Further tags

Οι νταλίκες είναι μεγάλα και μακριά τροχοφόρα οχήματα που, κατά τις νυκτερινές ώρες σε εθνικές και επαρχιακές οδούς, χωρίς οδικό φωτισμό, και ειδικά στις διασταυρώσεις, είναι ιδιαίτερα δύσκολο να γίνουν ορατές και άρα αντιληπτές σε όλο τους το μήκος και πλάτος. Ιδιαίτερα δε, εάν σύρουν και ρυμουλκούμενο όχημα.

Με σκοπό λοιπόν την αποφυγή των τροχαίων δυστυχημάτων, ο ιδιοκτήτης προβαίνει σε κάλυψη ολοκλήρου του οχήματος και του ρυμουλκούμενου με πλήθος εγχρώμων μικρών φωτεινών λαμπτήρων, προκειμένου το όχημά του να γίνεται έγκαιρα και από μακρινή απόσταση αντιληπτό από τους διερχόμενους και διασταυρούμενους οδηγούς των υπολοίπων Ι.Χ. η Δ.Χ. οχημάτων καθώς και από τους πεζούς.

Ο τρόπος αυτός της καθολικής φωτεινής επισήμανσης-κάλυψης του οχήματος, ονομάζεται “χριστουγεννιάτικο δέντρο”.

Το 'κανα χριστουγεννιάτικο δέντρο και τώρα ξεκινάω για Γερμανία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο όρος προέρχεται από την υδατοσφαίριση. Όταν κάποιος αμυντικός κάνει κάποιο αντικανονικό ή σκληρό φάουλ, μία από τις πιθανές ποινές είναι και η αποβολή του από το γήπεδο για συγκεκριμένο χρόνο. Ο χρόνος αυτός ορίζεται όσο η διάρκεια μιας επίθεσης για την αντίπαλη ομάδα. Η επιτιθέμενη ομάδα παίζει με έναν παίκτη παραπάνω μέχρι να εξαντληθεί ο χρόνος επίθεσης (ο οποίος μηδενίζεται με την αποβολή). Με το πέρας της επίθεσης (αλλαγή στην κατοχή μπάλας, γκολ, άουτ), ακόμα και αν δεν έχει συμπληρωθεί ο απαραίτητος χρόνος, ο τιμωρημένος παίκτης επανέρχεται στον αγωνιστικό χώρο.

Η πιο πάνω κατάσταση αναφέρεται σαν επίθεση με παίχτη παραπάνω. Ακόμα και στα στατιστικά, αναφέρεται π.χ. «στον παίχτη παραπάνω» είχαμε τραγικό ποσοστό, εννοώντας ότι στις επιθέσεις με αριθμητικό πλεονέκτημα δεν καταφέραμε να έχουμε καλό ποσοστό επίτευξης γκολ.

Αυτή είναι η ορολογία (λίγο βαρετή). Ο όρος σλανγκίζεται όμως και πέραν της κάπως «στραβής» χρήσης, όπως η πιο πάνω (εμφανές στα παραδείγματα), και στις ακόλουθες δύο περιπτώσεις:

α) «(παίχτης) παραπάνω» αποκαλείται και ο παίκτης ο οποίος μένει χωρίς αντίπαλο. Ο οποίος δεν είναι ο ίδιος πάντα. Αν ακριβολογούσαμε, θα έπρεπε να αναφερόμασταν στον «ελεύθερο» παίκτη, όπως γίνεται και στα άλλα ομαδικά αθλήματα. Αλλά στην υδατοσφαίριση, ο ελεύθερος λέγεται και «ο παραπάνω».

β) σε όλες τις περιπτώσεις που το ουσιαστικό απαλείφεται ή, ως ευκόλως εννοούμενο, παραλείπεται. Δλδ. σε όλες τις πιο πάνω περιπτώσεις, δεν χρησιμοποιείται η έκφραση «παίχτης παραπάνω», αλλά μόνο το «παραπάνω», κλινόμενο σαν το ουσιαστικό που παραλείφθηκε.

  1. ... και τα 6 γκολ επιτεύχθησαν στον παίχτη παραπάνω με ένα πολύ καλό ποσοστό 6/7 ...

  2. Trikala Gate 7 .:: ΠΟΛΟ - Ολυμπιακός - Πανιώνιος 7-6
    Ο Δημήτρης Μάζης ισοφάρισε για τον Πανιώνιο στον παίκτη παραπάνω, ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έτσι λέγεται στο ποδόσφαιρο το σύστημα 4-3-2-1, επειδή πάνω στο σχεδιάγραμμα του γηπέδου οι σημαδούρες-παίχτες δίνουν την εικόνα χριστουγεννιάτικου δένδρου.

Πρόκειται για διεθνή ιδιωματισμό: Christmas tree formation

- Πω πω, πάλι με χριστουγεννιάτικο δέντρο θα παίξουμε. Νύχτα το πήρε το δίπλωμα ο κόουτς;

(από allivegp, 20/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φωτογράφος, στην ιατρική σλανγκ (περασμένων δεκαετιών), αποκαλείται ο ακτινολόγος.

Μέχρι πριν κάποια χρόνια, η δουλειά του ακτινολόγου, ήταν να τοποθετεί τις πλάκες στο μηχάνημα και να προσέχει να μην κουνηθεί ο ασθενής. Μετά, εμφάνιζε τις πλάκες, πληρωνόταν και τις έδινε στον πελάτη. Δλδ. έκανε ό,τι και ένας φωτογράφος του '60.

Με την πάροδο του χρόνου και την τεράστια εξέλιξη της ακτινολογίας (εδώ και πολλά χρόνια μιλάμε και για παρεμβατική / θεραπευτική ακτινολογία), ο όρος έχει εκλείψει. Αλλά ακόμα και τώρα, μπορεί από κάποιον συνταξιούχο γιατρό, να ακούσετε την εξής φράση «φωτογραφία έβγαλες;», ή τον χαρακτηρισμό «φωτογράφος» για συνάδελφο ακτινολόγο.

- Ρε Παναγιώτη, τι να γίνεται εκείνος ο συμφοιτητής σου ο φωτογράφος...
- Σπουδαίος και τρανός. Καθηγητής πανεπιστημίου έχει φτάσει. - Κανονικός φωτογράφος ήταν. Δεν θυμάμαι να είχε κάνει ποτέ διάγνωση!
- Ναι, αλλά έκανε καλό γάμο. Με την κόρη του πρύτανη. Από κει και πέρα, βάζει τους φοιτητές και τους βοηθούς να βγάζουν το φίδι από την τρύπα...

(από electron, 16/10/10)Ακτινογράφε τράβα μια ακτινογραφία (από GATZMAN, 17/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

φάκα (η): ουσιαστικό. Μηχανισμός που χρησιμοποιείται για την παγίδευση ζώων. Πιο συχνά συναντάται στο κυνήγι ποντικών (βλ. παράδειγμα 0). Ενίοτε και στο κυνήγι μαγισσών (βλ. παρακάτω).

Μεταφορικά α: (τα βάζω εγώ -δεν πάμε μακριά έτσι κι αλλιώς)

Χρησιμοποιείται σωρηδόν σε αστυνομικά ρεπορτάζ (βλ. Σόμπολο και λοιπούς ρουφ) για να υποδηλώσει τη σύλληψη του «κακού» απ' τους «καλούς». Η σύλληψη συνήθως γίνεται κατά λάθος ή σκηνοθετείται για τα μάτια του κόσμου, αλλά η λέξη «φάκα» (καταλυτικός ο ρόλος της στο ρεπορτάζ -συνήθως δεύτερη λέξη τίτλου) υπεισέρχεται για να εδραιώσει το κύρος της ελληνικής αστυνομίας, προσδίδοντας τη χάρη μιας καλοστημένης ενέδρας, με έρευνα, σχέδιο δράσης και εμφανή αποτελέσματα, διαποτισμένη ταυτόχρονα από τις αρετές της σοφίας και της εγκαρτέρησης. Η συγκεκριμένη φάκα δεν είναι συνήθως μεγάλη, με αποτέλεσμα να πιάνονται κυρίως χαμστεράκια και να διαφεύγουν οι αρουραίοι (βλ. παραδείγματα 1, 2 και 3).

Μεταφορικά β: (βάλτε ένα χεράκι κι εσείς)

Αόρατος μηχανισμός που χρησιμοποιείται από ένα σύστημα (επίσης αόρατο) για να εγκλωβίσει / παγιδεύσει ένα άτομο το οποίο, μέχρι εκείνη τη στιγμή, ήταν ανένταχτο στο σύστημα αυτό (βλ. παράδειγμα 4). Το αποτέλεσμα, παρά το αόρατο τόσο του μηχανισμού όσο και του συστήματος, είναι καθ' όλα ορατό.

Μεταφορικά γ: (του συ(νει)ρμού)

Το τελευταίο γεύμα. Συνοδεύεται απαραίτητα με κασέρι.


Περαιτέρω χρήσεις της λέξης:

α. για τον ηχητικό προσδιορισμό του γράμματος «φι»: «βήτα, φι... όπως φάκα, φυσαλίδα...» (ρήση γνωστού φ-φαρσέρ)

β. για την περιγραφή μιας μορφής του οιδιπόδειου συμπλέγματος (όχι απαραίτητα γενετήσιας φύσεως): με πρώτο συνθετικό τη λέξη «μητέρα» αγγλιστί (μάδα), υποδηλώνει τον μηχανισμό που δημιουργούν οι μητέρες ώστε να δυσκολέψουν την απαγκίστρωση των τέκνων τους από τους κόλπους (όχι απαραίτητα γενετήσιας φύσεως) της οικογένειας (παραδείγματα μαδαφάκας είναι οι φράσεις: «θα με πεθάνεις μ' αυτά που κάνεις!», «δε σκέφτεσαι καθόλου την έρμη τη μανούλα σου», «εμείς για σένα τα κάνουμε όλα», κλπ)

και τέλος, γ. εννοείται, η χρυσή φάκα: φάκα d' oro, στο μηχανισμό της οποίας πέφτουν συχνά θηλυκά που γυαλίζει το μάτι τους όταν τη βλέπουν σε βιτρίνες, και αρσενικά όταν βλέπουν τα θηλυκά να γυαλίζει το μάτι τους.


φακός (ο): ουσιαστικό, ομόρριζο -και το αντίστοιχο αρσενικό- της προαναφερθείσας «φάκας». Πρόκειται για το εργαλείο που μοιάζει με φωτόσπαθο, κι όχι το άλλο που είναι ομόρριζο (ίδιο δέντρο, άλλος πατέρας) με τις φακές. Χρησιμοποιείται και αυτό για την παγίδευση ζώων. Συναντάται κυρίως στο κυνήγι του λαγού (βλ. παράδειγμα 5).

  1. ποντίκι vs φάκα

  2. «Στη φάκα αστυνομικός για ναρκωτικά»

  3. «Στη φάκα διεφθαρμένος αδιάφθορος»

  4. «Στη φάκα της αστυνομίας κακοποιός»

  5. «...τώρα κάνεις μαύρη πλάκα κι όλο τρως απ' την κουτάλα / τώρα μάγκωσε η φάκα και σε κλείσανε στη γυάλα» (Κ. Τριπολίτης, Δ. Μούτσης, Σ. Μπέλλου, «νταλίκα»)

  6. ...το γνωστό και κατακριτέο λαθραίο και απαγορευμένο κυνήγι του λαγού με τα φανάρια και φακούς! λινκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πάντα στο τρίτο πρόσωπο: καθαρίζει

Μαμίσια κυριολεκτικά κουβέντα που αναφέρεται στο μικρό παιδί και την λένε πολύ και οι νηπιαγωγοί.

Καθαρίζει ένα νήπιο που μαθαίνει να πηγαίνει όταν πρέπει στην τουαλέτα και να μην τα κάνει πάνω του, απαλλάσσοντας συνεπώς, το μεν ίδιο από τις πάνες, τους δε ανθρώπους που το φροντίζουν από την ανάγκη να το αλλάζουν.

Αποτελεί προϋπόθεση για να δεχτούν το παιδί σε παιδικό σταθμό, τουλάχιστον σε κάποιους που έχω ιδία άποψη.

  1. Από εδώ:

Έχω την πίεση με τον Δημοτικό Παιδικό Σταθμό (όπου απαιτούν να έχει καθαρίσει το παιδί) αλλά προτιμώ να μάθει στην ώρα της κι ας μην πάει παιδικό παρά να την υποχρεώνω με το ζόρι, άλλωστε αγύριστο κεφαλάκι είναι ούτως ή άλλως, ζωή νάχει η ζουζούνα μου!

  1. Από εδώ:

Θα ηθελα λοιπον να με βοηθησετε με τις γνωσεις σας.Η κορη μου ειναι 31 μηνων και ακομη δεν εβγαλε τις πανες.Το καλοκαιρι που ηταν 2 προσπαθησαμε με τη μαμα μου που την κραταει οταν δουλευω,αλλα το μωρο εκτος απο 5-6 φορες που εκανε στο γιογιο δεν εδειξε να ειναι ετοιμη.Ετσι κι εγω επειδη θα ερχοταν και το 2ο μωρο τον Φεβρουαριο, το αφησα για φετος το καλοκαιρι επειδη εχω διαβασει οτι ο ερχομος ενος νεου μελους δεν ειναι καλη περιοδος για να «καθαρισει» το παιδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τραπεζική αργκό, εκ του γαλλικού position που σημαίνει θέση. Ο γαλλικός όρος έχει αρχίσει να υποχωρεί υπέρ του ελληνικού (και καλά κάνει) αλλά λέγεται ακόμα από αρκετούς παλιούς τραπεζικούς.

Ποζισιόν είναι η ποσοτική και ποιοτική κατάσταση των λογαριασμών ενός πελάτη στην τράπεζα. Συνεκδοχικά χρησιμοποιείται περισσότερο: είναι η συνοπτική αποτύπωση αυτής της κατάστασης των λογαριασμών σε μια εύληπτη παρουσίαση, ιδανικά σε ένα φύλλο χαρτί. Χωρίς πολλές λεπτομέρειες, αλλά με τον αριθμό, το είδος και το υπόλοιπο των λογαριασμών μόνο, την ημερομηνία αναφοράς, άντε και βασικά στοιχεία για τα τυχόν καλύμματα (προσημειώσεις, υπέγγυες επιταγές κλπ). Κλασικό απαιτούμενο για κάθε χορηγητική (δανειακή) απόφαση της τράπεζας.

Ο ελληνικός όρος θέση είναι ευρύτερος και συμπεριλαμβάνει διάφορα χρηματοπιστωτικά και χρηματιστηριακά φαινόμενα που, και να τα ήξερα, νομίζω πως είναι ακόμα λιγότερο καταχωρήσιμα.

  1. Ορολογία στο μπαλέτο. Η συγκεκριμένη θέση του σώματος του χορευτή όταν ξεκινά ή ολοκληρώνει μια κίνηση. Στο κλασσικό μπαλέτο υπάρχουν πέντε βασικές ποζισιόν. Βλ. εδώ.

  2. Στην «πολ ποζισιόν» (pole position), την πρώτη θέση εκκίνησης δηλαδή στην φόρμουλα. Πολύ συχνότερα, βέβαια, λέγεται με την αγγλική προφορά (πολ ποζίσιον).

  3. Στην «ποζισιόν ντιφισίλ» (position difficile), γαλλοπρεπής τρόπος να πεις δύσκολη θέση.

  1. - (Ε ρε γκαύλες ο δικός σου να έρθει πρωινιάτικα στην τράπεζα) καλημέρα σας, τι θα θέλατε;
    - Είστε ο διευθυντής;
    - Ναι, παρακαλώ.
    - Επιθεώρηση. Άνοιξε το χρηματοκιβώτιο για καταμέτρηση, βγάλε καταστάσεις συμφωνίας ταμείου και πες στις χορηγήσεις να ετοιμάζουν φακέλους.
    - (Και το είδα το όνειρο) Όριο ελέγχου κύριε επιθεωρητά;
    - Όλους, αλλά γι’ αυτήν τη βδομάδα τους πελάτες από ένα εκατομμύριο και πάνω. Κάθε χορήγηση με την ποζισιόν της από πίσω και τα παραστατικά, μην ψάχνω σε χαρτιά και χαρτάκια.
    - Μάιστα (πάνε τα επόμενα διακόσια σαββατοκύριακα...)

2α. Από εδώ:

Ο αλαλάζων ήταν ένας νέος που θα μπορούσε να είναι ο πρόεδρος της Ένωσης Σπασικλακίων Ελλάδος, με γυαλιά που είχαν να καθαριστούν από τις προηγούμενες εκλογές, παντελόνι πάνω από τον αφαλό, μπλούζα επιμελώς βαλμένη μέσα από το παντελόνι και πέλματα σε γωνία 180 μοιρών με τις φτέρνες ενωμένες (πρώτη ποζισιόν για όσους ξέρουν από μπαλέτο).

2β. Από εδώ:

Καλά, εσύ αν έχεις μπιροκοιλιές και σώμα σαν το μεγάλο ρεμάλι και μπορείς να εκτελέσεις μία σωστή ποζισιόν στο μπαλέτο εγώ θα κάτσω να με γαμήσεις.

  1. Από εδώ:

Ο μεγάλος άτυχος του πρώτου αγώνα ήταν ο Δανός Κάσπερ Άντερσεν με την ομάδα της Μίντζλαντ, ο οποίος ενώ είχε ξεκινήσει από την πολ ποζισιόν, έχασε την πρώτη θέση όταν η ομάδα του καθυστέρησε στον ανεφοδιασμό καυσίμων κατά τη διάρκεια του pit stop.

  1. Από εδώ:

Λέω ό, τι αισθάνομαι, σε σημείο που μπορεί να φέρει καποιους σε ποζισιόν ντιφισίλ. LOL!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συμπληρωματικά με τον άλλον ορισμό και ειδικά στην έκφραση έχω πρόσωπο, σημαίνει την φερεγγυότητα κάποιου. Είναι υποπερίπτωση της γενικότερης σημασίας της υπολήψεως και της εκτίμησης - γι' αυτές λέγεται και το κούτελο.

Η ενδιαφέρουσα ιδιομορφία του προσώπου είναι η μετρησιμότητα της φερεγγυότητας στην οποία αντιστοιχεί. Κάποιος δηλαδή μπορεί να έχει πρόσωπο για ένα ποσό αλλά να μην έχει για άλλο, μεγαλύτερο. Αντιδιαστέλλεται δηλαδή με την ηθική αξιολόγηση, την οποία συνήθως είτε την αναγνωρίζεις σε κάποιον είτε όχι, πάντως δεν μπορείς να της βάλεις μια τιμή.

  1. - Γεια χαρά συνάδελφε, μια πληροφορία για έναν πελάτη σας θα ήθελα.
    - Όνομα;
    - Φραγκάτος Α.Ε.
    - Καλός. Τι ποσό;
    - Πενήντα χιλιάρικα.
    - Νταξ, έχει πρόσωπο και για παραπάνω.

  2. - Ποιος πλήρωσε τους καφέδες;
    - Κανείς, γιατί;
    - Πότε θα τον πληρώσω τώρα τον κυρ Μπάμπη, αφού φεύγω με άδεια!
    - Αμάν ρε φίλε, δεν έχεις πρόσωπο για δέκα ευρώ στον καφετζή; Σιγά μην του κόψεις και επιταγή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καθαρά τραπεζική αργκό, εκ του γαλλικού valeur που σημαίνει αξία, από τότε που οι Γάλλοι επηρέαζαν μεγάλο τμήμα της οικονομικής, πνευματικής αλλά και καθημερινής (βλ. ορολογία αυτοκινήτου) ζωής στην Ελλάδα.

Καθόλου βρώμικη λέξη ή λέξη της πιάτσας, αναφέρεται αυτούσια σε πλείστα έγγραφα, τραπεζικά αλλά και νομοθετικά· θεωρώ ωστόσο ότι η παρασπονδία της καταχώρησής της συγχωρείται από την μη εκτεταμένη χρήση ελληνικού αντίστοιχου όρου, την ιδιομορφία της ίδιας της έννοιας αλλά και το γεγονός ότι αφορά όλους (μα όλους) τους πελάτες τραπεζών.

Βαλέρ είναι η ημερομηνία αξίας μιας συγκεκριμένης καταχώρησης σε έναν λογαριασμό, η οποία συχνά διαφέρει από την πραγματική ημερομηνία της πράξης. Αξία εδώ σημαίνει την παραγωγή αποτελεσμάτων - πριν από την επέλευση αυτής της ημερομηνίας το καταχωρηθέν ποσό εμφανίζεται μόνο λογιστικά, σαν φάντασμα, χωρίς να επηρεάζει κατ’ ουσίαν τον λογαριασμό. Με νομικούς όρους, άλλες φορές παραμένει υπό αίρεση (δηλαδή με την προϋπόθεση ότι θα συμβεί ή δεν θα συμβεί ένα γεγονός) και μετά είτε «επικυρώνεται» είτε ανατρέπεται («αντιλογίζεται») και άλλες φορές παραμένει υπό προθεσμία (ως δικαίωμα ή υποχρέωση που περιμένει να «ωριμάσει»).

Πάμε κατευθείαν σε παραδείγματα για να μην χαθούμε:

  • Σύμφωνα με τα μέχρι πρότινος ισχύοντα, αν καταθέσω σήμερα μετρητά στον λογαριασμό μου, αυτά θα αρχίσουν να τοκίζονται από αύριο. Από αύριο, επίσης, θα μπορώ να τα αναλάβω (να τα «σηκώσω»). Μέχρι αύριο θα φαίνονται στο υπόλοιπο αλλά όχι στα «διαθέσιμα» του λογαριασμού. Εδώ έχουμε βαλέρ επομένης (ενν. εργάσιμης ημέρας).
  • Αν καταθέσω προς είσπραξη μια επιταγή που μου έδωσε κάποιος (π.χ. ένας πελάτης μου) σήμερα στην τράπεζα που γράφει πάνω η επιταγή, θα συμβεί το ίδιο με το προηγούμενο παράδειγμα (εκτός κι αν είναι πέτσινη). Αν την καταθέσω σε άλλη τράπεζα, όπως έχω την επιλογή χάρη στο σύστημα ΔΙΑΣ, η βαλέρ θα είναι δύο ημερών (εκτός από επιταγές μερικών συνεταιριστικών τραπεζών και επιταγές εξωτερικού).
  • Αν καταθέσω χρήματα στον λογαριασμό της πιστωτικής κάρτας ή δανείου, η βαλέρ κανονικά θα πρέπει να είναι επομένης το αργότερο. Αυτό σημαίνει ότι και με την τσίμπλα στο μάτι να πάω στο κατάστημα για να πληρώσω, τους τόκους εκείνης της ημέρας μάλλον θα τους χρεωθώ.

Σε αντίθεση με την κοινή πεποίθηση, η βάση της πρακτικής αυτής είναι δίκαιη και εύλογη - οι δόλιες καταχρήσεις της είναι που λειτουργούν σε βάρος των πελατών. Πιο συγκεκριμένα:

Στην περίπτωση της κατάθεσης μετρητών η αξία τους γίνεται μετρήσιμο μέγεθος για την τράπεζα κατά το κλείσιμο του ταμείου. Πολύ σχηματικά, κατά τις πέντε το απόγευμα, η Διεύθυνση Λογιστικού θα πει στα μεγάλα κεφάλια «μάγκες τόσες καταθέσεις έχουμε αυτήν τη στιγμή». Τότε μόνο μπορεί η τράπεζα να διαχειριστεί (εκμεταλλευτεί) τα ποσά αυτά. Για τις επενδυτικές ενέργειες της τράπεζας η μέρα έχει, θεωρητικά, χαθεί ως προς τα χρήματα που βάλαμε το πρωί - την άλλη μέρα θα μπορέσει να τα τοποθετήσει όπου επιλέξει. Εδώ έχουμε την προθεσμία που λέγαμε. Να σημειωθεί ότι εδώ έγκειται η δεύτερη μετάφραση του όρου: τοκοφόρος ημερομηνία.

Αλλά και στην περίπτωση της επιταγής υπάρχει λογική, μόνο όμως στο σκέλος της κατάθεσης π.χ. μιας επιταγής Eurobank σε λογαριασμό Alpha. Η πρώτη τράπεζα δεν μπορεί να ξέρει νωρίτερα από μεθαύριο για το αν μια επιταγή έχει αντίκρυσμα, καθώς τόσο κάνει το σύστημα ΔΙΑΣ να απαντήσει, επομένως ούτε να δώσει τα λεφτά μπορεί (εκτός αν τα δανείσει, άλλο εκείνο) ούτε να τοκίσει, αφού περιμένει να δει αν θα πληρωθεί ή όχι. Πολλοί καημένοι τραπεζικοί έχουν πληρώσει είτε από την τσέπη τους είτε με πειθαρχικά και απολύσεις επιταγές που από ευπιστία ή απροσεξία κατέθεσαν με βαλέρ συντομότερη απ’ ό,τι έπρεπε, μόνο για ν’ αποδειχθεί ότι η φάση ήταν στημένη: επέστρεψε απλήρωτη και ο κομιστής είχε ήδη σηκώσει το ποσό και εξαφανιστεί. Εδώ κολλάει και η έννοια της αίρεσης.

Βαλέρ υπάρχει σε πολλές συναλλαγές, π.χ. με συναλλάγματα κλπ. Μια ενδιαφέρουσα χρήση της λέξης είναι για την ημερομηνία κατά την οποία αποκτά επίπτωση μια μη χρηματική μεταβολή, εκτός λογαριασμών κλπ. Βαλέρ είναι η (συνήθως πλασματική) ημερομηνία ενός βαθμού στην επετηρίδα των τραπεζικών υπαλλήλων. Αν για παράδειγμα πάρω το πτυχίο μου τον Ιούνιο, τα βαθμολογικά και μισθολογικά οφέλη μπορεί να ξεκινήσουν αναδρομικά από την αρχή του έτους. Τότε λέμε ότι «έγινα λογιστής Β’ με βαλέρ Ιανουαρίου».

Ελληνοποιημένα παράγωγα: βαλεριακός (επίθ.), βαλεριακά (επίρ.).

Συγγνώμη για το μέγεθος, ελπίζω να ήμουν κατατοπιστικός. Διαβάστε επίσης: πληροφορίες ενός insider, έγγραφο της ΤτΕ, συνοπτική πληροφόρηση της www.dolceta.eu.

  1. Από εδώ:

Μόλις σήμερα παρατήρησα πως η Τράπεζα **** δεν έχει βαλερ στις καταθέσεις... ΕΠΙΤΕΛΟΥΣ ΤΟ ΣΤΑΜΑΤΗΣΑΝ!

  1. Από εδώ:

- H valeur έχει να κάνει με το από πότε τοκοφορεί το ποσό που έβαλες, το λεγόμενο βαλεριακό υπόλοιπο ότι το διαθέσιμο. Συνήθης πρακτική είναι και στην κατάθεση και στην ανάληψη να έχουν valeur την επόμενη εργάσιμη. Αν το σύστημά τους έχει μπερδέψει το βαλεριακό με το διαθέσιμο, τότε απλά είναι για τα μπάζα, αλλά και έτσι να είναι δεν θα δει το σύστημά τους ότι υπάρχει υπόλοιπο την επόμενη μέρα για να τραβήξει το υπόλοιπο ; Τσέκαρέ το όμως, σίγουρα δουλεύουν έτσι ;
- Η ***** όντως έχει αυτό το κακό. Αν κάνεις κατάθεση χρημάτων, αυτά είναι διαθέσιμα την επόμενη ημέρα (όχι απαραίτητα εργάσιμη). Έχει δηλαδή 24ωρο βαλέρ κατά το οποίο τα χρήματα δεν είναι διαθέσιμα αλλά λογίζονται μόνο ως λογιστικό (και όχι διαθέσιμο) υπόλοιπο. Στη μόνη περίπτωση που είναι άμεσα διαθέσιμα τα χρήματα είναι αν γίνει μεταφορά από τρίτο στην ίδια τράπεζα.

  1. Από εδώ:

Την ερχόμενη Τρίτη θα πληρωθούν μέρος των οφειλομένων οι εργαζόμενοι στον Καλλιτεχνικό Οργανισμό του Δήμου Βόλου. Τελικά δεν πληρώθηκαν χθες επειδή το ποσό των 150.000 ευρώ κρατήθηκε για δύο ημέρες, «βαλέρ», από την τράπεζα.

Σ.σ.: Τα ονόματα των τραπεζών έχουν λογοκριθεί γιατί με τον ν. 3862/2010 τα δεδομένα άλλαξαν και οι τράπεζες, θέλουν δεν θέλουν, ήδη συμμορφώνονται (λέμε τώρα), κάνοντας επίφοβη για το σάιτ την ανάρτηση παλαιών πληροφοριών. Καμία σχέση δεν έχει ότι διαθέτουν στρατιές δικηγόρων. Όποιος επιθυμεί περαιτέρω πληροφορίες επισκέπτεται τις παραπομπές.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα γιατροσλανγκέζικα, «μπαλονάκια» και «μπαλόνια» συναντάμε αρκούδως αρκετά, με πιο γνωστά όμως αυτά της αγγειοπλαστικής σε στένωση αορτής και τα γαστρικά που εφαρμόζονται στα στομάχια για να τρώνε λιγότερο οι ορεξάτοι και οι ορεξάτες, μήπως και χάσουν κάνα κιλό.

Κάνοντας όμως λίγο γούγλε γούγλε ανακάλυψα πολλά είδη μπαλονακίων και τα παραθέτω. ([i] Κλέφτη, σε φάγαμε).
[/i]
Λοιπόν εδώ υπάρχουν προς πώληση όλα τα είδη διαστελλομένων αεροστεγών μεμβρανών που χρησιμοποιούνται για πολλές χειρουργικές επεμβάσεις, βασικά ελαφράς μορφής, και που λέγονται μπαλονάκια.

1) Καθετήρας αγγειοπλαστικής με μπαλόνι υψηλής πίεσης για διαστολή ανθεκτικών φλεβικών στενώσεων.

2) Καθετήρας αγγειοπλαστικής με μπαλονάκι για χρήση μέσα από οδηγό καθετήρα.

3) Καθετήρας αγγειοπλαστικής με μπαλόνι, υψηλής πίεσης για διαστολή στενώσεων σε φίστουλες αιμοκάθαρσης.

4) Καθετήρας αγγειοπλαστικής με μπαλονάκι, ημιενδοτικό ταχείας αντικατάστασης.

5) Καθετήρας αγγειοπλαστικής με μπαλονάκι για διαστολή νεφρικών αρτηριών.

6) Καθετήρας αγγειοπλαστικής με μπαλονάκι, για διαστολή μεγάλων αγγείων (αορτής - κεντρικών φλεβών).

7) Καθετήρας αγγειοπλαστικής με μπαλονάκι από νάυλον.

8) Καθετήρας αγγειοπλαστικής με μπαλονάκι χαμηλού προφίλ.

9) Καθετήρας αγγειοπλαστικής με μπαλονάκι για διαστολή κνημιαίων, περονιαίων και μηριαίων αρτηριών.

10) Καθετήρας αγγειοπλαστικής με μπαλονάκι για ασφαλή μεταφορά - έκπτυξη ενδοαυλικών μεταλλικών ναρθήκων.

11) Ενδοπρόθεση μεταλλική περιφερικών αγγείων εκπτυσσόμενη με τη βοήθεια μπαλονιού με επικάλυψη άνθρακα για αποφυγή θρόμβωσης σε αγγεία με αργή ροή.

12) Ενδοπρόθεση μεταλλική περιφερικών αγγείων τοποθετημένη σε καθετήρα μπαλονάκι, ειδικά για ασβεστωμένες λαγόνιες αρτηρίες.

13) Ενδοπρόθεση μεταλλική περιφερικών αγγείων κυματοειδούς σχεδιασμού, φορτωμένη σε μπαλονάκι διπλού αυλού ταχείας αποπλήρωσης.

14) Ενδοπρόθεση μεταλλική για νεφρική αρτηρία με μεγαλύτερο πάχος στην έκφυση της αρτηρίας και μικρότερο στο περιφερικό της τμήμα.

15) Συνοδευόμενη με καθετήρα εισαγωγής, με μπαλονάκι ταχείας αποπλήρωσης, κυρτού άκρου για καλύτερη είσοδο στην κεντρική αρτηρία.

Αατα και ελπίζω να σας τα έκανα μπαλόνια..

Για λόγους αποσεντονοποίησης, παραθέτω μόνο για τα πιο σλαγκικά μπαλονάκια από ένα παράδειγμα.

Α) Η αγγειοπλαστική χρησιμοποιήθηκε για πρώτη φορά πριν από 20 χρόνια και προκαλεί τη διαστολή των αποφραγμένων τμημάτων των αγγείων, ώστε να βελτιωθεί η ροή του αίματος. Η αγγειοπλαστική είναι πολύ πιο γρήγορη και εύκολη απ' όσο η εγχείρηση στεφανιαίας παρακάμψεως, αλλά μακροπρόθεσμα μπορεί να αποδειχθεί λιγότερο αξιόπιστη. Κατά την αγγειοπλαστική, ένα μακρύ, λεπτό μπαλονάκι εισάγεται στην στενωμένη περιοχή του αγγείου, με τη βοήθεια ενός πολύ λεπτού «καλωδίου-οδηγού». Στη συνέχεια, το μπαλονάκι φουσκώνει υπό υψηλή πίεση και «σπρώχνει» εκ των έσω το τοίχωμα της αρτηρίας, το οποίο και διαστέλλει...
φρομχίαρ

Β) Tο γαστρικό μπαλόνι είναι μια τεχνική που εφαρμόζεται εδώ και περίπου 8 χρόνια. Mπορεί να εφαρμοστεί σε 2 περιπτώσεις: είτε σε ανθρώπους παχύσαρκους (με Δείκτη Μάζας Σώματος μεγαλύτερο από 30), που για κάποιο λόγο δεν θέλουν να υποστούν μια χειρουργική επέμβαση, είτε σε πολύ παχύσαρκους ανθρώπους ως μια προσωρινή λύση ώστε να χάσουν κάποια κιλά και μετά να μπορέσουν να μπουν στο χειρουργείο...
φρομδέαρ

εξεζητημένο μπαλονάκι για επιπωματισμό ρινός (πσσσσ) (από perkins, 13/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified