Further tags

Yπερβολικά κουρασμένος, λιωμένος από αλκοόλ ή ναρκωτικά.

«Mαλάκες είμαι χέσμα, δε θα βγω σήμερα»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

O μπεκρής, ο μέθυσος του στυλ Ορέστης Μακρής, το άτομο που έχει ως μέγιστη αξία ζωής το ποτό, με ιδιαίτερη προτίμηση στην τσικουδιά, τσίπουρο.

-Νά 'χαμε τώρα ένα καραφάκι ρακί ε; Να πίναμε ένα ποτηράκι...
-Ρε τσικουδόχοιρε, ούτε 1 δεν πήγε η ώρα, θες να πιεις;

Tσικουδόχοιρος μετα το αλκοτεστ... (από Vrastaman, 24/01/09)

Βλ. και μπεκροκανάτα, ρούκουνας

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τζακ ο αντεροβγάλτης αποτελεί αδιάσπαστο μέλος κάθε παρέας που σέβεται τον εαυτό της. Αποτελεί τον μόνιμο περίγελο και όπλο κατά της βαρεμάρας. Αν και η ονομασία παραπέμπει σε φρικιαστικά εγκλήματα, στον Τζόνι Ντεπ και σε κόμικ του Φρανκ Μίλερ (κι όμως!) το πραγματικό της νόημα διαφέρει πάρα πολύ. Στην ουσία είναι προσωνύμιο εκείνου του ατόμου που ξερνοβολάει τα άντερά του μόνο με τη σκέψη του «θα βγούμε έξω».

Συνήθως είναι ο κλασσικός τύπος που δεν πίνει εκείνος το ποτό αλλά εκείνο τον πίνει. Το στομάχι του δεν μπορεί να αντέξει όχι αλκοόλ αλλά ούτε και ένα ποτήρι χαμέμηλο. Παρ' όλα αυτά πίνει σαν πούστης (κολλάει και το σαν μαύρος αλλά ποτέ δεν ανέβασα λήμμα της κατηγορίας Ρατσιστικά και ούτε θα το κάνω). Αφού έχει πιει σαν πούστης πίνει ακόμη λίγο και σε χρόνο dt έχεις δει τι έχει φάει όλη την προηγούμενη εβδομάδα, γιατί ο άτιμος είναι και δυσκοίλιος και το φαΐ μένει στο στομάχι όσο χρόνο χρειάζεσαι εσύ για να στήσεις την τραπεζαρία HARKA μαζί με τις καρέκλες από τα ΙΚΕΑ (μιλάμε έφτυσα αίμα...). Βέβαια υπάρχουν και οι τύποι που δεν χρειάζεται να κατεβάσουν ολόκληρο το αμπάρι του Cutty Sark για να νιώσουν τις ευεργετικές ιδιότητες του εμετού. Αρκεί μια ματιά στο πιοτί, η μυρωδιά της ανάσας κάποιου που έχει πιει ή έστω το σλόγκαν «Μια ζωή ρετσίνα Μαλάματινα!» για να μάθετε τι σκατά βάζει η μάνα του στα κουλουράκια της και είναι τόσο νόστιμα.

Το λήμμα είναι εξαιρετικά ευέλικτο ως προς τον τρόπο εκφοράς του. Μπορεί να ακουστεί ως έχει, μπορεί να ακουστεί ως [όνομα φίλου] ο αντεροβγάλτης, μπορεί να ακουστεί ως αντεροβγάλτης σκέτο ή ακόμη, για πολύ προχώ καταστάσεις εμπειρίας 50 και άνω εμετών, σκέτο Τζακ (καμιά σχέση με παραγγελία το τελευταίο, το αντίθετό του δεν είναι Τζόνι κόλα).

(Θα ήταν προτιμότερο να έγραφα «Ο φίλος μου ο Βασίλης» και να ανέβαζα ένα βίντεο αλλά είναι και τα προσωπικά δεδομένα. Οπότε ο Κλέαρχος μαζί με την Μαρίνα την γκόμενά του συζητούν για τον κοινό τους, όχι ψηλό, φίλο)

Μ: - Αφού τον ξέρεις τι του δίνεις να πιει. Πάλι ξέρασε ο Τζακ ο αντεροβγάλτης και πάνω στα παπούτσια μου!
Κ: - Καλά τρελή είσαι; Μόνος του το άρπαξε το μπουκάλι! Πάντως από ό,τι βλέπω το χρώμα του ξερατού πάει τέλεια με το γούστο σου!
Μ: - Το καταλαβαίνω κάθε φορά που μου λες καλημέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται από τις αρχές του 1900, αντί του μπεκροκανάτα, δηλ. του μόνιμα μεθυσμένου.

Ο ρεμπέτης Κώστας Ρούκουνας.

(από xalikoutis, 24/03/09)

Βλ. και τσικουδόχοιρος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μεθυσμένος οδηγός.

Δεν πάω με τον Ανδρέα, είναι πότης της ασφάλτου.

(από Khan, 26/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένα κράμα δυσάρεστου, άσχημου, αμήχανου, ανεπιθύμητου και περίεργου συναισθήματος, προσώπου ή κατάστασης. Παρόμοιο με το κρίντζ.(cringe)

Εμπνευσμένο από τη κ. Κατέλη στο 0:25

Έφτιαξα ένα κέικ για πρώτη φορά. Βγήκε πολύ πνίκει.

Ήπιε πολύ χθές βράδυ και ηταν εντελώς πνίκει.

Got a better definition? Add it!

Published

Ο λόγος για τον παλιό πολιτικό, πρώην υπουργό της Νέας Δημοκρατίας και πρώην βουλευτή Κοζάνης, Μιχάλη Παπακωνσταντίνου, για την αγάπη του στο ούζο και τα άλλα αλκοολούχα που τον χαλάρωναν, τον αναψοκοκκίνιζαν και, γι' αυτό, αυτός ήταν συνέχεια μέσα στην καλή χαρά και στο τσακίρ κέφι.

Κάπου στην Κοζάνη μετά από λόγο του εν λόγω πολιτικού:
- Είδες τι ωραίο λόγο έβγαλε ο Μιχάλης; Δεν ήταν σφιγμένος σαν τους άλλους. Δεν είχε ξύλινο και τυποποιημένο λόγο. Τα λόγια του έδιναν ελπίδα.
- Ε βέβαια, όταν το ούζο δώδεκα τα πίνει, το αίμα αραιώνει, τα προβλήματα φαίνονται λιγότερο δύσκολα απ 'ο,τι είναι κι έτσι ο λόγος του δίνει ελπίδα.
- Α... γι' αυτό ξεκίνησε τον λόγο του με: «χικ» και τον έκλεισε λέγοντας: «στην υγεία μας».

(από GATZMAN, 23/09/08)(από GATZMAN, 23/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση για μεθύστακες εμπνευσμένη από τον αθάνατο ελληνικό ήρωα των ταινιών του 50-60.

Κάθε μέρα ο γέρος μου γυρνάει μεθυσμένος. Έχει γίνει Ορέστης Μακρής.

(από rigo21, 07/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αξίζει να σημειωθεί πως οι κατεξοχήν μπουκοφσκικοί, από αλκοόλ προτιμούν μπύρα και δη Kaiser - ένα ακόμη αιώνιο μπυροερώτημα, όπως και το γιατί άραγε οι μεταλλάδεςπίνουν αποκλειστικά Amstel.

(Χ Μπουκοφσκικός σε φίλο του:)
- Χθες πέρασα καταπληκτικά: όλο το βράδυ διάβαζα το «Άνθρωπος για όλες τις δουλειές» του Χανκ και έπινα Kaiser! Και όλο το πρωί ξερνοβολούσα... ααααχ, αυτό είναι ζωή!

...beer is all there is... (από Vrastaman, 23/08/11)"Hey Dennis..." (από vikar, 23/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάποιος που το παίζει σε στυλάκι Μπομπ Ντύλαν και είναι μονίμως ντίρλα.

How many beers has a man to drink, before they call him Bob Dyrlan; The answer my friend is blowing in the wind, the answer is blowing in the wind...

DYRLAN (από sexpeer, 29/04/09)Bob Dyrlan και John Lennon (από Vrastaman, 30/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified