Δοκίμως, αποτελεί αλιευτικό δίχτυ πάρα πολύ πυκνό και κατάλληλο για το ψάρεμα μικρών ψαρακίων, όπως οι αθερίνες. Η λέξη είναι σπάνια και δεν υπάρχει σε Μπάμπη και Τριαντάφυλλο. Συνήθως τίθεται στον πληθυντικό: αθερινόδιχτα.

Μεταφορικώς, έχει διάφορες σημασίες. Η πιο ενδιαφέρουσα είναι ότι χρησιμοποιείται ειρωνικώς για να αποδώσει το αγγλικό Fishnet, δηλαδή είτε το λεγόμενο καλσόν- δίχτυ, είτε το εσώρουχο με μορφή διχτυού που φοριέται φετιχιστικώς όχι μόνο στα πόδια, αλλά σε όλο το σώμα και αναδεικνύει τις καμπύλες, τα τουμπανόβυζα και τους μυικούς όγκους, προσφέροντας μια κατιτίς παραπάνω κίνκι αίσθηση. Στα δίχτυα του πιάνονται όχι μόνο αθερίνες, αλλά και λούτσοι. Ασφαλώς, η ονομασία του ως αθερινόδιχτου έχει σκοπό να καταρρακώσει την όποια καλλιέργεια σεχουαλικής ατμόσφαιρας. Η Βικούλα παρατηρεί ότι το Fishnet στα πόδια και τα χέρια είναι ίδιον και goth και punk μόδας.

Επίσης, χρησιμοποιείται σε περιπτώσεις όπου κάποιος μεταφορικώς προσπαθεί να πιάσει τα μικρά ψάρια, ενώ αφήνει τα μεγάλα ψάρια να ξεφύγουν. Δηλαδή σε περιπτώσεις μηντιακού ή δικαστικού ή κρατικού τουκανισμού, όπου όλη η προσοχή πέφτει λ.χ. σε πλημμεληματάκια, ή στον πολύ κόσμο που μικροπαραβατεί ενώ σημεία και τέρατα γίνονται ατιμώρητα. Τότε λέμε ότι ο τάδε λ.χ. εισαγγελέας ή εφοριακός κ.τ.ό. «βγήκε για ψάρεμα με το αθερινόδιχτο». Δημοσιογράφοι με αθερινόδιχτο είναι και οι διάφοροι δημοσιοκάφροι που συνειδητά δεν ψαρεύουν μόνο σελεμπριτόνια, αλλά και μικρούς ήρωες της καθημερινότητας, λ.χ. σε κάτι ρεπορτάζ του Σταρ, όπου οργώνουν τις παραλίες για να πάρουν συνεντεύξεις από σέξι ανώνυμες λουόμενες, παγκοσμίου φήμης άγνωστους εξαπάκετους και διερχόμενους λουοδύτες. Οι υπερήφανοι συνεντευξιαζόμενοι παρομοιάζονται τότε με αθερίνες, ως μικρά ψάρια- βορά τ. κρέας για κανόνια του δημοσιοκάφρου.

Επίσης, σε εκφράσεις τ. «αθερινόδιχτα μπαλώνουμε;» κατά το μπρίκια κολλάμε; των μπρικολάκων ή στέλνω κάποιον να μπαλώσει αθερινόδιχτα κατά το στέλνω για τσιγάρα. Το τελευταίο μπορεί να χρησιμοποιηθεί σε αθλητικό βρις-οφ εναντίον οπαδών του Ολυμπιακού- γαύρων.

@ Γερμανός μεταφραστής: Δυσαλίευτα τα ευρήματα στο αθερινόδιχτο του γούγλη, οπότε η έκφραση είναι σπάνια.

  1. α. Η Τζέσικα με υποδέχτηκε φορώντας μόνο ένα αθερινόδιχτο που τόνιζε τα τουμπανόβυζά της. Έμεινα μαλάκας να παρατηρώ πώς οι ρώγες- κάγκελο ξεπρόβαλλαν μέσα από τα δίχτυα.

β. - Μωρό μου τι το φόρεσες το αθερινόδιχτο; Θέατρο πάμε...

γ. mporei na foroyse atherinodixto h typhsa...tote allazei....;) (Εδώ διαδικτυακό εύρημα αμφίβολο).

δ. ΠΩΛΟΥΝΤΑΙ ΠΛΕΡΕΖΕΣ ΑΦΟΡΕΤΕΣ, ΕΧΟΥΝ ΓΙΝΕΙ ΣΑΝ ΑΘΕΡΙΝΟΔΙΧΤΟ ΑΠΟ ΤΟ ΣΚΟΡΟ ΒΕΒΑΙΑ, ΑΝ ΕΙΣΤΕ ΒΑΖΕΛΟΣ ΜΠΟΡΕΙΤΕ ME EΛΑΦΡΑ ΜΕΤΑΠΟΙΗΣΗ ΝΑ ΤΙΣ ΦΟΡΕΣΕΤΕ ΚΑΙ ΣΑ ΦΟΡΜΑ ΕΡΓΑΣΙΑΣ (ΚΑΛΣΟΝ) ΤΟ ΒΡΑΔΥ. (Εδώ επίσης).

  1. Το αθερινόδιχτο του ρεπόρτερ (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τετριμμένη ατάκα που τα λέει όλα από μόνη της. Δύο είναι τα παιδιά, κι ενώ κανονικά θα πρεπε να τα προσέχεις το ίδιο, το ένα είναι πιο καλό από το άλλο.

Τη στιγμή που θα κορυφωθεί στην κουβέντα απάνω η σύγκλιση θεωρίας και πράξης, ιδεατού και πραγματικού, θα φορεθεί και η ατάκα σε φάση «μπορεί να τα λέω χύμα, κατά βάθος είμαι ψαγμένος...», η οποία ενσωματώνει με απλό και ευθύ, μάγκικο τρόπο ένα μεγάλο ταμπού της ελληνικής κουλτούρας. Αυτό του αδικημένου φτωχούλη του Θεού που, αν και του χρωστάει όλος ο ντουνιάς, διατηρεί την ψυχραιμία του και βλέπει τη μεγάλη εικόνα της τυχαιότητας, του χάους, του ντετερμινισμού ή όπου αλλού τον βγάζει η κουβέντα. Ατάκες σαν και δαύτη χρησιμοποιούνται σε ρόλο reset, ήτοι αρκετά τα μπερδέψαμε τα πράματα, πάμε άλλη μια από την αρχή.

Κλασικά παραδείγματα των μονίμως γαμώ τη μάνα τους βρίσκονται παντού. Στις μειοψηφίες,στις ανίσχυρες πλειοψηφίες, σε κάθε, μα κάθε ανταγωνιστικό πεδίο: οι αγανακτισμένοι στις πλατείες, τα μικρά κόμματα, η αντιπολίτευση, όσοι έχασαν το διορισμό για 10- ή για 1000+ μόρια, όσοι βγήκαν στην εφεδρεία, όσοι πήραν την ανεπιθύμητη μετάθεση, ή δεν πήραν την επιθυμητή, όσοι δεν είχαν βύσμα, ή δεν είχαν επαρκές βύσμα, όσοι δεν πήραν επιδότηση ή δεν πήραν την επιδότηση που ήθελαν, όσοι δεν εξαιρέθηκαν από τη κακιά τη ρύθμιση, ο μπασκετικός γαύρος, ο ποδοσφαιρικός βάζελος, όποιος πορεύεται γενικώς «με το σταυρό στο χέρι» αλλά δε ανταμείφθηκε άμεσα (καθότι ο ανυπόμονος ηδονιστής δεν αγίασε ποτέ) ή όποιος είχε απλά την ατυχία να δει ότι υπάρχουν και καλύτερα, αλλά «δεν ήταν η χαρά για μας».

Η ατάκα λοιπόν βρίσκεται σε απόλυτη ιστορική, πολιτιστική και κοινωνική αρμονία με την κουλτούρα μας. Ας μου επιτραπεί η κάτωθι πολυλογία.

Ξεχωριστή θέση στην προπαγάνδα, που με συνέπεια προωθούσε το μάθημα της Ιστορίας στα Ελληνικά σχολειά, κατέχει η πάντα σε δραματικό τόνο διαπίστωση ότι αυτή η χώρα δεν κατάφερε ποτέ να ενωθεί κάτω από ένα κοινό σκοπό, ή εναλλακτικά να επιδιώξει έναν κοινό στόχο, παρά μόνο όταν ο κόμπος έφτανε στο χτένι. Μέχρι να φτάσει εκεί όμως, ή ενδεχομένως για να φτάσει εκεί, είχαμε ήδη σφαχτεί μεταξύ μας, χωρίζοντας τα παιδιά μας σε καλά παιδιά και σε γαμώ τη μάνα τους. Κι είχαμε ήδη δημιουργήσει -βάσει αυτής της διαίρεσης- τριαντατρία μέτρα και σαρανταεφτά σταθμά για να εφαρμόζονται επιλεκτικά οι νόμοι.

Αυτό το «διαίρει και βασίλευε» σε κάθε συλλογική δραστηριότητα πήρε αργά και σταθερά ανεξέλεγκτες διαστάσεις και με τόσο διαφορετικά κριτήρια που μόνο δημοκρατικός νεοϋορκέζος θα μπορούσε να κατανοήσει πλήρως, αν και θα του διέφευγε το πώς καταφέραμε σε μια, συγκριτικά με τη δική του μονολιθική, κοινωνική δομή να εξυψώσουμε το diversity σε τέτοια δυσθεώρητα ύψη. Μεταξύ λοιπόν δημοσίου και ιδιωτικού τομέα με περαιτέρω υποδιαιρέσεις εντός των διαιρέσεων - υμετέρων και ημετέρων, πατρικίων και πληβείων, Πασοκ και ΝΔ, Γαύρου και Βάζελου (Παοκ- Άρη), Βορείων και Νοτίων, του κράτους της Αθήνας και της υπόλοιπης Ελλάδας, Τούρκων, Βούλγαρων, Αρβανιτών, Βλάχων, Σλάβων, απευθείας απογόνων του Αριστοτέλη, του Αγγλικού, του Γαλλικού και του Ρωσικού κόμματος, του εσωτερικού, του εξωτερικού, του μου-λου, βασιλικών-βενιζελικών, φοιτητών-χουντικών, Μασόνων -Χριστιανών, ορθοδόξων- καθολικών, δοσίλογων-πατριωτών, εχόντων και μη κατεχόντων, Κηφισιάς- Πειραιά, εν άστει-εν αγροίς, των αλωνιών, των σαλονιών, του έντεχνου, του λαϊκού, των Παπανδρέου και των Καραμανλήδων, των καραστρέητ και καραγκαίη κ.ο.κ, οικοδομήσαμε την Ελλάδα πάνω στις ίδιες –σχεδόν, τα καρότα και τα μαστίγια δεν ήτανε για μας- δημοκρατικές βάσεις και αρχές, που διέπουν κάθε σύγχρονη πολυπολιτισμική χώρα, χωρίς βέβαια να είμαστε τέτοια και αποδεχόμενοι δογματικά ότι χωρίς αντίπαλο δέος η κατάληξη δεν μπορεί να είναι άλλη από ένα ολοκληρωτικό καθεστώς. Οπότε, εν μέσω της ως άνω τρικυμίας και σύγχυσης, το παιχνίδι παίζεται ακόμα με πιόνια που αδυνατούν να καταλάβουν σε κάθε δοθείσα περίπτωση αν υπήρξαν ευνοημένα ή γαμώ τη μάνα τους, γιατί όσο τα πολυσκέφτεσαι, τόσο πιο ρευστά γίνονται αυτά τα πράγματα, ειδικά αν σε καταδιώκει η φοβία να καταταχθείς στους γαμώ τη μάνα τους. Πού θα πάει, θα βρεθεί το υπεύθυνο γονίδιο.

Σίγουρα πάντως δε ξεδιάλυνε την κατάσταση η συντονισμένη οικογενειακή κατήχηση που, κατά μία άποψη, μέσα από τις κυνικές διδαχές της δημιούργησε μια παράλληλη έννομη τάξη, που αντιμάχεται σχεδόν στο σύνολό της τη δημόσια έννομη τάξη. Στον πόλεμο, τον έρωτα, αλλά και την επιβίωση του Έλληνα επιτρέπονται τα πάντα. Με τις ευλογίες γονέων και κηδεμόνων λοιπόν και με γνώμονα να μη γίνει το παιδί κορόιδο γαμώ τη μάνα του, έγινε επιτακτική η ανάγκη να παρακάμπτεται ή να γίνεται αντικείμενο διαπραγμάτευσης ο νόμος και η εφαρμογή του.

Αυτά όμως περί διαίρει και βασίλευε είναι θεωρίες συνωμοσίας, διότι εμείς οι βαλκάνιοι πάνω από όλα είμεθα άνθρωποι της κοινωνικής δικτύωσης κι έτσι κάναμε, κάνουμε και θα κάνουμε τις δουλειές μας. Τι κι αν υπήρχαν πρωτεργάτες και αρχιτέκτονες της διαίρεσης, εμείς αυτή την Ελλάδα θέλαμε κι ας μη γελιόμαστε μεταξύ μας. Μεταξύ πολέμων, κατοχών και κατακτητών, πού να βρεθεί χώρος να πιστέψεις σε αξιοκρατίες και μαλακίες. Άσε που το έδαφος ήταν παραπάνω από γόνιμο και σπαρμένο από τον καιρό που δώσαμε τα φώτα μας στη Δύση κι η μαλάκω η Δύση μας το αναγνώρισε. Έκτοτε, γενιές επί γενεών Ελλήνων μεγαλώνουν καμαρώνοντας για τα κατορθώματα των προγόνων τους, γιατί όταν εμείς είχαμε χοληστερίνη, οι πουθενάδες οι χτεσινοί τρώγανε βελανίδια και, αν μη τι άλλο, μας χρωστάνε παγκοσμίως τη μισή και βάλε ιατρική ορολογία κλπ. Συνεπώς και δικαιωματικά, νομιμοποιηθήκαμε –στις συνειδήσεις μας- ως τα καλά παιδιά της οικουμένης που ντροπή σε όποιον τους φερθεί σαν να 'ναι γαμώ τη μάνα τους.

Τουλάχιστον, οι δυτικοί αντιγραφείς κρατάνε πού και πού τα προσχήματα, στην εφαρμογή είτε των νόμων, είτε των αξιοκρατικών κριτηρίων, γιατί το ξενόφερτο μοντελάκι που υιοθετήσαμε -μόνο ως προς τα καλά του- δεν λειτουργεί αλλιώς. Θέλει την ψευδαίσθησή του... Τα καλά παιδιά βέβαια δεν έχουν ανάγκη να κρατήσουν τα προσχήματα, αυτά είναι για τα πρόβατα, τους δυτικούς, τους ανυποψίαστους, τους «γαμώ τη μάνα τους».

Όσο λοιπόν ο Έλληνας είναι το καλό μας το παιδί και γαμεί αριστερά- δεξιά, ποσώς ενδιαφέρεται για όλα αυτά τα ιδεολογικά. Όταν όμως διαπιστώσει ότι υπάρχουν και καλύτερα παιδιά -«πιο ίσα από τους ίσους» όπως είπε κι ο χάρρυ για τον Σαρτζ, τότε και μόνο τότε θα χρησιμοποιήσει το εν λόγω λήμμα, πνιγμένος από την αδικία της ασύλληπτα μεγάλης και ακατανόητης εικόνας -στον μύλο της οποίας κατά πάσα πιθανότητα έχει ρίξει κι ο ίδιος νερό.

Γιατί βρέχει στη φτωχογειτονιά και το κοχίμπα σβήνει, γιατί «ξεσηκωθείτε αδέρφια να βγούμε στους δρόμους με ρόλεξ στα χέρια, με γούνες στους ώμους», γιατί γάτος γαμεί, γάτος σκούζει κλπ. Κι άμα γουστάρουμε να ξηγιόμαστε κάργα συντάξεις και επιδόματα και κράτος πατερούλη, αυτά είναι κεκτημένα των καλών παιδιών που δεν τα διαπραγματευόμαστε. Ο άλλος δηλαδή γιατί;

Με άλλα λόγια, δεν αντέχονται οι ενοχές για αυτά που θα μπορούσαν να είχαν γίνει αλλά δεν έγιναν, για αυτά που έγιναν ενώ θα μπορούσαν να μην είχαν γίνει, αλλά τώρα είναι αργά για δάκρυα. Όπως σωθήκαν τα άλλα καλά παιδιά, πρέπει να σωθούν και τούτα.
Κι όπως λέει κι ο Χότζας στον Καζαντζίδη, πότε θα φταίει η σακατεμένη η μοίρα, πότε οι πλανήτες ή/και η ακαθορίστου προελεύσεως και έμπνευσης διαίρεση των Ελλήνων σε καλά παιδιά και σε γαμώ τη μάνα τους. Ο καθένας μπορεί να εξάγει τα συμπεράσματά του, τζάμπα είναι το λακριντί. Οι μάζες πάντως χότζα μου δεν έπαψαν, ούτε θα πάψουν να μη σηκώνουν ορθολογιστικές εξηγήσεις. Όταν μας πιάνουν έναν-έναν, κάτι γίνεται...

  1. Η βία, ένστολη ή μη ένστολη, είναι καταστροφική... να το κοιτάξουμε το θέμα και να μην έχουμε μονομέρεια. Δεν μπορεί το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του.... κι ο αστυνομικός ελληνόπουλο των 900 ευρώ το μήνα είναι.» (Γιακουμάτος)

  2. το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του. Παντού διακρίσεις σε αυτήν την πουτάνα τη ζωή... καλό μήνα σε όλα τα τσογλάνια του διαδικτύου που βγάζετε τη γλώσσα στην εξουσία (από μπλογκ)

  3. Αιδώς αχρείοι, το ‘να παιδί καλό παιδί και τ’ άλλο γαμώ τη μάνα του. Προκλητικές ανισότητες παρά τις μεγάλες αλλαγές στο ασφαλιστικό σύστημα που επιχειρεί η κυβέρνηση... (από φόρουμ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος του Σωκράτη Κόκκαλη, περήφανος πολίτης του κοκκαλιστάν, υπέρμαχος της αρχής ότι νόμος είναι το δίκιο του Σωκράτη (δίκαιον του κοκκαλεστέρου). Ο δόκιμος κοκκαλιάρης και ο σλανγκ είναι ποσά αντιστρόφως ανάλογα. Βλ. λ.χ. εδώ για τον όρο.

θείε, κοκκαλιάρη ή όπως αλλιώς σε αποκαλούσε στις κασέτες ο σπάθας, μπας και έκοψες και εσύ τμήμα του δώρου στους τσουκαλάδες-υπαλλήλους; γιατί τους βλέπω πολύ στραβωμένους.
εεε οοο πατέρα πως κατάντησες τον ολυμπιακό
κηπουρέ-φτάσανε και τα κορνέ (εδώ)

- Φάε κάτι βρε Θέμο, κοκκαλιάρης κατήντησες... (από Khan, 29/09/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση σημαίνει απλώς «μουνάρα».

Όσο να 'ναι, δεν ξεκινάνε όλοι οι άνθρωποι στους στίβους της ζωής από την ίδια αφετηρία, και στον κάθε στίβο –όχι μόνο το πανεπιστήμιο, φυσικά, παντού–, το να κάθεσαι στον αφέτη βοηθάει την κατάσταση σου. Μπρος στο νινί deluxe τύφλα να 'χει το bluetooth, κάνεις τη δουλειά σου και μ' αυτό δηλαδή, αλλά καράβι δύσκολα σέρνεις.

Στην Αργεντινή, πάντως, ο συγγραφέας Gonzalo Otalora έχει αρχίσει καμπάνια για τη φορολόγηση της ομορφιάς (βλ. εδώ).

(Η φράση είναι φίλου μου, αλλά νομίζω αξίζει –και για να αποκαταστήσω και μια παράλειψη– να πω ότι ήταν κάποιος φίλος αυτού του φίλου μου που είχε πει τη φράση όλα τα λέιζερ πάνω μου. Είχε χτίσει ως φοιτητής τα κωλόμπαρα της Βουλγαρίας).

- Γεννήθηκε μ' ένα διδακτορικό δικέ μου η Λίλιαν....
- Πάνω σε ποιο θέμα;
- Σ' όλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο Άρειος πάγος είναι το ανώτατο ακυρωτικό δικαστήριο της πολιτικής και ποινικής δικαιοσύνης της Ελλάδας.

Πήρε το όνομά του από το πρώτο δικαστήριο εγκλημάτων φόνου, που ιδρύθηκε μεταξύ 1500 και 1300 π.Χ. και είχε έδρα τον βραχώδη λόφο του Άρεως (Εκεί έγινε η πρώτη «φονική δίκη», κατά την οποία οι δώδεκα Θεοί του Ολύμπου δίκασαν τον Άρη). Από εκεί, ο Απόστολος Παύλος, κήρυξε για το Χριστιανισμό προς τους Αρεοπαγίτες.

Το 1834 ιδρύθηκε το Ανώτατο Δικαστήριο του ελεύθερου Ελληνικού Κράτους, που ονομάστηκε επισήμως Άρειος Πάγος από το ομώνυμο αρχαίο δικαστήριο.

Ως «παπάρειο πάγο» (άρειο πάγο gtp, δηλαδή) θεωρούμε υποτιμητικά:

  1. Δικαστήρια που με τη συμβολή διάφορων λαμογιώντου δικαστικού βίου (πρόεδροι δικαστηρίων, εισαγγελείς, λοιποί δικαστές, ανακριτές, κ.λπ.) εκδίδουν προαποφασισμένες ετυμηγορίες με στόχο να εξυπηρετηθούν ορισμένα συμφέροντα. Κάποιοι εξ αυτών μπλέκονται, σε μεγάλα δικαστικά σκάνδαλα, με πρόσφατο χαρακτηριστικό παράδειγμα την Κωνσταντίνα Μπουρμπούλια, που με όσα έκανε της άξιζε να φάει το γιούχα της αρκούδας (με την έννοια που δίνει σε σχόλιο ο tractioner), στα Πατρινά Μπουρμπούλια. Αλλά στη χώρα του Γκρέκο Μασκαρά τέτοια....

  2. Επιτροπές που αποφασίζουν παράνομους διορισμούς δικαστικών λειτουργών δυναμιτίζοντας έτσι την αξιοπιστία, τη διαφάνεια και το κύρος της Δικαιοσύνης.

  3. Ακροατήρια δημοσιοκαφρίστικων πάνελ, που λειτουργούν ως υποκατάστατα της δικαιοσύνης και που, με τις ευλογίες κάποιου δημοσιοκάφρου, (Εισαγγελάτου, κ.λπ.) και με τη στήριξη κάποιων έγκριτων δικαστικών (π.χ.: Τράγκα, Κακακουνακη, κ.λπ.) και των λοιπών ενόρκων (επιλεγμένων παραθυράκηδων), δικάζουν οποιοδήποτε άτομο για οποιοδήποτε θέμα ως ξερόλες και λειτουργούν ως ανακατώστρες, προσελκύοντας στο βωμό του εύκολου εντυπωσιασμού τις κάθε λογής κατίνες, περμαθούλες και τους λοιπούς κουτσομπόληδες με στόχο την άνοδο της τηλεθέασης του σταθμού και το κέρδος (βλ.παραθυρομουρμούρα).

  4. Οποιοδήποτε άτομο, ή γκρουπ ατόμων, κρίνει με ανεπαρκή δεδομένα κάποιο άτομο ή κάποια κατάσταση, ή όταν υπάρχουν λόγοι συμφέροντος, εμπάθειας, προκατάληψης, κ.λπ., για μια προαποφασισμένη άποψη.

Ο Πέτρος έχει αποσβολωθεί παρακολουθώντας στις ειδήσεις, θέματα σχετικά με ατασθαλίες του δικαστικού βίου που σκάσανε μαζεμένα.(παρακολουθεί διάφορα κανάλια, διάφορες ώρες της μέρας). Η γυναίκα του η Βέρα, που δεν μπορεί να ανεχθεί άλλο την κατάσταση του λέει:

-Ρε Πέτρο, σε έχει σιχαθεί η καρδιά μου.Νισάφι πια. Το σπίτι θυμίζει δικαστήριο. Μέχρι το επόμενο δελτίο θα αρχίσεις σαν το Θανάση Βέγγο σε μια ταινία, να κάνεις το δικαστή (βλ. σχετική φωτό).

-Ρε Βεράκι μόλις τελείωσαν οι ειδήσεις. Πάει τέλειωσαν. Μπήκε ταινία τώρα. Τι κατάλαβες που φώναζες; Ενημερώνομαι. Να μην ενημερωθώ;

-Τι να ενημερωθείς ρε ηλίθιε; Παρακολουθείς δικαστικά σκάνδαλα, δικαστές του κώλου, που μέχρι χθες υποστήριζες και σπαταλάς το χρόνο σου, βλέποντας να απονείμουν δικαιοσύνη, ποιοι παρακαλώ; Δημοσιογραφικά λαμόγια και λοιπά παραθυρικά ψωνισμέναυποκείμενα. Και αργότερα θα πας με την παρέα και θα αρχίσετε πάλι να δικάζετε και εσείς όλα αυτά που ακούσατε λες και δε σας απασχολεί τίποτα άλλο. Σύνελθε. Έχεις καταντήσει παπαρεοπαγείτης που δουλεύει στον παπάρειο πάγο, ενώ είσαι ψαράς τρομάρα σου και δουλεύεις στη Βαρβάκειο αγορά (ψαραγορά) παγώνοντας τα ψάρια στον πάγο.

-Σταμάτα... έβαλε έκτακτο δελτίο.

-Βαρέεεεεεεθηκα!!!

Λόφος Αρεος (θέση Αρείου πάγου στην αρχαιότητα) (από GATZMAN, 19/02/09)Θέμιδος Μέλαθρον (τωρινή θέση στέγασης Αρείου Πάγου) (από GATZMAN, 19/02/09)

Ο παπάρειος πάγος θέλει τον Εισαγγελάτο του (από GATZMAN, 19/02/09)Βέγγος:Επαιζε τον καφετζή που ήθελε να γίνει δικαστής. Ο χώρος εργασίας του θυμιζε καφεδικαστήριο. (από GATZMAN, 19/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παραφρασμένο το γνωστό σύνθημα «Νόμος είναι το δίκιο του εργάτη», σύνθημα που ακούγεται σε συγκεντρώσεις ορισμένων κομμάτων, σε πορείες εργατικών σωματείων κλπ. Το σύνθημα αυτό υποδηλώνει πως, ανεξαρτήτως της νομοθεσίας που ψηφίζεται από την κουστωδία των λαμογιών του κοινοβουλίου (με στόχο να εξυπηρετηθούν τα ντόπια και ξένα συμφέροντα), ο νόμος είναι αυτό που επιζητεί η πλέμπα. Είναι όμως, γνωστό τοις πάσι, πως δεν παίζουν έτσι τα πράγματα. Το φωνάζουν όμως οι συνδικαλισταράδες, μπας και το πιστέψουν τα πλήθη.

Οι συνδικαλισταράδες χειραγωγούν τις μάζες μέσω των υποτιθέμενων διεκδικήσεων. Επιζητούν τις πορείες μπας και καταφέρουν να γίνουν βολευτές και έτσι να μπουν κι αυτοί στη λαμογιοοικογένεια της συλλογικής μάσας. Το σύστημα βέβαια, δεν έχει πρόβλημα από τέτοιες ελέγξιμες καταστάσεις. Τουναντίον ο κόσμος παραμυθιάζεται, εκτονώνεται, τσιμπάει «λίγο παραπάνω» ψιλικό οξύ (που νομίζει ότι κέρδισε μέσω των διεκδικήσεων), ενώ στην ουσία αυτό ήταν προαποφασισμένο να τους δοθεί μετά τις πορείες.

Το λήμμα ενώ παραπέμπει στο όνομα του μεγάλου φιλοσόφου, εντούτοις, αλλού τα κακαρίσματα κι αλλού γεννούν οι κότες.
Το λήμμα αναφέρεται στο μεγαλολαμόγιο Σωκράτη Κόκκαλη και εκφράζει τη στυγνή διαπίστωση της παρείσφρησης του συγκεκριμένου κυρίου στα θέματα που αφορούν τη νομοθετική και την εκτελεστική εξουσία, ώστε να στηριχθούν τα συμφέροντά του.

Αυτό το σύνθημα βγήκε από δυσαρεστημένους οπαδούς κάποιων ποδοσφαιρικών ομάδων, βλέποντας τον Ολυμπιακό στην κορυφή του ποδοσφαίρου. Ωστόσο όμως, σε άλλες δραστηριότητες, βλέπουμε να δραστηριοποιούνται κι άλλα μεγαλολαμόγια (Πατέρας, Βαρδινογιάννης, Μπόμπολας, Τεγόπουλος, Λαμπράκης, κλπ). Στην τελική, τα διάφορα μεγαλολαμόγια μοιράζουν τις διάφορες μπίζνες μεταξύ τους. Στην προσπάθεια προώθησης των συμφερόντων τους, αξιοποιούν τη δύναμη των καναλιών στα οποία είναι στις περισσότερες φορές μεγαλομέτοχοι (όσοι δεν είναι, έχουν τα κατάλληλα κονέ).
Την προσπάθεια αυτή επιτυγχάνουν μέσω της αρωγής των δημοσιοκάφρων. Δυστυχώς λοιπόν, νόμος είναι το δίκιο των απανταχού οικονομικά ισχυρών (είτε μιλάμε για ντόπια είτε για ξένα λαμόγια). Τελικά οι κυβερνήσεις πέφτουνε μα τα λαμόγια μένουν.

  1. «Νόμος είναι το Δίκιο του Σωκράτη
    «Μάζεψέ τα, πάρε δρόμο και τράβα στο καλό...», θα μπορούσε να είναι σλόγκαν καριέρας όλων των προπονητών. Κρεμασμένο, μάλιστα, σε πανό στην είσοδο των αποδυτηρίων.»

  2. (Από εδώ)
    Μα είναι ταυτοχρόνως προπονητής, Πρόεδρος, Διαιτητής, Αθλητικός Δικαστής κλπ κλπ (αναφέρεται στον Κόκκαλη).
    - Για όσους δεν κατάλαβαν: νόμος είναι το δίκιο του Σωκράτη.

Βλέπε και Κοκκαλιστάν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified