Το γαλλικό φιλί (δηλαδή με γλώσσα) ανάμεσα σε τρία άτομα. Τα εν λόγω άτομα μπορεί είτε να γουστάρουν να φιλήσουν όλοι/-ες όλους/-ες, είτε προσπαθώντας τα δύο άτομα να φιλήσουν το τρίτο (π.χ. δύο άντρες να φιλήσουν ταυτόχρονα μια γυναίκα), μπερδεύουν γλώσσες και γενικότερα τα μπούτια τους...

Α - Τι λιώσιμο ήτανε αυτό μέσα στην θάλασσα ρέεεε!
Β - Ρε μαλάκα, σε μια φάση πάω να φιλήσω την γκόμενα μαζί με αυτόν και έγινε τριπλογλώσσι!
Α - Αφού ρε μαλάκα είχαμε μπλέξει τα μπούτια μας, σκάγανε και τα κύματα πάνω μας και τον είχαμε δαγκώσει...
Β - Κι εγώ που νόμιζα τόσον καιρό ότι δεν γίνονται τέτοια σκηνικά...!
Γ - Γιατί, εγώ που είχα μαστουρώσει στην ξαπλώστρα κι έβλεπα ελέφαντες;;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το φιλί με τις γλώσσες μόνο χωρίς επαφή με χείλη ή άλλα μέρη του στόματος. Δηλαδή, μια ένωση των γλωσσών στον αέρα. Αυτό είναι κι η διαφορά του από το γαλλικό φιλί, ή γλωσσόφιλο. Τύπος φιλιού πολύ συνηθισμένος στις τσόντες.

Μπήκε τότε η Sylvia Saint και πλάκωσε τον Peter North στα γλωσσίδια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φλώρικος τρόπος να πεις «κι από μένα φιλάκια», θυμίζει και το γυναικωτός.

Clopyright: Panos2.

Κις-οφ:
-Μάκια!
-Παλαμάκια!
-Φιλάκια φιλικωτά!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται στο παρκάρισμα, όταν ακουμπάς λίγο, ένα τακ, τον μπροστινό ή και τον πίσω. Πιο πολύ στον Αόριστο: «Τον φίλησα». Εννοείται ότι έχεις ακουμπήσει ελάχιστα τον προφυλακτήρα του, σαν ένα ακράγγιγμα των χειλιών σε ένα φιλί.

Πηγή: Beth.

- Έλα, έλα, έλα, έλα κι άλλο, έλα, έλα μαλάκα να δεις τι έκανες!
- Τι; Τον φίλησα;
- Ναι, αλλά γαλλικό φιλί! Βρες τώρα τον ασφαλιστή σου να δούμε πώς θα γλυτάρουμε!...

βλ. και δια της ακουστικής μεθόδου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα φιλιά στα μάγουλα που ανταλάσσονται όταν συναντάμε κάποιον.

  1. (www.red-dna.com) Κοίταξε προς την πλευρά από την οποία ερχόταν ο ήχος από τα «μάτσα, μούτσα» και ανατρίχιασε. Ένα ζευγάρι ανδρών φιλιόταν.

  2. (www.elliniko-fenomeno.gr) Τα μάτσα - μούτσα και τα χουφτώματα «δήθεν» φιλικά στην εκπομπή, ήταν σήμα κατατεθέν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για άνδρες, στις ακόλουθες περιπτώσεις:

  • Χρησιμοποιούν την γυναικεία έκφραση «θα τα πούμε, φιλάκια» κάθε φορά που κλείνουν το τηλέφωνο.
  • Συνοδεύουν τις γυναίκες μέχρι το σπίτι τους μετά την έξοδο, για να φιληθούν (και τίποτα άλλο), όπως στις ελληνικές ταινίες.
  • Ασπάζονται διαρκώς στα μάγουλα όποιον ή όποια συναντήσουν (όπως κάνουν οι γυναίκες).

Σταμάτα ρε φιλάκια να μου γλείφεις τα μάγουλα κάθε φορά που με βλέπεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το είδος φιλιού, στο οποίο επιδίδονται τα βαμπίρ, χρησιμοποιώντας τους κυνόδοντες, για να ρουφήξουν, ή έστω για να ανάψουν λίγο τα αίματα. Το θεωρούν πολύ σέξι και οι γκοθάδες και γκοθούδες. Η λέξη σχηματίζεται αναλογικά προς το γλωσσόφιλο. Αν σχηματιζόταν αναλογικά προς το χυσόφιλο, θα λεγόταν «αιμόφιλο», ενώ αν προς το γαλλικό φιλί, θα λεγόταν «καρπαθικό φιλί».

Ο κόμης Δράκουλας μάγευε τις ερωμένες του με τα αισθησιακά του κυνοδοντόφιλα.

(από Khan, 15/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εισαγωγή εις την ιερά τέχνη του φιλιού (κοντολογίς: Kisses 101)

Ως γνωστόν, γενεαί και γενεαί εραστών έχουν κατηγοριοποιήσει τα φιλιά εις διαφορετικάς κατηγορίας ανάλογα με την τεχνική των. Πχ. οι ένδοξοι ερασταί παλαιοτέρων εποχών αναφέροντο εις το φιλί της κουμπάρας, το γαλλικό φιλί, ήτοι ασπασμός μετά χρήσης γλωσσής. Κατ' άλλους βέβαια, γαλλικό φιλί εστί η πεολειξία, αλλά αυτό δεν αφορά την εδώ πραγματεία. Ο ιχθυοασπασμός λοιπόν ή κατά του μαλλιαρούς δημοτικιστάς ψαρόφιλο είναι κατηγορία ασπασμού.

Έννοια ψαροφίλου

Εν τη διάρκεια του ψαροφίλου τα χείλη των ασπαζόντων ενόνοντω και αποκολλόντω κατά τακτά χρονικά διαστήματα, ούτως προκαλείται κενό δια προσρόφηση αέρος μετά του χαρακτηριστικού ήχου ωσάν να επρόκειτο δια προσρόφηση σαλιγκαρίου τινός από το κέλυφός του (ηχομίμησις: ιουφιουιουφφφιου!). Έτεραι φοραί, παρατηρείται και εξαγωγή αέρος παρά του κενού των ζεύγων των χειλίων και δια τούτου παράγεται οξύς συριστικός και βραχύς ήχος, ήτοι: σσσφιουου! Άλλοτε δε, ο ήχος θυμίζει προσρόφηση τούρκικού καφέ, ήτοι: σσφιουουου! Εν πάσει περιπτώσει, προ αυτών των ήχων υπάρχει ο εξίσου αποκρουστικός βραχύς ήχος αποκολλώσεως υγρών χειλίων, δλδ: σλομπ!

Δια λόγους συντομίας αλλά και αηδίας δεν θα αναφερθούν όλοι οι ήχοι αν και το θέμα χρήζει ιδιαιτέρας μελέτης και χρήσις εμετοσακκούλας (πόσους αηδιαστικούς ήχους δύνασαι να αντέξεις φίλε αναγνώστα;).

Η χρήση ψαροφίλου αποτελεί ασπασμόν της χειρίστου διαλογής διότι εκνευρίζει αμφότερους τους ασπασθέντες και τους γύρω αυτών (οι αηδιαστικοί ήχοι που λέγαμε). Οι τρίγυρω άνθρωποι ψάχνουν ποίο παράθυρο έχει χαραμάδαι και ποίος πίνει καφέ μετά θορύβου.

Επίμετρο-επίλογος-ηθικό δίδαγμα

ΑΠΟΦΥΓΕΤΕ ΤΟ ΨΑΡΟΦΙΛΟ ΠΡΟ ΟΙΑΣΔΗΠΟΤΕ ΘΥΣΙΑΣ !

(Ευτέρπη:) - Εις την σαλιγκαροπροσρόφιση αγαπητή μου, ίσως το κατέχει! Μα όταν ασπαζόμεθα νομίζω ότι φυσάει βορινός άνεμος και σφυρίζει από τα παράθυρα! Οποία κατάστασις! ΠΛΕΟΝ !

(Φαίδων:)
- Η ατάκα ΠΛΕΟΝ είναι δική μουου!

(Ευτέρπη:)
- Ρούφα τα σαλιγκάρια σου μετά συριγμού και δικής μας βδελυγμίας εσύ!

(από Vrastaman, 23/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Φιλάκι;» με ερωτηματικό/παραινετικό τόνο και με υπόδειξη του πλαϊνού της σιαγόνας, είναι μια σαχλαμαρίτσα που μπορεί κανείς -αρσενικός- να πει για χαβαλέ στο συνομιλητή του -επίσης αρσενικό-, όταν μόλις του έχει κάνει ή πει κάτι που τον έχει εκνευρίσει πολύ (π.χ. χώνεις κάποιον για δουλειά, ή την έχεις βγεις από πάνω με μεγαλείωδη τρόπο σε κάποιο θέμα, γενικά τον έχεις κάνει να φάει ήττα και να σπαστεί με αυτό, και μετά με πολύ γλυκό τρόπο του ζητάς το «φιλάκι» της συμφιλίωσης, και μάλιστα στο συγκεκριμένο σημείο). Είναι αρκετά ηδονικό να το κάνεις μπροστά στη χολωμένη μάπα του άλλου. Αυτή η γλυκούτσικη χειρονομία προέρχεται από την κουλτούρα του γουτσισμού, ενδεχομένως και του παιδαγωγικά απαράδεκτου γουτσισμού μεταξύ γονέων και τέκνων.

Φυσικά, όσοι το λέμε -μεταξύ αυτών και εγώ- πιθηκίζουμε -ακόμη...- το Vinz (Vincent Cassel), που το έλεγε στον Saïd (Saïd Taghmaoui), στο «Μίσος» του Κασοβίτς.

- Ε γάμησε με ρε μαλάκα, πουτάνα η Μαρία, ψώλα η Μαρία... μαλάκα, ε μαλάκα... στ' αρχίδια μου στο κάτω κάτω...
- Σε πειράζει φίλε μου βλέπω... η αλήθεια πονάει... στις δυο βδομάδες απάνω την έλεγες «ο άνθρωπος μου» να σου θυμήσω... εγώ στα 'λεγα...
- Ναι ρε μαλάκα, με πειράζει, τι θες τώρα να 'ούμε...
- Τίποτα τίποτα... φιλάκι;

στο μυαλό των ηρώων (από xalikoutis, 01/12/08) (από xalikoutis, 22/10/09)(από xalikoutis, 22/10/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified