Further tags

Κλασική -ίλα που υποτίθεται ότι αποπνέουν οι αριστεριτζήδες (και κατ' επέκταση όλοι οι θεσμοί, τα ήθη και οι νόρμες τση «μεταπολίτευσης»), αλλά όχι με την καλή έννοια της βαρβατίλας του μόχθου και της εργατιάς που φέρνει προς θυμάρι και φασκόμηλο.

Το άρωμα και το μπουκέτο τση αριστερίλας μποχάει διαφορετικά στην μύτη του καθένα. Παραθέτω ένα εντελώς δειγματοληπτικό αρωματολόγιο των ουρδεσάνς που συχνά αποδίδονται κακεντρεχώς στο φαινόμουνο:

1. Την επόμενη φορά ίσως αποφασίσουμε επιτέλους να βγάλουμε την αριστερίλα απο πάνω μας και να κάνουμε χρήση των όπλων. Η αριστερίλα και ο φιλελευθερισμός θα μας φάει σε αυτή την χώρα...

2. Προβολές, συζητήσεις, θεατρικά δρώμενα, πολυεθνική κουζίνα από κάθε άκρη της γης, εκθέσεις φωτογραφίας και ζωγραφικής, συνθέτουν μια πολύχρωμη γιορτή, μακριά από την αγέλαστη σοβαροφανή αριστερίλα, μια γιορτή η οποία περιμένει τη στήριξη και τη συμμετοχή του κάθε μετανάστη.

3. Γ@μημένα βρωμοκάναλα. Γ@μώ την αριστερίλα σας ξευτίλες.

4. Οι κάτοικοι του κέντρου απαντούν στην αριστερίλα που μας έχει πνίξει

3. Η «αριστερίλα» της Εκκλησίας και το άφιλτρο τσιγάρο. Έπρεπε να δεις τη συχνότητα του ραδιοφώνου σου, για να καταλάβεις ότι δεν άκουγες τον 902 του ΚΚΕ αλλά τον Ραδιοφωνικό Σταθμό της Εκκλησίας! Τί ύμνοι για τους διωκόμενους κομμουνιστές αντάρτες του ‘50, οποία ανάλυση περί νεομαρξισμού και λενινισμού, αλλά και μαθήματα για το πώς «έστριβαν» τα άφιλτρα τσιγάρα οι γυναίκες των αριστερών!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη που τη λέμε για να περιγράψουμε ότι κάτι είναι άνετο.

Φίλε το χόστελ ήταν και γαμώ... Και όχι και πολλά λεφτά δηλαδή... Και ανετίλα φάση... Με τους καναπέδες του, με τα έτσι του, καθαρό... Κομπλέ.

(Τα παραδείγματα είναι σε τελείως προφορικό λόγο...)

Σχετικά: άνετα, ανετιά.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η οσμή που αναδύεται από τα ρουθούνια ή τον στόμα ενός πιωμένου, ή απλά όποιου έχει καταναλώσει μπόλικα ξίδια (δηλαδή όλων μας, κατά καιρούς...) Το φόρτε της είναι προς το πρωί (ή τεσπα μετά από κάποιες ώρες ύπνου), βαστάει καλά μέχρι αρκετές ώρες μετά, είναι εξίσου ανυπόφορη με όλες τις -ίλες, και κυριαρχεί στο δωμάτιο όπου έχει κοιμηθεί ο πιωμένος. Όσο πιο προχωρημένη είναι η κατάσταση του μεθυσμένου, τόσο πιο έντονα μυρίζει. Όσο πιο αλκοολικός είσαι, τόσο παγιώνεται αυτή η μυρουδιά και σε χαρακτηρίζει. Αν είσαι δε γέρος και μπέκρα, τότε ωιμέ της συφοράς.

- Θα πιούμε κάνα ποτάκι;
- Άσ' το καλύτερα, θα μυρίζουμε μπεκρίλες και θα μας την πούνε πάλι στη δουλειά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η επική διάθεση που σε κάνει να θέλεις να φορέσεις την πανοπλία σου, να πάρεις το σπαθί σου, να καβαλήσεις το άλογό σου και να αρχίσεις να θερίζεις εχθρούς (ή κάτι ανάλογο).

Η επικίλα προκαλείται από διάφορα ερεθίσματα: από επική μουσική (π.χ. κλασσική ή epic metal), από επικά έργα, από επικές ομιλίες (π.χ. την ηρωική ομιλία του Churchill το 1942, στον Β' Παγκόσμιο) κτλ. Μια μεγάλη επική στιγμή της σύγχρονης Ελλάδας είναι η τελευταία εκπομπή του Καναλιού 67 (15-9-1993), με τον Βασίλη Λεβέντη να τα δίνει όλα.

  1. - Τι ψωνάρες που είναι αυτοί οι Manowar...
    - Ψωνάρες ξεψωνάρες, τα πρώτα τους άλμπουμ βγάζουν τέτοια επικίλα που θες να πάρεις το σπαθί σου και ν' αρχίσεις να θερίζεις κεφάλια!

  2. - Πώς ήταν η ταινία;
    - Καλά, έβγαζε πολύ επικίλα μιλάμε!

  3. - Ρε τον αλήτη, είδες πώς μας παράτησε για να πάει σε άλλο συγκρότημα;
    - Άσε, έχω τρελά νεύρα... Βάλε Λεβέντη να ακούσω επικίλα μπας και ξεδώσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Από το hardcore (σκληροπηρυνικό). Έκφραση για δύσκολες καταστάσεις και σκληρούς προγραμματιστές με μεγάλα @@. Κυκλοφορεί ως έκφραση στην ελληνική demoscene community.

Πώπω ο τύπος έγραψε ολόκληρο τον κώδικα 100% σε assembly. Μιλάμε για πολύ κορίλα!!!

(από GATZMAN, 22/11/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το κάψιμο, κάτι που προκαλεί κάψιμο, ή έγινε από καμένους.

-Πήγα μια βόλτα στη Στουρνάρη και μάντεψε τί είδα σε μια βιτρίνα: Εγκυκλοπαίδεια του Warcraft, 100 σελίδες, με κάτι εικόνες απίστευτες!!!
-Πωπω, μεγάλη καμμενίλα!!

(από PUNKELISD, 03/08/12)Το άξιο nestea. (από Galadriel, 25/01/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η αύρα γαμώτου που εκπέμπει κάποιος και οι αντίστοιχες καταστάσεις που έλκει ή και προκαλεί. Όπου ως γαμώτο εδώ εκλαμβάνεται με την αρνητική του έννοια, όπως στη φράση "αυτός είναι σαν ανάποδο γαμώτο" (λες και το ίσιο γαμώτο είναι καλύτερο, λέω τώρα εγώ). Σημαίνει αυτή την ανισορροπία, ανικανότητα σε συνδυασμό με την περίσσεια γκαντεμιά που όλο αυτό κρατεί κάποιον γειωμένο, σφιγμένο, καημένο και αιωνίως κακομοίρη, τόσο για τον εαυτό του, όσο και για τους γύρω του που τυχαίνει να συναναστρέφεται και κινδυνεύουν να γίνουν δέκτες αυτής της αναποδιάρικης ενέργειάς του, έτσι και τυχόν βρεθούν στην ακτίνα του. Συνώνυμα: καημενίλα (πιο παθητικό καθώς δεν επικοινωνείται ως κολλητικό από αυτόν που φέρεται), κακομοιρίλα, κλαψομουνίλα, γκαντεμίλα, γρουσουζίλα.


- Είπα του Τάκη νά' ρθει απόψε...
- Ποιανού; Αυτού του πρήχτη; Θα μας τρελάνει πάλι με τη γαμωτίλα του, και θα μας τη βγάλει απ' τη μύτη τη βραδιά, τρελαμένε! Καλά, τα θες και τα κάνεις αυτά ή σου ξεφεύγουν;; Άμα έρθει αυτός, εγώ δεν έρχομαι, να ξέρεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η -ίλα αυτή προσιδιάζει στο ροζ χρώμα, τα κεριά, τα ηλιοβασιλέματα και τις βινταζ-ίλες, ουδεμία σχέση έχουσα με τον ρομαντισμό ως κίνημα, ίσως μόνο μια μακρυνή με τον ρομαντικό του ακά σεκς.
Γκόγια. Πώς λέμε ρομαντίλα; Καμία σχέση

  1. Δυστυχώς γι' αυτόν και τα παιδάκια που λατρεύουν το ρομαντίλα υπάρχει μια δυσώδης έκφραση αμερικάνικη, το «απ γιορς», τόσο βρομερή, που ο πιο ανώδυνος τρόπος να τη μεταφράσεις είναι με το «απάνω σου» της Γεωργίας Βασιλειάδου. (agelioforos)

  2. ο Κοφινιωτης, πιστός στις δουλειες του ποδαριού, άλλοτε υπάλληλος και κατά βάση στηριγμένος στις φιλιες του και στην ικανότητα να γράφει σύμφωνα με το μετιέ καθε συνθέτη ή τραγουδιάρη (σκληρό μελό για την Νινή Ζαχά, υπερτονισμένη ρομαντίλα γιά την επιβλητικη Μαίρη Λω σε συνθέσεις του ζαχαροπλάστη εμιγκρέ Νίκυ Γιακοβλεφ, παιγνιωδης όταν ο Ραπίτης τον καλούσε για καμια γλυκειά Μαράτα και ο Μουζάκης γιά τα πνευστά του κεφάτα, συνεργάτης ανθρώπων απο τον Αττίκ στον Τζουανάκο, ποτέ δεν τους πρόδωσε. (thegreekcloud)

  3. Στο old Manali, που αποπνέει μια ρομαντίλα χίπικης αξέχαστης εποχής, τα πάντα είναι κλειστά από το τέλος Οκτωβρίου γιατί αγριεύει ο καιρός και βρίσκω ένα guesthouse σ' ένα ήσυχο μέρος πίσω από το main bazaar. (εδώ)

    Απ' τον Τουίτη:

  4. Θα έγραφα καμιά ρομαντίλα αλλά φοβάμαι πως θα πάρει περισσότερα rt από τα κανονικά και θα ξενερώσω

  5. Συγκινητικό π βρίσκεστε μεσα στ ρομαντίλα & χαίρεστε με το χιόνι αλλά η μαμά υπενθυμίζει ότι υπάρχει κοσμος χωρις θέρμανση, άστεγοι κ αδέσποτα!

  6. παντως αυτο με τα ραβασακια με τους θεσμους εχει μια καποια ρομαντιλα

  7. -Ας φτάσει επιτέλους μια Κυριακή, που θα γράφουμε μόνο για θάλασσα, ουζάκι και έρωτες.
    -κυριακίλα ρομαντίλα

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση πείνας, ασιτίας. Λέγεται στην Πελοπόννησο.

Έχεις τίποτα για φαγητό; Κόλλησε το στομάχι μου από την αφαγανίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεταχειρισμένο (συνήθως αμάξι). Κατά το καινουργίλα.

- Χτύπησα ενα πουντικό κολοπειραγμένο, μεταχειρίλα, 200 άλογα, 5 χήνες, καλή φάση;
- Ναι ρε φίλε, αλλά πολλα λεφτά....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified