Η γυναίκα που σε φλερτάρει προκλητικά και μη, αλλά δεν σου κάθεται/δεν έχει σκοπό να κάνει σεξ ποτέ μαζί σου. Ο ελληνικός ορισμός του αγγλικού "tease"
-Δεν ξέρω αν η Ειρήνη με γουστάρει ή αν είναι απλώς πουτσοχαϊδεύτρα και με παίζει.
Η γυναίκα που σε φλερτάρει προκλητικά και μη, αλλά δεν σου κάθεται/δεν έχει σκοπό να κάνει σεξ ποτέ μαζί σου. Ο ελληνικός ορισμός του αγγλικού "tease"
-Δεν ξέρω αν η Ειρήνη με γουστάρει ή αν είναι απλώς πουτσοχαϊδεύτρα και με παίζει.
Got a better definition? Add it!
Άσχημος άνθρωπος ανεξαρτήτου φύλου, όπου έχει χαρακτηριστικά καλικάντζαρου και μοιάζει με παιδί του. Μπορεί να χρησιμοποιηθεί και σαν συνώνυμο του άτακτου ή του απλού καλικάντζαρου.
(ρεσεψιονίστ)- Κυρία Ντάνου, κυρία ντάνου
-Τι θες πάλι πρωί πρωί βρε καλικαντζαρόσπορε;
η δεξιά εικονιζόμενη
Got a better definition? Add it!
Η γυναίκα που διαλύει/ανακατεύει τις ανδροπαρέες εξαιτίας του πλούσιου κι ευλογημένου μπούστου της (πολλάν μεγάλα τσιτσία).
-Με τον Άκη έχω να μιλήσω από τότε που γνωρίσαμε την Κικίτσα την βυζομπετονιέρα, που μας έκανε μπάχαλο.
Got a better definition? Add it!
Αυτή που σιχαίνεται το πέος στο στόμα της και δεν κάνει ποτέ στοματικό σε άντρα.
-Καλά ρε γιατί την χώρισες;
-Άσε μωρέ με την πιποχόνδρια, ούτε το κεφάλι δεν ήθελε να βάλει στο στόμα της.
Got a better definition? Add it!
Όταν το οτοκορέκτ σου αλλάζει λέξεις του μηνύματος και δε μπορείς να βγάλεις άκρη και νόημα. Σαν τη συννενόηση-μπουζούκι, αλλά σε mobile version.
-Θα βρεθούμε στις 6, κομπλέ;
-Οκτώβριος
-Μη σου πω και Νοέμβριος!
-γ@μώ το οτοκορέκτ, μου αλλάζει τις λέξεις συνέχεια!!!
-Κατάλαβα, συννενόηση μπουζουκορέκτ...
Got a better definition? Add it!
Τα strobe lights και γενικότερα τα έντονα φώτα που αναβοσβήνουν γρήγορα.
«Σταμάτα ρε να ανοιγοκλείνεις τα φώτα λες και είναι στρομπόλια!»
Got a better definition? Add it!
Published
Η μονολεκτική εκδοχή της φράσης «ψήσου για τίτσου». Γιατί όταν σε έχει πιάσει η γκάβλα να παίξεις, δε μπορείς να λες πολλές κουβέντες. Απαντάται και ως ψήτσου. Φυσικά δεν υπάρχει β' πληθυντικό στην έκφραση, γιατί πάντα ένας είναι ο ξενέρωτος που δεν ψήνεται να παίξει.
Έλα ρε, έχω φέρει τράπουλα. Μη μας το χαλάσεις πάλι. Ψίτσου!
Got a better definition? Add it!
Πολιτικός χαρακτηρισμός για τον Ναιοέλληνα που θέλει να μείνουμε στην Ευρωζώνη ή στην Ευρωπαϊκή Ένωση πάση θυσία, -θα πει (σύμφωνα πάντα με τους χρησιμοποιούντες την έκφραση) πάση ανθρωπο-θυσία ή πάση θυσία των άλλων-, για τον ευρωμαϊντανό.
Ο όρος εγκαινιάστηκε στα συλλαλητήρια του Ιουνίου και Ιουλίου 2015 υπέρ της παραμονής της Ελλάδας στην Ευρωζώνη, επέζησε όμως πέραν αυτών για να δηλώσει κάποιον που οι πολιτικές του θέσεις διαμορφώνονται υπό το βάρος της απόλυτης προτεραιότητας του ευρωπαϊκού προσανατολισμού της Ελλάδας, ακόμη και εις βάρος άλλων σημαντικών προτεραιοτήτων. Κατά κανόνα χρησιμοποιείται από ιδεολογικούς αντιπάλους ως ελαφρός μειωτικός χαρακτηρισμός. Οι μενουμευρώπηδες κατηγορούνται από τους χρησιμοποιούντες την έκφραση ως ανήκοντες σε δύο μεγάλες κατηγορίες ανθρώπων: Είτε πρόκειται για ευρωπανηλίθιους που καίτη ευρωπαλαιστές λατρεύουν με φανατισμό ως ευρωταλιμπάν το [ευρωπέος]8 την ιδιότητα του να είσαι Ευρωπαίος. Είτε για λαμόγια που κρύβουν υπό τον μανδύα του φιλοευρωπαϊσμού τα ταξικά τους συμφέροντα. Οι μενουμευρώπηδες έχουν βέβαια διάφορες απαντήσεις, αλλά τέσπα εδώ μας ενδιαφέρουν τα γλωσσικά έως και ρητορικά στοιχεία της πολιτικής, μην επεκταθούμε.
Got a better definition? Add it!
Χαρακτηρίζει αυτόν που είναι φανατικός με το Ευρώ, την Ευρωζώνη ή την Ευρωπαϊκή Ένωση και την ένταξη ή παραμονή σε αυτές, και γενικότερα με την ευρωπαϊκή ιδέα. Κυρίως, όμως, με το Ευρώ και την Ευρωζώνη. Ο φανατισμός του φτάνει σε τέτοιο σημείο, ώστε να μπορεί να χαρακτηριστεί ταλιμπάν, δηλαδή φανατικότατος έως τα όρια του θεούσου, ή και ασυλλόγιστος σταρχιδιστής πρόθυμος για κάθε ταλιμπανιά (βλ. και λοιπές σλανγκικές σημασίες του ταλιμπάν). Για τους ορίτζιναλ ταλιμπάν (<αραβικό tālib= μαθητής, επειδή ήταν αρχικά ιεροσπουδαστές σε πακιστανικές θρησκευτικές σχολές) δες εδώ.
Ο όρος είναι ειρωνικός, ιδίως γιατί η ευρωπαϊκή ιδέα έχει συνδεθεί με τα ιδεώδη του Διαφωτισμού, της ορθολογικής σκέψης και της εκκοσμίκευσης στους αντίποδες του θρησκευτικού φανατισμού. Οι χρησιμοποιούντες ειρωνικά τον όρο θίγουν ακριβώς το ότι ορισμένοι έχουν φανατική σχέση με την ευρωπαϊκή ιδέα όντας σε εσωτερική αντίφαση με τα πιστεύω τους, αφού τα πιστεύουν ακριβώς με τρόπο που αντιφάσκει προς το περιεχόμενό τους. Παρόμοιες χρήσεις είναι βεβαίως πολύ συνήθεις σήμερα, αφού ο φανατισμός των υποτιθέμενων ορθολογιστών και ευρωπαϊστών ή δυτικόφιλων που ταλιμπανίζουν ασύστολα είναι πολύ σύνηθες θέμα σε παρόμοιες λεξιπλασίες. Έχει θιγεί και στα λήμματα διαφωτιστάν, μουτζαχεντίν, μεταρρυθμιστάν, ευρωπαϊστάν, εκσυγχρονιστάν, φωταδιστής κ.ά.
Plot twist ινσέψιο: Ο συριζοταλιμπάν που είναι πλέον ευρωταλιμπάν.
Πάσα (Δ.Π.): Σφυρίζων.
Got a better definition? Add it!
Στα καλιαρντά είναι μειωτικός χαρακτηρισμός για έναν επαρχιώτη που είναι χοντρός, οπότε κατά το συναμφότερον βλαχαδερού και ευχοντρίας δίνει την εικόνα ενός πολύ άξεστου ανθρώπου. Ο Ηλίας Πετρόπουλος (Τα Καλιαρντά, 1971) δίνει και το αρχοντοχωριάτης ως επεξήγηση, ενώ το ετυμολογεί από το ιταλικό carne (=κρέας) που χρησιμοποιείται συχνά στα καλιαρντά. Είναι δηλαδή ο βλάχος (με την ευρεία σημασία του χωριάτη, του επαρχιώτη) που έχει πολλά περιττά κιλά/ κρέατα πάνω του.
Σκέφτομαι να στήσω χρυσελεφάντινο ανδριάντα στο με σικ γιάνκη. Είχε όλες τις προϋποθέσεις να μου ήταν συμπαθής. Έσιαξε το μπερντέ του εις την αλλοδαπή και διακατέχεται από μια προτεσταντική ηθική, σε αντίθεση με τους βλαχοκαρνιώτες μικρομέγαλους ιθαγενείς μετόχους και τις δημοσιογραφικές βουβουζέλες τους που μου προκαλούν μια α πριόρι αποστροφή. (Πολιτικό καλιάρντεμα αποκατέ).
Got a better definition? Add it!