Further tags

Γνωμικό από τα Επτάνησα, που σημαίνει ό,τι περίπου και τα δουλειά δεν είχε ο διάβολος γαμούσε τα παιδιά του ή δουλειά δεν είχε ο διάολος και ζύγιζε τα καλαμπαλίκια του. Δηλαδή το να αεργείς ή να ανεργείς κ.τ.ό. είναι μήτηρ πάσης κακίας και θα αρχίσεις να κάνεις μαλακίες και θα εκτραχυνθεί η κατάσταση. Ή ότι κάτι που αρχίζει ως ψιλοαθώο, ψιλοαστείο, ψιλοχαβαλέ, κάποια στιγμή εβέντσουαλι παύει να είναι αστείο/ αθώο και γίνεται σοβαρό. Ή λες και δεν έχουμε σοβαρές δουλειές με τις οποίες να ασχολούμαστε και πρέπει να μας τρώνε τον χρόνο σκάνδαλα και παράκμες. Πιθανολογώ ότι η σχέση του αιδοίου με την τσαγκαρική αποτελεί καθαρό τιραμισουρεαλισμό, (να πω να μάθαινε καπελάς θα έβγαζε κάποιο νόημα, αλλά τσαγκάρης!;) αλλά επειδή και για άλλα πράγμα έχω πει ότι είναι τιραμισουρεαλιστικά και έχω πέσει έξω δεν παίρνω και όρκο. Οποιαδήποτε απόπειρα πραγματολογικής ερμηνείας ή φετιχιστικού συνειρμού ευπρόσδεκτη. Ο τιραμισουρεαλισμός πάντως συνάδει με την απονοηματοδότηση που προκαλεί η έλλειψη εργασίας του μουνιού καθώς και ο επαγγελματικός προσανατολισμός που εκ πρώτης όψεως δεν φαίνεται να του ταιριάζει, οπότε μιλάμε για καταστάσεις απουσίας νοήματος και ακηδίας, όπου θάλλει η παραβατική συμπεριφορά.

  1. -ΑΚΟΜΗ ΝΑ ΑΠΑΝΤΗΣΕΙ Ο ΜΑΚΗΣ ΤΡΙΑΝΤΑΦΥΛΛΟΠΟΥΛΟΣ ΓΙΑ ΤΗΝ ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΔΟΛΟΦΟΝΙΑΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΟΥ ΘΕΜΟΥ ΑΝΑΣΤΑΣΙΔΗ... Πανικος θα επικρατησει αυριο στις Κυριακατικες φυλλαδες,οι οποιες θα σκασουν μυτη κατα τις 5 το απογευμα στα γνωστα κεντρικα σημεια της Αθηνας, καθως η επιστολη Γκιολια, εναντιον τον Μακη Τριανταφυλλοπουλου, εχει προκαλεσει θυελα αντιδρασεων στα δημοσιογραφικα γραφεια...
    Σχόλιο: [...] [Βάλε λάδι και έλα βράδυ]7. Βοηθήστε οι στραβοί τόν ανοιχτοΜάκη. Δουλειά δέν είχε τό μουνί καί μάθαινε τσαγκάρης. Ζήσε Μά(κ)η μου νά φάς τριφύλλι. (Από Πρέζα TV).
  2. Μετά το παράδειγμα της επιστροφής των σλαβικών ονομάτων στην περιοχή της Μάλα Πρέσπα και στο Γκόλο Μπάρντο στην Αλβανία, τίθεται θέμα για ‘επιστροφή’ στη σλαβική ονομασία τους, τοπωνύμια σε περιοχές της Βουλγαρίας και της Ελλάδας, που και οι δύο χώρες αν και είναι μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης εξακολουθούν να προσπαθούν να εξαλείψουν τη «μακεδονική»/σλαβική ταυτότητα από τις περιοχές τους χωρίς να έχουν το φόβο επιπτώσεων από την Ευρωπαϊκή Ένωση», γράφει το εικονιζόμενο σλαβικό δημοσίευμα των Σκοπίων. Έτσι, δύο σλαβικές οργανώσεις του εξωτερικού... Μετά την μετονομασία της αλβανικής ονομασίας του Δήμου Liqenas στη σλαβική ονομασία Pustec (sic), διεκδικούν και τη μετονομασία και άλλων περιοχών στη Μάλα Πρέσπα και στο Γκόλο Μπάρντο της Αλβανίας.
    Σχόλιο: Δουλειά δεν είχε το μουνί και μάθαινε τσαγκάρης. (Από Εγκληματικότητα).
  3. Ναι, παντού συνωμοσίες βλέπω, ακόμη και στον ύπνο μου. Παράγκες, διαιτητές, πέναλτι, οφσάιντ κλπ Έχω καταντήσει άρρωστος με τη διαιτησία. Υπάρχει θεραπεία, άραγε;
    Σχόλιο: Δουλειά δεν είχε το μουνί και μάθαινε τσαγκάρης. (Από το Φόρουμ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καρα-γιαλομίζουσα έκφραση που προειδοποιεί τους πέριξ πως ο εν λόγω χρήζει ειδικού χειρισμού λόγω πιθανότατης απρόβλεπτης αντίδρασης σε είδος και ένταση σε οποιοδήποτε ερέθισμα δοθεί από το περιβάλλον.

Χρησιμοποιείται με αισθητά αυξημένη συχνότητα, έως αποκλειστικότητα, από τα δυο επόμενα του πρώτου φύλα, ίσως διότι οι δικαιολογίες περί ανάδρομου Ερμή, απότομων καιρικών μεταβολών και απροσδιόριστων σωματικών ενοχλήσεων δεν κρύβουν τίποτε παραπάνω από νευράκια, αγαμησιές «κι όλα τ’ άλλα δύσκολα που έχουν τα κορίτσια»♬♬ ενίοτε και σε συνδυασμό.

Σαφέστατα το ρίξιμο ενός κρύου, η πικρή σοκολάτα και το ..ξεμάτιασμα (κατά φθίνοντα βαθμό) βοηθούν μέχρι την επόμενη Κρίση.

1ο

Στο ίδιο στάτους βρισκόμεθα. Καλά κι εγώ γενικά, αυτή τη στιγμή είμαι στα περίεργα μου. Βασικά έχω προσβληθεί από μια χάρντκορ ίωση που τριγυρίζει, πονάνε κόκαλα και τέτοια. Κούμπωσα ντεπόν να την παλέψω στη δουλειά (ορθοστασία γαρ), αλλά τώρα με ξανάπιασε. Κι έχουμε κι εξεταστική, να μη ξεχνιόμαστε. Τα δικά σας.

2ο

Αν υπάρχει κάτι που μου αρέσει... είναι που πιάσατε το νόημα της εγγραφής (πλάκα κάνω). Καλημέρα παιδιά! Λογικά από εδώ και πέρα θα βάζω τις εγγραφές στην αυτόματη δημοσίευση όπως ήταν και αυτή χτες... Είπαμε είμαι στα περίεργά μου.

3ο

Τώρα θυμήθηκα το "χρώμα δεν αλλάζουνε τα μάτια, μόνο τρόπο να κοιτάνε". Συγχωρήστε μου την πολυγραφία μου. Είμαι στα περίεργά μου :)

4ο

H Nτόρα Mπακογιάννη είναι στα... περίεργά της. Βρίσκεται ανάμεσα σε μια κατάσταση αγάπης και μίσους, στο «ζευγάρι» Ευρωπαϊκή Ένωση-Τουρκία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Α. Δυναμώνω.

  1. -καλή η γράμμωση του σώματος μα καλύτερη η γράμμωση του πνεύματος
    -γι αυτό κ εγώ γραμμώνω το πνεύμα και έχω κ την κοιλίτσα μου (εδώ)

Β. Αντί να πληγώ ή να λουφάξω από επιθετική ενέργεια/στάση/συμπεριφορά, πωρώνομαι, θωρακίζομαι και τελικά ισχυροποιούμαι, μοτιβαρισμένος από την επίθεση.

~ Προέρχεται από την έκφραση των μποντιμπιλντεράδων, "είμαι στη γράμμωση".
~ Καμία σχέση με το ιατρικό γραμμώνω και το αριστερίστικης προέλευσης γραμμώνομαι που, παρεμπιφτού, έχει πλέον ευρύτερη χρήση.

  1. Γράμμωσέ μας Γιάννη! (Πρετεντέρη) (εδώ)

  2. -Τις πιο μεγάλες παπαριές δεν τις ακούσαμε ακόμα.
    -Άντε, ξεκίνα.
    -Το μόγγολο που θεωρεί τη γκέι σλανγκ ομοφοβία και συγχέει την κλιμακα με το κλειδι μιλάει για παπαριές
    -Δικαιολογείται. Όποιος συναγελάζεται περισσότερο από μία μέρα με ακροδεξιά σαμαροτρόλ χάνει 60% του iq του.
    -Όποιος χαριεντίζεται με ακροδεξιούς δεν έχει και δεν είχε ποτέ iq.
    -Να μιλάτε για τον εαυτό σας αγαπητοί εγώ με δαύτους τώρα γραμμώνω τραπεζοειδείς. (εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση που λένε καμιά φορά οι Αλβανοί που ζουν στην Ελλάδα. Σημαίνει είτε πεθαίνω, ή τιμωρούμαι δια απέλασης.

- Τι κάνει ο πατέρας του Θανάση;
- Δεν την βγάζει.
- Κατάλαβα, πάει Κακαβιά.
...
Πρόσεξε με αυτά που κάνεις, πας Κακαβιά μετά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μου έρχεται η διάθεση και συμπεριφέρομαι ανόητα, και κάνω πράγματα που σε κανονικές συνθήκες θα θεωρούσα ασόβαρα ή και ανάρμοστα. Κανονικά δεν είμαι έτσι, ξες, απλά κάτι παίχτηκε, κάποια περίεργη συναστρία ρε παιδί, και θέλω να κάνω καραγκιοζιλίκια ή να πετάω κρυάδες χωρίς να μπορώ να σταματήσω και χωρίς να δίνω λογαριασμό και σε κανέναν. Ξες... γιατι κανονικά, είμαι πολύ-πολύ σοβαρός άνθρωπος.

Συνώνυμα: με πιάνει η μαλακία, κουτουρντίζω, παρανοώ, συνήθως λέγεται για καταστάσεις γέλιου και χαβαλέ. Η σύνταξη θυμίζει τα με πιάνει βήχας / λόξιγκας / νευρικό γέλιο (όλα τους αθέλητα!), αλλά δέον να σημειωθεί ότι -παρά τη στάνταρ έκθλιψη στον προφορικό λόγο, με πιάν' η βλακεία- εδώ έχουμε οριστικό άρθρο: ή βλακεία, όχι οποιαδήποτε βλακεία -αν και συχνά λέγεται και με πιάνει μιά βλακεία για έμφαση, με το μια τονισμένο.

Μετά το "Hesame mucho" του μπαμπά μας, πέταξε ατάκα και η μαμά (εγώ δηλαδή): "Πώς λέγεται η πάνα που έχει πάνω χαρακτήρες του Sesame street? Hesame street!!!!" (Ναι, μας έχει πιάσει η βλακεία μας.)

από ιστολόι

χωρις να σκεφτεσαι, πως να καθησεις, τι θα πεις, πως θα το πεις, αν θα κλαψεις αν θα γελασεις, αν θα σε βλεπει τις ωρες που θα σε πιανει η βλακεια κ θα λες χαζομαρες ή οταν θα σερνεσαι στο πατωμα.

από το ζου τζι αρ

Τους έπιασε η βλακεία όταν μπήκα (ήδη άκουγα τα γέλια πριν χτυπήσω το κουδούνι) και άλλαζαν τα ονόματα εκείνη την στιγμή, ενώ ξεκίνησαν να λένε τα κανονικά τους.

από το μπουρδέλα κομ

- Τι ακραία μουσική ακούτε τώρα;
- Δε ξερω, ειμαι εδω με ενα φιλο και μας εχει πιασει η βλακεια και ακουμε Κατη ολη μερα

από φόρουμ

Έτυχε μια φορά στα σαράντα ενός συγγενικού προσώπου να ακούσω μια θεια μου να κλαίει και έπεσα κάτω από τα γέλια. Επίσης στο τέλος μιας πολύ κουραστικής ημέρας αν είμαι με κανένα συνάδελφο ή κανένα φίλο με πιάνει η μαλακία και αρχίζει το σπαστικό γέλιο με το παραμικρό και δεν τελειώνει με τίποτα, λες και έχω καπνίσει φούντα.

από φόρουμ

Συχνή η κρίση βλακείας στους έλληνες, θεμελιακό συστατικό του χιούμορ των οποίων φαίνεται να είναι ακριβώς η σάχλα, η εγνωσμένη κι εσκεμμένη ανοστιά ή και χοντράδα, και συχνά το ψυχαναγκαστικό λογοπαίγνιο επιπέδου αθλητικογραφίας / φροντιστηρίων μέσης εκπαίδευσης / γυράδικων της Θεσσαλονίκης... Με άλλα λόγια, αυτά που απαρτίζουν τη λεγόμενη σεφερλίτιδα (εξού και άξιος ο Μάρκος). Όχι βέβαια ότι το ελληνικό χιούμορ δεν έχει και άλλα βασικά συστατικά -άλλη κουβέντα αυτό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είμαι εξαιρετικά αφηρημένος, μάλλον έχει αρχίσει το έμενταλ και γω έχω αρχίσει να καταπίνω ψαρέλαιο με ω3 μπας και.

- Καλά πάλι το ξέχασες;
- Ποιο;
- Το στικάκι με την δουλειά του πελάτη.
- Ποιού πελάτη;!
- Νταξ, είσαι για ψαρέλαια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

1.Pas question! Ούτε συζήτηση! Ούτε (να τολμήσεις) να το διανοηθείς. Αποθάρρυνση που λειτουργεί αποτρεπτικά για τον αποδέκτη και ο,τι πρότεινε ή είπε με έντονα επιπληκτική διάθεση. Χρησιμοποιείται αντί της προστακτικής ενεστώτα "ξέχνα το", μετριάζοντας την επιθετικότητά της, αλλά αναβαθμίζοντας το δασκαλίστικο ύφος της. Ο φρονιμότερος (ίσως και μεγαλύτερος σε ηλικία) βάζει μυαλό και θέτει όρια στον υπό την επίβλεψή του συνομιλητή που συνήθως των χαρακτηρίζει μια τάση ελαφρότητας παραπάνω. Τα πράγματα εδώ για τον επιπλήττοντα είναι αδιαπραγμάτευτα και δε χαρίζει κάστανα.


- Και είπαμε με τα κορίτσια να πάμε στη συναυλία των motörhead. Να, εδώ δώσαμε ραντεβού αύριο τ' απόγευμα...
- Αυτοί οι παλιοροκάδες σας κάψανε! Με τα μαλλιά μέχρι το πάτωμα και τα μυαλά στα κάγκελα! Να πας και να μου πάρεις και τίποτα ναρκωτικά;
- Έλα ρε μάνα, μη γίνεσαι σπαστικιά... Εγώ φταίω που έρχομαι και σ'τα λέω και τα καρφώνω... Ήθελα να'ξερα πιο παιδί άλλο κάνει τέτοιες βλακείες, να του τη σπάνε και να τ'ακούει κι από πάνω... Ένα συγκρότημα είναι, πώς κάνεις έτσι!...
- Δεν το'ξερα πως έπρεπε να συμφωνήσω και να συνεργαστώ! Άκου να σου πω, επειδή έχεις σηκώσει μπαϊράκι αλλά αυτά δεν τα σηκώνω εγώ, είμαι η μάνα σου και πρέπει να μ'ακούς. Τα παράπονά σου στις φίλες σου! Δε θα πας, πάει και τελείωσε. Βγάλ'το απ'το μυαλό σου. Ξέχασέ το.

2.Δεν υπάρχει, είναι απίστευτο, είναι άφθαστο, τέλειο και για άνθρωπο: είναι τσακάλι και δεν πιάνεται, είναι ικανότατος στα όρια της ιδιοφυίας και του θαυμασμού που προξενείται από έντονο δέος, συστολή και ταπεινότητα προς αποδοχήν του ανωτέρου που αναγνωρίζεται η αξία του χωρίς περιθώριο για μικροπρέπειες και μικροψυχίες. Αυτός που επιβάλλεται ως ο καλύτερος και το κερδίζει με τα τσαρούχια. Απαλάξου λοιπόν από την έγνοια του μπελά σου, γιατί ο Μεσσίας ο ανυπέρβλητος θα σε σώσει και θα καθαρίσει για σένα. Απλώς ξέχασέ το κι ασ' τον εκείνον να κάνει τη δουλειά. Εσύ κοιμάσαι και η τύχη σου δουλεύει από τον "ξέχασέ το", ΤΗΝ αυθεντία... Δε χωρεί αμφιβολίας περί τούτου μη με λες Ασημίνα, Λαμέ, Λαμέ να με λες.


- Πω ρε φίλε... Ασ'τα γιατί είμαι να με κλαιν οι ρέγγες. Δεν ξέρω τί σκατά έπαθε το τάμπλετ μου... Τρία χρόνια απ'τη ζωή μου έχω κει μέσα, εργασίες, αρχεία, χώρια τις φωτογραφίες και δεγκζερωγωτί... Μού'ρχεται να πάω να πεθάνω... Απ'όπου και να με πιάσεις, θα σκάσω! Γαμώ την τύχη μου...
- Πώς κάνεις έτσι! Θα πω του Αντωνάκη και να δεις θα τη βγάλει την άκρη... Είναι διάολος σ'αυτά. Έννοια σου...
- Αλήθεια; Είναι τόσο καλός;
- Ξέχασέ το.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

... δε μ - παθαίνεις πράμα

Όλα είναι δυνατά/ πιθανά. Κι επειδή είναι δύσκολο το τσίρι ενός ανθρώπου που δεν είναι μωρό ή μικρό παιδί να κάμει καμαρόλι, είναι δύσκολο για ότι κάνουμε, εξασφαλισμένο ή ριψοκίνδυνο να έχουμε δέσει το γάιδαρό μας πρώτα, γιατί όλα είναι θέμα πιθανοτήτων και όχι βεβαιοτήτων (0% ή 100%)λόγω ασταθμήτων παραγόντων. Κυριολεκτικά ξεκίνησε από την αδυναμία πετυχημένης στόχευσης σε τραύμα με ούρα (όπως τσίμπημα εντόμων του ίδιου του ατόμου που βρίσκεται σε άμεση ανάγκη από τη σύγχυση του πόνου και του δυνατού τσουξίματος και σε συνδιασμό με άσχετες στιγμές στις οποίες μπορεί να προκύψει και να φέρει σε αμηχανία το άτομο να παράσχει αυτήν την "πρώτη βοήθεια" στον εαυτό του σωστά π.χ.:οδήγηση και ακόμα χειρότερα ποδηλάτου ή μηχανής) που λόγω των ουσιών που περιέχουν αδρανοποιούν το δηλητήριο του κεντριού τους και ανακουφίζουν προσωρινά μέχρι να ακολουθηθεί θεραπεία με κάποια αλοιφή, ένεση αναλόγως τη σοβαρότητα.

Τσίρι είναι στα Κρητικά το κάτουρο, το προϊόν της ενέργειας "τσιρώ" (δηλ. κατουρώ - απαντά και στον πληθυντικό "κατουρήματα" από τον ενικό "κατούρημα" που μπορεί να σημαίνει και το προϊόν εκτός από την πράξη - για την πράξη είναι το "τσίρημα" απ'όπου και το ευκοίλιο "τσιρλιό" της κοινής ν.ε.). Το καμαρόλι είναι η καμαρούλα (μικρή καμάρα με την υποκοριστική κατάληξη - όλη). Ούτε η κρεββατοκάμα(/ε)ρα, ούτε η βιντεοκάμερα, αλλά η αψίδα, η καμάρα, η καμπύλη που διαγράφεται ως αρχιτεκτονικός σχεδιασμός για τον διαχωρισμό των εσωτερικών χώρων που είναι ευχάριστοι στο μάτι. Τέτοιες καμάρες έχουν τα γεφύρια μας και πρώτο και καλύτερο αυτό της Άρτας (που τη γλύτωσε απ' τον Άραχθο, αλλά όχι και αυτό της Πλάκας). Κι εδώ ο καλλιτέχνης θέλει να ζωγραφίσει πάνω στον αρχιτέκτονα με μια καλλιγραφική στόχευση - προστόχευση στο ζητούμενο στόχο που ήδη από την ηλικία των τριών ετών πρέπει να είναι ο εσωτερικός διάκοσμος του ουρητηρίου - αφοδευτηρίου της τουαλέττας κι εκεί να αφεθεί στην έμπνευσή του και να οργιάσει και όχι η καμάρα της στεφάνης - γι΄αυτό μικροί και μεγάλοι δέχονται πολλαπλές παρατηρήσεις σε όλους τους τόνους από τον γυναικείο πληθυσμό του σπιτιού. Όσο μεγαλώνει όμως κανείς, το τσίρι του όλο και πιο δύσκολο είναι να κάμει καμαρόλι, ένεκα των αναλογιών του πέοντος που απορροφά μεγάλο μέρος της πίεσης του υγρού λόγω του μήκους. Καθώς στους πιτσιρικάδες τους πολύ μικρούς είναι δυσανάλογα μεγάλη ως προς το μήκος των προσόντων τους στη συγκράτηση - απορρόφηση της πίεσης εξόδου, το όργανο ξαφνικά αρχίζει να κεντά στον αέρα σε μια πτήση που καταλήγει σε πτώση (όπως διαφωνούσαν ο Γούντι και ο Μπαζ Λάιτγίαρ ασυστόλως στο πρώτο Τόυ στόρυ για να βρουν τί σκατά ήταν αυτό που έκανε ο Μπαζ ακριβώς) με όποιον βρει μπροστά του, ή ακόμα και το ίδιο το πιτσιρίκι όταν είναι ξαπλωμένο και αυτοκατουριέται.
Εκτός λοιπόν κι αν σφίξει πολύ ένας ενήλικας το πράγμα, όπως το λάστιχο μπροστά από την τρύπα όταν ποτίζουμε φυτά, δύσκολα να κάμει καμαρόλι καλοσενιαρισμένο (φυσιολογικά το τσίρι κάμει μόνο πτώση)κι έτσι δε μετράει (η έκφραση δηλώνει να γίνει από μόνο του το καμαρόλι κι όχι βεβιασμένα - προμελετημένα, να το κάμεις - προκαλέσεις εσύ). Συνεπώς η ρήση είναι όλο και πιο αδύνατη στο να εκπληρωθεί (σχήμα αδυνάτου ή μάλλον εντελώς απίθανου)κάτι σαν κι αυτό που βρόντηξε ο Αχιλλέας στην Ιλιάδα όταν του έκλεψαν το "γέρας" του, το φίνο γκομενάκι του - λάφυρό του, την κόρη του αρχιερέα Χρύση, τη Χρυσηίδα (όχι τη Δημουλίδου), πως μόνον όταν εκείνο το ξύλινο στιλβωμένο ραβδί που κράδαινε μπροστά τους από θυμό όταν τους μιλούσε την ώρα που τον παρακάλαγαν οι Δαναοί να επιστρέψει στη μάχη γιατί οι Τρώες τους θέριζαν, έβγαζε πάλι κλαδιά θα επέστρεφε. Δηλαδή όσες ήταν οι πιθανότητες να γίνει κάτι τέτοιο τόσες θα ήταν και αυτές που θα τον έκαναν να αφήσει τη μήνιν του, τη μάνιτά του και το πείσμα του. Δηλαδή ποτέ. Τελικά αυτό το πράμα κλαδιά δεν έβγαλε και άλλες συγκυρίες τον οδήγησαν ξανά στη μάχη με τη γνωστή κατάληξη. Παρόλα αυτά οι ελπίδες για ένα καλοσχηματισμένο καμαρόλι από ένα ενήλικο πουλί είναι περισσότερες και εντός της φύσεώς του, απ' ότι ένα αποκομμένο τμήμα ή κλαδί δέντρου να ξανανθίσει, άρα το πράγμα δε φαντάζει και τόσο μαύρο, αλλά είναι μάλλον προς το γκρι.
Όσο μεγαλύτερο το καμαρόλι λοιπόν , τόση μεγαλύτερη πίεση και λόγω της επίδρασης της βαρύτητας από την πτώση που είναι ανάλογη του ύψους απ' όπου πέφτει το υγρό, τόσο πιο καίρια εξασφαλίζεται ο στόχος και συλλέγεται το κατά δύναμιν εκεί. Κι επειδή όσο μεγαλώνουμε τη χάνουμε την μπάλα γιατί αποσπώμαστε από χίλιες δυο πλευρές με ξενέρωτα προβλήματα, αυτή η ευλογία ανήκει στα παιδιά στο να καταλήγουν τελικά με προσήλωση στο στόχο και να τον διεκπεραιώνουν. Κι έτσι όλα να είναι δυνατά. Στη μεταφορική της χρήση η φράση συμπληρώνεται στην απόδοση με τον προσφιλή - διακαή πόθο του πάσχοντος. Εκφέρεται με με μια κάποια λεπτή ειρωνεία, με καλαμπούρι και στο τέλος παρακινητικά γιατί κανείς δεν κάνει να σκοτίζεται πολύ για το οτιδήποτε.

1.- Μπουχουχου! Έπεσα κι ετσίμπησε με σφήγκα! Άααααχ...
- Σώπα μρε Μανωλιό... Ανε κάμει το τσίρι σου καμαρόλι, δε μ - παθαίνεις πράμα. Να γενείς θέλει καλά.
- Αλήθεια, παππού; Να περάσει θέλει;
- Να περάσει θέλει... Γιατί είσαι κοπελλάκι και μέχρι να παντρευτείς, να γιάνει θέλει ως τότε.
2.- Πάει το Μαράκι, εχάσαμε το...
- Ανέ κάμει το τσίρι σου καμαρόλι, να γυρίσει θέλει...
- Εδά, σώθηκες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχω χάσει το μυαλό μου με δύο διαφορετικούς τρόπους.

μού'χει στρίψει

Έχω τρελαθεί με την κακή έννοια. Τελώ υπό καθεστώς μανίας, καταστροφικού θυμού, ερεβώδους κακίας και βρίσκομαι ένα βήμα πριν την πύρινη λαίλαπα της σχιζοφρένειας, άμα αυτό συμβαίνει πολύ τακτικά. Σε ένα τυχαίο βίαιο υπέρ το δέον ξέσπασμα, αυτή η άτις μπορεί να προκαλέσει μιαν ύβρι που το κάρμα θα την επιστρέψει. Ο δράστης έχει το ακαταλόγιστο γιατί το πνεύμα του έχει διαβληθεί από σκοτεινές δυνάμεις. Η βίδα όταν έχει στρίψει παραπάνω απ'όσο πρέπει στο μηχανισμό που βρίσκεται, τον πιέζει παραπάνω με αποτέλεσμα να ασφυκτιά από την ακαμψία και την έλλειψη μπόσικων με κίνδυνο αν χτυπηθεί ή δεχτεί ποικίλες εξωτερικές δυνάμεις να σπάσει - τον καθιστά το υπερβολικό στρίψιμο εκ των προτέρων εύθραυστο. Έτσι και ο άνθρωπος καταρρέει από το συναισθηματικό βάρος και τρελαίνεται όταν δεν έχει την ανοχή που χρειάζεται για να αντέξει κάποια πίεση και κατόπιν εκρήγνυται καταστροφικά σαν ηφαίστειο που ξυπνά με απρόβλεπτες συνέπειες.


- Θα πάω να τόνε σφάξω τον πούστη! Τον αρχιψεύταρο! Δύο χρόνια τώρα με δουλεύει! Κάτσε και θα τον τακτοποιήσω εγώ...
- Πού πας θεοπάλαβη με το μαχαίρι; Σού'στριψε τελείως;
- ΑΕΡΑ! ΦΕΥΓΩ! Ξεφτιλισμένε άντρα, ήρθε η ώρα σου!!!

μού'χει λασκάρει η βίδα

Έχω χαζέψει. Εδώ η έκφραση απαντά συνηθέστερα πλήρης σε αντίθεση με την παραπάνω που η βίδα εννοείται. Όπως το ασφυκτικό της σφίξιμο σε ένα μηχανισμό τον θέτει σε κίνδυνο έτσι και το υπερβολικό λασκάρισμα αφήνει χαλαρά τα συναρθρωθέντα μέρη, θέτοντας τα σε κίνδυνο διάλυσης. Έτσι η βίδα που συγκρατεί τα πράγματα στη θέση τους, όταν είναι στον εγκέφαλο και λασκάρει, κακά τα μαντάτα γιατί χάνει στροφές. Προμηνύεται ουφοποίηση, μαλάκυνση ίσως και ατσχάι. Συνήθως ένας με λασκαρισμένη βίδα είναι ευχάριστος για παρέα, όταν δε βρίσκεται εκτός τόπου και χρόνου και κάπως γίνεται κάποια ψευδοσυνεννόηση που δεν είναι να την πάρεις στα σοβαρά γιατί καταλήγει χαλασμένο τηλέφωνο και μόνο για το χάι και για να σπάσεις πλάκα την επιδιώκεις.


- Καλά, χάζεψες; Τόση ώρα που σε χαιρετάω, δε με πήρες χαμπάρι;
- Όχι. Να εδώ καθόμουν και χαλάρωνα και δεν πρόσεχα...
- Άμα λέω γω ότι σού'χει λασκάρει...Να, μια βίδα! Από σένα έπεσε!
- Όχι ρε, απ'το πολυκατσάβιδο. Το'χα πριν στο χέρι μου και έπεσε. Να, είναι μαγνητικό. Τσουπ! Το' πιασε.
- Τί θα σε κάνω πού'σαι εκτός θέματος και αλλού ντ'αλλού; Έλα, πάμε και μας περιμένουν τα παιδιά...
- Είχαμε δώσει ραντεβού;
- Όχι. Γιατί σε χαλάει;
- ...
- Ε, τότε τί το κουβεντιάζουμε; Πάμε να τους βρούμε!

Got a better definition? Add it!

Published

Ρητορική ερώτηση του τύπου "κόβει η πουτάνα το γαμήσι;" που λέγεται όταν αυτό που προτείνουμε στον άλλον είναι τόσο προφανές ότι το θέλει "με χίλια", ώστε η ερώτηση καταντάει περριτή.

Μάνα: Να σου βάλω ένα κομάτι πίτα; Μοσχοβολάει έτσι ζεστή-ζεστή που βγήκε από το φούρνο!
Γιός: Τι ρωτάς ρε μάνα; "Θες καλόγερε γυναίκα"; Μου ΄χει σπάσει τη μύτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified