Μου συμβαίνει κάτι δυσάρεστο και ζόρικο. Βλέπε και τρώω πακέτο.

Ο ξάδερφός μου κατάφερε και μπήκε στο Δημόσιο, εγώ όμως δυστυχώς ακόμα τρώω πούτσα στην κωλοεταιρία που έχω μπλέξει.

Δες και ρίχνω, τρώω, πέφτω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει δύο ερμηνείες.

  1. Ξεμουνιάζω μια γκόμενα όσο περισσότερο μπορώ μέσα σε ένα βράδυ και μετά πούλο.

  2. Ξεζουμίζω μια πρώην μου σε φάση να την βαρεθώ τελείως και να μην έχω απωθημένα, οπότε μετά πάλι πούλο.

Γενικά μετά το «έφαγα καλά» η γκόμενα έχει ήδη πάρει πούλο.

  1. (Για μία βραδιά)
    - Ξεκωλάκι τρελό η Σοφία. Έριξες λούτσο στην πενταήμερη και τώρα κάνει ότι δεν σε ξέρει, ε;
    - Ναι αλλά τουλάχιστον έφαγα καλά. Τέσσερις μέρες σερί το μουνί στο χέρι της έδινα. Δεν προλάβαινε να πάρει ανάσα.

  2. (Διαρκείας)
    - Έλα ρε, χωρίσατε πάνω που θα κλείνατε χρόνο;
    - Στα παπάρια μου ρε. Έφαγα καλά. Πήρα παρθενιά, κώλο, έσκισα φυσικό ξανθό νέτο με τρελό πάτο, ε και τώρα πάω για άλλα.

(από HardcoreGR, 25/03/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ας υπάρχει μια τρύπα να γαμήσω κι ας μην είναι γυναίκα, ας είναι κούκλα, άντρας, μουλάρι, ό,τι νά 'ναι. Για να μη με φάει η χείρα με τα πέντε ορφανά.

Αντίστοιχο (για κοριτσάκια): άντρας, κι ας είναι και ξύλινος.

  1. - Καλά ρε σαβούρι, με τη Λίτσα; Την Λίτσα;;;
    - Ε και; Επειδή είναι μπάζο; Μωρ' τρύπα νά 'ναι κι ό,τι νά 'ναι...

  2. - Ο Λεωνίδας καλά;
    - Ποιος Λεωνίδας! Χωρίσαμε, πάει!
    - Γιατί;
    - Τον έπιασα με την κατσίκα.
    - Ρε τους πούστηδοι, τρύπα νά 'ναι κι ό,τι νά 'ναι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση προερχόμενη από τη γεωμετρία, την χωροταξία και το σχήμα των τριών ανδρικών γεννητικών οργάνων. Το πέος στη μέση και τους όρχεις εκατέρωθεν.

Συνοδευομένη από το τη φράση «πήραμε τον...» αναφέρεται σε καταστάσεις όπου παρατηρείται μια χρονική σειρά τριών δυσάρεστων γεγονότων, όπου το τρίτο είναι συνήθως και το χειρότερο, μιας και δίνει το τελειωτικό χτύπημα.

Εάν προηγείται η φράση «να κι ο...», τότε αναφέρεται σε παρέα τριών ατόμων, όπου οι δύο από αυτούς εκπληρώνουν ήδη όλες τις προϋποθέσεις για να ισχύει για αυτούς η φράση: «τα αρχίδια πάνε πάντα δύο δύο» και ο τρίτος της παρέας είναι πλέον το κερασάκι στην τούρτα, ώστε η παρέα των τριών ατόμων να καθίσταται το ίδιο αξιοπρεπής όσο και τα γεννητικά όργανα.

Πήραμε το τρίτο το μακρύτερο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για φράση ειπωμένη από χανιώλα ομολογουμένως νάρα που αυτηκόησα, summer '08.

Η φράση είναι μια ειλικρινής παραδοχή ότι «αφού πάω με το ροκοφλόκο και του δίνω κάτι -και τι κάτι!- να ασχολείται, να μη βγάλω κι εγώ το κατιτίς μου... Με τα 3 του θα μείνω;».

Λέγεται μόνο από συνειδητοποιημένα ξέκωλα, διαθέτοντα εξοπλισμό ρυμούλκησης πλοίων πιστοποιημένο με ISO και HAACP, τα οποία δεν πέφτουν με κοπλιμέντα.

- Κοίτα Χρυσούλα, εγώ με τον Ευγένιο τά 'χω λύσει αυτά τα... Τρία μου δίνει, έξι του παίρνω. Και είμαστε κι οι δυο ευχαριστημένοι....
- Καλά κάνεις εσύ.... Εγώ, δεν ξέρεις πόσο μετανιώνω που του Κωνσταντίνου του είπα κι ευχαριστώ για το smart... σιγά το δώρο, αυτά είναι αυτονόητα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στερεότυπη ἔκφρασι, ποὺ δίδεται ὡς ἀπάντησι στὴν κουτσομπολικὴ ἐρώτησι «τί δουλειὰ κάνει ὁ πατέρας σου».

Ἡ εἰκονοπλασία εἶναι μοναδικοῦ διαστροφικοῦ, οὐ μιν, ἀλλὰ καὶ φιλανθρωπικοῦ ἐπιπέδου, ἀρκεῖ νὰ ἀναλογισθῇ κανεὶς τὴν τραγικότητα τῆς συνθήκης νὰ εὑρεθῇ κουλός, ταυτοχρόνως δὲ καὶ καυλωμένος (βλ. λῆμμα). Πρόκειται δηλαδὴ γιὰ κάτι σὰν ἐπάγγελμα καὶ λειτούργημα μαζί, ένα πράμα.

᾿Οφείλει ἐν προκειμένῳ νὰ διευκρινισθῇ ὅτι ἡ έν θέματι σύλληψις εἶναι πολὺ προγενεστέρα τῆς συγγενοῦς ἐννοίας τοῦ φραπέ. Ἐὰν ἤθελε κανεὶς νὰ ἀναγάγῃ τὸ ὅλον εἰς ὅρους φραπέ, τότε ὁ διαφορισμὸς τῶν δύο ἐννοιῶν θὰ ἦτο «φραπὲ κατ᾿ ἀνάγκην (ἐπὶ κουλαμάρας), καὶ φραπὲ κατ' ἐπιλογήν, ὅπως περίπου λέμε δηλαδὴ business or pleasure.

Assist: οο9οο, μὲ τὸ λῆμμα που να μείνεις κουλός και καυλωμένος

Περιττεύει

Έχω κουραστεί, δε θέλω να εξηγώ, πρέπει εσύ να την παίξεις. (από Galadriel, 12/10/11)

Βλ. και βαράει μαλακία στους κουλούς

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από φόρουμ στο νέτι: «Δράττομαι της ευκαιρίας και μιας που είναι περί αυνανισμού ο λόγος να πούμε και κανά ευτράπελο: Είμαι πολύ καλός εραστής διότι εξασκούμαι πολύ μόνος μου...! Εϊ, μην κατακρίνετε τον αυνανισμό... Είναι σεξ με κάποιον που αγαπάμε...! Το καλό με τον αυνανισμό είναι ότι δεν χρειάζεται να είσαι κατάλληλα ντυμένος...! Ούτε να πας το χέρι σου για φαΐ και να συζητάς τα προβλήματά του...! Λένε ότι “αν πετύχει η μαλακία τύφλα νά ‘χει το γαμήσι!” χμμμ καλή η μαλακία αλλά με το γαμήσι γνωρίζεις (και) κόσμο...! Άσε που μειώνει τις πιθανότητες να μείνεις μόνος σου το Σαββατόβραδο...»

- Καλά φιλαράκι.. θα σας γαμήσουμε στο φιλικό, πέντε τεμάχια θα σας ρίξουμε!!
- Σιγά ρε, μη γαμάς τόσο πολύ, τράβα και καμιά παχιά, να φύγει η μαλακία από τον εγκέφαλο..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια κλασσική (παλιά αλλά ακόμα εν ενεργεία) γείωση, που ρουπώνει κάποιον που λέει μαλακίες αναφερόμενος σε λεγόμενα-πεπραγμένα ετέρου τρόμπα.

Η στιχομυθία είναι λίγο-πολύ τυποποιημένη:

Ομιλητής Α:
- Ο/η τάδε λέει ότι μπλα-μπλα (παπαριές)
Ομιλητής Β:
- Του το 'πες;
Ομιλητής Α:
- Ποιο;
Ομιλητής Β:
- Να πα' να γαμηθεί!

Κάπως έτσι.

1. Ερωτικά σκιρτήματα:

(Τσιν-τσιν)!
- Δεν με κοίταξες στα μάτια!
- ...;
- Οι Γάλλοι λένε, όταν τσουγκρίζεις με κάποιον πρέπει να τον κοιτάς στα μάτια, έτσι λένε.
- Τους το 'πες;
- Ποιο;
- Να πα' να γαμηθούνε!

2. Πολιτική ανάλυσις:

- Ρε συ, άκου τί λέει εδώ: Ο κύριος Υπουργός είπε χτες καλεσμένος σε μιαν εκπομπή, ότι ντάξει θα το διερευνήσουν το θέμα με τους μπάτσους που σακατέψανε τον άνθρωπο και άμα είναι θ' αποδοθούν ευθύνες, αλλά δεν θα πρέπει να αποπροσανατολίζεται ο λαός με τέτοια, γιατί οι Έλληνες πρέπει να σφίξουν κι άλλο το ζωνάρι, να κάνουν λίγη υπομονή και να 'χουν πίστη στο θεό και στο ΠΑΣΟΚ κι όλα θα πάνε καλά, και λεφτά υπάρχουνε κι απ' όλα τα καλούδια, βέβαια αν τελικά πτωχεύσουμε τί φταίει αυτός, γιατί στο κάτω-κάτω είμαστε συνυπαίτιοι της κρίσης αφού μαζί τα φάγαμε και σιγά μην επαναστατήσουμε κιόλας, τέτοιος μικροαστικός και δειλός λαός που είμαστε, οι Έλληνες. Α! Όποιος δεν συμφωνεί, είναι τρομοκράτης, λέει.
- Του το 'πες;
- Ποιο;
- Να πα' να γαμηθεί!

Elevator look (από Khan, 17/03/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαώδης κατάσταση, με αλλοπρόσαλλα στοιχεία και ανομοιογενές πλήθος, κυρίως θηλυκού χαρακτήρα (σχ. αρσ.: πουτσοπανήγυρος).

- Τι μου πε ο Μήτσος ρε; Κόλαση στο μαγαζί το Σάββατο;; Γκόμενες γυμνές, βυζί χύμα και τέτοια; - Άστα ψηλέ! Του μουνιού το πανηγύρι!! Οι γκόμενες έχουν ξεφύγει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση έντονα προσβλητική. Πρωτοεμφανίστηκε στα κατώτερα λαϊκά στρώματα και γρήγορα έγινε γνωστή στο ευρύ κοινό. Χρησιμοποιείται κυρίως από άντρες για να περιγράψουν την έντονη παρουσία γυναικείου, πολλά υποσχόμενου πληθυσμού.

- Μαλάκες, πήγατε στο πάρτυ της Φωφώς;; - Ναι, ρε φίλε!! Τόσες γκόμενες μαζεμένες... του μουνιού το πανηγύρι!!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified