Further tags

Ροκ αργκό για στίχους τραγουδιού. Λέγεται μόνο σε πληθυντικό.

Ο ΚΙΘΑΡΙΣΤΑΣ και ο ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΣ των Ουλτραμεγκασκιζομάνιακς συζητάν για τραγούδι του επόμενού τους ντέμο.

ΚΙΘΑΡΙΣΤΑΣ: Έχει ένα μήνα ρε 'σύ Τζάκ που σ' τό 'δωσα το ριφάκι, κι' εσύ ακόμα να γράψεις στίχια. Τί θα γίνει;
ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΣ: Ήρεμα Μπόμπ. Αυτά τα πράματα δέν είναι απλά γκαγκα-γκούγκα... Αυτά τα πράματα θέλουν έμπνευση, θέλουνε χρόνο. Αφού το ξέρεις, εγώ είμαι πρωτοποριακός, διαφέρω, δέν γράφω στίχια σάν τους άλλους, σ' έν' απόγευμα πέντε κομμάτια να πούμε... Αλλα έχω σκεφτεί τίτλο γαμάτο.
ΚΙΘΑΡΙΣΤΑΣ: Γιά ρίχ' τον...
ΤΡΑΓΟΥΔΙΣΤΗΣ: «Κίλ δεμ μπόθ».

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το εργαλείο που φυσάει και κάνει περήφανο τον κάτοχο του. Αυτός το θεωρεί ως επέκταση της ματαιοδοξίας του. Η τεχνολογία όμως προχωρά και κάποια στιγμή θα απομυθοποιηθεί το όνειρο, και θα του μείνει αμανάτι το κάρο και ο χαρακτήρας του. Αυτός θα προσπαθεί να βρει συνεχώς ένα τρόπο για να το ξεφορτωθεί για να πάρει ένα άλλο, για το οποίο οι διαφημιστικές εταιρείες έχουν λουστράρει κατάλληλα την εικόνα του. Και η ζωή συνεχίζεται (τίτλος παλιού ελληνικού σήριαλ). Έτσι στα μάτια του,το μηχάνημα αυτό, ξεκινά με προσωπικότητα, μετά είναι κοινός θνητός και μετά καταλήγει για τα μπάζα. Μιλάμε δηλαδή για απαξίωση της προσωπικότητας συναρτήσει του χρόνου. Σε τομείς της τεχνολογίας, όπου η τεχνολογία εξελίσσεται αστραπιαία, η περίοδος απο το μπουσούλησμα έως το γαλλικό σίγμα συρρικνώνεται απίστευτα.

2.Κάποιες φορές όταν κάποιος γκουρού σε θέματα τεχνολογίας, ή κάποιος που καταγίνεται με το να συναρμολογήσει ή να επισκευάσει ένα μηχάνημα (π.χ., ένα pc), και κατά τη συναρμολόγηση και το τεστάρισμα του, πάει κάτι στραβά και παρόλο που αυτός είναι ερτιεφμίστας και έχει κάνει φύλλο φτερό το μάνιουαλ δε βγαίνει τίποτε, τότε τσαντίζεται, αστράφτει βροντά. Μερικές φορές στο θυμό του πάνω σβουρίζει εξαρτήματα με μανία. Κάποια στιγμή μετά από διάφορα ψαξίματα, το λάθος βρίσκεται και το μηχάνημα δουλεύει ρολόι. Τα ίδια προβλήματα φυσικά μπορεί να συναντήσει κι ένας τεχνικός σε μια εταιρεία, ωστόσο εκεί οι αντιδράσεις συνήθως είναι πιο ήπιες. Ωστόσο, ενώ περιστασιακά βρίζει το μηχάνημα, κατά περιόδους το αποκαλεί, ως μηχάνημα με προσωπικότητα, επειδή το μηχάνημα κάνει τα δικά του και επειδή ο τυπάς στο ενδόμυχο μπίρι μπίριμε την πάρτη του λέει: αφού έχω εγώ προσωπικότητα, τι πιο φυσικό από το να έχει και το μηχάνημα μου. Σε λίγο βέβαια πολώνεται ανάστροφα και του ψέλνει τον εξάψαλμο.

  1. -Αυτό είναι το μηχάνημα σου; Με συγχωρείς που θα στο πω αλλά αυτό είναι του πεταματού.
    -Δεν είναι αυτό το δικό μου. Τι με πέρασες για να 'χω τέτοια σαβούρα; Πούτσα από λαγό; Να το δικό μου. Νάτο. Μιλάμε για μηχάνημα με προσωπικότητα, όχι για αρχιδομηχανήκαι μαλακίες.

  2. -Γαμημένο παλιομηχάνημα. Μου 'σπασες τα νεύρα.
    -Έχει προβλήματα ε; Γι' αυτό το βρίζεις.
    -Εμ... μηχάνημα με προσωπικότητα βλέπεις. Γι' αυτό με ταλαιπωρεί.
    -Το θαυμάζεις ε; Αμ θες τη γιαλομιά σου.
    -Και γιαλοδυό και γιαλοτρείς μη σου πω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που διαδίδει φήμες. Χρησιμοποιείται στο ΧΑΑ.

- Φίλε αγόρασε ΚΛΩΝΑΤΕΞ, θα πας ταμείο.
- Πάλι κανένα παπαγαλάκι σου το 'πε; Σαν την άλλη φορά που πήραμε ΚΟΥΒΑΔΕΞ και βάρεσε κανόνι;

Όλοι γνωρίζουμε τι είδους πουλιά είναι οι παπαγάλοι... (από Hank, 03/01/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σλανγκιστί, το αφεντικό.

Ο όρος προκύπτει εκ του γεγονότος ότι στα Ρουμάνικα, boss (boş) σημαίνει αρχίδι.

- Είσαι για κάνα καφεδάκι το Σαββάτο;
- Άσε ρε φίλε ο ρουμάνος και πάλι με μπιφτέκωσε. Όλο το σουκού θα το βγάλω στο γραφείο...
- Τι να κάνουμε, he is the boss!

(από Vrastaman, 16/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπαστήρ –εκ του Συνδρόμου Π**ολλαπλής **Αυτομπαγαποντοδοτικής Στήριξης (Σ.Π.Α.Στηρ.)– αποκαλείται η νεοδιαγνωσθείσα μετάλλαξη του κλασσικού μπαγαποντοδοτισμού, με έντονα όμως στοιχεία σπασαρχιδισμού και σπαμαρχιδισμού.

Οι σπαστήρες συνήθως χαρακτηρίζονται από τα εξής κοινά χαρακτηριστικά:

1. Εγγράφονται με δύο ή περισσότερους κωδικούς,

2. Οι πολλαπλές τους περσόνες πρωτοεμφανίζονται την ίδια μέρα και πλημμυροδοτούν το σάιτ με λήμματα,

3. Ανταλλάσουν σπέκια, φιλοφρονήσεις και μπαγαποντοδοτούν υπέρ αλλήλων,

4. Συχνά αποκαλύπτονται, μέσα στον ενθουσιασμό τους, καθώς ταυτόχρονα βάζουν το ίδιο λήμμα με πανομοιότυπο σχεδόν ορισμό.

Η βιβλιογραφία αναφέρεται σε δύο μεγάλες κατηγορίες σπαστήρων:

1. Οι Ψυχοσπαστήρες:
Αυτοί πάσχουν από παραλλαγή του συνδρόμου MPD (Multiple Pagapontic Disorder). Zούνε σ’ ένα όνειρο που τρίζει, είναι παντελώς για δέσιμο, αλλά συνήθως δεν είναι επικίνδυνοι παρά μόνο για τον εαυτό τους. Με την πάροδο του χρόνου συνήθως εκφυλίζονται σε τρολ και ωσεκτουτού αποχωρούν από το σάιτ μόλις νοιώσουν την παρατεταμένη περιφρόνηση των θαμώνων.

2. Οι Ξενεροσπαστήρες:
Οι σπαστήρες αυτοί δεν είναι ψυχασθενείς. Ενδέχεται μάλιστα να είναι γνωστοί, ακόμα και διακεκριμένοι λημματοδότες , οι οποίοι για λόγους που μόνο εκείνοι γνωρίζουν υιοθετούν δύο περσόνες και πλημμυροδοτούν το σάιτ με λήμματα τα οποία πολλές φορές είναι καλά έως και ευφυέστατα. Τα κίνητρα τους είναι λιγότερο αυτονόητα από εκείνα των ψυχοσπαστήρων. Μερικοί έχουν οι ίδιοι πέσει θύματα τραυματικής μπαγαπονοτοδοσίας στα παιδικά τους χρόνια, και βάζουν στοίχημα ότι φορώντας την μάσκα του εκδικητή μπορούν να ανέλθουν στο τοπ 10 της βαθμολογίας σε χρόνο dt, παραδίδοντας μάλιστα και μάθημα σε μερικούς μερικούς. Άλλοι πάλι απλούστατα το κάνουν για πλάκα. Στη τελευταία ανάλυση οι ξενεροσπαστήρες καταφέρνουν να ξενερώνουν τόσο τους ενάρετους θαμώνες του σάιτ, όσο και τον εαυτό τους.

Οι γνώμες των ειδικών διίστανται για την ταξινομία των κρουσμάτων που πρόσφατα (24/11/2008) εκδηλώθηκαν στο σλάνγκ ντοτ τζιάρ. Ωστόσο, όλες οι αποχρώσες ενδείξεις συνηγορούν ότι πρόκειται για ξενεροσπαστήρες.

Είπαν για τους σπαστήρες:

«...μια εν δυνάμει βόμβα στα θεμέλια του σάιτ. Ίσως, ίσως μια βόμβα στα ίδια τα θεμέλια του πολιτισμού μας όπως τον ξέρουμε. Τι απέγινε άραγε η Τιμή, η Ειλικρίνεια, τι απέγινε η Αγνότητα, τι απέγινε το πτώμα του Jimmy Hoffa;...»

«....πιστεύω πως (...) πίσω από δαύτους είναι ένας δικός μας...»

«μπορεί νά 'ναι κολλητάρια που παίζουνε μαζί στο σλάνγκ. Μπορεί... Άς το ψάξει ο ρουμάνος

«...τέτοιοι λογαριασμοί αργά ή γρήγορα έστω και ανεπίσημα, γίνονται αντιληπτοί! (...) Πάντως μου έβαλες ψύλλους στ' αφτιά!»

«...αυτός ο πραγματικά προικισμένος νέος θα ασυδοτεί δίχως αντίδραση από μένα τουλάχιστον, λόγω του ότι είναι προικισμένος λημματοδότης... αν όμως αποδειχθεί βραχύβια αυτή του η εποχή της ακμής και συνεχίσει τη λοβιτούρα, θα πέσει πέλεκυς!»

αποκαλύπτουμε! (από xalikoutis, 27/11/08)(από Vrastaman, 30/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που το κουράζει υπερβολικά. Αυτός που πρέπει να σκεφτεί πάρα μα πάρα πολύ για να κάνει κάτι.

Από το γνωστό πρωταθλητή του σκάκι. Ο όρος χρησιμοποιείται και στην πόκα όταν κάποιος αργεί πάρα πολύ να παίξει.

- Άντε ρε Κασπάρωφ Θοδωρή, κέντα-χρώμα είναι το παιχνίδι τι το σκέφτεσαι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αργκό των γυμναστηρίων. Το στήθος και οι δικέφαλοι είναι οι δύο πιο εμφανείς μυικές ομάδες κι έτσι χαρακτηρίζονται ως «μυς εντυπωσιασμού». Η φράση αυτή χρησιμοποιείται λοιπόν για να χλευάσει κάποιον ο οποίος δεν κάνει πλήρη εκγύμναση του κορμιού του.

- Έμαθα ότι ο Θάνος έχει ανέβει πολύ στο gym.
- Ποιος ρε μαλάκα; Αυτός κάνει μόνο στήθος - δικέφαλα.

- Πού ήσουν ρε Alex;
- Gym.
- Και τι έκανες; Στήθος - δικέφαλα πάλι;

(στο 5x5)
- Ρε μαλάκα, γύμνασε και λίγο πόδια εκτός από στήθος - δικέφαλα. Όλο κάτω πέφτεις.

(από agou, 27/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μαλαστούπα είναι γενικά το βρεγμένο στουπί, όπως λ.χ. αυτό με το οποίο καθαρίζουν τα παρμπρίζ στα φανάρια, ή τα παρκέ στα γήπεδα μπάσκετ... Για τους υδραυλικούς είναι κάτι άλλο. (βλ. παράδειγμα 1)

Μια ακόμα ειδική χρήση της λέξης (παράδειγμα 2) αφορά σε σβώλο από βρεγμένο χαρτί υγείας, πλασμένο στο χέρι, τέτοιο που να έχει σφιχτή, υγρή και κολλώδη υφή. Η μαλαστούπα αυτού του είδους βρίσκεται μεταξύ των πάμπολλων αντικειμένων που χρησιμοποιούνται ως βλήματα εναντίον συμμαθητών και καθηγητών στα σχολεία.

Ετυμολογία: Ενδεχομένως το μάλα- να είναι από το ιταλικο «μάνο» = χέρι. Η συμβολή άλλων απαραίτητη.

Η συγκεκριμένη σχολική χρήση της λέξης από Χανιά (χρησιμοποιείται αλλού;).

1) ...για όσους δεν ασχολούνται με υδραυλικά (κακώς) είναι η βεντούζα με τη λαβή που ξεβουλώνει νιπτήρες...
(από φόρουμ των φοιτητών ΤΕΙ Θεσσαλονίκης)

2) - Όχι ρε πούστη μου, έμεινε η μαλαστούπα στον τοίχο, θα μείνω από απουσίες ρε μαλάκα, όχι ρε γαμώτο....

Στούπα στο Νεπάλ (από poniroskylo, 27/11/08)Απαράδεκτοι - Στο 1:30 η μαλαστούπα! (από Cunning Linguist, 22/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από το όνομα του οδηγού της φόρμουλα 1, Μίχαελ Σουμάχερ.

Αναφερόμαστε στον οδηγό που την έχει δει πιλότος και τρέχει μαλλιοκούβαρα. Μπαίνει στις στροφές με τις μπάντες και με τις πόρτες ενώ η αδρεναλίνη του είναι μόνιμα στο κόκκινο. Ένα σύννεφο σκόνης σηκώνεται από όπου περνάει, ενώ είναι ικανός να παρασύρει τα πάντα στο πέρασμα του.

Συχνά «χαίρει» της εκτίμησης περαστικών που τον παρασημοφορούν με φάσκελα, όταν τον δουν μπροστά τους. Αυτός όμως, τους έχει συνδεμένους με κέντρο, και ζώντας στην καρακοσμάρα του, συνεχίζει την πτήση του. (βλ. Παράδειγμα 1). Άλλες φορές δε, εντυπωσιάζει με τις ικανότητες του, τους φίλους του. (βλ. Παράδειγμα 2)

  1. - Φάε ρε το μαλάκα το Σούμι. Πώς τρέχει έτσι το άτομο;
    - Δε λες που παραλίγο να μας σκοτώσει.

  2. - Σωστός Σούμι ο Μήτσος. Δεν κατάλαβα για πότε φτάσαμε στην Πάτρα!

Μίχαελ Σουμάχερ (από GATZMAN, 28/11/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το λέμε για τον εργασιομανή, που παθιάζεται με τη δουλειά του, συνήθως για να βγάλει πολλά λεφτά.

- Ο Γιώργος δουλεύει σαν σκύλος. Να φανταστείς είναι πάνω από 10 ώρες στην εταιρεία κάθε μέρα και πολλές φορές πάει ακόμα και τα Σαββατοκύριακα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified