Η κωλότρυπα, η σούφρα, ο πρωκτός.

Πέον να σημειωθεί ότι η σκέτη κωλοτρυπίδα έχει μηδαμινό σλανγκικό ενδιαφέρον:

- Βάζει τη γκόμενά του να τον τσιμπουκώσει και της ξεσκίζει την κωλοτρυπίδα (εδώ).

Δηλαδή, χελόου!

Σλανγκιά του κώλου...

Σκέτη βανίλια, εκτός κι εάν έχετε για ίνδαλμα τον goatse.

Εξελισσόμενη όμως, η κωλοτρυπίς αποκτά πολλά κιλά σλανγκενέργειας. Μερικά τυχαία παραδείγματα, όλα από το σάη:

Σλανγκασίστ: Μητέρα Γιουγιού, εδώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η -μούνα που έχει πολύ ανοιχτό μουνί και ωσεκτουτού αφενός θεωρείται ως πουτάνα, και αφεδύο θεωρείται ότι το σεχ μαζί της δεν είναι απολαυστικό, γιατί μοιάζει επικίνδυνα με αερογαμία.

Ασφάλουσλυ πρόκειται για μια σεξιστική προκατάληψη, καθώς το γεγονός μπορεί να οφείλεται σε διάφορους λόγους (μορφολογική ιδιαιτερότητα, εγκυμοσύνη κ.ά.) ενώ και η ίδια η σκέψη είναι σεξιστική, αλλά καθώς εμείς εδώ δεν κορεκτολογούμε, αλλά σλανγκολογούμε, να πούμε ότι χρησιμοποιείται και ως βρισιά σε βρις-οφ και για να περιγράψει θεωρούμενες ως αηδείς σεξουαλικές εμπειρίες με σχετικά μεγαλύτερης ηλικίας (οΘντκ) μιλφάκια ή τζιλφάκια.

  1. την πρωτη φορα που πηγα ειχε σκυψει πανω μου και κατω απο τα ποδια της εβλεπα κατι να κρεμεται και δεν μπορουσα να καταλαβω τι ειναι;;;;;;!!!!!! δεν μπορουσα να φανταστω οτι υπαρχουν τοσο μεγαλα μουνοχειλα....ασε την τελευταια φορα τα πιανει με τα χερια της και τα ανοιγει και μεσα ηταν σαν να ηταν κουφιο τοσο ανοιχτομουνα που εβαζα δαχτυλο και σχεδον δεν εβρισκε.... (Ατονιστης περιγράφει την εμπειρία του με ανοιχτομούνα σε μπουρδελοσάιτ).

  2. - Γεια σας μάγκες!
    Πιστεύετε ότι όσο πιο ανοιχτομούνα είναι η γκόμενα τόσο περισσότερο πούτσο έχει φάει; Όσο ποιο σφικτή είναι τόσο λιγότερους πούτσους έχει φάει; Η δεν ισχύει κανένα από τα δυο και είναι διάφοροι τύποι μουνιού;
    - Το να ναι ανοιχτό το μουνί μπορεί να σημαίνει ότι έχει φάει πολλές πούτσες αλλά μπορεί να σημαίνει και ότι έχει γαμηθεί σχετικά πρόσφατα.. Το σφιχτό μουνί άλλες φορές σημαίνει ότι δεν έχει πάει με πολλούς και άλλες ότι έχει καιρο να...
    - Bασικα μεγαλο ρολο παιζει και η μορφολογια του σωματος της καθε γκομενας.Υπαρχουνε γκομενες που ειναι απο την φυση τους στενες και αλλες πιο ανοιχτες.
    - Το μουνι διακρίνει αν ο πουτσος εχει διαφορετικο ιδιοκτητη; Δηλαδη ειναι το ιδιο να εχεις φαει 50 πουτσους απο τον ιδιο γκομενο με το να φας 50 διαφορετικους πουτσους;
    - Άμα μπορεί και κάνει το μουνί της φιόγκο έχει φάει πάρα πολλούς, ψάξε για άλλην.
    (Διερωτήσεις στο θρεντ «Πολύ ανοιχτό μουνί= πουτάνα ή μύθος;» σε μπουρδελοσάιτ).

  3. ΕΛΑ ΡΕ ΠΟΥΣΤΑΡΑ ΑΔΕΡΦΗ ΤΟΥ ΠΣ ΝΑ ΣΕ ΓΑΜΗΣΩ ΤΗΝ ΜΑΝΟΥΛΑ ΣΟΥ ΤΗΝ ΑΝΟΙΧΤΟΜΟΥΝΑ ΕΛΑ ΡΕ ΚΕΡΑΤΑ ΝΑ ΜΕ ΤΑ ΠΕΙΣ ΤΕΤ Α ΤΕΤ ΚΑΡΙΟΛΑΚΟ. (Από φωνακλάδικο βρις-οφ μεταξύ σαλονικιών σε άλλο σάιτ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τρυφερό κομμάτι σάρκας, άλλοι το τοποθετούν στο εσωτερικό του μηρού και άλλοι, περισσότεροι, στο κομμάτι του δέρματος που καλύπτει τον πλατύ ραχιαίο μυ. Γενικά και σχεδόν απροσδιόριστα το ευαίσθητο και εξαιρετικά επώδυνο για χαλάουες και λοιπές αισθητικές παρεμβάσεις σημείο του σώματος που ο αφελής πιστεύει εσφαλμένα ότι θα το κουράρει αποτελεσματικότερα με δυνατές κραυγές παρά με τις λοιπές μεσαιωνικής σύλληψης μεθόδους (βλ. «Άτλας της Χιώτικης Ανατομίας»).

- Πάρε μια ανάσα και «χρααααατς».
- ΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑΑχχχχ (λυγμ)
- Εχμφ, αφού σου 'χω πει ότι πονάει η γαδαροψυχή. Κάθε φορά φωνάζεις λες και σου παίρνω την παρθενιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ένας από τους καυλύτερους γυναικότυπους, πρόκειται για την γυναίκα που έχει πεταχτά τουρλωτά οπίσθια που την καθιστούν αντικείμενο του πόθου όταν τουρλοκωλιάζεται.

Ετυμολογείται από τα ρήματα τουρλώνω και τρουλώνω, συγγενή με το τρούλος. Δικαιώνεται, λοιπόν, ετυμολογικώς, ο Gatzman που αποκαλεί τον συγκεκριμένο γυναικότυπο Βασιλική μετά τρούλου. Ετυμολογία του κώλου, πάντως, δεν κάνω.

Ψιλοκυκλοφορεί και ως τουρλόκωλο και ως επίρρημα τουρλόκωλα.

Συνώνυμα: καρπουζοκώλα, ορθοκώλα, μπουζουκοκώλα.
Αντώνυμο: χαμηλοκώλα.

  1. Εγω δεν ειμαι ρατσιστης. Μου αρεσε πολυ η τουρλοκωλα Ουκρανεζα (Γιουροβύζιον 2007).

  2. Να κάνεις την προσευχήσου στην παναγία την τουρλοκωλα που κατάφερες να μπεις σεκιούριτι στο δημόσιο και τρως ένα κομμάτι ψωμί. (Εδώ).

  3. Ως επίρρημα: παντως παιδια γερη κραση εχουμε οι Ελληνες!!!!!και τον μαλακομαγνητη απο οτι φαινεται που θα παει ομως θα ερθει τουρλοκωλα ο ερμης και θα γλυτωσουμε (Εδώ).

Jennifer Lopez, η μάνα για όλες τις τουρλοκώλες! (από Khan, 08/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς η νταρντάνα (βλ. λήμμα για ετυμολογία), δηλαδή η ψηλή και ογκώδης γυναίκα, (μάλλον σέξι, αν και τα γούστα ποικίλλουν), σύμφωνα άλλωστε με την γαμοσλανγκοτέτοια κατάληξη -μούνα / -μουνο, που χρησιμοποιείται συνηθέστατα για να περιγράψει γυναικότυπους σωματικούς και χαρακτηριολογικούς.

  1. Στην πρωτη φωτο εχουμε μια νταρντανομουνα μελαχρινη. Παιδια η τύπισσα ανετα επαιζε το ρολο της Αφεντρας. Αν και λιγο γεματουλα και με λιγο μεγαλο κωλο ειχε ενα εντελως τσαμπουκαλαμενο βλεμμα και attitude. Αφηστε που ειχε και ενα μαυρο ματι που σκοτωνε και ηταν ντυμενη στα μαυρα. (Εδώ).

  2. ειχα περασει τις προαλες ενα πρωι ψαχνοντας μια εταιρεια ανταλλακτικων και τσεκαρα πρωινη μια νταρντανομουνα βραζιλιανα ..οποτε ειπα σημερα να κοψω κινηση.. (Εδώ).

  3. Η νταρντανομουνα εχει ιδιαιτερη αδυναμια στα γουνινα, κροκοδειλε, λεοπαρδαλε, ζεπρε, τιγρε, ή αλλο animal print και συνδυασμους των πιο πανω. (Εδώ).

  4. Για τον Mad King που του αρεσουν τα νταρντανομουνα... Καλο πινελο φιλε (Εδώ).

(από Khan, 12/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γκόμενα που έχει τόσο παχιά και προτεταμένα μουνόχειλα που παραπέμπουν σε πέοντα σε κατάσταση λήθαργου.

-Τσέκαρε ένα άρρωστο ντόγκι εκεί στην μπάρα που χοροπηδάει...
-Τον πάπαρδο δεν τον βλέπεις που πετάγεται από το φέιγ-κολάν;
-Παρ' την πεομούνα από μπροστά μου!

Πεομούνα άλλου είδους (Λούβρο) (από Vrastaman, 02/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα μισοριξιά.

Κυριολεκτικά, η κοντή και αδυνατούλα που όμως το παίζει Πάμελα...

Μεταφορικά, η χειριστική γυναίκα, η πουτανόψυχη.

Το μισο-, ενώ αναφέρεται στο ήμισυ, τελικά χωράει και την απόχρωση του μίσους, ως προς την χρήση της, καθότι η λέξη χρησιμοποιείται εξαιρετικά υβριστικά.

Επίσης ουδετεροποιείται και γίνεται «μισομούνι».

  1. δεν θα σε κανει οτι θελει το καθε μισομουνι

  2. μαζί με ένα άλλο εξίσου πράσινο
    μεταχειρισμένο μουνόπανο και εκείνο το μισομούνι την Εύη Τζέκου,
    τη στήσανε και πήγανε να φάνε τον άνθρωπο τον Ζαχόπουλο.

  3. μισομούνες ξεπρωκτιασμένες ημίκολπες πουτανάρες της μητριαρχικής σπυριασμένης χοάνης που μουγγνίζοντας σας ξέρασε σ' αυτόν τον κόσμο...

όλα αυτά τα καταπληκτικά, από το νέτι.

Δες και -μούνα, -γκόμενα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified