Ο τύπος που καθαρίζει τα χύσια με σφουγγαρίστρα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο σε μπουρδέλα.
- Ρε χυσομάπα, μάζεψε τα χύσια από το πάτωμα, είπε ο νταβατζής.
Ο τύπος που καθαρίζει τα χύσια με σφουγγαρίστρα ή με οποιονδήποτε άλλο τρόπο σε μπουρδέλα.
- Ρε χυσομάπα, μάζεψε τα χύσια από το πάτωμα, είπε ο νταβατζής.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Χασάπης στην περίπτωση αυτή είναι ο άγαρμπος τεχνικός οπτικοακουστικού υλικού (τεχνικός προβολής, μοντέρ κττ) που δεν δίνει δεκάρα για τη δουλειά του και την εκτελεί ορθά-κοφτά με την τεχνική με την οποία οι χασάπηδες δίνουν μια στη σπάλα, πχ, και την κάνουν δέκα κομμάτια. Συνώνυμο του σκιτζής.
Ως επιφώνημα, ακουγόταν τον παλιό (καλό;) καιρό στους σινεμάδες όταν ο τεχνικός προβολής ξεχνιόταν (κοιμόταν; γαμούσε;) και κοβόταν ο ήχος της ταινίας ή κόλλαγε κάποιο πλάνο. Το κοινό τότε είτε χειροκροτούσε για να διαμαρτυρηθεί, ή φώναζε «χασάπηηηη!» μπας και ξυπνήσει το παλικάρι και δει ο κόσμος την ταινία. Αυτά βέβαια προ ντιβιντί και νεότερης τεχνολογιάς.
Χασάπης είναι και ο μοντέρ ο οποίος πετσοκόβει το υλικό του, με αποτέλεσμα να «πηδάνε» τα κατ, να μπαινοβγαίνουν άτσαλα οι σκηνές γενικώς.
- Μάκη, εδώ πρέπει να προσέξεις να βάλεις τον λόγο να ξεκινάει λίγο νωρίτερα, να μην ακουστεί «ατάκα».
- Έλα ρε Αντώνη, λες και δε με ξέρεις... για καναν χασάπη με πέρασες;
Got a better definition? Add it!
Γκαούγκαγκας, βλακόμετρο, γκάου-μπίου.
- Κοίτα ρε τον τυπά εκεί στη γέφυρα. Πάει να κάνει μπάντζι-τζάμπινγκ χωρίς σκοινί.
- Μιλάμε αυτός έχει κάψει φλάτζα. Θα γκρεμοτσακιστεί και μετά θα του κάνουνε τα εννιάμερα. Αιωνία η μνήμη!
Βλ. και καίω φλάντζα
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Επίθετο το οποίο έλκει την καταγωγή του από την πατροπαράδοτη μέθοδο επίτευξης στόχων μέσω της στοματικής εκτόνωσης. Στο διάβα των αιώνων, οι απανταχού απόγονοι της Εύας συνήθισαν να δέχονται στη στοματική τους κοιλότητα αντρικά μόρια των οποίων οι κάτοχοι είχαν την εξουσία να τους προσφέρουν κάποιες υπηρεσίες-διευκολύνσεις.
Με τις ευλογίες της ελληνορθόδοξης παράδοσης και κάτω από τη σκέπη του δακρύβρεχτου μότο ''αμάρτησα για το παιδί μου'' οι γυναίκες της ημεδαπής υιοθετούν την παραπάνω τεχνική με θαυμαστά αποτελέσματα, καθώς ο Έλλην, φύσει μερακλής, δε χάνει την ευκαιρία να διοχετεύσει τυχόν περισσεύματα σπερματοζωαρίων σε πρόθυμους λάρυγγες. Ασφαλώς, για να αποφευχθούν σχόλια σεξιστικού περιεχομένου, η μέθοδος του τσιμπουκώματος εφαρμόζεται και σε άτομα του ίδιου φύλου.
Μ' αυτόν λοιπόν τον τρόπο, το επίθετο τσιμπουκωτός, -η αναφέρεται σε συνανθρώπους μας που καταλαμβάνουν συνήθως κάποια θέση όχι με αξιοκρατικές διαδικασίες αλλά πιπώνοντας τις αρμόδιες αρχές. Πλέον, καθώς οι εποχές είναι δύσκολες και πονηρές και τα dvd δίνουν και παίρνουν, οι τσιμπουκωτοί κινούνται ιδιαιτέρως συνωμοτικά και μπορούν να γίνουν ιδιαίτερα επικίνδυνοι σε περίπτωση που δε τηρηθούν τα συμφωνηθέντα.
Καθώς ο ΑΣΕΠ δεν είναι φυσικό πρόσωπο και σε καμία περίπτωση δε διαθέτει πέος, οι τσιμπουκωτοί επιλέγουν συνήθως θέσεις όπου η πρόσληψη γίνεται μόνο με μοριοδότηση.
Tσιμπουκωτός μπορεί επίσης να είναι κάποιος σε οποιοδήποτε πόστο που είναι φως φανάρι ότι δε το 'χει αλλά διατηρεί καλές σχέσεις με τον υπεύθυνο προσωπικού ή απευθείας με τη διεύθυνση. Tσιμπουκωτός μπορεί να είναι ένας ποδοσφαιριστής που προωθείται άδικα επειδή έχει λαδώσει ή έχει δημόσιες σχέσεις, μια σερβιτόρα που τα σπάει όλα αλλά γαμάει το αφεντικό, μέχρι ακόμα και πρωθυπουργοί και πρόεδροι κρατών που στηρίζονται σε σκοτεινά κέντρα αποφάσεων. Στο σύνολό του ο πλανήτης μας κινείται γύρω από αυτή τη μέθοδο, σε σημείο που θα μπορούσαμε να παραφράσουμε το γνωστό τραγουδάκι money makes the word go round σε blowjobs make the world go round ...
- Του άφησα ένα βιογραφικό 8 σελίδες και διάλεξε να προσλάβει αυτή την αγράμματη.
- Δε χρειάζεται πτυχίο η πίπα, φιλαράκι, καλή τσιμπουκωτή είναι κι αυτή.
Βγήκε η προκήρυξη και η προθεσμία λήγει αύριο. Ίσα ίσα να βολευτούν οι τσιμπουκωτοί.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Περιφρονητικός χαρακτηρισμός του συμπαθούς κατά τα λοιπά τροτσκιστή, με την προσθήκη του γαμοσλανγκοτέτοιου -α.
Βλ. αντίστοιχες μορφές: ανάρχα, κο(υ)μμούνα, σταλίνα, αναρχοσταλίνα, οπορτούνα, κ.ά.)
2.
- Εξω οι τροτσκες απο την ανταρσυα
- Οι τρότσκες δεν ειναι παιδιά των εργατών
είναι τα σκυλιά των αφεντικών
3.
Αριστεριστές και οποροπορτουνιστέςτούνα βρήκαν κοινό παρονομαστή: τον αντικομμουνισμό. Συγχαρητήρια σε αμφότερους. Αίρεση είναι οι τρότσκες πασοκοπροτεστάντες που κατοικοεδρεύουν στο νεοπασοκικό συνδυασμό «συριζα». Περαστικά.
4.
Συμπλήρωσε την παρακάτω φράση: «Ένας τρότσκας = οργάνωση, δύο τρότσκες = κόμμα, τρεις τρότσκες = ;»
Got a better definition? Add it!
Ή, το 'χει μπατάρει στο ντήζελ
Ναυτική ιδιωματική φράση για κάποιον που έγινε πούστης.
Η πολυκύλινδρη μηχανή των μεγάλων πλοίων κατά την διάρκεια του πλου δουλεύει με «βαρύ», σχεδόν αφιλτράριστο, πετρέλαιο μαύρο, το επιλεγόμενο μαζούτ. Κατά κάποιον τρόπο, καίει «αντρίκιο» πετρέλαιο.
Όταν απαιτούνται συνεχείς αλλαγές στην ταχύτητα, όπως όταν το πλοίο εισέρχεται σε λιμάνι, τότε χρειάζεται «λεπτό» πετρέλαιο, καλά φιλτραρισμένο, που να καίγεται γρήγορα ώστε να υπάρχει ταχεία απόκριση της μηχανής. Αυτό είναι το ντήζελ το οποίο θεωρείται και κάπως «γυναικείο» πετρέλαιο λόγω του ραφιναρίσματος που έχει υποστεί.
Όταν το πλοίο πλησιάζει στο λιμάνι, γίνεται προετοιμασία της μηχανής, ώστε να μπορεί να γυρίσει από το κάψιμο του μαζούτ στο κάψιμο του ντήζελ. Να «μπατάρει» δηλαδή από το «αντρικό» στο «γυναικείο» καύσιμο.
'Ετσι και κάποιος όταν το μπατάρει στο ντήζελ, ε, είναι πουστάρα ... πώς να το κάνουμε δηλαδή;
- Ρε συ! Ο Τάσος το μπατάρισε στο ντήζελ ή μου φάνηκε;
- Τί σου φάνηκε, καημένε; Καίει ντηζελάκι εδώ και χρόνια.
- Βρε, τον Βάγγο σαν κάπως αλλαγμένο τον βρήκα.
- Ε ναι, αφού το 'χει μπατάρει στο ντήζελ.
Σχετικό: καίει ντήζελ
Got a better definition? Add it!
Όποιος επιμένει σε μια εποχή νέων ετερόκλιτων και αντιφατικών συνθέσεων να βάζει σε τρίτους προκάτ ταμπέλες-ευκολάκια τ. αριστερός, δεξιός, προοδευτικός, αντιδραστικός, ανθέλληνας, αντιλαϊκός, δημοκρατικός, φασιστόμουτρο, κομμούνι, γερμανοτσολιάς, βενιζελόμουτρο, γουατέβα.
Εκ του ταμπέλα και του θεμελιώδους γαμοσλανγκοτέτοιου -άκιας.
1.
Μεγαλύτεροι «ταμπελάκηδες» απ τους οικουμενιστές και εκκοσμικευμένους χριστιανούς δεν υπάρχουν. Τι «ταλιμπάν», «φονταμεναλιστές», «επαρχιώτες» κ.ά. χαρακτηρίζουν όσους υπεραμύνονται της πατρώας πίστεως την οποία αυτοί προδίδουν καθημερινά χωρίς ίχνος ντροπής!
2.
Συζητώντας το πρωί με τον Σταύρο Θεοδωράκη, καταλαβαίνεις πως το Ποτάμι βλάπτει σοβαρά τους ιδεολογικούς ταμπελάκηδες. Καιρός ήταν..
3.
ΕΑΝ ΜΕ ΕΒΑΖΕΣ ΝΑ ΔΙΑΛΕΞΩ ΣΗΜΕΡΑ ΤΟΥΣ «ΔΗΜΟΚΡΑΤΕΣ Ή ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ. ΣΙΓΟΥΡΑ ΘΑ ΕΠΕΛΕΓΑ ΠΑΠΑΔΟΠΟΥΛΟ. ΒΓΕΣΤΕ ΕΞΩ ΚΑΙ ΡΩΤΗΣΤΕ ΤΟΝ ΑΠΛΟ ΚΟΣΜΟ -ΟΧΙ ΤΟΥΣ ΠΟΡΩΜΕΝΟΥΣ ΤΑΜΠΕΛΑΚΗΔΕΣ,ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΝΔ,ΕΓΩ ΕΙΜΑΙ ΠΑΣΟΚ- ΤΟΝ ΑΠΛΟ ΚΟΣΜΟ
Got a better definition? Add it!
Πολιτικό μπινελίκι σε βάρος παραδοσιακών κουκουέδων.
Χρησιμοποιήθηκε αρχικά από φράξιες του Κόμματος που εκκαθαρίστηκαν από μοσχαναθρεμμένους κούτβηδες: τροτσκιστές, λικβινταριστές, αρχειομαρξιστές, κ.ά. οπορτούνες. Σήμερα εξαπολύεται κυρίως από τα δεξιά.
Βλ. επίσης σταλίνας, σταλινοτσολιάς καθώς και τα παράγωγα του γαμοσλανγκοτέτοιου «-μουτρο» (φασιστόμουτρο, βενιζελόμουτρο, κ.ταλ.)
- ΔΕΝ ΜΑΣ ΕΚΑΝΑΝ ΕΠΙΣΗΜΑ ΜΕΛΗ…ΓΙΑΤΙ ΕΙΜΑΣΤΑΝ ΤΡΟΤΣΚΙΣΤΕΣ ΚΑΙ ΟΧΙ ΣΤΑΛΙΝΟΜΟΥΤΡΑ-ΕΞΟΥΣΙΑΣΤΕΣ! (εδώ)
- Είναι γνωστή η ατάκα, οι χριστιανοί πιστεύουν στην μετα θάνατον ζωή και οι κομμουνιστές στην μετά θάνατον αποκατάσταση. Όσο για τον Ζαχαριάδη, ένα βρωμερό σταλινόμουτρο του κερατά ήταν που έστελνε συντρόφους του στην ΕΣΣΔ για... «διακοπές». Σκατά στον τάφο του.
(εκεί)
- Συνέχισε να σβήνεις τα σχόλια του κόσμου (...) Η φασιστική σου νοοτροπία είναι γνωστή εδώ και καιρό αλλά τώρα τελευταία την έχεις πιστοποιήσει και επίσημα. Μου αρέσει που κάνεις και το δημοκράτη ΣΤΑΛΙΝΟΜΟΥΤΡΟ.
(παραπέρα)
Got a better definition? Add it!
Μας προέκυψε από το παλιό γαλλικό serpentin, αυτό από το λατινικό serpentinus (ερπετόμορφος, οφιοειδής), που προήρθε απ’ το επίσης λατινικό serpens (ερπετό, φίδι) κι αυτό απ’ το επίσης λατινικό serpere (έρπω).
Αφού υποστεί προληπτική αφομοίωση, κυκλοφορεί και με τη μορφή «σαρπαντίνα»
Πρόκειται βέβαια για την έγχρωμη, λεπτή, χάρτινη κορδέλα με το πολύ μεγάλο σχετικά με τον όγκο της μήκος, που τυλιγμένη σχηματίζει κοντό κύλινδρο. Σε αποκριάτικες, συνήθως, εκδηλώσεις (και) με ένα χαρακτηριστικότατο φύσημα στο κέντρο αυτού του κυλίνδρου, ξετυλίγεται παίρνοντας το πασίγνωστο ελικοειδές σχήμα.
Λόγω λοιπόν των ιδιοτήτων του σχήματός της, έχει δώσει το όνομά της σε διάφορα εξαρτήματα και μηχανισμούς όπως:
---τον ελικοειδή συνήθως μεταλλικό σωλήνα σε πολλές συσκευές τύπου μπόιλερ, που βρίσκεται μέσα στο χώρο όπου υπάρχει το ήδη ζεσταμένο απ’ τον λέβητα ή τον ηλιακό συλλέκτη υγρό (ή και αέριο). Το κρύο νερό (ή όποιο άλλο ρευστό) μπαίνει από τη μια μεριά του σωλήνα και βγαίνει, ζεστό πλέον, από την άλλη μεριά, έτοιμο για διάφορες χρήσεις.
Ή κι αντίστροφα: Στο σωλήνα κυκλοφορεί το ρευστό που έχει ήδη ζεσταθεί, προκειμένου να ζεστάνει το αποθηκευμένο –κρύο σε πρώτη φάση- ρευστό που θα χρησιμοποιήσουμε (βλ, 2ο μήδι),
---τον σωλήνα σε συσκευές όπως κλιματιστικά και αποστακτήρες, που βοηθά στην ψύξη του αέρα και την υγροποίηση ουσιών που βρίσκονται σε κατάσταση ατμού και
---τον μηχανισμό πίσω απ’ το τιμόνι των οχημάτων (κι όχι μόνο) που επιτρέπει να μη χάνεται η ηλεκτρική επαφή του τιμονιού καθώς αυτό στρίβει, με την κόρνα, τον αερόσακο κι όσους άλλους μηχανισμούς ενεργοποιούνται από κουμπιά πάνω στο τιμόνι (βλ 3ο και 4ο μήδι).
Συμμετέχει στις περισσότερο ή λιγότερο δημοφιλείς εκφράσεις:
---«Κάνω κάτι σερπαντίνα», που σημαίνει «το ’χω παρακάνει», «το ‘χω παραχέσει», «το ‘χω τραβήξει απ’ τα μαλλιά» και χρησιμοποιείται κυρίως όταν μακρηγορούμε.
---«Μου ‘κανε τα νεύρα σερπαντίνα», που όπως και τα σαφώς συχνότερα «Μου ‘κανε τα νεύρα τσατάλια / κρόσσια» σημαίνει πως: «ίσα κι είμαι στο παρατσάκ να με πιάσουν τα διαόλια μου, οπότε μη πολλά – πολλά, μη γίνει εδώ το Κούγκι. Ά», στο πιο ευγενικό.
---«Με πάει σερπαντίνα», που σχετίζεται με δυσάρεστα επιτακτικές κωλοεκδηλώσεις διάρροιας, που σ’ αφήνουν νταντέλα, όπως εξόχως γλαφυρά ήδη περιέγραψε ο HODJAS σχεδόν δυο χρόνια πριν.
---«Τη φυσάει τη σερπαντίνα» -σαφώς συχνότερα στο γ’ πρόσωπο- που περιγράφει, σαν ένα ακόμη μέλος μιας ατελείωτης λίστας, τον έχοντα σεξουαλικές προτιμήσεις που πολλοί αντιμετωπίζουν ακόμη συμπλεγματικά, πλουτίζοντας παράλληλα τις απανταχού γλώσσες.
---Επίσης, λόγω του σχήματός της και της εικόνας που δίνει η εκτόξευσή της, περιγράφει τα φλόκια που δεν βρίσκουν τον από τη φύση καθορισμένο στόχο. Σε πολιτιστικά προϊόντα που απολαμβάνουν ακόμη και οι λιγότερο θολοκουλτουριάρηδες για προφανείς λόγους τόσο η καταμέτρηση, όσο και το μήκος τους σε slow-motion, έχει αναδείξει παγκοσμίου φήμης προσοντούχους αστέρες που με τις επιδόσεις τους προβλημάτισαν πολλούς.
1.
…Όταν βρίσκεται εγκατεστημένη η σερπαντίνα μεταφέρει νερό το οποίο ζεσταίνεται καθώς δουλεύει το τζάκι-λέβητας. Η θέρμανση αυτή του νερού γίνεται σε ειδικό δοχείο ξεχωριστά από το νερό που προορίζεται για το δίκτυο των καλοριφέρ. Η θέση αλλά και το υλικό της σερπαντίνας αυτής μεγιστοποιούν την απορρόφηση της θερμοκρασίας.
2.
…Η πορεία των υδρατμών συνεχίζεται στο κάτω μέρος της δεξαμενής σε στενότερους σωλήνες που βρίσκονται γύρω-γύρω στα τοιχώματα (σερπαντίνα) με ελαφρά κλίση για να μην κρατούντα υγρά…
3.
…Μπράβο μεγάλε. Να πεις στους κατά φαντασία «κορυφαίους υπουργούς» σου και να μεταφέρεις στο πρωθυπουργικό περιβάλλον (το οποίο βλέπεις μόνο με το τηλεσκόπιο του Κοπέρνικου) ότι καταφέρνεις να κάνεις τα νεύρα μας σερπαντίνα, κάθε φορά που κατά λάθος, πάνω στο καταραμένο ζάπινγκ, πέφτουμε πάνω στις «πληροφορίες» σου από «κορυφαίους υπουργούς» και στο υφάκι εκατό μαϊμού-καρδιναλίων! Αμάν πια! Μας έσκασες!!!
4.
Σας καλούμε στο «ΚΟΨΙΜΟ» της Πρωτοχρονιάτικης Πίτας...
Λες και όποιον φάει την πίτα θα τον πιάσει κόψιμο και θα τον πάει σερπαντίνα και εμείς είμαστε προσκεκλημένοι να το παρακολουθήσουμε.
Ή λες και θα πιάσει την ίδια την πίτα κόψιμο και θ' αρχίσει να κλάνει πριν κοπεί. Έλεος...
(σχολιάζει τη χρήση του «κόψιμο», αντί του σωστού «κοπή» σε πρόσκληση).
(διεκπεραιωτικά)
5.
Έβαλα και πλαϊνά σαμάρια από το γαϊδούρι του μπάρμπα μου του κωλοπυργιώτη γνωστός και ως Ungle AssTower! (Μπάμπης ο Καραμπίνας ένα πράμα) αλλά το κακό είναι ότι γέρνει μόνο από την μια πλευρά. Δεξιά δεν πλαγιάζει το μοτο.
ΤΙ ΝΑ ΚΑΝΩ;;;
ΥΓ.1 Είναι συλλεκτικό δεν πωλείται ή ανταλλάσσεται,
ΥΓ.2 USB δεν παίζει. Αυτά είναι φλωριές. Firewire μόνο.
ΥΓ.3 Επόμενη μόντα: Χέστρα με επιταχυντή κλανιών για 0-319,4χαω σε 4,2 δεύτερα και κύκλωμα μετατροπής σκατού σε φυσικό αέριο για εξοικονόμηση καυσίμου. Με μια φράπα και καπάκια ένα milko, σύμφωνα με τους υπολογισμούς μου, με το αίμα που θα με πάει πίνοντας τα, κάνεις 2 φορές πήγαινε έλα Αθήνα Βερολίνο.
ΥΓ.4 Το έχω κάνει σερπαντίνα το θέμα.
6.
-…κι όσο για τον άλλον που βρίζει με πμ, θα τον φωνάξω την άλλη φορά να κρεμάσει αυτός μπάλες και λαμπιόνια επί τέσσερις ώρες στο γαμώδεντρο. Merry kissmyass!
-Παλικάάάάάριιιιιι!! Το στολίζεις το δέντρο; Το λαμπιόνι το κρεμάάάάάς;
-Τη φυσάω τη σερπαντίνα. Το λούζομαι το κομφετί.
(όλα ως εδώ απ’ το δίχτυ)
7.
-Ρε μαλάκες! Κάνω κάτι γαμήσια τελευταία με την Κούλα, άλλο πράμα! Χθες, την πηδούσα μια ώρα, έχυσα στην κοιλιά της κι αυτή ούρλιαζε ένα τέταρτο απ’ την καύλα!
-Σιγά! Εγώ με την Σούλα χθες γαμιόμασταν δυο ώρες, την πήραν τα φλόκια στη μάπα κι αυτή ούρλιαζε μισή ώρα απ’ την καύλα!!
-Α καλά! Εγώ τις προάλλες έριξα έναν κρύο στην Τούλα, πήγανε κι οι δεκαπέντε σaρπαντίνες στην κουρτίνα κι αυτή ακόμη ουρλιάζει!!!
(κλασικό, προσαρμοσμένο)
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ceci n'est pas και τόσο slang, αλλά το σχεδόν εξαφανισμένο επάγγελμα του σαράφη σημειώνει διθυραμβικό κάμπακ με αυξανόμενο σλανγκικό ενδιαφέρον.
Παλαιάς κοπής σαράφηδες είναι οι φτωχομπινεδιάρηδες αργυραμοιβοί που εξακολουθούν να στήνουν τους πάγκους τους στην Αθηνάς. Αγοράζουν την βέρα της συγχωρεμένης, το μενταγιόν της κυρα-περμαθούλας και τα μανικετόκουμπα του μπάρμπα-Μπρίλιου.
Υπάρχουν τουλάστιχον δυο μεγάλες κατηγορίες σαράφηδων νέας κοπής:
Οι εταιρείες «αγοράζω χρυσό». Άδραξαν την ευκαιρία που γεννά η οικονομική κωλοσφιξούρα και ξεφυτρώνουν σαν μανιτάρια σε κάθε γειτονιά. «Διευκολύνουν» τους αναξιοπαθούντες αγοράζοντας χρυσαφικά και τα ασημικά μπιρ παρά, τα οποία λιώνουν και εμπορεύονται διεθνώς. Στην απευκταία περίπτωση δραχμαρμαγεδδώνα, οι εν λόγω σαράφηδες θα γνωρίσουν ακόμα μεγαλύτερες δόξες.
Σε αντίθεση με τους νέας κοπής σαράφηδες, οι παραδοσιακοί διαθέτουν και κάποιο λαογραφικό ζενεσεκουά.
Eκ του τουρκικού sarraf (< αραβ. صرّاف), αργυραμοιβός.
- Μαζί με το ΔΝΤ έρχονται και οι «σαράφηδες». Διεθνώς υπάρχουν πολλές τέτοιες εταιρίες οι οποίες συνήθως «ακολουθούν το ΔΝΤ». Αυτό δεν είναι σχήμα λόγου, πράγματι αυτές οι εταιρίες ξεκινούν δραστηριότητες σε χώρες που πηγαίνει το ΔΝΤ και επιβάλει πολιτική λιτότητας. (εδώ)
- Σαράφηδες, ύαινες και προσκυνημένοι σοσιαληστές. Οι Αρχιερείς της διαπλοκής ξεκατινιάζονται...
(εκεί)
- γέμισε η προεκλογική αρένα σαράφηδες και τελώνες, φαρισαίους και ιερατεία, φθηνοπληρωμένους τελάληδες και μάγους των τσίρκων που δίνουν παράσταση μέρα μεσημέρι σε στρατιές άεργων και άνεργων.
(Λιάνα Κανέλλη, παραπέρα)
- Εβραίοι – Γουρούνια – Δολοφόνοι κακή σας μέρα, κακό ψόφο να ‘χετε. Η Γάζα να σας τυλίξει σαν σάβανο. Μούμιες να γίνετε ταριχευμένες και να θαφτείτε στα έγκατα των πυραμίδων που φτιάχνετε από τα λεφτά που μαζεύετε.. Από αρχαιοτάτων χρόνων, όχι και πολύ να μην το παρακάνουμε, επι Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας οπου εδραιώθηκε το δίκαιο που πατούν οι σεμνοί και ταπεινοί ελβετόψυχοι επιτρέπεται δια νόμου στους εβραίους της εποχής να κάνουν μόνο τρία επαγγέλματα: να είναι σαράφηδες στο δρόμο, να είναι κλόουν και ηθοποιοί στο δρόμο και να μαζεύουν τα σκουπίδια στους δρόμους.
(Τζίμης Πανούσης, Δούρειος Ήχος, 5/1/2009. Μάλλον πλάκα κάνει)
Got a better definition? Add it!