Οι επαγγελματίες του σεξ έχουν σχετισθεί στο συλλογικό υποσυνείδητο κυρίως με τα είδη κιγκαλερίας και δη με το γνωστό σε όλους μας κάγκελο, κάτι που ο yabihten έχει επαρκέστατα καταγράψει.

Παρά ταύτα, ο σύνθετος κόσμος του αγοραίου έρωτα έχει δημιουργήσει και άλλες συνδέσεις με εντελώς διαφορετικά αντικείμενα, ένα εκ των οποίων περιγράφεται παρακάτω, υποδηλώνοντας πάντα κοσμοσυρροή και μία γενικότερη κατάσταση πανικού από την πολυκοσμία.

Ιστορικά λοιπόν, τα μπουρδέλα στεγάζονται σε παλιά, πολλές φορές ετοιμόρροπα κτίρια, των οποίων η θέρμανση δεν εξασφαλίζετο κεντρικά ή μέσω σύγχρονων θερμαντικών σωμάτων, αλλά μέσω του παραδοσιακού μαγκαλιού. Στον χώρο αναμονής το μαγκάλι ήταν τοποθετημένο κεντρικά για να μπορέσει να θερμάνει όσο δυνατόν περισσότερο το χώρο, οπότε, είτε καθαρά για λόγους χωροταξίας είτε για λόγους αποφυγής του κρύου, ήταν το κεντρικό σημείο γύρω από το οποίο περίμεναν οι πελάτες, δημιουργώντας την προαναφερθείσα πολυκοσμία και κοσμοσυρροή.

Συνώνυμο των εκφράσεων αυτών είναι και το γνωστό μας «της πουτάνας το μουνί» ή στην συντετμημένη του μορφή το «πουτανομούνι», το οποίο για ευνόητους λόγους παραπέμπει στη γνωστή κοσμοσυρροή.

- Πήγαμε στο El Pecado την Παρασκευή που είχε opening.
- Πώς ήταν; Είχε κόσμο;
- Τι λε ρε μαλάκα; Τι κόσμο; Της πουτάνας το μαγκάλι γινόταν. Και πού 'σαι... Τίγκα στο αιδοίο μιλάμε. Τα είδα όλα κωλυόμενα.

(από acg, 25/05/08)(από acg, 25/05/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά τα «κριτικός θεάτρου», «κριτικός σινεμά», «κριτικός τέχνης». Ή «μπουρδελοκριτικός» κατά τα «θεατροκριτικός», «σινεκριτικός», «τεχνοκριτικός».

Είναι μια νεοεμφανιζόμενη ειδικότητα, που αναπτύσσεται τα τελευταία χρόνια χάρη στα διαδίχτυα, σε ειδικά σάιτ και φόρα (παρτίδα), όπου ευδοκιμεί.

Ο κριτικός μπορντέλου έχει υψηλό κύρος, σαν έναν ας πούμε Κακομύρη, καθώς κάνει την διαμεσολάβηση ανάμεσα στην πουτάνα και τον μπουρδελιάρη. Υπάρχουν διάφορα θέματα που τον απασχολούν όταν καλείται να κρίνει ιδίοις πούτσασι. Ένα από τα καίρια είναι ο συσχετισμός μεταξύ GFE και PSE, δηλαδή μεταξύ Girl-friend experience και Porn-Star experience.

Εκεί χρειάζεται το ένστικτο, γιατί και το να βγάλεις την φιλενάδα, και το να βγάλεις την πορν-σταρ από μια πόρνη δεν είναι καθόλου αυτονόητα. Οπότε γι' αυτό χρειάζεται η έμπειρη πούτσα του κριτικού, που θα μπορέσει μετά να ενημερώσει τον απλό φίτσουλα για τις κακοτοπιές, αλλά και για τις δυναμικές. Υπάρχουν ειδικές βαθμολογικές κλίμακες που μετρούν τα δύο μεγέθη, αλλά χρειάζεται και μια περαιτέρω ανάλυση από τον κριτικό.

-Τι έχει γράψει ο Μπουρδελίδης για την Τζέσικα;
-Κακά μαντάτα! Στην κριτική του έγραφε κατά λέξη «αυτοί που πάνε για PSE θα μείνουν με το GFE, κι αυτοί που πάνε για το GFE θα χάσουν και το PSE».
-Έλα μωρέ τον πιστεύεις; Μια ζωή μίζερος και Κακομύρης είναι! Ο Γεωργουσόπουλος της μπουρδελοκριτικής!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τεχνικός όρος στην διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων, για τις δύο βασικές υπηρεσίες που προσφέρει μια κορασίς σε ένα στριπτητζάδικο. Το θέμα έχει περιγραφεί επαρκώς στο λήμμα «χορός, ο». Απλώς, να πω ότι ο τεχνικός όρος του φαινομένου είναι «πουτό-χουρός», όπως το προφέρουν με βαριά ανατολική προφορά οι κορασίδες. Και πως υπάρχει ένα δίλημμα ποια από τις δύο υπηρεσίες θα προτιμήσει ο στριπτητζόφιλος, αν και τις δύο, με ποια σειρά κ.ο.κ. Με λίγα λόγια το «πουτό-χουρός» υπήρξε το μεγάλο δίλημμα του Νεοέλληνα στα '90ς και '00ς, όπως το «Κιθαρίστας ή ντράμερ;» του Γιοκαρίνη το μεγάλο δίλημμα των '80ς.

Γενικά, είναι αξιοσημείωτο ότι ο χουρός είναι πιο φτηνός, και με κάτι εξτρά περιλαμβάνει και το περίφημο φραπέ. Ενώ το πουτό είναι γενικά πολυέξοδο και άχρηστο. Οπότε δεν θα έπρεπε να υπάρχει δίλημμα. Πλην πολλοί το σκέφτονται σύμφωνα με την αρχή του Αριστοτέλους ότι ο σκοπός κάθε όντος είναι η ειδοποιός διαφορά του. Και το πουτό είναι ακριβώς η ειδοποιός διαφορά του στρηπτιτζάδικου απ' το μπορντέλο (που θα μπορούσες εξαρχής να είχες πάει). Οπότε γενικά το δίλημμα παραμένει, ή μπορεί να λυθεί πραγματώνοντας και τα δύο σκέλη, εις βάρος βέβαια της τσέπης.

Συνώνυμα: «Κεράσει πουτό καυλιάρη;» (εντάξει, λέγεται μόνο από τις πλέον χυδαίες και ανένταχτες των κορασίδων, απλώς έχει μείνει ως πάγια έκφραση).

Τα κορίτσια όμορφα αλλά λίγο με υφάκι και σπασαρχίδες για να τις πάρει κάποιος με το ζόρι για χουρό ή πουτό.
(από το γνωστό bourdela.tv)

Λίλιαν! (από Khan, 22/02/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ύστερα από παραγγελιά του σλάνγκαρχου GATZMAN δεν μπορώ παρά να ανταποκριθώ σ' αυτήν την συνέχιση της frappé saga.

Κατά το «πρωινός καφές», λοιπόν, το μαγκαζίνο του Αντένα που καθιέρωσαν κυρίως η Ρούλα Κορομηλά και η Ελένη Μενεγάκη, σλανγκίζεται ο «πρωινός φραπές».

Πρόκειται για τον φραπέ που χτυπιέται και σερβίρεται στις πρώτες πρωινές ώρες στα γνωστά ευαγή ιδρύματα από ανασεισιφάλλους, που οσοδήποτε ξανθιές, έχουν πάντως μεγαλύτερο I.Q. από Μενεγάκη και τις όμοιες.

[i]Ιδιαιτερότητες σε σχέση με τον νυχτερινό φραπέ[/i]: Καθώς γίνεται στις πρώτες πρωινές ώρες, έχουν τελειώσει οι περιττές πολυτέλειες και γκλαμουριές, όπως χορευτικά, ποτά με φραπεδιάρες που την έχουν δει Γιαλόμα κ.τ.ό., έχουν φύγει τα ψιμύθια κι οι εξωραϊσμοί, και απομένει γυμνή (pun intended) η παρακμή του φραπενέ. Από την άλλη, το καλό είναι ότι υπάρχει μια επικέντρωση στο φραπέ, χωρίς κανέναν αντιπερισπασμό από κουβεντούλες, πουτά-χουρούς κ.τ.λ. Οπότε για τους ορκισμένους φραπεμανιακούς (με την κακή έννοια) ο πρωινός φραπές αποτελεί απόσταγμα εμπειρίας.

[i]Παρενέργειες[/i]: Μπορεί οι ρουμάνοι (με την ευρεία έννοια) του μαγαζιού να κρίνουν ότι ήρθε η ώρα να κλείσει το μαγαζί και να ανάψουν ξαφνικά τα φώτα. Οπότε να φωραθεί η ανασεισίφαλλος επί το έργον και ο φραπεδόβιος να μην ξέρει πού να κρυφτεί. Καθώς μάλιστα το φραπέ θεωρείται τύποις παράνομη δραστηριότητα (άκουσον άκουσον! Διάγουμε εποχή φραπεαπαγόρευσης!) η δύσμοιρη ανασεισίφαλλος κι ο έκπληκτος παρτενέρ της ενδέχεται να εισπράξουν φαρισαϊκούς αποτροπιασμούς, ή, αντιστρόφως, σκωπτικά χειροκροτήματα για τα φραπε-μεράκια. Γενικά, όχι και ό,τι καλύτερο αυτό το αυξημένο ρίσκο του πρωινού φραπέ.

[i]Πρωινός φραπές και επαγγελματική ζωή[/i]: Υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες φραπεδόβιων. Αφενός αυτοί που πάνε από τη νύχτα στο φτωχό πλην τίμιο φραπενείο και την βγάζουν σερί μέχρι το πρωί. Με λίγα λόγια οι καρακαμένοι του κωλομπαρεύειν, το αντίστοιχο των καβουροσλανγκοσαύρων στο σάιτ μας. Αυτοί την άλλη μέρα στην δουλειά ή όπου αλλού είναι ζόμπι. Αφεδύο οι πολύ γιάπηδες φραπεμανιακοί που είτε πάνε νωρίς τη νύχτα στο ίδρυμα στην λογική του «αν κοιμηθώ νωρίς (λέμε τώρα...), θα σηκωθώ νωρίς»... Ή ακόμη καλύτερα, για να γλιτώσουν τις περιττές φιοριτούρες (ποτά-προγράμματα) πάνε στο φραπενείο νωρίς το πρωί, πριν την δουλειά τους. Αυτοί είναι οι φύτουκλες του φραπέ, πάντως η τακτική αυτή δίνει λιγότερο στόχο αν είσαι οικογενειόρχης, αφού γίνεσαι και αντικείμενο θαυμασμού για το πόσο πρωί πας στην δουλειά. Στους τελευταίους, το φραπέ έχει περίπου ό,τι επίδραση έχει γενικά η λεγόμενη πρωϊνή, λίγο μόνο καλύτερο κέφι. Να διευκρινίσουμε, βέβαια, ότι οι οπαδοί του πρωινού φραπέ δεν είναι αντιπροσωπευτικό δείγμα των φραπεδόβιων, αφού η μεσογειακή διαστροφή επιτάσσει κυρίως νυχτερινό φραπέ.

Τέλος, μελετάται από τους σλανγκολόγους αν η έκταση του φαινομένου δικαιολογεί έκφραση «κόψε τον πρωινό», προκειμένου περί του ετεροφραπεδιασμού, κατά το κόψε την πρωϊνή για τον αυτοφραπεδιασμό.

- Τι έχει ο Τρομπάκης; Όλο μαλακίες κάνει σήμερα στο γραφείο.
- Και του έλεγα: Κόψε τον πρωινό φραπέ! Όχι άλλο Μενεγάκη, νισάφι!
- Μπα, νομίζω ότι ο πρωινός φραπές του ανεβάζει το ηθικό και το ανήθικο. Όταν δεν χτυπάει πρωινό φραπέ έχει το ακαφελόγιστο!

"Πρωινό καφέ το λέμε τώρα;". Αθάνατος ελληνικός πηδηματογράφος! (από Hank, 04/05/09)(από Khan, 05/01/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το πρώτο κατάστημα έτοιμου καφέ Λουμίδη, άνοιξε το 1919 στον Πειραιά. Το 1926 η φίρμα μετονομάστηκε σε Παπαγάλο Λουμίδη. Στη συνέχεια δημιουργήθηκαν διάφορα άλλα καταστήματα. Το 1955 γίνεται βιομηχανοποίηση του προϊόντος, ενώ το 1987 η εταιρεία εξαγοράζεται από τη ΝΕΣΤΛΕ. Και ο καφές Λουμίδη, συνεχίζει την πορεία του μέσω αυτής.

Ένα από τα αγαπημένα διαφημιστικά σλόγκαν, είναι: «Έκαστος στο είδος του κι ο Λουμίδης στους καφέδες».

Αυτά με το θεωρητικό πλαίσιο. Προχωράμε στο σλανγκιστικό πεδίο.

O καφές Λουμίδη, παραπέμπει σε φραπέ, που φτιάχνεται από φραπεδιάρα ειδικό (η λέξη «Λουμίδη» περιέχει την κατάληξη -μίδι, που παραπέμπει ηχοποιητικά σε μύδι και φανερώνει πως ο καφές φτιάχνεται δια χειρός, ή ποδός κορασιδος) σε φραπενείομε ποιοτικό τρόπο.

Μιλάμε για ποιοτικό τρόπο, επειδή ο καφές Λουμίδη είναι φημισμένος καφές. Τόσο φημισμένος, όσο φαίνεται να νοηθεί από το αναφερόμενο σλόγκαν της διαφήμισης για τον καφέ Λουμίδη, εκ του οποίου προκύπτει με παράφραση ο όρος «Έκαστος στο είδος του κι οι φραπεδιάρες στους φραπέδες». Αναφερόμαστε σε έμπειρες φραπεδιάρες, γιατί όπως είπαμε ο καφές είναι φημισμένος.

O συγκεκριμένος όρος, εστιάζει στην αξία που έχει η παρασκευή φραπέ, δια χειρός, ή ποδός, έμπειρης φραπεδιάρας.

Αν η μαλακία προσεγγίζει το γαμήσι, τότε η μαλακία που γίνεται από γυναίκα το προσεγγίζει περισσότερο, η μαλακία από φραπεδιάρα ακόμη περισσότερο και η μαλακία από έμπειρη φραπεδιάρα ακόμα περισσότερο.

Πότε εκφέρεται ο όρος;

  1. Από θαμώνες φραπενείων. Έχουν δοκιμάσει τέτοιο καφέ. Τον έχουν γευτεί και ξέρουν. Οπότε αν κάποιος δεν τον έχει δοκιμάσει, εκφέρουν τον όρο, με στόχο να του δείξουν, πως όσο καλός κι αν είναι στο φτιάξιμο του φραπέ, δεν φτάνει την επαγγελματία, και ειδικότερα δε φτάνει την φημισμένη επαγγελματία (φημισμένος καφές), που χει μελετήσει διεξοδικά το θέμα και ξέρει απ΄έξω κι ανακατωτά πως να ανάβει κάποιον (βλ. παρ. 1).

  2. Επίσης, τη φράση αυτή, μπορούν να την εκφέρουν εξπέρ φραπεδιάρες προκειμένου να ψυλλιάσουν κάποιον για την αξία της υπηρεσίας τους (βλ. παρ. 2).

  3. Επίσης η φράση μπορεί να αναφερθεί και στα πλαίσια συνδικαλιστικού αγώνα δυναμικής διεκδίκησης των δικαιωμάτων, των ακάματων βιοπαλαιστριών του κλάδου των φραπεδιάρων (διεκδικώντας βαρέα ένσημα, κλπ).

Ο όρος δηλαδή, θα μπορούσε νά 'ναι κεντρικό σύνθημα σε πορεία φραπεδιάρων. Θα μπορούσε δηλαδή, να εκφωνείται από ντουντούκες, κλπ, αλλά και να αναγράφεται σε πανό, σε αφίσες, κλπ. (βλ. παρ. 3).

  1. - Πάμε το Σαββάτο σε στριπτιζάδικο για φραπέ ποιότητας;
    - Και δεν το φτιάχνω μόνος, με ένα palyboy στην τουαλέτα;
    - Φίλε μου. Έκαστος στο είδος του κι οι φραπεδιάρες στους φραπέδες. Πρέπει να πας μια φορά για να καταλάβεις τι εννοώ. Έχουν την εμπειρία οι κοπέλες. Χάνεις. Αυτό μόνο σου λέω.

  2. Η Βάσω είναι εξπέρ φραπεδιάρα. Βγαίνει για καφέ (χωρίς λινκ) με έναν φίλο, σε κλασσική καφετέρια.
    Βάσω: - Όχι να το παινευτώ, αλλά φτιάχνω τον καλύτερο φραπέ της πόλης.
    Πέτρος: - Εγώ τον φτιάχνω μόνος και τον κάνω τζάμι.
    Βάσω: - Δεν αμφιβάλλω. Αλλά τι τα θες; Έκαστος στο είδος του κι οι φραπεδιάρες στους φραπέδες.

  3. Κάποιο μεσημέρι, μια παρέα από λίγες φραπεδιάρες, διαδηλώνει έξω απ το υπουργείο εργασίας. Οι μπάτσοι πάνε να διαλύσουν την πορεία. Τότε οι φραπεδιάρες, μετά από σήμα της προέδρου τους, φωνάζουν στους μπάτσους: «Αφήστε τα μίση και πιάστε το γαμίσι», ενώ ταυτόχρονα τους κερνούν φραπέ. Σε λίγο, οι μπάτσοι διαδηλώνουν μαζί τους φωνάζοντας: «Έκαστος στο είδος του κι οι φραπεδιάρες στους φραπέδες». Και το φωνάζουν με πυγμή, γιατί πείστηκαν. Το ντέμο ήταν αρκετό.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα παλιά χρόνια, τότε που υπήρχαν ακόμη Αξίες και Ιδανικά στον τόπο αυτό, πριν εκχυδαϊστεί εντελώς το σύμπαν δηλαδή, ακόμη και στους οίκους ανοχής υπήρχε μία αξιοπρέπεια στον τρόπο με τον οποίο η τσατσά διαφήμιζε τις παρεχόμενες υπηρεσίες στους εν δυνάμει πελάτες.

Περιποίηση ήταν (και είναι ακόμα στα παραδοσιακά μπουρδέλα) το γνωστό, πολυαγαπημένο και χιλιοτραγουδισμένο τσιμπούκι. Την εποχή που ο όρος χρησιμοποιείτο κατά κόρον, το στοματικό σεξ ΔΕΝ ήταν στάνταρ στο μενού, οπότε υπήρχε η ανάγκη να διαφημισθεί με ιδιαίτερη αναφορά, ώστε ν' αποτελέσει τον καταλύτη για την καταφατική απάντηση του πελάτη στο τελικό ερώτημα της τσατσάς «θα περάσει κανείς;».

Η περιποίηση πήγαινε πακέτο με τον όρο «ελεύθερα πιασίματα». Χρήσιμη πληροφορία για τον εκλεκτό πελάτη διότι ελεύθερα πιασίματα σήμαινε ότι αν άπλωνε τα ξερά του να πιάσει κανα βυζάκι ή κανα μουνάκι πάνω στην τρελή γκάβλα, δεν θα 'πεφτε καμιά αδέσποτη σφαλιάρα.

Στην προαναφερθείσα εκθείαση των παρεχομένων υπηρεσιών υπήρχαν και υπάρχουν και άλλες στάνταρ εκφράσεις, οι οποίες παρατίθενται παρακάτω σε μία μικρή και σίγουρα μη εξαντλητική λίστα, αν και δεν συνιστούν σλανγκ, έτσι για την ιστορία:

  • Καθήστε, μη στέκεστε όρθιοι: Για κάποιο περίεργο λόγο, δεν υπάρχει τσατσά στην ελληνική επικράτεια η οποία να ανέχεται να στέκονται όρθιοι περιμένοντας την κοπέλα οι πελάτες. Στον αντίποδα, οι μπουρδελοτσαρκαδόροι θέλουν να είναι πάντα κοντά στην έξοδο διότι έτσι όταν έχει πολλή κίνηση η περιοχή τη βγαίνουν πιο μπροστά από άλλους συναδέλφους, κερδίζοντας καλύτερη θέα ή μικρότερο χρόνο αναμονής στην περίπτωση που τελικώς αποφασίσουν να ενδώσουν.
  • Η κοπέλα είναι... Είναι πολύ καλή στο δωμάτιο, δεν βιάζεται...: Η εν λόγω έκφραση συνήθως βρίθει ανακριβειών, γεγονός που εν μέρει γίνεται αντιληπτό διά γυμνού οφθαλμού και εν μέρει (και μετά από το μπετσάλεν) αφού μασήσει ο θύμας. Συνήθως ο όρος «κοπέλα» χρησιμοποιείται μάλλον υπό την ευρεία έννοια, ότι δηλαδή είναι γένους θηλυκού, αλλά ηλικιακά παίζει να είναι από θείτσα μέχρι γιαγιούμπα. «Πολύ καλή στο δωμάτιο»... Νταξ, ρώτα και τον θείο μου τον ψεύτη... «δεν βιάζεται»... Πολλά έχουν δει τα μάτια μου, μα αυτό μου φέρνει τρόμο. Ιδανικά θέλουν ο πελάτης να τελειώσει πριν μπει στο δωμάτιο, ένοντας κάνει το 1.7% αυτών που η τσατσά υποσχέθηκε. Άστα να παν...
  • Περιποίηση, ελεύθερα πιασίματα, πισωκολλητό: Self explanatory - πλέον;)
  • Ποιός θα περάσει;: Εξελιγμένη μορφή του «θα περάσει κανείς» υπό την έννοια ότι δεν αφήνει περιθώρια για αρνητική απάντηση και δημιουργεί μία αίσθηση κάτσε-να-προλάβω-πριν-μπει-ο-μαλάκας (ευγενής συναγωνισμός).
  • Έχει ωραίο στήθος: Απάντηση στην ερώτηση «έχει μεγάλο στήθος η κοπέλα;», ενδεικτική της σκληρής δουλειάς και ενδελεχούς εκπαίδευσης που λαμβάνει χώρα στις σχετικές σχολές για τσατσάδες. Ρωτάει ο δύσμοιρος για να μην περιμένει τζαμπαντάν αν το φετίχ του είναι το μεγάλο στήθος για παράδειγμα και αντί για μία μονολεκτική απάντηση τύπου Ναι / Όχι παίρνει την προαναφερθείσα, η οποία τον καθηλώνει στον προθάλαμο για να μορφώσει ιδίαν απόψιν μόλις η κοπέλα βγει από το δωμάτιο.

DISCLAIMER
Το παρόν αποτελεί αποκλειστικά προϊόν (α) επιστημονικής έρευνας του γράφοντος στο διαδίκτυο και (β) προσωπικών συνεντεύξεων με θαμώνες των εν λόγω οίκων. Ο γράφων δηλώνει εν γνώσει των συνεπειών του νόμου περί ψευδούς δηλώσεως ότι ουδεμία σχέση διατηρεί με οίκους ανοχής, διευθύντριες των οίκων αυτών, εργαζόμενες / εργαζόμενους των οίκων αυτών, μη σου πω ότι δεν έχει περάσει ούτε καν απ' έξω, το φελέκι μου μέσα.

Αυτό με κάνει και εμένα να απορώ. Υποθέτω ότι ήταν τόση η στέρηση πριν από 30 χρόνια ώστε μαζί με το σχετικό χαβαλέ υπήρχε και αρκετός ερεθισμός. Επειδή η πορνεία σαν θέμα με έχει απασχολήσει κατά καιρούς θα σου πω και μια ιστοριούλα: παλιά (25 και βάλε χρόνια πριν) οι πόρνες ήταν πολύ σεμνές. Ας πούμε ότι 30 ή 40 χρόνια πριν πήγαινες στο μπουρδέλο και η γυναίκα σήκωνε τη νυχτικιά να κάνεις τη δουλειά σου και να φύγεις. Δεν σου χάριζε πλήρη θέα του κορμιού της και ήταν δύσκολο να βρεις κάτι πιο πικάντικο από το κολπικό σεξ. Πρωκτικό και στοματικό ήταν σχεδόν ανήθικα και περιορισμένα.
Από την δεκαετία του 80 αρχίζει λοιπόν να αλλάζει το αγοραίο σεξ και από εκεί που αρχικά ήταν απλώς για εκτόνωση αρχίζει και απευθύνεται στην απόλαυση. Όλο και περισσότερες πόρνες έβαλαν στο στάνταρ την στοματική επαφή αλλά επειδή οι πελάτες στους οίκους ανοχής είχαν μπερδευτεί σχετικά με το ποια προσφέρει στοματικό και ποια όχι η τσατσά έλεγε πάντα την λέξη “περιποίηση” που σήμαινε στοματικό. Οι τακτικοί θαμώνες το ήξεραν αλλά οι ουρανοκατέβατοι γίνονταν ανέκδοτο γιατί πάνω στην κάβλα τους - με το συμπάθειο - άκουγαν την τσατσά να λέει “περιποίηση, ελεύθερα πιασίματα” και επειδή δεν άκουγαν αυτό που ήθελαν ρωτάγαν με αγωνία: “τσιμπουκάκι κάνει η κοπέλα;” Από εδώ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά, κλισέ φράση την οποία έλεγε (ωσάν από μαγνητόφωνο) η τσατσά (ή ο τσάτσος) στα μπουρδέλα της οδού Φυλής, τέλη δεκαετίας '80 αρχές δεκαετίας '90 (δεν ξέρω αν το λένε ακόμη, αλλά υποθέτω ότι δεν θα άλλαξαν και πολλά από τότε).

Έμπαινες, ερχόταν να σε υποδεχτεί η κωλόγρια (ή ο μπούστακλας, ή κάτι ερμαφρόδιτο), έβγαινε το εμπόρευμα να κάνει μια στροφή, και άκουγες τη θεϊκή ατάκα! Ποτέ δεν κατάλαβα ακριβώς τι είναι τα «ελεύθερα πιασίματα»... Αν είναι το ότι μπορείς να χουφτώνεις ελεύθερα όπου θες, τι το λέγανε; Υπήρχε περίπτωση να γαμήσεις και να μην πιάσεις;!; (άβυσσος η ψυχή της τσατσάς!)

- Παιδιά, η Μαίρη είναι... Ωραίο κοριτσάκι, μόνο για λίγες μέρες στο μαγαζί, τσιμπουκάκι, πισωκολλητό στα γόνατα, ελεύθερα πιασίματα... Ποιος θα περάσει;
- Άσε καλύτερα, ξέχασα το πορτοφόλι μου (βγαίνουν όλοι έξω).
- Στο καλό, στο καλό... Άει στο διάολο, μαλακισμένα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

GFE = Girl Friend Experience.

Λέξη από τη διάλεκτος των μπουρδελιάρηδων, που χαρακτηρίζει τις πουτάνες που συμπεριφέρονται ως κοπέλες σου (με κουβεντούλα, ρομαντισμό) και έτσι.

- Φίλε, πήρα τη Μόνικα χθες σπίτι, πολύ special call girl.
- Έλα ρε! Σε αποτελείωσε;
- Όχι τόσο, ήταν πολύ gfe κατάσταση. Μου θύμισε την πρώην μου, τη Λίτσα.
- Θέλω και εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

PSE = Porn Star Experience.

Λέξη από τη διάλεκτο των μπουρδελιάρηδων, που χαρακτηρίζει τις πουτάνες που συμπεριφέρονται ως πορνοστάρ (ό,τι βλέπετε στις τσόντες).

- Φίλε, πήρα τη Λάουρα χθες σπίτι, πολύ special call girl.
- Έλα ρε! χαλαρά και sexy; gfe;
- Όχι τόσο, ήταν πολύ pse κατάσταση. Λες και παίζαμε σε τσόντα!
- Θέλω και εγώ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του ουσιαστικού μπουρδέλο συν την κατάληξη -άζω, το ρήμα μπουρδελιάζω λαμβάνει τις εξής σημασίες:

  1. Την κυριολεκτική σημασία: Μπουρδελιάζω ίσον πηγαίνω μπουρδελότσαρκα, είτε αυτό σημαίνει ότι περνάω απ' έξω χαζεύοντας τα αξιοθέατα, είτε ότι εισέρχομαι εις τα ενδότερα των ιδρυμάτων αυτών δια την σύναψη γνωριμιών με τη βιβλική έννοια του όρου.

  2. Την μεταφορική σημασία, η οποία χωρίζεται στα εξής σκέλη:

α) Μπουρδελιάζω ίσον ρεμαλιάζω, με την έννοια του γλεντάω μέχρι τελικής πτώσεως και εξαντλήσεως (σωματικής ή / και οικονομικής), το ρίχνω στις κάθε είδους καταχρήσεις.

β) Χαλάω ή καταστρέφω κάτι, το κάνω πουτάνα ή μπουρδέλο, του γαμάω τη μάνα κλπ συναφείς εκφράσεις. Συνήθως χρησιμοποιείται αναφορικά με υλικά πράγματα (κτίρια, μηχανήματα, εξοπλισμός κλπ).

γ) Στον διαδικτυακό λόγο, μπουρδελιάζω ενίοτε σημαίνει ότι αναρτώ οφ-τόπικ μηνύματα και σχόλια με αποτέλεσμα να καταστρέφω τη ροή του νήματος και να εκτρέπω το λόγο. Χρησιμοποιείται δηλαδή ως συνώνυμο του τρολάρω και του σπαμάρω.

Συνώνυμο: ξεμπουρδελεύομαι, ξεμπουρδελιάζω.

  1. Το αγαπημένο μου είναι να μπουρδελιάζω Κυριακή πρωί είναι τόσο ήρεμα κ ήσυχα τα μπουρδέλα υπολειτουργούν οι κοπέλες είναι πιο χαλαρά κτλ. Ότι φάτσα συναντάς στο βαρδάρη ξέρεις για τι δουλεία έχει έρθει. (Από εδώ, ακατάλληλο κάτω των 18)

2α. Ξυπνάς. Και διψάς ..Νιώθεις το κεφάλι σου πιο βαρύ και από την Φρύνη Αρβανίτη , το κορμί σου σαν 80χρόνου που τον «γλέντησαν» ματατζήδες επειδή κατέβηκε σε πορεία για το συνταξιοδοτικό, ανάσα χαλυβουργική από τα τσιγάρα και τα ξίδια, στόμα που αντί για σάλιο έχει σιδηρόστοκο και το μόνο πράγμα που θες είναι μια λεκάνη με νερό να πετάξεις μέσα το αφυδατωμένο συκώτι σου.. καταφέρνεις να καθίσεις στο κρεβάτι και να ψελλίσεις ..
-..Μπουρδέλιασα.. (Από εδώ)

2β. ΑΝ λοιπόν τα φέρει η ζωή και ο Μπιτσαξής μείνει χωρίς δουλειά, μπορεί να στείλει το βιογραφικό του στη FIFA και να κάνει αίτηση πρόσληψης. Σαν ειδικός περί της βίας. Και για να πούμε και του στραβού το δίκιο, πολύ καλά έκανε και απαγόρευσε τις μετακινήσεις των οπαδών. Κι ας φωνάζει σήμερα ο Μαρινάκης κι αύριο ο Πατέρας. Πήγανε οι Παναθηναϊκοί στην Καβάλα, τα μπουρδελιάσανε. Πήγανε οι Ολυμπιακοί στις Σέρρες τα κάνανε μαντάρα. Στο επόμενο εκτός έδρας ματς λοιπόν δεν πάει κανείς. (Από εδώ)

2γ. Πωπω εντάξει το μπουρδελιάσαμε το τόπικ. Δυστυχώς. Απλά όταν ο dr. red φωνάζει «κοπρίτες, κοπρίτες» κτλ. για εργαζόμενους ανθρώπους διαβάζοντας τα πρωτοσέλιδα φυλλάδων σαν τον πρώτο θέμα που κάνουν ανακαλύψεις σαν την «κληρονομική τρομοκρατία», λογικό είναι να υπάρχουν αντιδράσεις. (Από εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified