Roll On Floor Lauging. Αντίστοιχο του lol, αλλά χρησιμοποιείται για πιο γελοίες καταστάσεις...
(για ανέκδοτο)
χα0χα0χ0αχα0χαχ..+γαμω..!
μιλάμε, κορυφαίο..! rofl+πάλι rofl..!!
Roll On Floor Lauging. Αντίστοιχο του lol, αλλά χρησιμοποιείται για πιο γελοίες καταστάσεις...
(για ανέκδοτο)
χα0χα0χ0αχα0χαχ..+γαμω..!
μιλάμε, κορυφαίο..! rofl+πάλι rofl..!!
Got a better definition? Add it!
τρολ, τρόλι
Έτσι λέγεται στη διαδικτυακή αργκό ο χρήστης του ίντερνετ με διάφορα απωθημένα, ο οποίος κάτω από το πέπλο της ανωνυμίας μπαίνει σε forums, chat rooms ή blogs και γράφει άσχετα ή επιθετικά σχόλια με σκοπό να διαταράξει τη συζήτηση.
Ο όρος troll μάλλον προήλθε από την έκφραση trolling for suckers (= ρίχνω δόλωμα για να πιάσω κορόιδα), όπου trolling είναι μια μέθοδος ψαρέματος με πολλαπλά δολώματα από κινούμενο σκάφος. Πέρα από αυτό όμως, troll είναι και ένα κακόβουλο τέρας της σκανδιναβικής μυθολογίας, οπότε ήρθε κι έδεσε.
- Τι γίνεται ρε Γιώργο; Όλο ξενέρωτα θέματα βάζεις στο blog σου τώρα τελευταία...
- Άσε με ρε, κάθε φορά που βάζω τίποτα «εθνικά ευαίσθητο», μου την πέφτουνε τα τρολ εθνίκια... Βαρέθηκα το ίδιο βιολί όλη την ώρα!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Η ένδειξη λύπης σε συνομιλίες μέσω Internet.
Σε chat room:
-Αύριο δεν θα μπω msn... Έχω πολύ δουλειά...
-:(
Got a better definition? Add it!
Σημείο του γραπτού λόγου που σημαίνει στ' αρχίδια μου ή να!.
Η προέλευση είναι οτι οι γραμμούλες συμβολίζουν τα χέρια ενώ κάνουν αυτή τη χειρονομία.
-Δεν έχω κέφια σήμερα.
-\ /
Got a better definition? Add it!
Λέξη που χρησιμοποιείται για να δείξει κάτι καταπληκτικό, το οποίο μας ευχαριστεί ή απλώς είναι ψιλογελοίο.
Προέρχεται απο το, κλασικό πλέον, lol και το γνωστό μας awesome.
lol + awesome ----> lolsome
Βλ. και lol, λολ, lol-οκαύτωμα, Loles - λόλες, rotf-lol, LMFAO κ.λπ., lolen, λολ / λωλ, λολάρω
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
1337 έκφραση κάποτε. Σήμερα έχει περάσει στο λεξιλόγιο όλων των κάτω των 20 που νομίζουν ότι είναι hackers και βασικά λιώνουν σε chat και myspace ψάχνοντας γκόμενα.
Δημιουργήθηκε από τα αμερικανάκια και προέρχεται από τα αρχικά της φράσης Laughing Out Loud που εξηγούσε κατά την διάρκεια της online συνομιλίας ότι κάποιος γελάει δυνατά (προφανώς). Συναντιέται και ως rotflol (rolling on the floor laughing out loud) κ.ά. αλλά σπανίως στην Ελλάδα.
Βλ. και LMFAO κ.λπ., lol-some, lol-οκαύτωμα, Loles, rotf-lol, lolen, λολάρω
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει αρχίδια. Χρησιμοποιείται αποκλειστικά στον online γραπτό λόγο. Κάποιοι λένε οτι τα δύο @ μοιάζουν με αρχίδια. Όμως, μιας και δύο Ο μοιάζουν περισσότερο, οι περισσότεροι υποστηρίζουν ότι προέρχεται από το @ρχίδι@.
-Brikes lisi telika?? -@@
-Mpike simera o sjkfg_123?
-Ksero go to mlk? St' @@ mou....
Δες και στα παπάκια μου.
Got a better definition? Add it!