Ο έκδηλης μέθης άνθρωπος ο οποίος σαρώνει τα πάντα στο διάβα του.
- Χτες πήγαμε για μπύρες με τον Τάκη και έγινε τέροριστ. Έπασε 2 stand και την τζαμαρία και δεν κατάλαβε τίποτα...
Ο έκδηλης μέθης άνθρωπος ο οποίος σαρώνει τα πάντα στο διάβα του.
- Χτες πήγαμε για μπύρες με τον Τάκη και έγινε τέροριστ. Έπασε 2 stand και την τζαμαρία και δεν κατάλαβε τίποτα...
Got a better definition? Add it!
Λιωσίδι, οι κυριότερες κατηγορίες:
Ανάδοχος εκ του δουπού: Γαλαδριήλ.
1. Στο σταθμό της Ομόνοιας μπήκε ένα λιωσίδι (καμμένος), που έστριβε σα τζέτλεμαν το τσιγάρο του, και έκατσε στην απέναντι απο εμένα τετράδα. Το λιωσίδι αυτό έμελλε να παίξει καίριο λόγο στην ιστορία μας. Αφού ξεκίνησε ο συρμός, άρχισα να τρώω ξανά το σαντουιτς μου, το οποίο πια είχε φτάσει στη μέση του. Τότε συνέβη το εξής.
2. Οι Wolf είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη, η καλύτερη Heavy/Power Metal μπάντα της προηγούμενης δεκαετίας. το δε Black Flame ο καλύτερος δίσκος του είδους. Ο αριθμός ακροάσεων του δίσκου είναι σε γελοία νούμερα, λιωσίδι κανονικό.
3. Αρνείσαι ότι είσαι λιωσίδι. Ναι σε σένα μιλάω, που όταν σου το λένε, πάντα έχεις μια φθηνή δικαιολογία του στιλ: «Τώρα μπήκα για να στείλω ένα μήνυμα». Όταν είσαι έξω, κάθεσαι όλη την ώρα με το κινητό στο χέρι και τσάκα τσούκα στη home screen να δεις (όλοι ξέρουμε τι..). Βγάλε τώρα το Facebook (fb) από home page στον browser σου, πάτα log out μετά από λίγο και μην μπαίνεις κάθε 10'. Μετά έλα να το αρνηθείς..
Got a better definition? Add it!
O Ζαν Κλοντ Γιούνκερ μπαούλο απ' τα ξίδια ρίχνει μπατσάκια σε αρχηγούς κρατών. (Λεζάντα στο youtube, βλ. βίντεο)
Χαρακτηρισμός για άτομο που μετά από υπερβολική κατανάλωση αλκοολούχων ποτών έχει περιέλθει σε κατάσταση μέθης.
Got a better definition? Add it!
Ο πιώμας, ο μπεκρούλιακας, αλλά σε city φάση. Δηλ. αυτός που πάει σταθερά και την πίνει σε ένα μπαράκι ή στο σπίτι του, αλλά δεν του φαίνεται τόσο. Ο αλκοολικός, ειρωνικά και εξευγενισμένα συγχρόνως.
Ως λέξη ανήκει στην νέας κοπής κατηγορία χαρακτηρισμών τ. αριστερούλης κττ.
(ντισκλέιμερ: προσώπικλυ την σιχαίνομαι την κατάληξη αυτή)
- Ρε δεν ήξερα ότι ο Αντρέας την έπινε χρόνια ολόκληρα στο Λώρας!
- Ναι ρε συ, μέγας ποτούλης λέμε...
Got a better definition? Add it!
Η διεθνής και υπεραιωνία κατηγορία πότη που καταναλώνει μόνο ουίσκι και δεν καταδέχεται άλλο ποτό. Ο χαρακτηρισμός αυτός έχει κύρος, σε αντίθεση με το ουισκάκιας που δηλώνει τον ντεμέκ ουισκά, ή τον φτηνιάρη ουισκά, τον ουισκά που κατρακύλησε από την υπερκατανάλωση, τεσπα όχι τον ουισκά με πεντιγκρί.
Και για άλλα ποτά παίζει η κατάληξη -άς (κονιακάς, μπυράς) αλλά πολύ πιο σπάνια, νομίζω.
Διαβάζοντας τα διάφορα δελτία τύπου που έχουν ήδη γραφτεί για το Double Black ξεχωρίζω κάποιες κοινές λέξεις ανθρώπων του marketing όπως, κομψότητα, μυστήριο, σκοτεινός χαρακτήρας, υψηλών απαιτήσεων και κάποια ακόμη. Μπερδεύομαι λίγο με όλα αυτά και για να πω την αλήθεια, μιας και είμαι ουισκάς, δεν μου πολυαρέσουν. Πίνω ένα διπλό σκέτο Double Black ακούγοντας Τζαζ. Τότε ακούγοντας την μυστηριώδη φωνή της Billie Holiday στο P.S. I Love You σε μουσική του Gordon Jenkins και στίχους του τεράστιου Johnny Mercer σε μια ηχογράφηση του 1954 βλέπω το φως το αληθινό! Αυτό είναι το Double Black. Ένα ταξίδι σε άλλη εποχή. Δεν μπορείς να το πιεις στην κουζίνα σου που φτιάχνεις και τον φραπέ σου. Δεν μπορείς να το πιεις σε ένα καναπέ γεμάτο κουτάκια μπύρας, κουτιά πίτσας και τσαλακωμένες εφημερίδες. Δεν μπορείς να το πιεις ακούγοντας φασαριόζικη μουσική. ... Είναι το ουίσκι του Humphrey Bogart στην ταινία The Big Sleep του 1946. ... Το Double Black ανοίγει νέα κεφάλαια αναμνήσεων από άλλες πιο κλασάτες εποχές.
Αυτό το έχω πει με μερικά καλά μολτ (τι καλά; Θεϊκά. Τι θεϊκά; Ημίθεα!). Για τα καλύτερα απ' αυτά, έλεγα «Τύφλα να 'χουνε τα μπράντια, τα κονιάκια κι όλα τ' άλλα τα φαρμάκια». Ωστόσο, από ευρωπαϊκά ποτά, είμαι μάλλον ουισκάς (για κάποιες άριστες μπράντες τουλάχιστον) παρά κονιακάς.
Εσύ είσαι ουισκάς, ε? ή θυμάμαι λάθος?.. Ναι ουισκάς είμαι, αλλά το καλοκαίρι φέρνει πολύ ζέστη το ουίσκυ..
Όλα από το νέτι, στα πρώτα αποτελέσματα της αναζήτησης της λέξης.
Got a better definition? Add it!
πολιτικός όρος που χρησιμοποιείται για να χαρακτηρίσει τα αποστρατευμένα μέλη αριστερών κυρίως οργανώσεων που απογοητεύτηκαν και εγκατέλειψαν την πολιτική δράση. Στο περιθώριο πλέον του κινήματος, συχνάζουν σε μπαρ και καταναλώνουν ουίσκι λέγοντας ιστορίες από τα παλιά, για το πόσο πληγώθηκαν και το πόσο τίποτα δεν αξίζει πια. Αγαπημένες τους φράσεις "'ασε με φιλαράκι, τα ξέρω" και "εγώ τους τα έλεγα τότε για τη γραμμή τους".
1) - Ρε πέτυχα χτες τον Λευτέρη! Τον ρώτησα που χάθηκε τόσο καιρό και κατάλαβα ότι έχει γίνει ουισκάτος.
- Ναι ρε από το δημοψήφισμα και μετά είναι ουισκάτος αυτός
2) -Έχεις δοκιμάσει το Nikka, το γιαπωνέζικο ουίσκι; τρομερό φίλε! Πιάσε 2 Nikka μάστορα (σσ προς τον σερβιτόρο).. Α και τί λέγαμε; ναι, άσε τα ξέρω μωρέ, όλοι σάπιοι είναι, τα έζησα από μέσα
- Είσαι πολύ καιρό ουισκάτος;
Got a better definition? Add it!
Published