Further tags

Υπονοούμενο για ομοφυλοφιλική δραστηριότητα (είσοδος κρεατικού στον οργανισμό). Χρησιμοποιείται συνήθως μετά από κατορθώματα υπερβολικής τύχης ή απλά για πείραγμα.

Καλά μας δουλεύεις; Πώς γίνεται να έβαλες γκολάκι στο PRO απ΄το κέντρο; Τι έγινε ρε, το τσίκνισες χθες βράδυ; Το τσίκνισες;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

τα πρήζω - μου τα πρήζεις - πρήξιμο:
Η τελευταία φράση που ακούγεται ΠΑΝΤΑ μετά από κήρυγμα γονέως, ή πάσης άλλης φύσεως κηδεμόνα.

Πρήξιμο είναι η κατάσταση κατά την οποία έχεις φάει χυλόπιτα, στο καπάκι σου στράβωσε η υπόθεση με άλλη γκόμενα, έρχεσαι κατά τις 1 το πρωί στο σπίτι, και βλέπεις μπαμπαδομαμάδες να σε περιμένουν, και να αρχίζουν με κάτι σαν αυτό:

Ρε αλητάμπουρα. Ρε κοπρόσκυλο της κοινωνίας. Ρε μου 'φαγες τα σ(υ)κώτια (το αντίστοιχο δεν είναι αυτό που νομίζεις των γονέων), που σε μεγάλωσα με 542.378 κόπους και 992.561 στερήσεις (!) για να μου γίνεις αλήτης, να γυρνάς 1 η ώρα στο σπίτι και να μπεκροπίνεις στα μπουζούκια...

(Ο έφηβος, αν δεν έχει κοιμηθεί, μονολογεί):

— Ω ρε πρήξιμο!

μας τα χεις κανει μπαλονια... (από BuBis, 10/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνουσιάζομαι με κάποιον-αν ως ενεργητικός. Εννοείται φοράω τον πούτσο μου σε κάποιον, δεδομένου ότι ο μπαργαλάτσος φοριέται πολύ τώρα τελευταία.

Σύγκρινε: τα φοράω.

Ο Μπρίλιος τον φόρεσε στον Πέρι και εν ταυτώ ο Πέρι τα φόρεσε στο Λίλιαν.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Κάνω εμετό, βγάζω από μέσα μου ό,τι έχω καταπιεί.

  2. Τα ξερνάω: μαρτυρώ μια αλήθεια ενώ δεν θά 'πρεπε.

  1. Πάλι ξέρασες; Σιγά και τι έφαγες! Ανορεξική έχεις γίνει;

  2. Πήγε και του τα ξέρασε όλα, η μαλάκω. Τώρα... καλά κρασιά!, πρόκειται να γίνει της πουτάνας, θα χωρίσουν.

(από Khan, 29/05/14)

Βλ. και βγάζω τ' άντερά μου. Για τη φράση 2, δες και σχήμα γνωστού αγνώστου.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Του έχει σαλέψει: είναι σαλεμένος, του έστριψε η βίδα, τον έχασε τον νου του, έχει βαρέσει μπιέλα, χάνει λαδάκια, χάνει από την τσιμούχα, είναι τρελός.

M' έχεις μαγέψει μου 'χεις ανάψει τον πυρετό και το μυαλό μου έχει σαλέψει να σε χορτάσω αχ δε μπορώ. Ξανά, ξανά, έλα και φίλα με ξανά...

Γιατί είναι ανόητος ο πόνος μου, και θα πουν οι άλλοι ότι έχω σαλέψει που κλαίω τόσο. Για μιαν αγάπη κλαίω.

Έχει σαλέψει ο άνθρωπος... αυτοί οι ψυχολόγοι, γιατί δε μαζεύουν υπογραφές για να τον κλείσουν κάπου;

Πάνε αγόρι μου να βρεις καμιά γκόμενα να ξεδώσεις γιατί έχεις σαλέψει...

(από ο αυτοκτονημενος, 05/04/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση λέγεται για να τονίσει ότι, αυτό στο οποίο αναφερόμαστε, αποτελεί τη μοναδική λογική επιλογή στις τρέχουσες περιστάσεις, ότι πρόκειται για κάτι δοκιμασμένο, για «αξία σταθερή στο χρόνο».

Έχει παρατηρηθεί να δηλώνει και τη λύση ανάγκης.

Από παλιά διαφήμιση της χλωρίνης Klinex, στο τέλος της οποίας ακουγόταν εκείνη η γνωστή, αντρική φωνή με την ιδιαίτερη χροιά που παρέπεμπε σε αυθεντία: «Χλωρίνη Klinex. Αυτήν ξέρετε, αυτήν εμπιστεύεστε!»

Είναι slang τώρα αυτό;

-Και πού πάμε τέτοια ώρα χωρίς να 'χουμε κλείσει τραπέζι;

-Στο ΧΥΖ. Αυτό ξέρετε, αυτό εμπιστεύεστε.

(Έχασε) (από patsis, 19/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Θέλεις κάτι τόσο πολύ, τόσο ώστε να παραβλέπεις τις πιθανές επιπτώσεις ή ρίσκα και να εκτίθεσαι σε κινδύνους.

  1. Εμ, τα θέλει και σένα ο κώλος σου μαναμ'! Φραπέ με το Λίλιαν δεν ήθελες; Μην παραπονιέσαι που έχεις μύκητες στο παπάρι σου τώρα! Με τόσους που έχει φραπεδιάσει αυτή και λίγα παράσημα πήρες!

  2. Ρε, τον μαλάκα ρε! Πήγε και καρφώθηκε στην κολόνα! Τα ήθελε όμως ο κώλος του, αφού κάθε φορά που οδηγάει τον χάρο γαμιέται στα μπαντιλίκια.

no comment! (από BuBis, 11/05/09)(από panos1962, 17/11/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κνησμός των γλουτών συνήθως οφείλεται σε φλύκταινες, μυκητίαση, ψώρα, αποικισμό καβουρομουνόψειρων ή απλώς λίγδα. Μια επίσκεψη σε δερματολόγο, ή η αποκατάσταση των διπλωματικών σου σχέσεων με το σαπούνι ενδείκνυνται, και καθάρισες.

Στον Σλανγκείδιο όμως Χώρο, το να σε τρώει ο κώλος σου συνεπάγεται κάτι το εντελώς διαφορετικό: το ότι με την συμπεριφορά σου προκαλείς την τύχη σου και πας φιρί-φιρί να φας ξύλο ή / και τα μούτρα του. Η παλαιάς κοπής αυτή έκφραση που αενάως ανακυκλώνεται από γονέα σε παιδί και διατηρεί ακόμα μια κάποια αίγλη και φρεσκάδα.

Κάθε χρόνο τέτοιες μέρες με τρώει o κώλος μου για φασαρία
Την πορεία του Πολυτεχνείου εννοώ … Από 0 χρονών με κουβαλάγανε στην πορεία του Πολυτεχνείου, πάντα με το μπλοκ του ΚΚΕ…Ήμουν στην τρίτη γυμνάσιου όταν δεν άντεξα άλλο την πολύ ‘νομιμοφροσύνη’, την κοπάνησα και πήγα με τα ‘κωλόπαιδα’ τους ‘αλήτες’ τους ‘γνωστούς-άγνωστους’ τους ‘αναρχοτετοιους..’ (...)
Μέχρι και στη Γένοβα ήθελα να πάω τότε αλλά, φυσικά, δεν μ’ αφήσανε…Έπεσε και μουρμούρα από την οικογένεια αλλά δεν τους έπαιρνε…(...) Πέρυσι και πρόπερσι είχα ‘φρονιμέψει’ και ξαναπήγα με το ΚΚΕ.
(Από εδώ)

(από nick, 13/05/09)(από patsis, 04/06/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επιμένω με πείσμα να κάνω κάτι, έστω και αν ξέρω ότι είναι μαλακία. Συνώνυμο της φράσης μου καύλωσε.

Τί θα γίνει ρε Πόπη; Σου κόκωσε να βράσεις κουνουπίδι στις 3 η ώρα το πρωί; Έλα μουνί στο τόπο σου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αποτελεί μια πιο κόσμια μορφή της φράσης έκλασα μέντες, τα είδα όλα, κοινώς σκιάχτηκα! (τώρα γιατί 3 και 5 και όχι και 10, άλλο αυτό).

το παράδειγμα νομίζω περιττό

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified