Further tags

Η παρακμή, αλλά και ο παρακμιακός, -ή, -ό. Από την γαλλική λέξη décadence που σημαίνει παρακμή και προφέρεται «ντεκαντάνς» (παρεμπιπτόντως: οι dead can dance παίζουν με την προφορά της λέξης αυτής). Το χρησιμοποιούμε για να περιγράψουμε ανθρώπους, καταστάσεις, χώρους, μουσική.

  1. Είδα την Ράνια χθες. Χάλι. Ήταν υπερβολικά βαμμένη, ντυμένη σαν τρεντάκι ενώ έχει κλείσει τα πενήντα, την έπινε χαλαρά όλη την ώρα και δεν ήξερε πού πατούσε όταν σηκωθήκαμε, άσε που μιλούσε φωναχτά και έλεγε κάτι μαλακίες... Γάμησέ τα, πολύ ντέκα...

  2. Με πήγε να φάμε σε ένα εστιατόριο μες στη ντέκα. Ψευτοχρυσές πλαστικές καρέκλες, συνθετικά τραπεζομάντηλα, μουσική να κόβεις τις φλέβες σου, τα 'παιξα και δεν μπορούσα να φύγω, ήμασταν οι δυο μας μόνο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να τονιστεί η άσχημη κατάσταση ενός τόπου (από άποψη βρομιάς και ακαταστασίας). Προέρχεται από το γνωστό ιστορικό μέρος.

- Μαράκι, έρχομαι να δω τι έκανες στην κουζίνα.
- Τίποτα ρε μαμά! Τι περίμενες να κάνω έτσι όπως το άφησαν οι μπίχλες πριν; Το χάλι της Γραβιάς είχε καταντήσει! Να τους φωνάξω να τα γλείψουνε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η κατάληψη συνθηματικά.

- Πάμε πρώτα στη λήψη και μετά για κάνα κρασί Άθωνος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα ξερά χόρτα.

- Ήμουν με το μηχανάκι κι έπεσα σε κάτι τσαλιά και μάτωσα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μονάδα χωρίς δυσκολίες, με λίγες αγγαρείες και καλούς αξιωματικούς.

Πέρασα πολύ καλά στον στρατό! Υπηρέτησα σε μια μονάδα στη Ρόδο εντελώς χυμαδιό! Κάθε μέρα εξοδούχος!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το μπαράκι με ζωντανή ροκ μουσική.
  2. Το ροκ τραγούδι.

- Βάλε καμιά ροκιά να στανιάρουμε!
- Πάλι ροκάδικα ρε φίλε;!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αστυνομικό τμήμα.

- Βάλε ζώνη, περνάμε από στρουμφοχωριό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκέι κοινότητα ή το γκέι κλαμπάκι.

Πάμε βιλαρόμπα για ποτάκι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μπουρδέλο.

- Δεν αντέχω άλλο, θα πάω σε κάνα γαμάδικο!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάτι μας ξενερώνει.

  1. - Παιδιά πάμε μετά για γλυκό; - Μπα... Ξενερουά...

  2. - Πώς ήταν η ταινία που είδες; - Τίποτα μωρέ... Ξενερουά λίγο αλλά εντάξει...

βλ. και αντισέξ, ντεκαβλέ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified