Μια λέξη που ήρθε από την Άπω-Ανατολή με τους ναυτικούς.

Σημαίνει εκεί την προϊσταμένη, μαντάμα, πατρόνα οίκου ανοχής (μπουρδέλου), κωλόμπαρου κλπ με περισσότερες από μία κοπέλες. Κατά τα λεξικά, (Βίκη, Urban, Oxford κ.ά.π.) προήλθε από τους Αμερικάνους στρατιώτες στην Ιαπωνία μετά τον Β΄ΠΠ παντρεύοντας το mama- με το Ιαπωνικό τιμητικό επίθεμα -san για να γίνει mama-san και από κει να εξαπλωθεί σε όλη την Ανατολική Ασία (όπου είχε λιμάνια και στρατόπεδα).

Η μαμασά μπορεί να εκδίδεται, μπορεί και όχι. Μπορεί να περιορίζεται σε κονσομασιόν (πολύ ακριβά πληρωμένη). Στην Ταϊλάνδη, το λειτούργημα μπορεί να το εξασκεί και ladyboy.

Στο Βιετνάμ σήμαινε και τις γυναίκες που έπαιρναν τα άπλυτα των στρατιωτών.

Αλλού τις οικιακές βοηθούς.

Σε περιοχές με ναυτικούς (υβριστικά) και όποια μεσήλικη θέλει να κάνει κουμάντα - ιδίως εκεί που δεν την σπέρνουν-.

Σήμερα υπάρχουν εστιατόρια Mama-san με εξωτικά απω-ανατολίτικα φαγητά με «μαμαδίστικη» φροντίδα και βραβεία κλπ κλπ . O tempora O mores!

- Είπαμε να τις πάρουμε και να πάμε σε κάνα ξενοδοχείο και πετιέται η μαμασά και λέει «Όχι! Θα πάρετε άλλα δυό μπουκάλια ουίσκι και μετά θα πάτε στο ξενοδοχείο απέναντι».

- Και τι κάνατε;

- Τι άλλο να κάνουμε; Τσαμπουκάδες στη μαμασά; Θες να σε βρούνε -αν σε βρούνε κιόλας- το πρωί στο χαντάκι να βόσκουνε οι σκύλοι τ’ άντερά σου;

σλανγκασίστ Donmhtsos

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δεν αναφερόμεθα στην δόκιμη εξέλιξη (της ικανότητας, της επιστήμης, του ανθρωπίνου είδους, κτλ.) αλλά στην ηλεκτρονική διαδικασία μεταμόρφωσης ενός Pokémon σε διαφορετικό είδος. Πρόκειται για νεόκοπη σλανγκιά που φοριέται σχεδόν αποκλειστικά από αγοράκια του δημοτικού και σκάρτα του γυμνασίου:

- Με το που πιάσω Haunter ή εξελίξω Gastly σας θα χρειαστώ κάποιον για ανταλλαγή και πίσω για να πάρω το αγαπημένο μου pokemon. Δεν θα βγεί από την εξάδα ποτέ <3 (εδώ)

- κατέβασα τι white k έχω το εξής πρόβλημα (όχι ακόμα δηλαδή αλλα για το μέλλον το χρειάζομαι)πως γίνετε να εξελίξω ένα πόκεμον που χρειάζεται (παραπέρα) trade?? (εκεί)

- μόλις πάρω την White απο τον αδερφό μου αν μπορείς θέλω να με βοηθήσεις να εξελίξω κάποια pokemon.

Εξέλιξη της Ιβοσαυρίνας σε ΑφροδιτοσαυρίναΕξέλιξη της Ιβοσαυρίνας σε Αφροδιτοσαυρίνα (εδώ)

Στην παιδική αργκό η εξέλιξη εξελίχτηκε στο να περιλαμβάνει και μοντιφιές / καγκουροποιήσεις "αναλογικών" παιχνιδιώνε τ. Τρανσφόρμερς, Σελωνονιντζάτσια, Lego, κ.ά.

Ακραία εξέλιξη Transformers made in ChinaΑκραία εξέλιξη Transformers made in China

Τέλος, στην Ἑσπερία κυκλοφορούν και αρκετά μιμήδια με εξελίξεις σελεμπριτονίωνε:

Εκ του Pokémon Evolution < Ιαπωνικού 進化 (εξέλιξη). Σλανγκασίστ: Βρασταμπόι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χαρακτηριστική, σήμα κατατεθέν, κίνηση του Γκόκου (ή στην ελληνική τηλεόραση Σονγκόκου ή Σογκόκου), του ήρωα της θρυλικής σειράς Ντράγκονμπολ. Ήτανε συστατικό στοιχείο του παιδικού-εφηβικού παροξυσμού που μας έπιανε και μας έκανε να περιμένουμε να έρθει το σαββατοκύριακο για να δούμε πού κατέληξε το κύμα που εξαπέλυσε στο προηγούμενο επεισόδιο ο ήρωάς μας.

Η σειρά αυτή, μεγάλωσε γενιές και γενιές (δυστυχώς σήμερα τα παιδιά βλέπουν κάτι αηδίες).

Η κίνηση αυτή, που την έμαθε στον μικρούλη Γκόκου ο πρώτος του δάσκαλος Μαστερ Ρόσι, ακολούθησε το μαχητή καθ' όλη τη διάρκεια της ζωής του και εξολόθρευσε με αυτήν δεκάδες κακούς που ήθελαν να καταστρέψουν το σύμπαν.

Είναι ένα κύμα ενέργειας, άσπρου-μπλε χρώματος, που εκτοξεύεται από τον μαχητή μέσα από τις παλάμες και των δύο χεριών, τα οποία διαγράφουν μία κίνηση από πίσω προς τα μπρος. Συνοδεύεται από μία στριγκλιά του τύπου «Καααααμέ, Χαααααααμέ, Κύμαααααα!».

Χρησιμοποιήθηκε και από άλλους θρυλικούς μαχητές όπως ο Κρίλιν, ο Σελ, και ο Γκόχαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο,τιδήποτε έχει να κάνει με video games.

Ορισμός που χρησιμοποιούνταν ευρέως τις δεκαετίες των '80s (αναφερόμενοι στο Nintendo Entertainment System ακα NES) και στις αρχές των '90s (αναφερόμενοι στο Game Boy). Με την επαναφορά του video gaming στη μόδα, αλλά και με την επικράτηση του Nintendo Wii στην μάχη της κονσόλας στο δεύτερο μισό της δεκαετίας που πέρασε ('00s), ο ορισμός συνεχίζει να χρησιμοποιείται ορθώς και σε αυτή την δεκαετία που μόλις ξεκίνησε.

Διάφορα για την Νintendo: Όποιος είχε NES από το '85 και μετά εθεωρείτο cool, ενώ πλέον το Nintendo Wii είναι μουνομαγνήτης.

Ένα χειμωνιάτικο βράδυ Σαββάτου στο σπίτι: - Παιδιά, λέω να αράξουμε με την παρέα εδώ, να παίξουμε Nintendo. - Έγινε, χώσε Wii Sports.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

H χήρα του John Lennon έδωσε το όνομά της σε όλες τις γυναίκες οι οποίες:

α) είναι υστερικές και λόγω της ξινομουριάς, κακάσχημες, αλλά κάποιος στραβώθηκε και τις έπιασε γκόμενες,
β) έχουν περίοδο κάθε μέρα,
γ) τουπεδιάζουν επειδή ο γκόμενός τους είναι κάποιος,
δ) δεν αφήνουν τους γκόμενους να κάνουν βήμα χωρίς αυτές,
ε) χειραγωγούν τους γκόμενους (για να μη πω ψωλ-αγωγούν) (σημείωση: υποψιάζομαι πως πρέπει να είναι άσσοι στις πίπες και στα κόλπα, διότι αλλιώς δε κατανοώ το κόλλημα των γκόμενών τους),
στ) δεν τους αφήνουν να τη βρίσκουν με τα φιλαράκια τους,
ζ) χώνονται στις παρέες τους και σπέρνουν τη διχόνοια,
η) ζηλεύουν,
θ) παρεμβαίνουν σε επαγγελματικά, οικογενειακά και σαφώς ορισμένα προσωπικά ζητήματα,
ι) παρ' όλα τα παραπάνω, ο γκόμενος τις έχει θεές και τις υπακούει σα σκύλος.

Προσοχή σε δύο πράγματα:

  1. Για να χαρακτηριστεί μια γυναίκα ως Γιόκο (το Όνο μπορεί να παραλειφθεί) πρέπει να πληρεί όλες τις παραπάνω προϋποθέσεις.
  2. Μια γυναίκα μπορεί να είναι Γιόκο, αλλά να μη το εμφανίζει μέχρι να βρει τον Λένον της, δηλαδή τον κατάλληλο λαλάκη που θα την ανεχτεί και δεν θα τη σουτάρει με τη πρώτη γιαπωνεζιά.

Η γκόμενα του Κυριάκου είναι σκέτη Γιόκο. Τον έβαλε και τσακώθηκε με τα αδέλφια του, δεν τον αφήνει να βγαίνει μόνος με φίλους, του έχει απαγορέψει να κάνει επαγγελματικά ταξίδια στην επαρχία και εχτές που του έβαλε τις φωνές επειδή δε κατέβασε τα σκουπίδια, με πήρε τηλέφωνο και μου κλαιγόταν σαν μπούλης 3 ώρες...

Οποία ξευτίλα! (από Hank, 13/03/09)Λιώνω όπως ο Λένον για τη Γιόκο Όνο λιώνω (από Khan, 07/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είναι τα γνωστά ακαταλαβίστικα που συναντάμε σε όλα τα λεξικά ξένων γλωσσών που υποτίθεται ότι μας βοηθάνε να προφέρουμε σωστά την κάθε λέξη. Ένα λεξικό που σέβεται τον εαυτό του όπως το slang βεβαίως βεβαίως (του Θεμιστοκλέους, βεβαίως βεβαίως), δε θα μπορούσε να μην έχει και αυτό κάτι παρόμοιο να επιδείξει. Ορίστε οιπόν η slangίστικη έκδοση των phonetics.

Γαλλικά
L'émi boucallion = λαιμοί μπουκαλιών Craci vareglion = κρασί βαρελιών Qu'est-ce qu'il y a = και σκυλιά C' est la pas piou = σέλα παπιού Gelé c'est que c'est que c'est baul = ζελέ σε κεσέ και σε μπολ

Γιαπωνέζικα
Metrameto Harakaki = μέτρα με το χαρακάκι Solinaki yaura = σωληνάκι για ούρα Kafasaki yamura = καφασάκι για μούρα Takata kasoni e nakasaki = τάκα-τάκα σώνει ένα κασάκι Nashushiro tokasoni = να σου σύρω το κασόνι Yatohoma = για το χώμα Ostayasupa = οστά για σούπα Yakitamutaura = για κοίτα μου τα ούρα (ή ο ουρολόγος στα γιαπωνέζικα) Yakaura = για καούρα (ή ο στομαχολόγος)

Ιταλικά La mia volo ela me caro = Λαμία-Βόλο έλα με κάρο Canto me lato = κάν' το μελάτο Adiamo cimento = αντί άμμο, τσιμέντο Ti amo ti votsalo = τι άμμο, τι βότσαλο

Γερμανικά
Sfachtus = σφάχτους Biete, richeinere = μπείτε, ρηχά είναι ρε

Αγγλικά
Into the spot = είν' του Δεσπότ' To you too funny = του γιού του Φάνη Sleep for us = σλίπ φοράς A nice party = ε, να η Σπάρτη She has money = συ χεσμένη Kill kiss = Κιλκίς The necklaces = δεν έκλασες

(από ανέκδοτο)
Μία μέρα του καλοκαιριού, ένας Iταλός τουρίστας στη Κρήτη κοζάρει μια συκιά με κάτι μεγάλα και ζουμερά σύκα. Άδραται λοιπόν της ευκαιρίας και σκαρφαλώνει σ' ένα κλαδί της για να κόψει μερικά. Έλα όμως που ο Θεός αγαπάει μεν τον κλέφτη, αλλά αγαπάει και τον νοικοκοίρη. Να σου λοιπόν ο μπαρμπα-Μανούσος και αρχίζει να του φωνάζει: - «Κατέβα κάτω μωρέ, διάολε τσ' αποπολειφάδι σου!». Ο Iταλός όμως με τα walkman στα αυτιά, δεν άκουγε τίποτα. - «Δεν ακούς μωρέ;» του λέει ο μπάρμπας και μπροστά στον κίνδυνο να του ρημάξει το δέντρο του ο κλεφτοσυκάς, του χώνει μια με τη μαγκούρα και τον γκρεμίζει καταής. Σκάει κάτω με δύναμη ο καημένος ο ιταλός και ημιλυπόθυμος ψελίζει: - «Aqua!Aqua!» Και τότε ο μπαρμπα-Μανούσος του αποκρίνεται: - «Αφού άκουες μωρέ, γιατί δεν κατέβαινες;»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατά κόσμον «Πατ Μορίτα».

Ο Ιάπωνας «sensei» που μετέτρεψε τον φλωρούμπα Ντάνιελ Λαρούσο στον - killing machine - Ντάνιελσαν.

Αφού προηγουμένως τον έβαλε να πλύνει μια μάντρα με αμάξια, να τα κερώσει, να τα γυαλίσει, να βάψει τον φράχτη του σπιτιού του, να του ξύσει το πάτωμα, να του βάψει το σπίτι, (στο director’s cut θα τον δείτε ακόμα και να μαδάει τις ελιές στα λιοστάσια του Μιγιάγκι), αποφάσισε ότι αυτό δεν ήταν παρά μια ταχύρυθμη μέθοδος εκμάθησης καράτε (αν ήταν έτσι θα βλέπαμε μπογιατζή και θα κλάναμε πουλόβερ), έπεισε και τον τζιτζιφιόγκο του ότι έγινε Τζετ Λι, τον έχωσε να διαγωνιστεί σ’ ένα τουρνουά καράτε ακούγοντας να βεβηλώνουν τ' όνομά του (ο εκφωνητής -που να τον πάρει ο διάολος!- τον αποκαλούσε «Μιγιάτζη»), εκεί είδε στον ημιτελικό να «τσακίζουν» το πόδι του κανακάρη του (πόδι, το οποίο έφτιαξε αφού προηγουμένως έτριψε τα χέρια του από ικανοποίηση γιατί το σακάτεμα του Ντάνιελσαν έδινε 3,75 στο παράνομο στοίχημα και ο ίδιος είχε ποντάρει ένα κάρο μπονζάι), στον δε τελικό τον είδε να δίνει τα ρέστα του και με χτύπημα βγαλμένο απ' το takken να κερδίζει έπαθλο και Ελίζαμπεθ Σου ταυτόχρονα.

Ο ανωτέρω άθλος του σχιστομάτη παππούλη, που όλοι θα θέλαμε να ήταν παππούς μας (αν και - άσχετο - προτιμώ Αλέξη Κωστάλα να είχα για παππού μου), να μεταμορφώσει σε καρατέκα ένα τσογλανάκι που ακόμα θα τις έτρωγε, με το πέρασμα των χρόνων έγινε μύθος και με το πρόσωπό του ταυτίζει κανείς κάποιον τον οποίον θεωρεί ότι τον έχει βοηθήσει ενώ βάδιζε στα χαμένα.

Μέγας Αλέξανδρος, Κομφούκιος, Ισαάκ Νεύτων, Λουκάς Βύντρα, Μίστερ Μιγιάγκι. Τίποτ' άλλο.

Συνων.: μέντορας, γκουρού (η τυρόπιτα είναι «κουρού»), sensei, master (για πιο υποτακτικούς), διδακτορικό (ως πτυχίο ανώτερο του master).

- Ρε συ Φιλώτα, ό,τι και να πω είναι λίγο... Μου έμαθες τη δουλειά όταν δεν ήξερα πού μου παν' τα τέσσερα, με σύστησες σε πελατεία, με έμαθες πώς να φοροδιαφεύγω και πώς να «σβήνω» τις μπριζόλες με κρασί και όχι με λεμόνι όπως έως τότε (για τον Θεό!) έκανα... Είσαι για μένα ο Μίστερ Μιγιάγκι μου!
- Καλά, καλά... Να σου πω, δεν περνάς αύριο από το σπίτι μου να περάσεις το δεύτερο χέρι στους τοίχους;
- Yes sensei...

Μίστερ Μιγιάγκι, κατά κόσμον Pat Morita (από poniroskylo, 27/07/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται και στα on-line παιχνίδια για να δηλώσουμε ότι κάποιος είναι noob (πρωτάρης-άχρηστος).

- Τι κάνει αυτός ρε ;
- Άστον ρε... κανένας ninja θα είναι πάλι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γιαπωνέζικη λέξη που αναφέρεται σε παλλιροϊκό κύμα του Ειρηνικού Ωκεανού.

Το πιο γνωστό ήταν το Τσουνάμι του Δεκεμβρίου του 2005 που σάρωσε τη ΝΑ Ασία, και απο τότε μπήκε στο δημοσιογραφικό λεξιλόγιο.

Αναφέρεται συνήθως σε αλλεπάλληλα κύματα, σε μπαράζ

Τσουνάμι ανατιμήσεων, τσουνάμι ακρίβειας, τσουνάμι εγκληματικότητας, τσουνάμι σκανδάλων κυρίες και κύριοι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified