Selected tags

Further tags

Ξεκινάω με τις από καρδιάς ευχαριστίες στο φίλο Gizaha για το πολύ καλό λήμμα. Thanks.

O Καπετανάκης του τραγουδιού «Δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη» (Παράρτημα/χώρος παραδειγμάτων) ήταν διευθυντής των φυλακών της Παλιάς Στρατώνας, κατά τη δεκαετία του '30 . Οι φυλακές αυτές βρίσκονταν στο Μοναστηράκι και, μαζί με τις φυλακές του Ναυπλίου και του Γεντί Κουλέ, ήταν οι γνωστότερες της εποχής. Με αυτόν τον Καπετανάκη φαίνεται να «τα μίλησε/συμφώνησε» ο ήρωας του τραγουδιού, για να μην ξαναμπεί στη φυλακή.

Στο τραγούδι αυτό εκφράζεται το παράπονό του ήρωα για την ύβρη του διευθυντή προς τη μάνα του (την «πότισες φαρμάκι»), της οποίας το ήθος προφανώς θα αμφισβήτησε ο διευθυντής σε κάποιο επισκεπτήριο, εξ ου και η εξήγηση για το υπονοούμενο περί «μελιτζανιών» (εσωρούχων που φορούσαν οι πόρνες). Στις αρχές του 20ου αιώνα, οι πόρνες χρησιμοποιούσαν, για αντισηπτικό, διάλυμα υπερμαγγανικού καλίου, το οποίο έχει χρώμα μοβ. Για να μη φαίνονται οι λεκέδες στα εσώρουχα, χρησιμοποιούσαν υφάσματα σε χρώμα μελιτζανί. Έτσι η φράση «τα μελιτζανιά να μην τα βάλεις πια» σημαίνει «δε θα είσαι πια πόρνη και δεν θα φοράς μελιτζανιά εσώρουχα».

Και πάμε τώρα στην αρχική σημασία της λέξης ντούγκλα. Παρόλο που η λέξη φέρνει λεκτικά στη λέξη μπούκλα, εντούτοις δεν παίζουν έτσι τα πράγματα.

Αρχικά ο στίχος ήταν «που 'χει Ντούγκλας το μουστάκι» και εννοούσε ότι έχει μουστάκι σαν το μουστάκι του ηθοποιού Douglas Fairbanks. (Αυτός γεννήθηκε το 1883 στο Ντένβερ του Κολοράντο και μεσουρανούσε όταν γράφτηκε το τραγούδι. Πέθανε το 1939. Η φωτογραφία στο λινκ είναι προσφορά στους τριχοφοβικούς φίλους.) Το μουστάκι α λα Fairbanks Douglas είναι λεπτότριχο και μακρύ (βλ. φωτογραφίες).

Η γνώση των αγγλικών εκείνη την εποχή ήταν μηδαμινή κι έτσι το Ντάγκλας έγινε εύκολα Ντούγκλας. Αργότερα το Ντούγκλας έγινε Ντούγκλα.

Κατά μια λιγότερο ισχυρή εκδοχή, γίνεται αναφορά στην αλοιφή «Douglas» που χρησιμοποιούσαν οι τότε ρεμπέτες ως ζελέ για τα μαλλιά και το μουστάκι. Πιθανά να παντρεύτηκαν οι δυο παραπάνω περιπτώσεις και επ' ευκαιρία να βρήκε τρόπο να διαφημιστεί κι η κρέμα αυτή.

Η σημαντικότερη λοιπόν εκδοχή αυτής της πρωταρχικής σημασίας ήταν: μουστάκι α λα Fairbanks Douglas. Ωστόσο όμως, με την πάροδο του χρόνου, ο ζωντανός χαρακτήρας της γλώσσας έχει προσδώσει στη λέξη επιπρόσθετες σημασίες, ώστε η γλωσσική χρήση του όρου να μπορεί να εξυπηρετεί και πρόσθετες γλωσσικές χρηστικές ανάγκες.

Έτσι κάποιοι που αγνοούν την προέλευση της, λόγω της παρεμφερούς λεκτικής μορφής της με τη λέξη μπούκλα, τη χρησιμοποιούν για φουντωτά μπουκλοειδή μουστάκια (καθ' όλο το μήκος τους/στα άκρα τους, βλ. παράδειγμα 1).

Κάποιοι άλλοι μπορούν να συνδέσουν την αγριότητα του Καπετανάκη με το τσιγκελωτό μουστάκι, ή με το μουστάκι που έχει γυριστές τις άκρες του.

Πολλές φορές ακόμα, δε χρησιμοποιείται η λέξη για να περιγράψει τον τύπο ενός μουστακιού, αλλά μέσω των λέξεων-κλειδιών του τραγουδιού (φυλακή, Καπετανάκης, κλπ) και του κλίματος της εποχής (στο οποίο δημιουργήθηκε το τραγούδι), μπορεί να παραπέμψει εμφατικά στα παρακάτω χαρακτηριστικά που μπορεί ενδεχομένως να χαρακτηρίζουν κάποιον μουστακοφόρο. Μπορεί λοιπόν να παραπέμψει:

α) Στην αγριόφατσα, ή/και στο σκληρό-αγριωπό και αρρενωπό χαρακτήρα ενός μουστακοφόρου. (Ωστόσο πολλές φορές ένα τέτοιο λουκ μπορεί να λειτουργεί ως φερετζές του πούστη, βλ. παράδειγμα 2).

β) Σε μαγκιά (πραγματική ή τεχνητή, δες εδώ αλλά και στο παράδειγμα 3).

γ) σε κάποιον μουστακοφόρο που το στυλ του μας κάνει εντύπωση. (Το μουστάκι του για παράδειγμα μπορεί να παραπέμπει στην εποχή που δημιουργήθηκε το τραγούδι, συμβάλλοντας τα μέγιστα στο σχηματισμό της εντύπωσης αυτής, βλ. παράδειγμα 4.)

Θα μπορούσαμε τέλος να αναφερθούμε σε γυναίκες που έχουν έντονη τριχοφυΐα μεταξύ μύτης και στόματος (μουστάκι λάιτ, βλ. παράδειγμα 5), στοιχείο που αντιτίθεται στη θηλυκότητα μιας γυναίκας.

Κλείνοντας, ζητώ συγνώμη από την Μαρία την όμορφη, που μπορεί να διαβάσει για άλλη μια φορά ένα θέμα που αφορά τριχοφυΐα.

Από φόρουμς
1. [...] από σήμερα υιοθετούμε το στυλ «με τον Καπετανάκη που 'χει ντούγκλα το μουστάκι, ή μπούκλα στο μουστάκι».
Δες

  1. Μην ανησυχείτε, υπάρχουν άντρες που έχουν ντούγκλα το μουστάκι και έχουν τα μπράτσα πέτρες κι όμως την αρμέγουν την σαύρα...
    Δες

  2. Εξετάστηκε από το ΚΥΣΕΑ (Κυβέρνηση Σεσημασμένων Αμερικανοτσολιάδων σύμφωνα με παλαιότερη ρήση του Τζιμάκου) η πρόταση του υπουργού Εθνικής Αυτοϊκανοποίησης Βαγγέλα Μεϊμαράκη που 'χει ντούγκλα το μουστάκι για την αντιμετώπιση της «λειψανδρίας» στα ελληνικά στρατά. Ο υπουργός καταχειροκροτούμενος από νεολαίους της ΟΝΝΕΔ και τους ΛΑΟΣ που είχαν προσκληθεί στα πλαίσια του διαλόγου με την νέα γενιά για το εν λόγω ζήτημα, πρότεινε το παιδομάζωμα όλων των αγοριών ηλικίας 13–18 ετών.
    Δες

  3. Α ωραία... Ξέρω μια καλή καφετέρια (ή καφετερία, όπως έλεγε η προγιαγιά μου) Σολωμού και Γ' Σεπτεμβρίου, δίπλα στον Ερυθρό Σταυρό, δυο βήματα από τον ΟΚΑΝΑ. Ό,τι πρέπει για συνάντηση! Εκεί θα δούμε και τον Καπετανάκη, που 'χει ντούγκλα στο μουστάκι. Ειδάλλως, θα αναγκαστούμε να πάμε στο Μοναστηράκι. Κλαψ!
    Δες

  4. Αλλά... ούτε μια κουβέντα για τα φιλιά στις θείες με τη ντούγκλα στο μουστάκι.
    Δες

Παράρτημα

Δεν ξανακάνω φυλακή με τον Καπετανάκη

Δεν ξανακάνω φυλακή
με τον Καπετανάκη που 'χει ντούγκλα στο μουστάκι
τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε

Τη δόλια τη μανούλα μου
την πότισες φαρμάκι
αχ εσύ Καπετανάκη τα μελιτζανιά να μη τα βάλεις πια

Ξυπνώ και βλέπω σίδερα
στη γη στερεωμένα
τα παιδάκια τα καημένα
τα μιλήσαμε, τα συμφωνήσαμε

Στίχοι: Πάνος Μιχαλόπουλος
Μουσική: Λεονάρδος Μπουρνέλλης
Πρώτη εκτέλεση: Πάνος Μιχαλόπουλος

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι το πρώτο βήμα προς την διόρθωση του λάθους της φύσης να γεννήσει κάποιον με κάποια πράγματα περισσότερα εκεί ανάμεσα στα πόδια. Ελπίζω μόνο να μην υπάρχουν λήμματα και για τα πιο «βαρβάτα» βήματα. Είναι η λύση, στην οποία καταφεύγει η συμπαθής τάξη των πισωγλέντηδων, ώστε να μεγαλώσει την κόμη των μελών της και να μοιάζουν κατά τι περισσότερο στο θηλυκό γένος (θέλω να ξέρεις εσύ που κοκκίνιζες το λήμμα μέταλ, metal, ότι σε καμιά περίπτωση δεν σε συγκρίνω με τους παραπάνω).

Προέρχεται από το ποστίς ή επί το ευρωπαϊκότερο postiche, παραφρασμένο για να εξυπηρετήσει τους ταπεινούς σκοπούς όσων το χρησιμοποιούν και, θέλω να πιστεύω, όχι κοροϊδευτικά.

Το εξτένσιον των μαλλιών είναι κάτι πολύ φυσιολογικό και, από ότι είδαμε σε γνωστούς τηλεοπτικούς αστέρες, αν χρησιμοποιείται με σύνεση μπορεί να φέρει εκπληκτικά αποτελέσματα! Οπότε πρέπει να γνωρίζουμε την διαφορά του απλού εξτένσιον από το πουστίς γιατί είναι πιθανόν να προκληθούν παρανοήσεις.

Στους φανατικούς πολέμιους του πουστίς συγκαταλέγονται: Ο Άγγελος Πυριόχος, η (Ρεπορτάζ:) Έφη Μαλτέζου, ένας τύπος που είχε πάει σε κάποιο Big Brother αλλά δεν θυμάμαι και ο Νίκος Καρβέλας, που τα προτιμάει φυσικά (Όχι αλήθεια! Στην εκπομπή του Μάκη είδα το καρύδι, οπότε δεν υπάρχει αμφιβολία!).

- Ρε φίλε, ο Τάκης είναι αυτός με το τακούνι και την μαλούρα;
- Άσε, προχτές τον είδα κι εγώ... Μου φοράει ό, τι πιο κιτς κυκλοφορεί και μιλάει σαν τον πουρουπουπού. Αφού έκανε και πουστίς τα πράγματα δείχνουν προς Συγγρού μεριά...
- Καλά, πριν μια βδομάδα δεν σας είδα μαζί στην Ερμού;
- Τι λες ρε συ; Έχω εγώ λεφτά για ψώνια; Ούτε από κοντά δεν περνάω.
- Όχι, εννοώ...
- Κατάλαβα ρε, πού θα πάει αυτό με τα επιτόκια. Κι εγώ το ίδιο αναρωτιέμαι φίλε μου.

Mein Hair, αυτά τα extenstions δεν φιλοτέχνησε χειρ τις, αλλά πους τις! (από Vrastaman, 21/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχικώς γέμισμα στρώματος για καλοκαιρινή χρήση (μάλλον βαμβάκι).

Μεταφορικώς το γυναικείο εφηβαίο τρίχωμα. Ιδίως σε αντιπαράθεση με περιοχές που έχει πέσει αποτρίχωση ή ξυράφι.

- Κοίτα ρε συ τζίβα που πετάγεται από το μπικίνι της γκόμενας! αηδία!
- Μην στεναχωριέσαι, διορθώνεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μπάζο, καθώς και η αξύριστη.

Κόψε ρε μαγκίτη τον βαμβακούλα;! Μαλωμένη με το ξυράφι, κουμούνα και φεμινίστρια!

(από Khan, 23/09/10)Πνίχτε Λούγκρες τα Κουνέλια - Βαμβακούλας (από Cunning Linguist, 23/03/12)

Από τον υπερ-cult 80s ποδοσφαιριστή του Ολυμπιακού Βαμβακούλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο έχων αραιωμένη την κορυφή του τριχωτού της κεφαλής και αφήνει κοτσίδα ή μακριά μαλλιά, κατάλοιπο νεανικών χρόνων.

Πουλικάκος, τίποτα άλλο.

(από Cunning Linguist, 20/04/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified