Further tags

Ομάδα φουσκωτών. Συνήθως οι σεκιουριτάδες σε συναυλία, μπράβοι νυχτομάγαζου, επαγγελματίες τραμπούκοι κλπ. Λέγεται όμως και για τους ζόρικους ματατζήδες.. Ειρωνικά, μπορεί να χρησιμοποιηθεί και για παρέα νεαρών που περιφέρονται με το ζωνάρι λυμενο για καυγά και καταλήγουν να τις μαζεύουν αυτοί.

Πλάγια αναφορά στο Dream Team.

- Μάγκες, στο συγκεκριμένο κλαμπάκι, κόσμια. Έχει ένα δείρε τημ γάμησέ τα, ο πιο μπασμένος είναι σαν τρίφυλλη ντουλάπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δωρητής είναι ένα (συνήθως) άτομο σε μία παρέα που είναι παντελώς διακοσμητικό και άχρηστο για την παρέα. Ο όρος προκύπτει από το ότι το εν λόγω άτομο δεν χρησιμεύει σε τίποτα, παρά μόνο στο να δωρίσει τα όργανά του σε κάποιο άλλο άτομο της παρέας αν πάθει κάτι σοβαρό. Συνήθως ο δωρητής είναι ο σπασαρχίδης της παρέας και όλοι τον αντιπαθούν, αλλά είτε κάνουν ψυχικό και τον έχουν μαζί, είτε τους έχει κατσικωθεί και δεν μπορούν να τον ξεφορτωθούν.

- Ρε φίλε ποιά είναι αυτή η πετούγια με τα μάτια σαν αυγά στην παρέα της Γιώτας;!;
- Έλα ρε μαλάκα, δε φαντάζεσαι;... Η Γιωργία είναι, είναι ο δωρητής.
- Αααα, πες έτσι !! Λέω κι εγώ, σιγά μην κυκλοφορούσαν αλλιώς με αυτήν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παρέα από ομοφυλόφιλους, κατά το κουστωδία.

- Πλάκωσε ο Ψινάκης με όλη την πουστωδία!

Πουστωδία πολιτικών "επιλύει" το Κυπριακό (από Vrastaman, 08/07/08)Σκύψε, ευλογημένε! (από Vrastaman, 23/10/08)

βλ. και χριστιανοσλάνγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός που χρησιμοποιείται από τους επαρχιώτες για να περιγράψει μια μεγάλη παρέα Αθηναίων. Οι επαρχιώτες βέβαια δεν δυσκολεύονται να καταλάβουν την καταγωγή των πρωτευουσιάνων, καθώς έχουν μεταξύ τους σίγουρα και μερικούς emo, αν είναι νέοι, και μερικούς εκνευριστικούς σπασαρχίδηδες που σχολιάζουν την παραμικρή έλλειψη αθηναϊκης άνεσης που παρατηρούν (ούτε ένα internet cafe ρε γαμώτο δεν υπάρχει σε αυτό το σκατοχώρι;). Γενικά, αν και στα τουριστικά μέρη οι άνθρωποι ζουν από κάτι τέτοιους, δεν έχουν κατορθώσει να τους συμπαθήσουν ποτέ.

- Και εκεί που καθόμασταν ήσυχα ήσυχα στην ταβέρνα του κυρ-Λάζαρου, σκάει μύτη το νέφος και πάει όλη η ηρεμία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γυναίκα που κάνει παρέα μόνο με gays, από τους οποίους σχεδόν αποκλειστικά περιτριγυρίζεται. Συνήθως είναι χοντρή, όχι όμορφη και με υποτονική ερωτική ζωή (to put it mildly) και λειτουργεί ως μητρική φιγούρα για πολλούς από τους gay φίλους της που βλέπουν σε αυτή μία σύμβουλο / εξομολόγο / σύντροφο στο κουτσομπολιό.

Βάλε μέσα στην καρδιά σου την αδελφομάνα
και θα νιώσεις κάθε είδους μεγαλείο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μέσα στα πλαίσια μιας απελευθερωμένης αντίληψης σχετικά με τις ανθρώπινες σχέσεις και αντιμετωπίζοντας το σεξ ως χαρά της ζωής και όχι επικύρωση της ιδιοκτησιακής σχέσης μεταξύ των ανθρώπων, έχω την τιμή να παρουσιάσω την κοινόχρηστη γκόμενα.

Αν και πολλές φορές το ερωτικό παιχνίδι δύο φίλων με την ίδια κοπέλα προκαλεί ανεπανόρθωτες παρεξηγήσεις και είναι αιτία ακόμα και τερματισμού της φιλίας τους, αυτό δεν συμβαίνει στην περίπτωση της κοινόχρηστης γκόμενας: δύο ή περισσότεροι φίλοι μπορούν να απολαμβάνουν τις ερωτικές χάρες της εν λόγω κοπέλας (εναλλάξ ή ομοθυμαδόν) χωρίς καμία παρεξήγηση μεταξύ τους.

Για να υπάρξει τόση απελευθέρωση βέβαια, σημαίνει ότι κανείς από την παρέα δεν διεκδικεί την κοπέλα για σοβαρή σχέση. Αυτό γίνεται είτε επειδή η γκόμενα είναι χαζή, είτε επειδή είναι μπάζο, είτε επειδή είναι πολύ πεταχτούλα και αν τα φτιάξει κάποιος μαζί της θα του πάει το κέρατο σύννεφο...

Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν τα άτομα μέσα σε μια παρέα που δεν μπορούν να καταλάβουν πότε μια κοπέλα ανήκει σε αυτή την ειδική κατηγορία γυναικών, οπότε κολλάνε με αυτή, χαλιούνται και ζαλίζουν τ'αρχίδια των φίλων τους προσπαθώντας να την κατοχυρώσουν για τον εαυτό τους, πράγμα βέβαια μάταιο. Πρόκειται για τους γνωστούς χαζομούνηδες που χαλάνε όλη την πλάκα...

  1. - Χθες πήδηξα την Ανθούλα... Καλή φάση φίλε...
    - Καλά ρε μαλάκα, αυτή δεν την πηδάει ο κολλητός σου;
    - Δεν τρέχει τίποτα ρε! Την έχουμε κοινόχρηστη τη γκόμενα...

  2. - ... και μας ζάλισε που λες ο μαλάκας ο Τάσος! Πάλι κόλλησε με μια γκόμενα που γνωρίσαμε στο νησί και μας απαγόρευε και να της μιλάμε κιόλας!
    - Έλα ρε...
    - Και βέβαια η γκόμενα δεν ήταν για τέτοια... Κοινόχρηστη έπρεπε να την έχουμε και οι τρεις, αλλά μας τη χάλασε τη φάση ο βλάκας!

Χρ. Ιακωβιδου: Είναι επαγγελματίας, οδοντογιατρός, shareware και (μάλλον) δεν έχει ιούς! Τι άλλο να ζητήσω απ΄τη ζωή; (από Vrastaman, 02/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Τζακ ο αντεροβγάλτης αποτελεί αδιάσπαστο μέλος κάθε παρέας που σέβεται τον εαυτό της. Αποτελεί τον μόνιμο περίγελο και όπλο κατά της βαρεμάρας. Αν και η ονομασία παραπέμπει σε φρικιαστικά εγκλήματα, στον Τζόνι Ντεπ και σε κόμικ του Φρανκ Μίλερ (κι όμως!) το πραγματικό της νόημα διαφέρει πάρα πολύ. Στην ουσία είναι προσωνύμιο εκείνου του ατόμου που ξερνοβολάει τα άντερά του μόνο με τη σκέψη του «θα βγούμε έξω».

Συνήθως είναι ο κλασσικός τύπος που δεν πίνει εκείνος το ποτό αλλά εκείνο τον πίνει. Το στομάχι του δεν μπορεί να αντέξει όχι αλκοόλ αλλά ούτε και ένα ποτήρι χαμέμηλο. Παρ' όλα αυτά πίνει σαν πούστης (κολλάει και το σαν μαύρος αλλά ποτέ δεν ανέβασα λήμμα της κατηγορίας Ρατσιστικά και ούτε θα το κάνω). Αφού έχει πιει σαν πούστης πίνει ακόμη λίγο και σε χρόνο dt έχεις δει τι έχει φάει όλη την προηγούμενη εβδομάδα, γιατί ο άτιμος είναι και δυσκοίλιος και το φαΐ μένει στο στομάχι όσο χρόνο χρειάζεσαι εσύ για να στήσεις την τραπεζαρία HARKA μαζί με τις καρέκλες από τα ΙΚΕΑ (μιλάμε έφτυσα αίμα...). Βέβαια υπάρχουν και οι τύποι που δεν χρειάζεται να κατεβάσουν ολόκληρο το αμπάρι του Cutty Sark για να νιώσουν τις ευεργετικές ιδιότητες του εμετού. Αρκεί μια ματιά στο πιοτί, η μυρωδιά της ανάσας κάποιου που έχει πιει ή έστω το σλόγκαν «Μια ζωή ρετσίνα Μαλάματινα!» για να μάθετε τι σκατά βάζει η μάνα του στα κουλουράκια της και είναι τόσο νόστιμα.

Το λήμμα είναι εξαιρετικά ευέλικτο ως προς τον τρόπο εκφοράς του. Μπορεί να ακουστεί ως έχει, μπορεί να ακουστεί ως [όνομα φίλου] ο αντεροβγάλτης, μπορεί να ακουστεί ως αντεροβγάλτης σκέτο ή ακόμη, για πολύ προχώ καταστάσεις εμπειρίας 50 και άνω εμετών, σκέτο Τζακ (καμιά σχέση με παραγγελία το τελευταίο, το αντίθετό του δεν είναι Τζόνι κόλα).

(Θα ήταν προτιμότερο να έγραφα «Ο φίλος μου ο Βασίλης» και να ανέβαζα ένα βίντεο αλλά είναι και τα προσωπικά δεδομένα. Οπότε ο Κλέαρχος μαζί με την Μαρίνα την γκόμενά του συζητούν για τον κοινό τους, όχι ψηλό, φίλο)

Μ: - Αφού τον ξέρεις τι του δίνεις να πιει. Πάλι ξέρασε ο Τζακ ο αντεροβγάλτης και πάνω στα παπούτσια μου!
Κ: - Καλά τρελή είσαι; Μόνος του το άρπαξε το μπουκάλι! Πάντως από ό,τι βλέπω το χρώμα του ξερατού πάει τέλεια με το γούστο σου!
Μ: - Το καταλαβαίνω κάθε φορά που μου λες καλημέρα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Με τη λέξη αυτή χαρακτηρίζουμε μία ομάδα ατόμων ελεεινών και αθλίων, με ροπή προς τη διαφθορά. Ο σκύλος, ως γνωστόν, χρησιμοποιείται ως υβριστικός χαρακτηρισμός σε πολλές γλώσσες (αραβικά, τουρκικά, κ.τλ.).

  1. Blogoσχόλιο:

Πέντε μέρες έχουν περάσει από την ομολογία των εγκλημάτων πολέμου του Αττίλα από τον Αττίλα στην Κύπρο και το Ανανικό σκυλολόι δεν έχει αναχαράξει κουβέντα! Τα εγκλήματα πολέμου κατά της χώρας που τους έχει δώσει υπηκοότητα δεν τους απασχολούν.

  1. Νιτσεϊκό απόσπασμα:

Η ζωή είναι μια πηγή χαράς, εκεί όμως που πίνει και το σκυλολόι όλα τα πηγάδια είναι δηλητηριασμένα.
Μου αρέσει καθετί καθαρό, αλλά δεν αντέχω να βλέπω τα στόματα με τα δόντια που τρίζουν και την δίψα των ακάθαρτων.
Έριξαν τα μάτια τους βαθιά στα πηγάδια: τώρα ανεβαίνει ως εμένα το αντιπαθητικό τους χαμόγελο. Έχουν δηλητηριάσει το άγιο νερό με την ακολασία τους: και καθώς ονόμασαν χαρά τα βρώμικα όνειρά τους, δηλητηρίασαν ακόμη και τις λέξεις.
Η φλόγα γίνεται απρόθυμη όταν πλησιάζουν τις υγρές καρδιές τους στη φωτιά, το ίδιο και το πνεύμα κοχλάζει και καπνίζει εκεί όπου το σκυλολόι πλησιάζει τη φωτιά.
Γλυκερός και παραώριμος γίνεται στα χέρια τους ο καρπός: το βλέμμα τους ρίχνει τα φύλλα των καρποφόρων δέντρων και μαδάει τις κορυφές τους.
Και μερικοί, που αποστράφηκαν την ζωή, αποστράφηκαν μόνο το σκυλολόι: δεν ήθελαν να μοιραστούν τα πηγάδια και την φλόγα και τους καρπούς με το σκυλολόι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η έξοδος του Σαββατόβραδου θεωρείται για πολλούς η σημαντικότερη έξοδος από τη ρουτίνα της βδομάδας με στόχο τη διασκέδαση και τη χαλάρωση παρέα με φίλους, γνωστούς, συγγενείς, κλπ.

Ωστόσο, όταν κάποιος εντός ή ακόμα και εκτός παρέας, αντιληφθεί πως τα άτομα μιας παρέας δεν είναι δεμένα με πραγματικούς δεσμούς φιλίας και γνήσιου ενδιαφέροντος, άλλα απλά σμίγουν για να περάσουν μαζί λίγες ώρες και τίποτα παραπέρα (π.χ. συζήτηση περί ανέμων και υδάτων, προσωπικές κόντρες, καμιά διάθεση ανοίγματος των προσωπικών του ενός στον άλλον, αδιαφορία για τις ανάγκες του άλλου, ανυπαρξία πνεύματος αλληλοβοήθειας, ανυπαρξία επαφής στις σημαντικές στιγμές κάποιου κλπ), τότε μπορεί να αποκαλέσει αυτό το σύνολο ατόμων ως σαββατοπαρέα.

Μια τέτοια διαπίστωση εμφανίζεται συνήθως σε περίπτωση που κάποιο μέλος της παρέας έχει ψηλά τον πήχη για τους υπόλοιπους ή για κάποιους εξ αυτών, μέχρι να έρθει συγκυριακά η στιγμή που τα συναισθήματα των άλλων δοκιμάζονται και αποδεικνύονται ανεπαρκή για τις προσδοκίες του.

Θεωρούσα πως είχα φίλους, αλλά η πράξη απέδειξε πως μια σαββατοπαρέα ήμασταν. Τίποτα παραπέρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μετάφραση-μεταφορά της αμερικανιάς sandy vagina (βλ. εδώ). Χρησιμοποιείται για να δείξει την ευερέθιστη διάθεση κάποιου που λειτουργεί καταστροφικά για όλη την παρέα. Αυτή του η διάθεση δεν οφείλεται στο ότι είναι γκρινιάρης γενικά σαν άνθρωπος, αλλά μάλλον σε κάποιο άγνωστο σε εμάς και τρομερά ενοχλητικό πρόβλημα που τον ταλαιπωρεί, από το οποίο όμως δεν είναι εύκολο ούτε να ξεφύγει, ούτε να μοιραστεί για να μας δώσει κι εμάς να καταλάβουμε.

Φαντάζομαι πως κάπως έτσι νιώθουν τα κοριτσάκια αν, φευ, τους συμβεί κυριολεκτικά το κακό του λήμματος.

Εντάσσεται σε μια μικρή αλλά συνειδητοποιημένη υποκατηγορία της χρήσης του λήμματος μουνί που δεν αναφέρεται απαραίτητα στην γυναικεία φύση, ούτε στο σεξ αλλά και ούτε σε κάτι απαξιωτικό (βλ. έχει πήξει το μουνί μας, κάηκε το μουνί μας κλπ).

- Άντε ρε μαλάκες. Καθόμαστε δέκα ώρες μέσα! Πάμε μια βόλτα πια!
- Τώρα, δικέ μου, κάνουμε το τσιγαράκι και πάμε για ποτό;
- Τι ποτό και μαλακίες, πάλι τα ίδια;
- Ε, και πού να πάμε; Δεν πάμε στο Γκάζι να βρούμε τους άλλους;
- Το βαρέθηκα και το Γκάζι και τους άλλους. Πάμε κάπου αλλού!
- Πού ρε μεγάλε, μίλα!
- Δεν ξέρω. Αν είναι να τριγυρνάμε πάντως άσκοπα, εγώ δεν πάω πουθενά, να ξέρετε.
- Κολλητέ, βγάλ' την άμμο από το μουνί σου! Ακούς τι λες; Τι έχεις πάθει; Ξεκόλλα!

Vagina aggerata... (από patsis, 11/04/09)(από patsis, 26/05/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified