Selected tags

Further tags

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για τα μεγάλα στήθη των γυναικών. Το υπερβολικό μέγεθος τα κάνει να ομοιάζουν με τους μαστούς της αγελάδος, εξ ου και μαστάρια. Τα πλούσια στήθη που χαρακτηρίζονται ως μαστάρια συνήθως κρέμονται και δεν είναι στητά.

- Ρε, τι μούνος είναι αυτός;
- Πλάκα μας κάνεις, τι μαστάρια είναι αυτά που κουβαλάει, σαν αγελάδα είναι.
- Θα σε χάλαγε να το έτρωγες μία φορά, παλιομαλάκα. Για δες καλύτερα τις βυζάρες της.
- Τα μαστάρια που κρέμονται εννοείς...

Tsimpa 2 (από Vrastaman, 24/09/08)(από iwn, 29/11/10)(από iwn, 29/11/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Ένας πολύ ωραίος χαρακτηρισμός ο οποίος μπορεί άνετα και πετυχημένα να αντικαταστήσει το προσβλητικό «χοντρή». Συνώνυμο του νταρντάνα.

- Τι χουφτιάρα γυναίκα είσαι; Ευχαριστιέσαι να πιάνεις...!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για άτομο το οποίο:

α. είναι υπερβολικά άσχημο
β. είναι τόσο ταλαιπωρημένο (3ήμερο ξενύχτι, πιώμα, μπάφους) που δεν βλέπεται.

Η έκφραση οφείλεται πιθανότατα στην εμφάνιση οποιουδήποτε νορμάλ ανθρώπου γύρω στις 3 π.μ., όπου (ιατρικώς αποδεδειγμένα), ο μεταβολισμός έχει βαρέσει μπιέλα και το άτομο μοιάζει με ήρωα του George Romero που βγήκε παγανιά.

  1. - Ρε συ, αυτή που πάει προς το μπαρ την έκοψες από μπροστά;
    - Την έκοψα ρε φίλε. Σαν τρεις ώρες νύχτα είναι. Ούτε με χαρτοσακούλα δεν χτυπιέται σου λέω...

  2. - Πω πω αδερφέ, μόλις γύρισα από 5ήμερο στην Ίμπιζα...
    - Το κατάλαβα, σαν τρεις ώρες νύχτα είσαι μεγάλε...

O master τρεις ώρες νύχτα! (από Desperado, 18/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Είδος αλωπεκίας ανδρογενετικού τύπου (φαλάκρας) στην οποία η εναπομένουσα τριχοφυΐα περιορίζεται στη βρεγματική (πλαϊνή) και ινιακή (πίσω) χώρα του τριχωτού.

Η ποικιλία αυτή της φαλάκρας αποκαλείται τάργκα επειδή θυμίζει έντονα τα γνωστά ημι-κάμπριο αυτοκίνητα που φέρουν το ίδιο όνομα.

Ορισμένοι κάτοχοι τάργκα με χαμηλή αυτοπεποίθηση καταφεύγουν στην έσχατη λύση της φλοκάτης .

Σκηνή από εξέταση στο εργαστήριο Bermann Kord:

- Γιατρέ μου το τάργκα μου κινδυνεύει να εξελιχθεί σε πλήρες κάμπριο. Για την ώρα εφαρμόζω πατέντα φλοκάτης, αλλά σε λίγο θα πρέπει να χτενίζω και τα φρύδια μου από πίσω. Στο δρόμο μου φωνάζουν «καλώς το coupé cabriolé
- Μη ανησυχείτε κύριε Βρασίδα. Η τελευταία μας μέθοδος συνίσταται σε μεταμόσχευση τριχών από την βουβωνική χώρα και είναι λίαν αποτελεσματική. Θα σας κάνουμε και δώρο ειδικό χτενάκι για το νέο σας άφρο.

Ferrari Dino Targa (από Vrastaman, 18/09/08)Κλασσικό τάργκα (από Vrastaman, 18/09/08)ΘΟΥ-ΒΟΥ τάργκα (από Vrastaman, 18/09/08)Georgakis Targa (από Vrastaman, 18/09/08)911 Targa! Ta spaei! (από Vrastaman, 18/09/08)Ύποπτο μαλλί. Λέτε εκτός από Τράγκας να είναι και Τάργκας? (από Vrastaman, 18/09/08)μωρ ψάχω εκείνη το φωτό που του χεζε ένα πουλί την καούκα κι εκείνος χαμπάρι... (από xaxac, 18/09/08)(από dryhammer, 16/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Περίπλοκη πατέντα με την οποία φαλακροί, κυρίως τύπου τάργκα, επιχειρούν να συγκαλύψουν το ένοχο μυστικό τους.

  2. Ιλαροτραγικά καταφανής περούκα που φέρουν πανσέληνοι (και μη) φαλακροί, επιχειρώντας να συγκαλύψουν το ένοχο μυστικό τους.

Δέον να σημειωθεί ότι και οι δύο ποικιλίες φλοκάτης σπάνια ανθίστανται στον αέρα και την βροχή. Με σπάνιες εξαιρέσεις ανθρώπων με διάθεση χιούμορ και αυτοσαρκασμού, οι περισσότεροι φορείς φλοκάτης είναι κομπλεξικοί. Πολλοί ακομπλεξάριστοι άλλωστε φαλακροί επιλέγουν την λύση του ξυρίσματος, η οποία κατά κοινή ομολογία προσδίδει και σεξαπίλ.

Ειρήσθω εν παρόδω, η λέξη φαλακρός υπήρξε σλανγκ κατά την αρχαιότητα (εκ του φαλλού άκρη, αγγλιστί dickhead)

- Ποιον πας να κοροϊδέψεις βρε καράφλα με την φλοκάτη σου; Ουστ!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κλασικό τέχνασμα γυναικών με [/I] σωματότυπο αχλαδιού που δένουν ένα πουλόβερ ή μια ζακέτα στην μέση με σκοπό να υποβαθμίσουν τον ευμεγέθη ποπό τους. Το ότι πρόκειται για τερτίπι προκύπτει και εκ του γεγονότος ότι οι φέρουσες [I]κωλόκρυψη δεν θα φορέσουν την ζακέτα όταν πέσουν τα μπιλοζίρια.

- Ποιον πας να κοροϊδέψεις μωρή κωλαρού; Η κωλόκρυψή σου είσαι τόσο πειστική όσο και το καραφλάζ του θείου Βρασίδα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λοξή στάση που παίρνουν οι γκόμενες στην παραλία όταν θέλουν να δείξουν κορμάρα. Προσπαθούν επί ματαίω να τεντώσουν το σώμα (μπούτια, κοιλιά, δίπλες γενικώς) αλλά να δείχνουν, συνάμα, χαλαρές και φυσικές.

Η λέξη έχει αρχίσει να μπαίνει στην αργκό των γυμναστηρίων.

... και μη μου κάθεστε τώρα όλες σε στάση παραλίας, σηκωθείτε όρθιες, μέσα η κοιλιά, σφιχτοί οι γλουτοί, έξω το στήθος, τα πόδια καλά να πατάνε στο έδαφος, κάτω οι ώμοι!

(από ironick, 17/09/08)(από ironick, 17/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το αγριεμένο ορμητικό και αφηνιασμένο μεγάλου μεγέθους, πέος που κάνοντας πυρ και κίνηση εφορμά ως πολιορκητικός κριός στο πεδίο της ερωτικής μάχης, για να καταλάβει βαθύσκιωτο φαράγγι και να αναδείξει ασπροπρόσωπο και τροπαιούχο τον κάτοχο του. Ο όρος προέρχεται από το ομώνυμο μεγαλόσωμο κι άγριο άτι που καβαλίκευε ο Μέγας Αλέξανδρος, στο πεδίο των μαχών, το οποίο ήταν και το αγαπημένο του άλογο.

Κοντός χλεμπονιάρης, σαν ανάποδο γαμώτο κάθεται και χαλβαδιάζει μια δίμετρη γκόμενα με πλούσιο και γυμνασμένο στήθος που φοράει κολάν και εκείνη την ώρα περνάει στο απέναντι πεζοδρόμιο. Μόλις πλησιάζει δίπλα του της πετάει:
- Μωρό μου έλα παρακάτω να σου δείξω τον βουκεφάλα μου. Εγώ κι αυτός θα καταλάβουμε κάνοντας πυρ και κίνηση, τα υψώματα του γκολάν σου και θα βάλουμε και γκολ στο τέρμα σου.
Η τύπισσα αφού τον σκανάρει, στέκεται δίπλα του, σαν τη Μητρόπολη με τον Άγιο Λευτέρη και του πετάει με περιφρόνηση:
- Φύγε από δω ρε απολειφάδι, ρε σκέτο από γιουβέτσι, μη σου στρεσάρω κανα ανάστροφο βυζοσκάμπιλο και σου προκαλέσω ρήξη αριστεράς κάτω γνάθου.

(από GATZMAN, 16/09/08)(από GATZMAN, 16/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τουρμπινάτη γκόμενα που δίνει ρέστα σε όσους την κοιτάζουν. Η γκόμενα που προκαλεί ατύχημα με ένα βλέμμα ή με το περπάτημά της. Συνήθως είναι κωλοφτιαγμένη από αισθητικούς, πλαστικούς και δυνατούς μόδιστρους.

- Καλά ρε συ έπαθα πλάκα με την Λίτσα. Τρελό τούμπανο!!! Κόντεψα να τρακάρω καθώς την κοιτούσα να περπατάει στην Τσιμισκή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα με στητό στήθος και παντελή άγνοια περί Νεύτωνος. Προφανώς το στήθος της αψηφά τον νόμο της βαρύτητας. Χρησιμοποιείται ως επίθετο, για να μην δίνει στόχο.

- Πώπω, δες την δεσποινίδα Αψηφά που μπήκε στο μαγαζί.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified