Ο κοντόχοντρος, από αρβανίτικα.
Τέτοια κοπέλα σαν τα κρύα νερά να παντρευτεί αυτόν τον μπακούκο!
Ο κοντόχοντρος, από αρβανίτικα.
Τέτοια κοπέλα σαν τα κρύα νερά να παντρευτεί αυτόν τον μπακούκο!
Got a better definition? Add it!
Μπορεί απλά να χρησιμοποιηθεί εκ περιτροπής με το γαμόπουστας.
Η περιγραφική του μαγεία ωστόσο αναδεικνύεται όταν το εν λόγω άτομο έχει φαντεζί και συνάμα μάγκικο ντύσιμο, δε στη δίνει κατ' ευθείαν στα νεύρα και έχεις το χρόνο να το περιεργαστείς σχεδόν ψύχραιμα, αυτός είναι ο γαμόσταυρος.
-Κοίτα το αγόρι· σχισμένο τζινάκι, πουκάμισο, αμάνικο μπουφάν και αλυσίδα...
-Ευτυχώς φόρεσε σαγιονάρα και το 'σωσε λίγο.
-Γαμόσταυρος νέος!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Συνώνυμο: κοντοπούτανο.
- Αυτό το κοντοπούτανο η Αλεξάνδρα είναι σαν την μάνα της την Μάμαλη.
- Δηλαδή;
- Λόγω ύψους παίρνει πίπες όρθια!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ένας κάπως πιο χαριτωμένος τρόπος να πεις κάποιον/α τσόκαρο, δηλαδή χαζομούνα χαζογκόμενα που σε κάνει λ.χ. ρεζίλι αν βγεις μαζί της, ή φρόκαλο, σούργελο που είναι τελείως ξεφτιλισμένο ακόμη κι αν έχει μεγάλη ιδέα για τον εαυτό του. Γενικά άνθρωπος χαμηλής κοινωνικής και μορφωτικής προέλευσης, ο οποίος δεν έχει συναίσθηση του γεγονότος αυτού με αποτέλεσμα να γίνεται γελοίος.
Σχετική έκφραση νέας κοπής: Ψωνίστηκαν τα τσόκαρα και μας την είδαν γόβες.
Πάσα (Δ.Π.): perketis.
1. Σημασία έχει ότι από τσοκαρέτο (μα πόσα νούμερα κυκλοφορούν εκεί έξω;) μέχρι ψαγμένος (δήθεν) ποιητής (ανφάν γκατέ), όλοι πιάνονται.
2. Έπαιζε πολύ τσοκαρέτο στο πάρτι: «Μωροοό μου, αγάπη μου! Σμουτς! Σμουτς!» και μόλις γυρίσεις την πλάτη σου «Τι πουτάνα και αυτή! Είδες, στο έλεγα ότι καπνίζει!» και άλλα τέτοια.
Got a better definition? Add it!
Ο μάπας, ο μαλθακός, ο άνοστος, αυτός που είναι σαν μουλιασμένο παξιμάδι.
Ρε είδες τον γκόμενο της Κικής; Τι μουλιάπας είναι αυτός...!!!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χαρακτηρισμός προσώπου. Κάποιος που φανταζόμαστε ότι φοράει γραβάτα με σφιχτό κόμπο, οπότε είναι ένα ή περισσότερα από τα παρακάτω:
- Φλώρος που δεν είναι ψημένος στην ζωή, τρυφερόκωλος. Γιατί με την γραβάτα σφιχτά δεμένη δεν είσαι μαχίμι, είσαι άκαπνος, για να είσαι μαχίμι απαιτείται άλλου είδους ένδυση, όπως και για να κάνεις ρεπορτάζ.
- Κάποιος που πάει by the book, που δεν είναι παιδί της πιάτσας, δεν είναι στο κουρμπέτι, οπότε τον πιάνουν κότσο.
- Ο ατσαλάκωτος, αυτός που δεν εκτίθεται, που δεν είναι συναισθηματικά διαθέσιμος, που κρύβεται πίσω από μια άψογη επίσημη εμφάνιση.
- Εκπρόσωπος της κρατικής γραφειοκρατίας που κρατάει από τον καιρό των ψαλιδοκώληδων ταλανίζοντας τους λοιπούς Έλληνες, ή ειδικά κάποιο στέλεχος κώματος, που ζει στην κοσμάρα του εκφραζόμενη με ξύλινη γλώσσα και ωσεκτουτού δεν μπορεί να αφουγκραστεί τα προβλήματα του λαού και της κενωνίας. Ή κάποιος τηλεντελάλης χατζηγραβάτας του συστήματος που διαπρέπει στα παραθύρια όντας μάχιμος μόνο σε παραθυρομαχίες. Σε όλες τις περιπτώσεις λαμόγιο που έχει καβατζωθεί εις βάρος του συνόλου.
1. Και σου βγαίνει ο γραβατάκιας από το ΥΠΕΚΑ και σου λέει, κύριοι μην καίτε τα τζάκια και τις ξυλόσομπες αν δεν είναι ανάγκη. Ρε μπαγλαμά, δεν το κάνουν από γούστο. Δεν είναι στο σαλέ τους, γυμνοί στη φλοκάτη με ένα μπουκάλι κρασί. Τουρτουρίζουν μέσα στο σπίτι και πρέπει να ζεστάνουν τα παιδιά τους.
2. Γιατί ένας γραβατάκιας του Γραφείου Τύπου, κοιμάται όλη μέρα. Αυτός είναι ο κύριος «Τίποτα»......
3. Ντροπή! Έπρεπε να γίνεις γραβατάκιας, να μπεις στο δημόσιο, να εξασφαλιστείς με παχυλούς μισθούς και εφάπαξ. Να εξασφαλιστείς.
4. Υπ'οψιν για να μην παρεξηγουμαι παιδια,δεν ειμαι ο γραβατακιας που παει το αμαξι στο εξουσιοδοτημενο σερβις και τον γδερνουν,ειμαι απο μικρο παιδι επανω στα αυτοκινητα.
Got a better definition? Add it!
Υπερβολικα άσχημη και αποκρουστική γυναίκα.
Ακόμη αγάμητη είναι η σαπιομούνα.
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα που έχει βυζί μακρύ-λεπτό και μυτερό. Ο όρος προέρχεται από σχετικό χαρακτηριστικό από τις γίδες.
Εντάξει, από κορμί δε λέει και πολλά, άσε που είναι και καλαμοβύζα.
Got a better definition? Add it!
Ο γοητευτικός κομψευόμενος άνδρας στα καλιαρντά.
Μπαίνω στο ίντερνετ και διαπιστώνω πως οι μισοί από τους τζιναβωτούς ζητάνε sadomazo παιχνίδια και ψάχνονται, επειδή ντρέπονται να τα αναζητήσουν στα φανερά. Κουλό έτσι;
Οι φίλες μου ανησυχούν για μένα και το θλιβερό είναι πως δεν σκέπτονται ποτέ ότι ο γκούρμπαντος, ήρεμος ευγενικός δανδής, που πίνει το ποτό του χαλαρά απέναντι τους στο bar, είναι ένας εν δυνάμει πολύ πιο επικίνδυνος τύπος, αφού ποτέ του δεν έχει εκφράσει την βία που το sex εμπεριέχει σαν έννοια στα φανερά. Αν δεν είναι αυτό κουλό... τότι τι είναι;
Γιατί του να είναι ο σκλάβος μου στα τέσσερα, με ένα φίμωτρο στο στόμα, τρώγοντας από ένα μπολάκι σκύλου, θεωρείται μεγαλύτερη υποβίβαση της αξιοπρεπείας, από τις ανυπόφορες ζήλιες ενός νταλκαρέτεκνου εραστή και από τα θλιβερά κλαψουρίσματα του στο τηλέφωνο μου την νύχτα και από την υποχρέωση μου να βγω απαραίτητα έξω μαζί του το Σαββατόβραδο ή να μη ξενοκοιτάξω ποτέ, γιατί ο καρα-vanillas μου θα πάθει ένα εγκεφαλικό ντελίριο μικροαστικής εμμηνόπαυσης; (Αποκατέ).
Got a better definition? Add it!
Ο υστερικός χιπστεράς.
Συναντώνται και οι δύο τύποι, χιπστερικός και χιπυστερικός. Το χιπστερικός είναι πιο ευσύνοπτο, αλλά έχει το μειονέκτημα ότι δεν είναι αρκετά διαφανές το λολοπαίγνιο και για αυτό ορισμένοι προτιμούν το χιπυστερικός σε μια λογική το καταλάβατε ή να κάνω και κακά; Το τελευταίο άλλωστε θυμίζει λίγο και τους hippies που 'ν'ν' κακό γιατί με τον όρο θίγεται ενίοτε μια ορισμένη χίπυ αφέλεια, όπως λ.χ. ορισμένες άκαπνες μορφές διαμαρτυρίας και ακτιβισμού. Από την άλλη, το χιπστερικός μπορεί γενικά να χρησιμοποιηθεί ως επίθετο σχετικό με τους χίπστερζ, ακόμη και άσχετα από το λολοπαίγνιο με την υστερία.
Όπως αναλύουμε στο λήμμα χιπστέρι, υποτίθεται ότι δεν υπάρχει **αυθεντικός χίπστερ* ως κανονιστική έννοια ορίζοντος. Χίπστερ γίνεσαι πέφτοντας από το indie προς το μέινστριμ ή αναπτύσσοντας διάφορα επιμέρους χιπστερότροπα χαρακτηριστικά σε ένα αχαρτογράφητο σύνολο. Εκεί όμως μπορεί να διακριθεί -όχι ο *αυθεντικός χίπστερ, αλλά ο ας πούμε- κουλ χίπστερ από τον χιπστερικό. Ο κουλ χίπστερ είναι αυτός που του βγαίνουν οιονεί αυθόρμητα τα χιπστερότροπα χαρακτηριστικά. Λ.χ. έχει ήδη ένα πολύ αρμονικό χρωματικά και σχεδιαστικά λουκ και προσθέτοντας μια-δυο-τρεις χίπστερ πινελιές, ήρθε κι έδεσε. Ή, ας πούμε, δεν πιέζεται υπερβολικά για να του βγει η σπρετσατούρα, αλλά είναι σχεδόν ένα αυθόρμητο λάθος.
Στους αντίποδες, ο χιπστερικός είναι αυτός που ξεκινάει α πριόρι από την θέληση να γίνει χίπστερ, κάτι που υποτίθεται ότι αντίκειται στο πνεύμα του (μη-)κινήματος. Στην πλέον εμετική μορφή του, διαβάζει οδηγούς χιπστεροσύνης, κάτι τουλάχιστον εξίσου αντιφατικό και ξενερουά με τους οδηγούς για να καταλάβεις την σκέψη του Ντεριντά. Στην κάπως πιο ψαγμένη εκδοχή, ο χιπστερικός αναζητεί εναγωνίως το Ε.Μ.Π. Όχι, δεν πρόκειται για το Εθνικό Μετσόβιο Πολυτεχνείο, αλλά για το Επόμενο Μεγάλο Πράγμα, το The Next Big Thing, που λέμε και στους χιπστεροδρόμους. Ήτοι, ενώ ο κουλ χιπστεράς είχε βρει το κουλ before it was cool, και πλέον αναπαύεται έν τινι μέτρω στις δάφνες του, ο χιπστερικός έχει μια διαρκή κωλοκαούρα να βρει τώρα αυτό που θα είναι κουλ αύριο, ώστε να κατευθυνθεί νομαδικά προς τα εκεί πριν πάνε οι άλλοι. Λ.χ. όταν το Γκαζοχώρι έγινε κουλ αναβαθμίζοντας τις γκαζοχωρίτισσες, ο χιπστερικός δεν ικανοποιήθηκε αλλά έψαξε την επόμενη υποβαθμισμένη περιοχή προς αναβάθμιση λ.χ. το Μετάξι. Τώρα που και το Μετάξι παρουσιάζει σημεία μεταξύ εντεχνοποίησης, ψαγμενιάς και χιπστεροποίησης, θα πρέπει να βρεθεί μια νέα υποβαθμισμένη περιοχή της Αθήνας για τον αδηφάγο χιπστερικό, την οποία ως μη χιπστερειδικός αδυνατώ να εντοπίσω.
Πολλές γιαλόμες, ωστόσο, θεωρούν ότι η διάκριση μεταξύ κουλ χιπστερά και χιπστερικού είναι άλλο ένα καταστατικό ψεύδος και ότι ο χιπστεράς είναι εξ ορισμού χιπστερικός. Η εικόνα του κουλ τύπου που του ξεχειλίζει η χιπστεροσύνη από τα μπατζάκια είναι ένας αφελής μύθος, όπως λ.χ. αυτός της ευτυχούς πόρνης, που εκπορνεύεται από αγάπη για το σεξ, ή του ευγενούς αγρίου, που είναι αριστοκράτης μέσα στη ζούγκλα. Στην πραγματικότητα, το να είσαι χίπστερ σημαίνει ένα ανελέητο κυνήγι με πολύ μεγάλο ανταγωνισμό για να βρεις το Ε.Μ.Π., και ωσεκτουτού η χιπστερία είναι εγγενής στον χιπστερισμό. Άλλοτε πάλι, υστερικοί χρησιμοποιούν την χιπστεροσύνη για να καλύψουν τα σημάδια της υστερίας τους, ή και για να τρέψουν την ειλικρινή υστερία τους σε ειρωνική. Για τους περισσότερο φαλλογοκεντρικούς δε, η χιπστερία συνδέεται με τον μετροσεξουαλισμό των χίπστερζ.
Συναφώς, η χιπστερία μπορεί να πάρει την μορφή εξαντλητικής δίαιτας με την οποία (ένας άντρας κυρίως) προσπαθεί να πετύχει το πολυπόθητο ανορεξικό λουκ. Αντιστρόφως, χιπστερία μπορεί να διαγνωσθεί σε γυναίκες, οι οποίες τρώνε βουλιμικά προκειμένου να πετύχουν επί τούτου το chubby λουκ αφράτης αγγλιδούλας ή την ζουζουνισάνς χιπστερομπεμπέκας. Σε άλλη περίπτωση χιπστερίας, μια κατά τα άλλα τίμια και ηθική κοπέλα θα προσπαθήσει να αποκτήσει faux πουτανέ χαρακτηριστικά.
Τελειώνοντας, θα θέλαμε να επισημάνουμε ότι η υπερβολή της χιπστερίας έχει οδηγήσει στην Ελλάδα και στο αντίστροφο φαινόμενο υβριδικών σχηματισμών που συνδέουν χιπστερότροπα χαρακτηριστικά με πιο παραδοσιακές ετεροκανονιστικές αντιλήψεις για την δέουσα αρρενωπότητα. Αυτό άλλοτε γίνεται από αδυναμία, άλλοτε από άποψη, άλλοτε κι από τα δύο, έχουμε πάντως σε κάθε περίπτωση χίπστερ λεξιπλασίες, όπως:
- Ο καγκουροχίπστερ: ο ναρκισσευόμενος ποζεροχίπστερ, που στην επίδειξή του δεν έχει ξεπεράσει την καταγωγική του καγκουριά οπότε επιβιώνουν σ' αυτόν στοιχεία κάγκουρα.
- Ο βλαχοχίπστερ: διάδοχος του βλαχοκυριλέ της μεταπολίτευσης και συγγενής προς τον βλαχοφιλελέ της μετα-μεταπολίτευσης, πρόκειται για τον όψιμο χιπστερά της ενδεκάτης ώρας που αδυνατεί να κρύψει το κωστοπούλειο παρελθόν του.
- Ο χιπστερογαμπρός: χιπστεράς που διατηρεί αρρενωπά χαρακτηριστικά υπό την πρόφαση της ειρωνείας. Οι χιπστερογαμπροί φέρουν συχνά ειρωνικό μούσι, το οποίο ενώ αρχικά υποτίθεται ότι θα αποτελούσε μια ειρωνεία για τα αντίστοιχα ειλικρινή μούσια (βλ. λήμμα χιπστέρι), εντέλει χρησιμοποιείται ως πρόφαση από τους χιπστερογαμπρούς για να επιδείξουν την σχεδόν μάτσο αρρενωπότητά τους. Ορισμένοι χιπστερογαμπροί φέρνουν επικίνδυνα σε ειρωνικό χρυσαύγουλο καθώς τα διάφορα ειρωνικά μούσια τους δεν διαφέρουν και τόοοσο από τα αντίστοιχα ειλικρινή μούσια Χρυσαβγιτών, όπως λ.χ. του Γιάννη Λαγού.
Τον όρο κλαρινοχίπστερ δεν τον έχω συναντήσει ακόμη, αλλά τον προτείνω μήπως και γίνει το επόμενο Ε.Μ.Π. στην Ελλάδα, ενώ το ποζεροχίπστερ αποτελεί μια περιττολογία καθώς κάθε χίπστερ είναι οπωσδήποτε και ποζέρι. Επίκαιρη λεξιπλασία είναι και το χιπστερόδεντρο για τα δέντρα που έχουν υποστεί yarn bombing. Τέλος, συνήθης στην διεθνή χιπστερολογία είναι η οικειοποίηση εμβληματικών μορφών του παρελθόντος ή του παρόντος από το χίπστερ (μη-)κίνημα, με αποτέλεσμα ορισμένα μπανεύκολα λολαδερά υβρίδια όπως ο Adolf Hipster, o Χιπστεροκλής, η Hipster Merkel κ.ο.κ. (βλ. μήδια).
1.Ο χιπστερικός κουλτουριάρης ακούει ακριβώς ότι μας χαρίζει η μόδα της εποχής, το θεωρεί βαριά ποιότητα, πληρώνει μέχρι και εισιτήρια για να δει το συγκρότημα/ τον καλλιτέχνη σε άλλη χώρα. Το είδος της μουσικής που ακούει είναι indie pop/rock, alternative pop/rock και γενικά είναι φευγάτο. Δεν είναι απαραίτητα όλοι οι λάτρεις αυτού του είδους μουσικής ΚΓ. ΚΓ κατηγοριοποιείται ο ακραίος θαυμαστής, αυτός που θα χτυπήσει tattoo τους στίχους από ένα τέτοιο τραγούδι, αυτός που θα σου τα πρήξει μέχρι να βάλεις τα ακουστικά από το iPhone του και να ακούσεις την τελευταία του ανακάλυψη (ή μάλλον ανακάλυψη της Lifo, την οποία διαβάζει). Αν δεν σου αρέσει αυτό που ακούς, τότε ο χιπστεράς σου λέει ότι απλά «Δεν έχεις γούστο» και συνεχίζει να σου τα πρήζει με το τραγούδι μέχρι να σου γίνει εμμονή.
2. Διαμαρτυρία χιπ-(υ)στερικών στον αγνωστο επειδή δεν φτηναίνουν τα αιφον. Πσόφος, λέμε
3. Είς πανικόβλητος χιπστερικός νεανίας, εκβαίνων εκ Στάρμπακος τινός, κραδαίνων άιπαντ στην δεξιά, επιβεβαίωσε τους φόβους ημών ότι εισήλθαμεν εν ντέιντζερ ζόουν.
4. Αν πάλι το καλοσκεφτείς, η επιδειξιομανία του καγκουροχιπστερ ποζερά που ανεβάζει στα σόσιαλ μίντια κοντινά του φρεσκοχρησιμοποιημένου του κωλόχαρτου και διαφημίζει στα τρέντυ φιλαράκια του τη γεωγραφική του θέση από το δορυφόρο για να κάνουν σχόλια από τα σμάρτφόουν τους αν και είναι όλοι μαζί στο ίδιο νησί για διακοπές, καθιστά την εξάπλωση σύγχρονων συστημάτων παρακολούθησης σχεδόν άχρηστα.
6. Όχι ρε παιδιά. Μη μας χαλάτε τους μικρούς μας παράδεισους. Θα πλακώσουν όλοι οι βλαχοχίπστερ (και βλαχοφλανέρ) και θα μας τραβάνε φωτογραφίες με τα αιφόουν και το ίσταγκραμ την ώρα που πίνουμε το(τα) ποτάκι(α) μας, καπνίζουμε τα τσιγάρα μας και ακούμε τις ωραίες μουσικές μας.
Got a better definition? Add it!