Το ποίκιλμα στην μουσική μπαρόκ. (Όποιος κατάλαβε, κατάλαβε...).

Πολύ άδεια μου ακούγεται αυτή η σαραμπάντα ρε Χρυσικόπουλε. Χώσε κανά τζιβιτζιλίκι να 'ουμ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποστηρίζω ρυθμικά ένα μουσικό κομμάτι, δηλαδή εκτελώ το ρυθμικό σχήμα (και γενικά παίζω τον ρυθμό) του κομματιού αυτού, κρατώντας ταυτόχρονα τη σωστή ταχύτητα (ή ταχύτητες) στην οποία έχει γραφτεί και στην οποία είναι ενδεδειγμένο να παίζεται ζωντανά (κυρίως) ή ηχογραφημένα το κομμάτι αυτό, φροντίζοντας παράλληλα να τονίζω στις σωστές στιγμές έτσι ώστε τα παραπάνω να είναι και να ακούγονται ξεκάθαρα.

Η συνολική λειτουργία της τήρησης ρυθμού και ταχύτητας ονομάζεται τεμπάρισμα.

Οι δύο αυτές μονάδες της μουσικής ιδιολέκτου ακούγονται αρκετά στους χώρους της παραδοσιακής/λαϊκής μουσικής, αν και συχνά αναφέρονται και από οργανοπαίκτες ή επαγγελματίες άλλων μουσικών ιδιωμάτων. Οι απόψεις για τον ορθό τρόπο τεμπαρίσματος (στακάτο/ μονότονο ή πιο ελεύθερο, με ή χωρίς γεμίσματα κλπ.) εξακολουθεί (και θα συνεχίσει) να αποτελεί αντικείμενο διαφωνίας μεταξύ των μουσικών/ κριτικών/ ακροατών, συχνά επηρεαζόμενο περισσότερο από την προσωπικότητα και τον εγωισμό του εκάστοτε μουσικού, και λιγότερο από το επίπεδο τεχνικής επάρκειας και/ ή μουσικής γνώσης του. Σε πιο ακραία δε κατάσταση, μπορεί να οδηγήσει σε ασυμφωνίες, αλληλοσκεπάσματα, διαφωνίες, ενίοτε και σε ταβερνόξυλο ανάμεσα στους συντελεστές ενός μουσικού σχήματος.

Από το τέμπο (<ιταλ. tempo).

  1. Επίσης πέρα από τις μεθόδους αυτές, ο μαθητής πρέπει να αρχίσει ένα κομμάτι της υ΄λης του πιάνου BEYER/CΖΕRΝΥ/HANON/BACH.. θεωρώ ΑΠΑΡΑΙΤΗΤΗ τη μελέτη αυτών των βιβλίων ακόμα και στο αρμόνιο για να βελτιώσουμε τη τεχνική των δαχτύλων μας σε κάθε επίπεδο... θέλω να επισημάνω ότι ο μάθητής πρέπει να ξεφύγει μετά από κάποιο σημείο από την ευκολία των STYLES και να μάθει να συνοδεύει τον ευατό του τεμπάροντας με το αριστερό του... Εκμάθηση δεξιοτεχνικων κομματιών υψηλού επιπέδου... (Εδώ)

  2. Φίλε χρειάζεσαι δουλίτσα !

  3. Πρώτα πρέπει να μάθεις καλά να τεμπάρεις. Δηλαδή ανεξάρτητα χέρια. Ότι ήχο και να βάλεις, χωρίς βάση, (μπάσο κιθάρα) θα σκάει κούφια!!
  4. Πρέπει να ξέρεις πέρα από τα δικά σου μέρη, και τις μελωδίες. Έτσι θα κάνεις δεύτερες ,για να γεμίζει η όλη μουσική παρουσία, και αν κολλήσει το σολιστικό όργανο κάπου, δεν θα φανεί.
  5. ΠΟΤΕ δεν παίζουμε πάνω στη φωνή. Στην δική σου φάση, θα σου πρότεινα ένα καλό αρμόνιο . Τα έχεις όλα έτοιμα. Αλλά και εδώ πάλι, θέλει δουλίτσα, για τις γρήγορες εναλλαγές. Πιστεύω έτσι θα έχεις γρηγορότερα, και καλυτέρα αποτελέσματα. (Εκεί)

  6. H εκτέλεση των μουσικών μερών κάποιου οργάνου «βασίζεται». ρυθμικά (groove timing - «τεμπάρισμα») ή εντασιακά (layering - «συνήχηση») στην αντίστοιχη δράση κάποιου άλλου οργάνου (ή οργάνων) του οποίου και θα πρέπει η ένταση να πριμοδοτηθεί ανάλογα στο monitor mix του πρώτου (κλασικό παράδειγμα, η άρρηκτη σχέση drums - μπάσου όπου το λανθασμένο monitor mix οδηγεί σε «φλαμάρισμα»). (Παραπέρα)

(από Mr. Cadmus, 16/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ξύσιμο είναι μία ακόμη τεχνική παιξίματος της ηλεκτρικής (κατά κανόνα) κιθάρας, στην οποία ο (οι) κιθαρίστας (-ες) παίζει σε ταχύτατο ρυθμό είτε συγχορδίες πέμπτης είτε μεμονωμένες ή διπλές χορδές (στα μπάσα ή στα πρίμα) με μονοπενιά ή διπλοπενιά (alternate picking ή downstrokes), ενώ έχει τιγκάρει τα πρίμα και έχει εξαφανίσει τα μεσαία του ενισχυτή και της κιθάρας του. Το τελικό ηχητικό αποτέλεσμα αυτού του παιξίματος είναι ένας οξύς, χαοτικός και ενίοτε ψυχρός ήχος, ο οποίος μπορεί να γίνει εξαιρετικά ενοχλητικός για το ανθρώπινο αυτί (για το ζωικό δεν το συζητάμε...), ιδιαίτερα σε συναυλιακό περιβάλλον ηχητικού εξοπλισμού και κάλυψης αμφιβόλου ποιότητας, ή σε παλιότερες παραγωγές μέταλ δίσκων. Το ξύσιμο αποτελεί στάνταρ χαρακτηριστικό του παιξίματος συγκροτημάτων που ανήκουν στον ακραίο χώρος τη μέταλ μουσικής, αλλά συναντάται επίσης και σε πανκ / χάρντκορ χώρους.

Το ακουστικό αποτέλεσμα του ξυσίματος περιγράφεται πολλές φορές ως τζιτζίκια.

Σε αυτό το σημείο, θα πρέπει να γίνει μία διευκρίνηση: το ξύσιμο είναι ουσιαστικά απλά μία ακόμη εκτελεστική τεχνοτροπία, ένας άλλος τρόπος να παίξεις κάποια ριφάκια. Λόγω όμως του μεγάλου κύματος των βλακμεταλλάδικων συγκροτημάτων (και κάποιων ντεθάδικων) που χαρακτηρίζονταν σε πολύ μεγάλο βαθμό τόσο από την έλλειψη συνθετικής πρωτοτυπίας και ταυτότητας, όσο και από τις (συχνά τραγικές) τεχνικές τους ελλείψεις ως προς το παίξιμο τους, το ξύσιμο κατέληξε να είναι συνώνυμο της κιθαριστικής / μπασιστικής κουλαμάρας. Αναληθές και άδικον, καθότι ως τεχνική χρησιμοποιείται συχνά από κιθαρίστες και μπασίστες τόσο του μεγάλου, όσο και πιο μικρού βεληνεκούς (ασχέτως αναντιστοιχίας με το πραγματικό τους ταλέντο).

  1. Οχι, δεν τους συγκρινω με τους Immortal, απλα θελω να δωσω εμφαση στο old schoolαδικο της υποθεσης, που μοιαζει λιιιιιγο κιτς τωρα που το σκεφτομαι, αλλα με την καλη εννοια. Αν δεν το χαν δλδ, δε νομιζω να γουστερνα και τοσο. Βαλτε ολιγη απο ξυσιμο, λιγο κρυο, καμποσα (πετυχημενα) αργα doomy περασματα κι εχετε ενα απλαυστικοτατο δισκακι. Χωρια που ναι κιε ψιλοπιασαρικο. (Από εδώ)

  2. Το ομώνυμο κομμάτι του δίσκου “Endless Echoes” κάνει φοβερή εντύπωση με το ξύσιμο της κιθάρας και τις γρήγορες αρμονικές που πλαισιώνονται από κοφτά ντραμς και το ελαφρά emo ρεφρέν. (Από εκεί)

  3. Ο κομπρέσορας χρειάζεται, γιατί θα του δώσει πιο σφιχτό «κρουστό» palm-muting στις ρυθμικές του, με λιγότερο πλαδαρά μπάσα, και επίσης (επειδή τα γνωστά πεταλάκια είναι compressor sustainer) όταν ανεβάζεις το sustain έχω παρατηρήσει οτι στο palm-muting εκτός απο τα σχετικά σφιχτά σου μπάσα ακούγεται ωραία και το απαραίτητο μη-τζιτζικέ «ξύσιμο». Τελικά τον αμέσως επόμενο σχετικό καλύτερο ήχο, μετά απο high gain λάμπα, τον έχω ακούσει με ds-1, λαμπάτο πετάλι παραμόρφωσης που δυστυχώς δεν θυμάμαι ποιο είναι, κομπρέσορα και εκουαλαιζερ. (Παρακάτω)

Δεν είναι χαρακτηριστικό, αλλά έχει γέλιο! (από Mr. Cadmus, 10/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Βασίλης Σαλέας. Ο γνωστός Τσιγγάνος λαϊκός κλαρινοπαίχτης. Επίσης με το ίδιο όνομα και επίσης κλαρινοπαίχτης δημοτικών τραγουδιών (και το γνωρίζουν λίγοι) ο Βασίλης Παναγιωτόπουλος-Σαλέας (1929-1972).

  2. Χαρακτηρισμός που αποδίδεται σε γυναίκα, η οποία έχει μεγάλη εξειδίκευση, πολύ υψηλή τεχνική στον στοματικό έρωτα, αλλά και αγάπη σ'αυτό που κάνει. Παίζει τόσο αριστοτεχνικά το αντρικό μόριο στο στόμα της που πραγματικά θυμίζει το κλαρινοπαίξιμο που μαγεύει μικρούς και μεγάλους του γίγαντα Βασίλη Σαλέα. Είναι επαγγελματίας, καταξιωμένη και με μετάλλια στον χώρο της πίπας.

- Φτηνό πολύ το 'ρδέλο που πήγαμε χθες και λίγη ώρα κάτσαμε αλλά περάσαμε καλά τουλάχιστον.
- Ναι ρε φίλε. Τι πίπα ήταν αυτή που έκανε η τανάπου, ένα τέταρτο μου τον είχε στο στόμα. Ο Σαλέας ήτανε;

(από Mpiliardakias, 03/04/14)(από Mpiliardakias, 03/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μερικές σημασίες του σλανγκενεργού εντόμου:

  1. Κλασικότατα, ως συμπεριφορά είναι ο τεμπέλης, και κυρίως αυτός που ασχολείται με τέχνες και διασκεδάσεις αντί να δουλεύει, ο άεργος. Βλ. και αρχαίο μύθο με το τζιτζίκι και το μυρμήγκι. Ενδιαφέρουσα και η έκφραση «τζιτζίκι του χειμώνα», αυτός που επιμένει να σχολάζει και τον χειμώνα, λ.χ. δες.

  2. Στην στρατοσλάνγκ είναι:
    α. Ο στρατιώτης του πεζικού, ο τζίτζικας. Λέγεται και τζιτζικάριος, κατά το πεζικάριος. Για να τους θίξουν λένε και την κραυγή «αντρίκια αντρίκια και όχι σα τζιτζίκια».
    β. Ο φαντάρος των διαβιβάσεων, λόγω των κεραιών των ασυρμάτων με τους οποίους είναι φορτωμένος (Πάτσης).
    γ. Γενικά, κάποιος σε βυσματική θέση που δεν δουλεύει ούτε χώνεται.

  3. Στην μουσοσλάνγκ είναι:
    α. Το ακουστικό αποτέλεσμα από το ξύσιμο. Ξύσιμο, όπως το ορίζει ο σύσσλανγκος Mr Cadmus είναι «μία ακόμη τεχνική παιξίματος της ηλεκτρικής (κατά κανόνα) κιθάρας, στην οποία ο (οι) κιθαρίστας (-ες) παίζει σε ταχύτατο ρυθμό είτε συγχορδίες πέμπτης είτε μεμονωμένες ή διπλές χορδές (στα μπάσα ή στα πρίμα) με μονοπενιά ή διπλοπενιά (alternate picking ή downstrokes), ενώ έχει τιγκάρει τα πρίμα και έχει εξαφανίσει τα μεσαία του ενισχυτή και της κιθάρας του».
    β. Κλασικότατα, μεταφορά για τον τραγουδιστή εν γένει.

Πρβλ. και τις εκφράσεις εγώ τζιτζίκια πεταλώνω;, περί ορέξεως... τζιτζίκια γιαχνί, σκάει ο τζίτζικας.

Πλέον ονομάζεται 542 ΤΠ και είναι μονάδα τζιτζικιών. (Εδώ).

Μια σειρα μου μου ειχε πει: Στον πολεμο ειμαστε ολοι 30 δραχμες. Βατραχος η τζιτζικι, φανταρος ή στρατηγος, η σφαιρα που θα σε βρει κανει 30 δραχμες. (Εδώ).

Suicidal black metal με ωραιο τζιτζικι στις κιθαρες. (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λεπόν, υπάρχουν τουλάστιχον τρεις μεγάλες κατηγορίες σκαφτού:

  • Στη μπάλα: είδος περίτεχνου ψηλοκρεμαστού σουτ από μικρή απόσταση: ο παίχτης κλωτσάει την μπάλα από πολύ χαμηλά, ωσάν να «σκάβει» το χόρτο.
  • Στο μπιλιάρδο: είδος πικέ όπου ο παίχτης χτυπά την μπίλια κάθετα με τη στέκα έτσι ώστε να εκσφενδονιστεί πάνω από τις μπίλιες του αντιπάλου με (συχνά) παράπλευρο θύμα την τσόχα (ασίστ: johnblack, βλ. παράδειγμα 2).
  • Έγχορδο οργανάκι του οποίο το βυζί «σκάβεται» από ένα κομμάτι ξύλου (συνήθως μπαγλαμαδάκι ή τζουράς).

    Αατα.

1. 39΄: Με ωραίο σκαφτό σουτ από το ύψος του πέναλτι ο Ζιώγας «έγραψε» το 2-0.

2. Υπάρχει επίσης και το σκαφτό χτύπημα ή σκαφτή: χτυπάς την άσπρη (στο αμερικάνικο βιλιάρδο συνήθως) με τέτοιο τρόπο ώστε να σηκωθεί στον αέρα, υπερπηδώντας τυχόν εμπόδια (μπίλιες του αντιπάλου) και να χτυπήσει το χρώμα που θες. Εννοείται πως σκαφτό παίζει μόνο σε συνοικιακά σεφαιριστήρια και πιο πολύ για το τζερτζελέ. Δε στέκει σαν επίσημος κανόνας. Το σκίσιμο τσόχας δύσκολα αποφεύγεται.

3. - Αφου υπαρχει σκαφτος μπαγλαμας και σκαφτος τζουρας, γιατι δεν υπαρχει και σκαφτο μπουζουκι; (η μηπως υπαρχει και δεν το ξερω;)
- Αν θυμάμαι καλά, το παλαιό μπουζούκι με την επιγραφή «ΑΚΡΟΝΑΥΠΛΙΑ» που ανήκει στη συλλογή Ηλία Πετρόπουλου στη Γεννάδειο Βιβλιοθήκη είναι σκαφτό. Το όργανο είναι πάρα πολύ βαρύ. Νομίζω πως αυτός μπορεί να είναι ένας αποτρεπτικός παράγοντας για σκαφτό μπουζούκι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνομιλώ με την υπόλοιπη μπάντα, μέσα από το όργανο που βαρώ.

Συνεκδοχικά, μιας και το τζάμι συνήθως πάει υπόγεια, επικοινωνία μη άμεσα αντιληπτή.

- Ρε συ, μαζί με τη Χριστίνα δεν μπήκα; Πώς στο διάτανο έγινε και έφυγε με το Ζιακό;;
- Ααασε, τζαμάρανε τα δυο τους, όρτσε και συ γαμβρέ κουφέτα (του σκάει δυο μουτζιλίκια), τσάκα δυο cousano roja μεταξοσκώληκα (με το σκουλήκι) να λαμπικάρουμε, χαρ χαρ χαρ!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Νιάου», ή καλύτερα «νιάαααααααααααααααααου» είναι το χτύπημα ψιλής (πολύ πρίμας) νότας σε ηλεκτρική κιθάρα, με αμέσως επόμενο το «σήκωμα» της χορδής.

Λέγεται έτσι επειδή παραπέμπει στον ήχο που παράγει μια γάτα, ιδιαίτερα όταν βρίσκεται σε σεξουαλική κορύφωση.

Το πρωτοανακάλυψε ο Jimi Hendrix όταν σε μια συναυλία του, μια λυσσασμένη γάτα ξεπήδησε μέσα από τους fans και ανέβηκε στο μικρόφωνο. Ο Hendrix προσπάθησε να την κατεβάσει από το μικρόφωνο, τραβώντας την με δύναμη από την ουρά. Η γάτα τότε έβγαλε έναν απόκοσμο ήχο και το κοινό από κάτω τρελάθηκε. Αυτό ήταν. Η μουσική παλέτα είχε εμπλουτιστεί με κάτι απίστευτα πολύτιμο. Βλέποντας την αντίδραση του κοινού, ο Hendrix αποφάσισε να προσθέσει στο παίξιμό του αυτό το τσίριγμα, που σηκώνει την τρίχα και στον πιο απαιτητικό θεατή. Ακολούθησαν πολλοί μιμητές, κανείς με τόσο μεγάλη επιτυχία.

...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified