973, καθώς σε αντίθεση με τα υπόλοιπα άρματα, είναι το μοναδικό που διέβη το κατώφλι ενός ΑΕΙ.

Το άρμα «υπηρέτησε» μέχρι την απόσυρσή του σε μονάδες του Έβρου, όπου και του κόλλησαν το παρατσούκλι.

Για την ιστορία, πρόκειται για ένα Γαλλικό ΑΜΧ-30, πολύ ικανό και δυνατό όπλο κρούσης για εκείνη την εποχή. Τα χαρακτηριστικά του ήταν:
Κινητήρας 680 hp Diesel
Ταχύτητα 65 Κm
Βάρος 36 τόνοι
Πλήρωμα 4, κυβερνήτης, πυροβολητής, γεμιστής, οδηγός.
Δύναμη πυροβόλο 105 χιλιοστά, πυροβόλα 20 χιλιοστών, 7,62 πολυβόλο, πολλές χιλιάδες σφαίρες, 8 καπνογόνα και 55 βλήματα πυροβόλου 105 χιλιοστών.
Διέθετε σύγχρονα ηλεκτρονικά όργανα για ημερήσιες και νυχτερινές αποστολές.

Η Ελλάδα είχε 140 Γαλλικά άρματα ΑΜΧ-30.

Να λείπει καλύτερα.

αυτοπροσώπως! (από allivegp, 18/11/11)Να ποιός ήταν ο οδηγός του τάνκ (από HODJAS, 21/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κοινώς αποδεκτό ως σουτιέν.

Μωρή τα είδες τα καινούρια βυζιά της Μαρίας; θα της σκίσουν τα βυζοσάκουλα!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπορεί να σημαίνει:

Very Italian Person: Για να χαρακτηρίσει κάποιον που μιλάει ή φέρεται σαν Ιταλός.

Very Impressive Penis: Για να χαρακτηρίσει κάποιον πολύ προικισμένο.

  1. - Χτες ξεκίνησα Ιταλικά. Έχουμε μια δασκάλα...
    - Κάνει καλό μάθημα ; Έχει καλή προφορά και τα ρέστα ;
    - Σαν Ιταλίδα...VIP

  2. - Ρε c Μαρία, χτες κοιμήθηκα με τον Μένιο...
    - Και πώς ήταν το εργαλείο του ;
    - VIP σου λέω...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάτι δεν κρατιέται σταθερό, ή κουνιέται ή δεν μπορεί να σταθεροποιηθεί. Επίσης όταν κάτι είναι έτοιμο να εκραγεί, πεταχτεί.

Όταν βλέπεις έναν χοντρό που φοράει πουκάμισο και του είναι τσίτα.

-Δες το κουμπί από το πουκάμισο του είναι έτοιμο να πιτσικάρει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλακατίνες ή Σλιακατίνες ή Σλιακατίνκες: οι σκατούλες, σκατουλίτσκες. Χρησιμοποιείται όπως λέμε «μην κάνεις βλακείες».

Συνήθως το χρησιμοποιούμε μόνο του, χωρίς κάτι άλλο να το συμπληρώνει.

  1. - Δες τι έφτιαξα.
    - Σλιακατίνες.

  2. - Ωραίο φαγητό μας μαγείρεψε ο Γιώργος.
    - Πφφ σλιακατίνκες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα λίπη στο φαγητό, στο σώμα γενικά. Ό,τι έχει σχέση με το λίπος, με τους χοντρούς, με τα λιπαρά. Επίσης λιπέσκες ονομάζονται στις γυναίκες τα γαμωπιασίδια στο πλαϊνό της μέσης. Λιπέσκα είναι το λίπος της μπριζόλας, η μεγάλη κοιλιά και το προγούλι.

  1. Δες αυτή η γκόμενα τι λιπέσκες έχει.

  2. Κόψε από την μπριζόλα τις λιπέσκες και φέρε να τις φάμε.

  3. Πο καλά ρε, τι λιπέσκες έχεις κάνει στα μπούτια σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζιμιρίνγκες ή Τζουμπαρλίνγκες: είναι κομμάτια λίπους ή λιπέσκες βυθισμένες και τηγανισμένες σε τόνους λαδιού που συνήθως συνοδεύουν ποτό.

-Σήμερα θα φτιάξω τζιμιρίνγκες να φάμε.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified