Further tags

Ο κλαψομούνης.

Μετά τον Καζαντζίδη, ένας νέος λαϊκός αοιδός ήρθε να ενσαρκώσει το πρότυπο του απόλυτου Έλληνα κλαψομούνη, και λέγεται Παντελής Παντελίδης.

Φυσικά, ο Παντελίδης Στελάρας δεν είναι, η μίρλα και η κλάψα του Στελάρα είναι γενικές και αόριστες, ενώ αντίθετα ο Παντελίδης απευθύνει την κακομοιριά του σε έναν πολύ συγκεκριμένο αποδέκτη: την πρώην του.

(Οι φήμες ότι ο Παντελής Παντελίδης είναι ο απατημένος σύντροφος της καριόλας Εμμανουέλας Αγγουράκη δεν έχουν επιβεβαιωθεί, κρίνονται δε ως αναληθείς.)

- Μα να με παρατήσει εμένα, ρε Βαγγέλα; Εμένα; Που της έδωσα τα πάντα κι έμεινα στον άσο; Που την είχα στα ώπα ώπα; Να αφήσει εμένα για να τρέξει πίσω από αυτόν τον Νώντα; Άδικο δεν είναι;
- Δε μας χέζεις, ρε Παντελίδη;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκοπρεπέστερη εκδοχή του φρικιού με την προσθήκη του γαμοσλανγκοεπιθήματος «-ίκουλας». Οι κυριότερες (και συχνά αλληλοκαλυπτόμενες) φυλές του φρίκουλα περιλαμβάνουν:

1. Ρατσιστικά: ανθρώπες με ειδεχθή εμφάνιση.

Εδώ υποβόσκουν τέσσερις κατηγορίες:

  • Τα ακραία μπάζα.
  • Τα «τέρατα της φύσεως» (lusus naturæ), άτομα δηλαδή με εκ γενετής δυσμορφίες και δυσπλασίες (μικροκεφαλισμός, σιαμαία δίδυμα κλπ).
  • Διαμελισμένα θύματα ατυχημάτων ή πολέμων.
  • Όσοι οικειοθελώς υιοθετούν το λουκ, υποβαλλόμενοι σε αντεργκράουντ πλαστικές επεμβάσεις, λιμάρισμα κυνοδόντων, εξτρήμ πήρσινγκ, στρέτσινγκ και τατουάζ, κ.ά. Χαρακτηριστικό παράδειγμα ο industrial μουσικός Genesis P-Orridge που υπεβλήθη μαζί με την (μακαρίτισσα πλέον) σύζυγό του σε αλλεπάλληλες εγχειρήσεις προκειμένου να σμιλευτεί ένα νέο «πανδρόγυνο» είδος.

    2. Ο γκίκουλας τση τεχνολογίας

Για παράδειγμα:

Χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά στα εξήνταζ για τους ψυχεδέλες (acid freak). Χαρακτηριστικά παραδείγματα:

  • Φρίκουλας με την καθαριότητα.
  • Φρίκουλας με την γυμναστική.
  • Φρίκουλας με την οικολογία, κλπ.

    Συνώνυμο: ναζί του/της... (όπως π.χ. ναζί της γραμματικής)

4. Ο λατέρνατιβ, το φρίκουλο.

Κι εδώ υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες:

1η κατηγορία

- Φρίκη και αηδία μαζί-Ο φρίκουλας με τα μακρύτερα νύχια στο κόσμο

2η κατηγορία

- Που λέτε ο Τζομπς ήταν μεγάλο τυπάκι, φρίκουλας (το φρίκινγκ έχει να κάνει με τα τηλεφωνικά δίκτυα, ουσιαστικά βρίσκανε τρόπους για να πραγματοποιούν δωρεάν κλήσεις) κι έτσι

3η κατηγορία

- Όχι δεν έχω κανένα κόλλημα με τη Μητρόπολη και τα τσιμέντα. Ούτε είμαι όμως και κανάς φρίκουλας των ορεων και των δασών.

4η κατηγορία

- το 1977 στο Πανεπηστήμιο στην Αθήνα και συγκεκριμένα στη Χημική σχολή έκαναν κατάληψη κάτι φρίκουλες και ένα βράδυ μπήκαν μπουκάραν μέσα στο κτίριο ΚΝίτες φοιτητές και ΚουΚουΈδες εργάτες με κράνη και καδρόνια και σακατέψανε στο ξύλο τους φρίκουλες και έσπασαν την κατάληψη! Αν έγιναν έτσι τα πράγματα, τότε δεν βλέπω πουθενά το κακό. Ίσα-ίσα νιώθω περήφανος που τα συντρόφια μου τότε ξηγηθήκανε αλμυρό φιστίκι τους διασπαστές-προβοκάτορες-ασφαλίτες και ανυπομονώ πότε θα ξανακάνουμIε κάτι τέτοιο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα Friskies (προφανώς απ’ το εγγλέζικο frisk: χοροπηδώ παιχνιδιάρικα, frisky: ζωηρός/ πεταχτός) της εταιρείας Purina που αποτελεί παρακλάδι της πολυεθνικής Nestlé, το ξέρουν κι οι κότες, είναι μάρκα ζωοτροφών για σκύλους και γάτες.

Ο όρος όμως χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει υποτιμητικά μεν, πλην περισσότερο χαριτωμένα παρά συγκαλυμμένα:

● μια συγκεκριμένη ράτσα σκύλων – αοιδών (αλλά και των θαυμαστών τους), που σνομπάρουν οι εγχώριες καλλιτεχνικές ελίτ και τα Μέγαρα Μουσικής, αν και τα προϊόντα του ταλέντου τους χαρακτηρίζουν αδιαμφισβήτητα την πολιτιστική ζωή των νεοελλήνων,

● τους χώρους διασκέδασης κοινώς γνωστά ως σκυλάδικα, όπου πραγματοποιούνται διονυσιακά η εκτόνωση αλλά κι η εκδήλωση κάθε νταλκά, παρέα με την επίδειξη του μοναδικού ταπεραμέντου της φυλής στον τομέα δημόσια διασκέδαση και

● τα ομώνυμα άσματα με τους απαράμιλλους σε πρόκληση πλείστων συναισθημάτων στίχους, που αργά ή γρήγορα θα βρουν μια κάποια θέση στη λαογραφία.

Η εκτόξευση λουλουδιών στον τραγουδιστή αποτελεί μια καθόλα ευγενή συνήθεια που όμως στα σκυλάδικα η επιδεικτική κατάχρησή της και στους ενθουσιασμένους χορευτές και δη χορεύτριες, αποτελεί θεσμό εκ των ουκ άνευ.

Εξού κυκλοφορεί η δηλωτική του ποιού του τραγουδιστή αλλά και του γούστου κάποιου ατόμου υποτιμητική έκφραση «του/της πετάνε φρίσκις».

Ιδιαίτερη κατηγορία σκύλου αποτελεί ο πιστός κομματόσκυλος.
Υπονοώντας, πάντα υποτιμητικά και απαξιωτικά, τόσο αυτόν όσο και την ενίοτε γκουρμέ ανταμοιβή του, κυκλοφορεί η έκφραση «τον ταΐζουν φρίσκις».

Παρεμπιπτόντως: ελλείψει άλλων κονσερβών στα ράφια των σουπερμάρκετ και μπροστά στο φάσμα του εξ ασιτίας θανάτου λόγω κάποιας ντεμέκ επικείμενης καταστροφής, προνοητικοί ή πανικόβλητοι Έλληνες καταναλωτές (όπως το δει καθείς) που παίρνουν το ζήτημα επιβίωση πολύ σοβαρά, καβαντζώνουν τις εν λόγω αλλά και ομοειδείς κονσέρβες καλού - κακού.

Λόγω γαστριμαργικού ταμπού, κόντρα στις Αρχές μου, αδυνατώ να επιβεβαιώσω τις φήμες για το απολύτως ανεκτό της γεύσης και τη διατροφική αξία τους.

  1. Το δεύτερο ημιχρόνιο διαδραματίστηκε στο bar estilo ιδέα του Τάσου και όπως καταλαβαίνετε ένα κομβόι από τζιπ κατηφόριζε για να πούμε και ένα τραγουδάκι. Και όπως πολύ καλά μυριστήκατε οι περισσότεροι χάθηκε η μπάλα εκεί (…). Σαμπάνιες, ουίσκι, σφηνάκια, ζεϊμπεκιές, χαρτοπετσέτες, ποτήρια ιπτάμενα που λόγο της βαρύτητας έσκαγαν στο πάτωμα, ένας τύπος με μια άσπρη τούφα εκεί που χόρευε ξαφνικά τον έβλεπες σαν τον Peter Pan να εκτοξεύεται πάνω στο μπαρ και να τραβάει φωτογραφίες, ρεπερτόριο από Καζαντζίδη και Χρηστάκη μέχρι Γονίδη και Τερζή. Δεν περιγράφω άλλο. Και λέμε κατά τις 5, δεν πάμε γιατί τα φρίσκις δεν τα γλυτώνουμε απόψε; Και όλοι με μια φωνή αναφώνησαν ναιιιιιιιιιιιιιι! Έλα όμως που ο Τάσος είχε άλλη άποψη και εγώ είμαι και λίγο επιρρεπής…

  2. - Στο μαγαζί πώς πάνε τα πράγματα από άποψη κίνησης; Κακά τα ψέματα, Βασίλη, είναι ακριβές οι τιμές, γενικά.
    - Ο κόσμος έρχεται γιατί για ένα τέτοιο σχήμα δεν είναι ακριβές οι τιμές. Έχουμε ανεβεί 36 άτομα από την Αθήνα, δεν είναι καθόλου ακριβές. Ακριβά είναι τα άλλα, τα φρίσκις, που άλλωστε είναι και χώροι επίδειξης κομπλεξισμού, χλιδής κτλ.

(09/05/10. Ρωτά η Έλσα Σπυριδοπούλου - Απαντά ο Βασίλης Παπακωνσταντίνου)

  1. Στη δισκογραφία της Πάολας, φρίσκις ό,τι τραγούδι θες.

  2. Ρε άντε από ‘κει ρε λούληδες φλώροι που θα μιλήσετε για τη Μαντώ και το αν είναι διασκευή ή όχι. Στα παπάρια μου κιόλας. Τέτοια φωνή δεν έχει ξαναβγεί στην Ελλάδα. Επειδή δεν έκανε καριέρα με το μουνί της σαν κάτι σκυλούδες μπάολες θα τη βγάλετε και άχρηστη. Μπαγλαμάδες. Αυτή φταίει που δε γεννήθηκε σε καμιά χώρα της προκοπής να κάνει διεθνή καριέρα. Τραβάτε στα σκυλοτροφεία που μεγαλώσατε ν' ακούσετε την παγώνα την Kαραμήτσου και να της πετάτε φρίσκις στην πίστα. Βλαχαδερά, άμουσα υποκείμενα.

  3. … γράφεις ότι όλος ο θόρυβος για υποβρύχια που γέρνουν ήταν για κλάματα. Για ψάξε λίγο το ιστορικό της υπόθεσης, όχι μόνο πασοκικές θεωρίες που σε βολεύουν. Τελικά τα κομματόσκυλα σάς ταΐζουν με φρίσκις; Με αυτά που γράφεις είσαι εσύ για κλάματα.

(Όλα απ’ το δίχτυ)

Πορνοστάρ- σκυλί ατάιστο με το χαρακτηριστικό καλλιτεχνικό όνομα W(h)iska. Εδώ σε ακτιβιστικό στιγμιότυπο με τις Femen, καθώς διώκεται για πολιτικούς λόγους στην Ουκρανία. (από Khan, 25/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα καλιαρντά είναι ο λαϊκός τραγουδιστής, βλ. και σεβντότεκνο.

Αν ακούγατε τη φράση «αβέλω τη σερμέλα του σεβντοκατέ», που θα πήγαινε το μυαλό σας; (Από το greekbdsmcommunity.com).

Got a better definition? Add it!

Published

Στα καλιαρντά είναι ο νεαρός λαϊκός τραγουδιστής. Από το σεβντάς που σημαίνει την πολυτραγουδισμένη ερωτική λαχτάρα και καημό εκ του τουρκικού sevda.

Βρέθηκα εκτός σπιτικής εστίας. Κουλά. Κοπροσκύλιαζα, η λουμπίνα, γυρνοκοπούσα εδώ κι εκεί. Τραγουδούσε τότε ο σούπερ σεβντοκατές, ο Καζάντζος –μόλις είχε βγει- ένα τραγούδι πονεμένο, «Είμαι ένα κορμί χαμένο, ένας άσωτος υιός», γκραν σουξέ. Μέρα νύχτα δεν τ’ άφηνα απ’ τα χείλη μου. Για μένα ήτανε γραμμένο, θαρρείς. Το τραγουδούσα κι έκλαιγα.

Απ’ το σπίτι μου διωγμένος κι απ’ τον τόπο μου μακριά, στο γκρεμό κατρακυλάω κάθε μέρα πιο βαθιά.

Μπουτ το γουστάρω το λαϊκό τραγούδι, πολύ λατσεύομαι το καημόκουτο. Και πιο πολύ τον Στελάρα, που ήταν τότε ένα σεβντότεκνο μούρλια. (Αποκατέ)

Όταν ο Στελάρας ήταν σεβντότεκνο και λατσότεκνο... (από Khan, 24/12/12)(από Khan, 24/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published

Μειωτικός όρος ο οποίος χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τους οπαδούς του είδους μουσικής το οποίο αποκαλείται «έντεχνο» από όσους αποστρέφονται το συγκεκριμένο είδος. Ο χαρακτηρισμός για τη γυναίκα οπαδό του συγκεκριμένο είδους είναι «εντεχνιάρα» και τα τραγούδια αποκαλούνται «εντεχνιάρικα». Σχηματίζεται από το επίθετο «έντεχνος» και το νεοελληνικό (συνήθως μειωτικό) πρόθεμα -ιάρης (κατά το μυξιάρης, ερωτιάρης, κοκαλιάρης κλπ)

Επειδή το συγκεκριμένο είδος είναι συνήθως κράμα διαφορετικών ειδών μουσικής (ροκ, λαϊκής, ακόμα και παραδοσιακής), αυτόν τον όρο τον χρησιμοποιούν οι οπαδοί των συγκεκριμένων ειδών επειδή θεωρούν ότι όσοι ακούν έντεχνοι είναι φλώροι γιατί δεν ακούν το «καθαρό» είδος που ακούνε αυτοί, αλλά το νοθευμένο «έντεχνο».

Οι καλλιτέχνες τους οποίους αρκεί απλώς κάποιος να αναφέρει για να χαρακτηρισθεί «εντεχνιάρης» είναι ενδεικτικά οι εξής: Ελεονώρα Ζουγανέλη, Νατάσα Μποφίλιου, Γιάννης Χαρούλης, Λουδοβίκος των Ανωγείων, Χαΐνηδες, Αλκίνοος Ιωαννίδης, Μελίνα Κανα, Θανάσης Παπακωνσταντίνου, Φίλιππος Πλιάτσικας, Αδελφοί Κατσιμίχα, ΠΥΞ-ΛΑΞ, Λαυρέντης Μαχαιρίτσας, Σωκράτης Μάλαμας κλπ.

  1. - Έχω κανονίσει με την κοπελιά να πάμε αύριο στη συναυλία της Μποφίλιου.
    - Όχι ρε φίλε, με εντεχνιάρα πήγες κι έμπλεξες;
    - Τί να κάνεις, ο έρωτας θέλει θυσίες...

  2. - Άκουσες καθόλου τον νέο δίσκο του Μάλαμα; Σκέτη ποίηση...
    - Πες μου ότι μας βγήκες κι εσύ εντεχνιάρης τώρα...

  3. - Μας είπαν ότι το μαγαζί παίζει λαϊκά και αντί να ακούσουμε Στράτο Διονυσίου ή έστω λίγο Βασίλη Καρρά, ακούγαμε όλη τη νύχτα Μάλαμα και Μελίνα Κανά. Πήξαμε στα εντεχνιάρικα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το όνομα Αρίων λειτουργεί ως προσδιορισμός και δεν κλίνεται.

Η όχι και τόσο συμπαθής συνομοταξία τρεντοκάγκουρων, swagουρων και λοιπών τρέντουλων, ανεξαρτήτως φύλου. Ο ορισμός αναφέρεται στις καλλιτεχνικές τους ανησυχίες. Διασκεδάζουν σε κλαμπ και κλαμπάκια, ρεμπετάδικα, ναμαγαπάδικα, σκυλάδικα και ανθυποσκυλάδικα.

Διατείνονται ότι ακούνε τα πάντα και χωρίζουν την μουσική σε ελληνικά (ό,τι παίζει το Mad) και ξένα (ό,τι παίζει το MTV), εξ ου και τα παρακάτω παθογνωμονικά ευρήματα άτινα έμπειρος ιατρός δύναται να αλιεύσει με σωστή λήψη ιστορικού:

  • Εγώ ακούω τα πάντα! Από κλασική μουσική μέχρι hip-hop.

και

  • Τι μουσική ακούς; Ελληνικά ή ξένα; (ερώτηση προς τον συνομιλητή τους)

Παραφθορά, από τα μουσικά βλαβεία Αρίων.

συνομιλητής Α, ανήκων στην Αρίων φυλή: - Τι μουσική ακούς; Εγώ ακούω τα πάντα!
συνομιλητής Β, καλλιτεχνική πλέμπα (διστακτικά): - Εντάξει... εγώ ακούω περισσότερο Depeche Mode τον τελευταίο καιρό και λίγο Radiohead... - Τι είν' αυτά, ρε; Τους ξέρει η μάνα τους; Δηλαδή αυτά τι είναι, ξένα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Notis Σφακιανάκης.

Χρησιμοποιείται ευρύτατα από μπουζουκόβιους οι οποίοι έχουν ύψιστο κόλλημα με τον «Άρχοντα» Notis.

- Σήμερα το βράδυ θα μαζευτούμε να δούμε τον Άρχοντα.
- Έλα ρε θα χτυπήσετε μπουζούκια απόψε! Που τραγουδάει ρε συ φέτος - Όχι ρε τον Άρχοντα των Δακτυλιδιών θα δούμε.
- Α, είπα και γω αφού είστε ξενέρωτοι...

Από το νέτι (από Vrastaman, 04/11/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαϊδευτικά:

  1. ♪♫ Να κατέβω στο κέντρο να δω κάνα δισκάκι
    είχα καιρό να πάρω κανένα χιπχοπάκι ♪♫
    (ΗΜΙΖ, Υο!)

- Για μπείτε και κατεβάστε (είναι φρι ντε) το χιπχοπάκι που συμετέχει και η καλύτερη τραγουδίστρια που έβγαλε αυτός ο πλανήτης!!!!
(Υο Υο!)

  1. - Αφιερωμένο στο Ιεροφάντη ή Mech10 που είναι χιπχοπακι παλιο και ατομο με γνωση και δυναμη. (Καρα-Υο!)

- Τ' άκουσι η μεγάλη'μ η κόρη'μ που είνι χιπχοπάκι στο γούστο κι έμινε'μ. Χωρίς πλάκα, το παιδί κοιτάει ακόμα το κενό σα να έχει πιει 3 μπάφους μαζί. Μήπως πρέπει ν' ανησυχώ;
(είμαι από χωρ-ΥΟ!)

(από Khan, 11/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο χαρακτηρισμός έχει διπλή έννοια, ανάλογα με την ετυμολογική επιρροή της λέξης μπουζούκι:

1. O κεφάλας (περσική επιρροή)

Επί οθωμανικής περιόδου, ο μεγάλος ταμπουράς (με την τρύπα του ηχείου μπροστά), λόγω περσικής γλωσσικής επιρροής, λεγόταν bozorg (بزرگ ), που σημαίνει μεγάλο στα Περσικά (συνώνυμο του οθωμανικού büyük). Η λέξη ελληνοποιήθηκε ως μπουζούκι που σημαίνει μεγάλος ταμπουράς.

2. O ξεροκέφαλος, δηλ. ο έχων χαλασμένο κεφάλι (τούρκικη επιρροή)

Πολλοί προσπάθησαν να συνδέσουν το μπουζούκι με το πιο κοντινό ηχητικά τουρκικό bozuk, που σημαίνει χαλασμένο, κατεστραμμένο. Είναι καταφανές πως αυτό δεν ισχύει, αφού το μπουζούκι ο μεγάλος ταμπουράς (bozorg-i) ήταν και είναι μια χαρά κουρδισμένο και αγαπημένο όργανο, ο οποίο ουδείς θεωρούσε χαλασμένο. Άπειρες φωτογραφίες και παλαιές γκραβούρες βεβαιώνουν του λόγου το αληθές με απλή πληκτρολόγηση στο γούγλοεικόνες. Βλ. επίσης μελέτες των Νίκου Φρονιμόπουλου (επισκεύασε τον ταμπουρά του Μακρυγιάννη), Ηλ. Πετρόπουλου, Δημ. Σταθακόπουλου και τόσων άλλων.

Ιστορική περέκβαση: το μπουζούκι ανήκει στην αρχαία οικογένεια των Πανδουροϊδών εγχόρδων οργάνων της ανατολικής μεσογείου, που στο διάβα των αιώνων είχε τα ονόματα: πανδουρίς ή τρίχορδον, φάνδουρος, ταμπούρα, ταμπουράς (π.χ του Ρήγα Φεραίου και του Μακρυγιάννη) και πολλά άλλα ονόματα ανάλογα το μέγεθος, τις χορδές, το κούρδισμα και το μέρος που το έπαιζαν ( π.χ bulgari, dort teli, iki teli, cura, baglama, saz, liogari κ.λ.π.) Τέλος, το αμερικάνικης προέλευσης μπουζούκι που χρησιμοποίησαν οι ρεμπέτες αποτελεί υβρίδιο κατασκευής μάλλον του Επ. Σταθόπουλου που πάντρεψε στις ΗΠΑ, τον παλιότερο παραδοσιακό μπουζουκοταμπουρά με το μαντολίνο και έβγαλε ένα νέο όργανο/ υβρίδιο, το τρίχορδο ρεμπέτικο μπουζούκι με τάστα και μηχανικά κλειδιά/γρανάζια που πια δεν ήταν απλός μπουζουκοταμπουράς, αλλά συγκερασμένο όργανο. Κάτι που έγινε και λίγο αργότερα (κατ' άλλους παράλληλα) και με το 4χορδο μπουζούκι.

  1. Περσικό:
    - Μπαμπά, μπαμπά, έχω μεγάλο κεφάλι, μπουχουχού... [μπαμπάς χαϊδεύει επιφάνεια γκλάβας υιού με μεγάλες κυκλικές κινήσεις] - Τσώπα, τσώπα τώλα, μικρέ μου μπουζουκοκέφαλε!

  2. Οθωμανικό:
    - Άντε ρε μπουζουκοκέφαλε! Ξεροκέφαλε και κατεστραμμένε άνθρωπε!

(από Vrastaman, 03/10/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified