Further tags

Στο μποντιμπιλντεράδικο συμφραζόμενο, κρέας είναι η καθαρή, άπαχη μυική μάζα, απόλυτο ιδανικό των πιστών του αθλήματος.

Να σημειωθεί, καταρχήν, η θετική εν προκειμένω σημασιοδότηση του κρέατος, εν αντιθέσει προς τους τρεις εκ των συνολικά τεσσάρων λοιπών ορισμών του.

- Μ' αυτό το φαρμάκι σ' το υπογράφω ότι θα βάλεις τρία κιλά κρέας πάνω σου σε δυο μηνάκια.

Σε αντίθεση προς τον τοις πάσι γνωστό όγκο, το κρέας είναι εξ ορισμού καθαρό, η πεμπτουσία της «ποιότητας». Ο «όγκος» περιέχει, εκτός από καθαρή μυικότητα, λίπος και υγρά, απαραίτητα κατά τα άλλα σε ένα δόκιμο πρόγραμμα σωματοδόμησης. Συνώνυμο του κρέατος είναι μάλλον η (μυική) «μάζα», όρος που συχνά εκφέρεται στον πληθυντικό ως επιφώνημα («μάζες!») ως δηλωτικό οικειότητας και αναγνώρισης μεταξύ μπιλντεριών.

Στόχος του παρόντος δεν είναι να αποτελέσει πηγή πραγματολογικού υλικού περί των τρόπων κτήσεων καθαρού κρέατος / μάζας, να σημειωθεί εντούτοις συνοπτικά ότι η χημική υποβοήθηση αποτελεί, από ένα σημείο και έπειτα, απαραίτητη προϋπόθεση χτισίματος «νέων» μαζών. Σε αντίθετη περίπτωση, η απλή χρήση παραδοσιακών μεθόδων (τακτική γυμναστική και προσεγμένη διατροφή) καθίσταται αργά ή γρήγορα ατελέσφορη, εξαιτίας της ομοιοστατικής λειτουργίας του ανθρώπινου οργανισμού ο οποίος μοιάζει να «αντιστέκεται» στις προσπάθειες διαταραχής των αναλογιών μεταξύ μυικού και λιπώδους ιστού.

Να σημειωθεί, τέλος, η συγγένεια του προκείμενου ορισμού του κρέατος με εκείνον που ορίζει το κρέας ως το πέος, το ανδρικό μόριο. Και στις δύο περιπτώσεις τονίζεται το στοιχείο της καθαρότητας, του αμιγούς αλλά και το ευαίσθητο και άρα άξιο ενδελεχούς προστασίας, ως κόρην οφθαλμού, του εν λόγω κρέατος.

- Μήτσο είσαι στα καλύτερά σου ρε φίλε, με τόσο κρέας απάνω σου δε σ' έχω ξαναδεί. Ποιοτικός κάργα, μπράβο. Έπαιξες γουινάκι;*

*winstrol, εμπορική ονομασία της ουσίας στανοζολόλη

Βούβαλο τ. Belgian Blue (από Vrastaman, 05/09/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τραβώ το πουκάμισο ή το T-shirt που φοριέται μέσα στο παντελόνι ώστε να κρεμάσει λιγάκι και να μοιάζει με μπουφάν παλαιάς κοπής (βλ. εϊτίλα).

Κοινή έκφραση σε παλαιότερες εποχές που τα εν λόγω ρούχα φοριόταν μέσα στο τζιν (ει δυνατόν σωλήνας) ή στο υφασμάτινο παντελόνι με τις πιέτες.

- Πώς σου φαίνομαι; Σένιος, ε;
- Βρε, μπουφάνιασε το πουκάμισο! Σου κάνει μια κοιλιά να!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο «δανεισμός» τριχών από την μία πλευρά της κεφαλής προς την απέναντι, προς κάλυψη καράφλας.

Το πλαγιοδάνειο συνήθως είναι εμφανές αν παρατηρήσεις καλά, αλλά εκεί που ξεφτιλίζεται τελείως ο χρήστης τους είναι στην περίπτωση που φυσήξει αέρας.

- Μαλάκα πέθανα στα γέλια στο ταξί χθες!
- Γιατί ρε τι έγινε;
- Καθόμουν στο πίσω κάθισμα και στην εθνική ο ταξιτζής άνοιξε το παράθυρο και ανέμιζε το πλαγιοδάνειο!

Περίπτωση εξευτελισμού, όπως λέει ο ορισμός. (από Khan, 15/09/11)Νίκος Κωνσταντινίδης (από Khan, 05/01/15)

Βλ. επίσης: καραφλάζ, φλοκάτη, πατέντα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται πολύ λιγότερο σε ένα στόμα που λόγω κάποιων ανατομικών λεπτομερειών, όπως λ.χ. τα τσιμπουκόχειλα, φυσικά ή κονάτα, θα προσέφερε ηδονjική αίσθηση κατά την τέλεση πεολειχίας, ενώ περισσότερο είναι βρισιά που χρησιμοποιείται όταν θέλουμε να απαιτήσουμε από τον συνομιλητή μας να σωπάσει άμεσα. Χρησιμοποιείται, δηλαδή, περισσότερο σε φράσεις τύπου «μην πιάνεις το τάδε στο τσιμπουκόστομά σου», «να πλένεις το τσιμπουκόστομά σου όταν μιλάς για το τάδε», «βούλωσε το τσιμπουκόστομά σου» κ.τ.ό. Εννοείται ότι το στόμα του συνομιλητή είναι μιασμένο και για αυτό δεν έχει το δικαίωμα να ομιλεί για ορισμένα θέματα, που χαρακτηρίζονται από ιερότητα.

Δευτερευόντως, βέβαια, ο όρος μπορεί να αναφερθεί και κατά την περιγραφή μιας αναγεννησιακής πουτανόφατσας, ή ως γαμησιάτικο μπινελίκι κυρίως κατά την τέλεση CIM.

  1. Αυτη η καριολα-παλιοπουτανα-βιζιτου-ξεκολιαρα κ.λ.π. κ.λ.π...μην τολμησει να ξαναβαλει στο γαμημενο το τσιμπουκοστομα της ξανα το ΠΑΟΚ μας. (Εδώ).

  2. Κατά τα άλλα το «Για όλα φταίει ο εθνικισμός» ξέρουν να το πιπιλάνε στο τσιμπουκόστομα τους, αλλά ξεχνάνε ότι ΚΑΙ για την ΕΛΕΥΘΕΡΙΑ τους οι «κακοί» εθνικιστές ματώσανε..... (Εδώ).

  3. Αν θελετε να μιλησετε για Μακεδονια να πληνετε το τσιμπουκοστομα σας εκατο φορες με μπεταντιν και μετα. και μετα να κανετε πλαστικη γλωσσας (Εδώ).

  4. Και χαίρονται οταν ακούνε απο ένα Τσιμπουκόστομα μιάς Πουτανας..να λέει ...¨ΟΛΟ ΣΤΟΜΦΟ....«ΕΜΕΙΣ ΣΤΟ ΠΑΣΟΚ !!!!! (Εδώ)

  5. είναι μια αδύνατη κοπέλα με μεγάλα τουρμπινάτα συλικονάτα στήθη tits και ένα απίστευτο τσιμπουκόστομα. (από μπουρδελοσάιτ)

Βλ. και τσιμπουκότρυπα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αλλιώς και μυρμηγκοφάγος, είναι η αντιασφυξιογόνα μάσκα τύπου GP-5 που τόσο πολύ φορέθηκε στον αντιεξουσιαστικό χώρο και έχει να φοριέται για πολύ καιρό από ό,τι φαίνεται με όλα αυτά τα μνημόνια, τα μεσοπρόθεσμα, τις τρόικες, τον Παπανδρέου τον τρίτο τον μακρύτερο κλπ κλπ. Λέγεται έτσι γιατί καλύπτει ολόκληρο το κεφάλι και αυτός που τη φοράει μυρμηγκοφέρνει (ή μυρμηγκοφαγοφέρνει) φουλ, γεγονός που αποτελεί και ένα βασικό της μειονέκτημα όταν βρίσκεται κανείς σε μέρη με τόσους μπάτσους και ασφαλίτες.

  1. (από Indymedia)
    «Υπάρχουν πολλοί αναπνευστήρες με φίλτρα που πωλούνται ειδικά στο ebay,amazon,κτλ. Το σίγουρο είναι ότι πρέπει λογικά να αποφεύγονται οι χρησιμοποιημένες μάσκες. Δεν ξέρουμε πώς έχουν χρησιμοποιηθεί και σε τι έχουν εκτεθεί. Σκεφτείτε ότι υπάρχουν αγγελίες που πουλάνε μάσκες από Β ΠΠ ή από τις επιχειρήσεις στο Ιρακ!!! Τις αποφεύγουμε πάση θυσία,ειδικά τα μυρμήγκια είναι σχεδόν όλα από τέτοιες επιχειρήσεις του σοβιετικού στρατού... Για τις νέες μάσκες και τα φίλτρα είναι εξαιρετικά κρίσιμο να προσέχουμε ημερομηνίες λήξης αλλά και να φροντίζουμε για αλλαγές φίλτρων.»

  2. (από Indymedia)
    «πότε ο κόκκινος στρατός χρησιμοποίησε σε επιχειρήσεις μάσκες μυρμηγκοφάγους ;
    (από μέρμηγκας 18:06, Τρίτη 5 Ιουλίου 2011)
    Δεν παίζει κάτι τέτοιο που λες,εκτός ίσως από την πυρηνική δοκιμή στα Ουράλια το '49.Μην κινδυνολογούμε λοιπόν. Ούτε το ΝΑΤΟ έχει χρησιμοποιήσει σε ευρεία κλίμακα τέτοιες μάσκες. Οι καινούριες είναι πανάκριβες,άλλωστε δεν τις αγοράζουμε και για καθημερινή-σκληρή χρήση... »

  3. (από Indymedia)
    «Για τις σοβιετικες GP-5(τα»μυρμηγκια«)να πουμε οτι υπαρχουν δυο τυπων,αυτες με το σπειρωμα του φιλτρου στα 40mm οπως και οι ΝΑΤΟικες(οποτε ευκολα μπορειτε να αντικαταστησετε το παλιο με ενα καινουργιο φιλτρο),και αυτες με το σπειρωμα στα 60mm(που ειναι σπανιοτερες ομως).»

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σχήμα του σπέρματος πάνω στην πλάτη του θηλυκού μέρους στο πισωκολλητό ή παρά φύσιν έρωτα το οποίο λόγω της ερωτικής έξαψης και της άρνησης της κοπέλας να τελειώσει ο αρσενικός μέσα της τον παρακαλεί να τελειώσει με αυτό τον τρόπο. Πρόκειται για ευθεία (ή ευθείες, αναλόγως της έντασης) μικρού μήκους (5-15 εκατοστά) που αποτίθενται από το κάτω μέρος του γλουτού ή του ιερού οστού και φτάνουν μέχρι τον άνω γλουτό ή μέχρι και τους μεσαίους σπονδύλους. Συνήθως είναι ζεστές, λόγω της θερμαντικής - συντηρητικής λειτουργίας του οσχέου.

Εναλλακτικά: Ή λωρίδα, λουριδιά και λουρίδι (σπν).

- Καλά, φίλε, τέτοιο σεξ δεν έχω ξανακάνει στη ζωή μου. Αφού ξεκινήσαμε έτσι, φαινόταν ότι δεν θα τελείωνε με αγκαλίτσες το σκηνικό. Και όντως, την κέρασα καυτές λουρίδες στην πλάτη της...

- Μην κωλώνεις ρε μαλάκα, κέρασε την καυτές λωρίδες. Αυτές τις πρέπουν!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνώνυμο για το μυρμήγκι, δηλαδή για την αντιασφυξιογόνο μάσκα GP-5, που φοριέται από διαδηλωτές που θέλουν να αποφύγουν τις συνέπειες από την χρήση χημικών από τους αστυνομικούς. Το κάτω μέρος της παρομοιάζεται δηλαδή με την προβοσκίδα του ομώνυμου ζώου.

- Ξέρει κανεις που μπορώ να βρω μασκα στυλ μηρμηγκοφαγου στην Αθήνα;; Έχω φαει όλο τον κόσμο και δεν βρισκω.
(Εδώ).

(από Khan, 01/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published

Σκωπτικός και περιπαικτικός χαρακτηρισμός για κλασικά ποδήλατά παλαιού τύπου.

Ευδοκίμησαν τις δεκαετίες '50 και '60, τότε που το ποδήλατο χρειαζόταν άδεια οδήγησης και πινακίδα κυκλοφορίας. Οι παππούδες ξέρουν αρκετά γι' αυτά. Η χρήση τους ήταν κυρίως επαγγελματική καθώς ήταν βασικό όχημα για οικοδόμους, μαρμαράδες, ψαράδες κ.α..

Ξεχώριζαν για την στιβαρή κατασκευή τους μιας και τα περισσότερα διέθεταν σκελετό από ατόφιο χάλυβα, για την άψογη ποιότητα κύλισης τέτοια που στις ευθείες «πηγαίνανε μόνα τους» και την απουσία προβλημάτων αφού τα λίγα κινούμενα μέρη που διέθεταν ήταν όλα προσβάσιμα και επισκευάσιμα.

Χαρακτηριστικά σημεία του ποδηλάτου είναι η δερμάτινη σέλα με ελατήρια, το μπροστινό φως με το δυναμό, τα φρένα που μεταδίδουνε την κίνηση στα παπουτσάκια με μεταλλικές βέργες (και όχι με συρματόσχοινο που είναι σήμερα) και τέλος το γενικότερα μεγάλο του μέγεθος που, σε συνδυασμό με την παλαιότητά του, υποθέτω πως δημιούργησαν το εν λόγω παρατσούκλι.

Μια φορα ειχα παει σε ενα ποδηλαταδικο να παρω κατι σαμπρελες....λεω στο νεαρο τι ηθελα και με ρωταει...«για καραβανα το θελετε ;» τσαντιστηκα!! δεν πηρα τιποτα και δεν ξαναπατεισα. Εχω ακουση να τα λενε ..ματραγκες..καραβανες..αστραχαν ακομα και ...νεκροφορες!! Πολυ ΑΔΙΚΟ για αυτους τους ηρωες, αυτα τα ποδηλατα ειναι σαν τον ελληνικο καφε ..σαν το ουζακι..το τσιπουρακι..αν το σκεφτειτε ειναι κοματι της ιστοριας μας.. (εδώ)

Ακριβώς αυτό. (από PUNKELISD, 03/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Απαντάται, μάλλον αποκλειστικά, στην κρητική διάλεκτο -παρά το γεγονός ότι πρόκειται για μεσαιωνική λέξη- και σημαίνει: μαλλί / μαλλιά, τούφα. Για την ακρίβεια, χρησιμοποιείται κυρίως στον πληθυντικό, σκουλιά, που σημαίνει μαλλιά, συνήθως λυτά και πάντως απεριποίητα.

Η ετυμολογία της λέξης (σύμφωνα με το λεξικό της Πάπυρος Larousse): σκουλί < μσν. σκουλλίν < αμάρτυρο τ. *σκολλίον, υποκορ. τού σκόλλυς «τρόπος κουρέματος», με κώφωση τού -ο- σε -ου- (πρβλ. κώδων: κουδούνι), ενώ η ίδια η λέξη συνδέεται πιθανώς και με το φυτό «Πράσιον το ξενικόν», aka «σκουλόχορτο», ευρύτερα γνωστό σαν ασπροπρασιά, καλάνθρωπο και μαρμαράκι (για την ετυμολογία και τη σύνδεση με το φυτό, βλ. και εδώ).

Στο ίδιο forum εντόπισα κάποιες επιπλέον έννοιες του όρου τις οποίες δε γνώριζα. Πρόκειται για τις κάτωθι:
1. Δεμάτι από λαναρισμένο λινάρι, καννάθι ή μαλλί, που είναι έτοιμο για κλώσιμο.
2. Δέσμη από τυλιγμένο νήμα, κούκλα, ματσάκι.
3. Σύνολο από πράγματα που έχουν δεθεί μαζί, μάτσο, δεσμίδα.

Πρέπει να σημειωθεί πως το ευρέως διαδεδομένο κρητικό επώνυμο Σκουλάς (συναντάται και το «Σκουλάκης») προέρχεται από αυτή τη λέξη. Σχετική ιστορία για το επώνυμο αυτό μπορείτε να βρείτε εδώ.

Κρητικιά μαμά στον πιτσιρικά της:
Μάζεψε μωρέ τα σκουλιά σου! Πώς μπορείς και διαβάζεις έτσι που πέφτουν στα μάτια σου;
(Για τις υπόλοιπες έννοιες δεν παραθέτω παράδειγμα, γιατί πραγματικά δε γνώριζα καν πως υπάρχουν και τυχόν παραδείγματα να μην αποδίδουν σωστά αυτές τις επιπλέον χρήσεις του όρου).

Marrubium vulgare, aka σκουλόχορτο (από mafie, 11/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Που έχει σχέση ή θυμίζει ή αρμόζει σε κλαμπάκι.

Κλαμπίσιο λέμε συνήθως ένα συγκεκριμένο είδος μουσικής, ως προς το ύφος και τον ήχο του (δηλ. να χαρακτηρίζεται από έντονο και χορευτικό μπιτ και να έχει μεγάλη διάρκεια, ή έστω να έχει ηχητικά εφέ που χαρακτηρίζουν συνήθως ένα τέτοιο κομμάτι).

Λέμε όμως και τον ήχο αυτό καθεαυτόν που βγαίνει από ηχεία τα οποία «φωνάζουν», δηλ. προορίζονται για τις παραπάνω μουσικές και όχι πχ για τζαζ ή κλασική, οι οποίες έχουν μεγαλύτερες απαιτήσεις (όγκο, βάθος, ευκρίνεια κλπ)

Κλαμπίσιο λέμε και το ύφος ενός μαγαζιού ή μια φωνή ή, τέλος, ένα στυλ ντυσίματος που συνηθίζεται στα κλάμπζζζ, δηλ. σέξυ, φανταχτερό, αποκαλυπτικό κλπ.

Από το αγγλικό club.

Σπανίως λέγεται και για κλαμπ με την έννοια της λέσχης (βλ. παρ. 7).

  1. Ζορικο ειναι,κλαμπισιο.Ραδιοφωνικο δε θα το λεγα,εχει κάπως ένα undergroud υφακι. Γερμανικό electro gothic μου κάνει σαν ατμοσφαιρα

  2. Ευτυχώς η μουσική προχωράει και εξελίσσεται σε άλλα μέρη του κόσμου οπότε δεν στερούμαστε μουσικών ακουσμάτων...και ναι φίλε μου, ακόμα και. «κλαμπίσια»

  3. Ο δισκοθέτης επέλεγε μουσική κλαμπίσια, αισθητικώς ανώτερη των γραικυλικών αλυχτισμάτων.

  4. Σκέφτομαι να στήσω ένα συστηματάκι ηχείων κλαμπίσιο για να έχω «εικόνα» ήχου στυλ club

  5. Όπα ρε μάστορα θα μου πείτε(με το δίκιο σας) και απο ποιότητα τί γινεται;Άμα είναι απλά να φωνάζουν πάω και αγοράζω 2 κλαμπίσια ηχεία και ξεμπερδέυω.

  6. Τόπος συνάντησης της πολιτικής και οικονομικής εξουσίας το Villa Mercedes, έδωσε στο Γκάζι την κλαμπίσια αίγλη που χρειαζόταν.

  7. Οι Llumar Titanium μπήκαν σήμερα, στο κατάστημα Ψυχικού. Όλα καλά και τιμή κλαμπίσια...
    με γεια σου σταυρο! σου ζήτησαν κάρτα μελους ή απλα ειπες οτι εισαι απο το club;

Kλαμπίσιο σάντουιτς (από Vrastaman, 18/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified