Further tags

Δεν είδα να υπάρχει κάπου αλλού, οπότε το βάζω.

WOW λοιπόν είναι το αρκτικόλεξο που χρησιμοποιείται χάρη συντομίας για το ηλεκτρονικό παιχνίδι World of Warcraft. Το παιχνίδι αυτό παίζεται από εκατομμύρια παίκτες σε όλον τον κόσμο και σίγουρα θα έχετε ακούσει κάποιον πιτσιρικά που συχνάζει σε ίντερνετ καφέ, να λέει: «Δεν μπορώ τώρα, παίζω WOW».

Το παιχνίδι αυτό είναι MMORPG, δηλαδή μαζικό ον λάιν παιχνίδι ρόλων (συγγνώμη για την κακή μετάφραση του όρου, θα βάλω τον ορισμό αργότερα), το οποίο είναι τρομερά εθιστικό, ειδικά σε παιδιά 12-16 χρονών.

Άσε μας ρε μάνα, πού να βγω τώρα; Παίζω WOW και έφτασα επίπεδο 30. Άσε την Μαρία να με περιμένει. Αν δεν της αρέσει ας με παρατήσει, σκασίλα μου, εγώ παίζω τώρα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που δε σκαμπάζει μία από το παιχνίδι League Of Legends (LOL), όχι μόνο αυτός που δεν παίζει LOL, αλλά αυτός που δεν το έχει καν ακουστά.

...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τη λέξη αυτή χρησιμοποιούν άνθρωποι των παλαιότερων γενεών (60 και άνω) όταν θέλουν να αναφερθούν συλλήβδην στα κινούμενα σχέδια, αλλά και στις φιγούρες που υπάρχουν στα ηλεκτρονικά βιντεοπαιχνίδια. Υποθέτω ότι αυτή η λέξη προέκυψε καθώς οι μόνες κινούμενες φιγούρες τις οποίες γνώριζαν οι παλιοί ήταν αυτές του θεάτρου σκιών και μόλις είδαν τα κινούμενα σχέδια, αμέσως τα συσχέτισαν με τον καραγκιόζη.

Ο όρος αυτός βέβαια έχει και μία υποτιμητική χροιά καθώς οι παλιοί πάντοτε πίστευαν ότι τα κινούμενα σχέδια ή απασχολούν συνεχώς τα παιδιά και αυτά δεν κάνουν πιο σημαντικές δουλειές (όπως το διάβασμα) ή δε βγαίνουν στις αλάνες να παίξουν όπως έκαναν αυτοί παλαιότερα...

  1. Ο μικρός, αντί να ανοίξει κανένα βιβλίο, είναι όλη τη μέρα μπροστά στην τηλεόραση και βλέπει τα καραγκιοζάκια. Να δω τί θα κάνει αυτό το παιδί στη ζωή του...

  2. - Βγείτε και καμία βόλτα να πάρετε λίγο αέρα. Όλη τη μέρα είστε μπροστά στο κομπιούτερ και παίζετε με τα καραγκιοζάκια. Όταν ήμασταν στην ηλικία σας, ήμασταν στις αλάνες και παίζαμε όλη τη μέρα...
    - Αλλάζουν οι εποχές παππού... Αν είχατε κι εσείς τότε το WoW, δε θα ήσασταν στις αλάνες, το είπε και ο Mikeius.

(από Protoslangarios, 18/12/12)(από Protoslangarios, 18/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να ονοματίσει τα creeps (τις μονάδες που δεν ελέγχονται από παίκτες) στην ντότα και άλλα παρεμφερή παιχνίδια (League of Legends κλπ).

Οι μονάδες αυτές παρουσιάζουν χαρακτηριστικά κοινά με αυτά των συμπαθών κατά τα άλλα ΜΑΤ, όπως:

  1. κίνηση προς μία κατεύθυνση, ανεξαρτήτως εξωτερικών ερεθισμάτων,

  2. συμπλοκή με οποιαδήποτε εχθρό (unit, διαδηλωτή κλπ) βρεθεί στην πορεία αυτή,

  3. δράση μονάχα σε ομάδες,

  4. μοιράζουν αλλά και δέχονται μεγάλες ποσότητες damage, από ξόρκια, καφέδες, πέτρες, σπαθιά, γκλομπς, τόξα (και στις δύο περιπτώσεις), δράκους, μολότωφ και καδρόνια,

  5. αδυναμία λήψης πρωτοβουλιών, περιορισμένες δυνατότητες Α.Ι. και I.Q. αντίστοιχα.

Παλαιότερα ακουγόταν συχνότερα, σήμερα έχει ατονήσει.

  1. Κοίτα ρε μαλάκα το φιντέρι, έφαγε death και από τους ματατζήδες.

  2. Ένας defend κάτω, μη μπούνε και σπάσουνε οι ματατζήδες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο αρχάριος που βιάζεται να μάθει και επιδεικνύει τις λίγες του γνώσεις στους άλλους. Συνήθως συνταντιέται μεταξύ των gamers και των κομπιουτεράδων.

- Πρόσεχε ρε συ μη φας καμιά sniperιά από τον τυπά και σου φύγει το κεφάλι.
- Κάτσε στα αυγά σου ρε νουμπά, που θα μου πεις τι θα κάνω.

Και νιούμπης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λιωσίδι, οι κυριότερες κατηγορίες:

Ανάδοχος εκ του δουπού: Γαλαδριήλ.

1. Στο σταθμό της Ομόνοιας μπήκε ένα λιωσίδι (καμμένος), που έστριβε σα τζέτλεμαν το τσιγάρο του, και έκατσε στην απέναντι απο εμένα τετράδα. Το λιωσίδι αυτό έμελλε να παίξει καίριο λόγο στην ιστορία μας. Αφού ξεκίνησε ο συρμός, άρχισα να τρώω ξανά το σαντουιτς μου, το οποίο πια είχε φτάσει στη μέση του. Τότε συνέβη το εξής.

2. Οι Wolf είναι κατά την ταπεινή μου γνώμη, η καλύτερη Heavy/Power Metal μπάντα της προηγούμενης δεκαετίας. το δε Black Flame ο καλύτερος δίσκος του είδους. Ο αριθμός ακροάσεων του δίσκου είναι σε γελοία νούμερα, λιωσίδι κανονικό.

3. Αρνείσαι ότι είσαι λιωσίδι. Ναι σε σένα μιλάω, που όταν σου το λένε, πάντα έχεις μια φθηνή δικαιολογία του στιλ: «Τώρα μπήκα για να στείλω ένα μήνυμα». Όταν είσαι έξω, κάθεσαι όλη την ώρα με το κινητό στο χέρι και τσάκα τσούκα στη home screen να δεις (όλοι ξέρουμε τι..). Βγάλε τώρα το Facebook (fb) από home page στον browser σου, πάτα log out μετά από λίγο και μην μπαίνεις κάθε 10'. Μετά έλα να το αρνηθείς..

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πολλοί είναι και αυτοί που φοβούνται πως αν το φαινόμενο της καμμενίλας εξαπλωθεί, για παράδειγμα μπορεί να έχει ως συνέπεια την άνθιση του Αγάμητου Καθεστώτος και στην ραγδαία αύξηση των Σεξουαλικών Μεταδιδόμενων Νοσημάτων, μιας και τα άτομα που δεν κατατάσσονται στην συγκεκριμένη κατηγορία, θα αναγκαστούν να συνηπάρχουν με κοινούς/κοινές για να ικανοποιούν τις σεξουαλικές ορμές τους.

Πορωμένος - Καμμένος είναι ο άνθρωπος, ο οποίος θα μπορούσε να θυσιάσει τα πάντα απ την ζωή του (λεφτά, αμάξι, σπίτι, μοτοποδήλατο, καϊκι, θρησκεία, χέστρα, τηλεόραση, πολυμηχανήματα, μέχρι και μίξερ για γλυκοπατάτες) και να αρνηθεί την ζωή για να υπάρχει σε παράλληλο ή ψηφιακό κόσμο.

Πορωμένο - Καμμένο επίσης μπορούμε να πούμε τον άνθρωπο ο οποίος εξαρτάται πλήρως από έναν υπολογιστή ή ένα smartphone και δεν θα μπορούσε να κάνει τίποτε άλλο στην ζωή του εκτός απο αυτό.

Επιστήμονες έχουν αποδείξει πως τα άτομα που τήνουν να εξαρτώνται απο παιχνιδομηχανές, είχαν ερωτικές απογοητεύσεις στο παρελθόν ή αδυνατούν να συνηπάρχουν ή να συμβιώσουν με άτομο που αντίθετου φύλου. Δεν είναι τυχαίο πως το μεγαλύτερο ποσοστό των καμμένων είναι παρθένοι ακόμα και σε μεγάλη ενήλικη ηλικία. Τα άτομα αυτά δρούν χωρίς κανένα βάρος συνείδησης, και το μόνο πράγμα που επιθυμούν είναι να βρίσκονται κοντά σε μία ηλεκτρονική παιχνιδομηχανή χωρίς να τους νοιάζει τίποτε άλλο.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξελληνισμένος ο όρος camper, προερχόμενος από την ιδιόλεκτο των ίντερνετ καφέ και ειδικότερα των παιχνιδιών τύπου counter strike, call of duty και γενικά παιχνιδιών 3-d shooter (που στόχος είναι να σκοτώνεις τους αντιπάλους, απλά αυτό). Ο όρος δηλώνει τον παίκτη αυτών των βιντεοπαιχνιδιών ο οποίος αντί να περιφέρεται γενναίος και λεβέντης στην πίστα με προτεταμένο στέρνο, ακολουθώντας το ρητό «η καλύτερη άμυνα είναι η επίθεση», κάθεται στα αυγά του, ενεδρεύει, λουφάζει σε κτίρια, παράθυρα, πίσω από πόρτες, γωνίες κλπ και περιμένει σαν κότα, ή αλλιώς κάνει camping, εξ ου και ο όρος. Αν δεν κάνω λάθος, στο counter strike όντως το ίδιο το παιχνίδι βγάζει μήνυμα «you are camping» όταν ο παίκτης μένει ακίνητος, στα άλλα παιχνίδια είναι απλά θέμα ηθικής και αξιοπρέπειας.

Το αν τα καμπέρια και η τακτική τους θα πρέπει να λοιδωρούνται και γενικά αν το camping αποτελεί legitimate τακτική είναι πολύ μεγάλο θέμα διεθνώς, στην Ελλάδα ωστόσο ο κώδιξ τιμής της virtual μπέσας τα καταδικάζει μάλλον ομόφωνα.

Επίσης το να σκοτώνεις καμπέρι, κατά προτίμηση προσεγγίζοντάς το από πίσω, είναι ό,τι πιο κοντά στο να κερνάς από πίσω, σύμφωνα με πολλούς 12χρονους ειδήμονες.

ένα παράδειγμα από αγγλόφωνο φόρουμ που αξίζει νομίζω:
I'm not a camper, my strategy, similar to Chuck Norris', is to kill.

κι ένα ελληνόφωνο:
Τρελαίνομαι να τρώω sniperades ή καμπέρια που αράζουν σε ένα παράθυρο με RPD και ρίχνουν αδιακρίτως. Δεν λέω πως δεν τους πάω, απλά μάρεσει να τους σφάζω εκεί που δεν το περιμένουν. Ειδικά όταν καταλάβουν πως έρχομαι.

Λέμε, τωρα! (από Vrastaman, 20/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηριστικό είδος παίκτη του δημοφιλούς FPS Counter Strike. Σε πλήρη αντίθεση με το καμπέρι, το κατσίκι είναι το είδος παίκτη που τρέχει ασταμάτητα μέσα στην πίστα-πεδίο μάχης και μόλις βρεθεί πρόσωπο με πρόσωπο με αντίπαλο παίκτη, αρχίζει να χοροπηδάει σαν το κατσίκι, αλλάζοντας ταυτόχρονα κατευθύνσεις και (επίσης ταυτόχρονα):
- πυροβολεί με το αυτόματο / καραμπίνα
- χτυπά με το μαχαίρι (melee attack)
- πετάει χειροβομβίδες
- κλάνει / ρεύεται
- πίνει Coca Cola
- βάζει χέρι στους συμπαίκτες του μέσω του TeamSpeak επειδή δεν τον έχουν ακολουθήσει (οι τύποι ίσα που έχουν προλάβει να κάνουν spawn)
- στρίβει τσιγάρο
- μιλάει με το γκομενάκι (συνήθως θήλυ νέας κοπής) στο κινητό
- χαζεύει τον κώλο της μικρής που «μιλάει» στο IRC
- παραπονιέται ότι δεν υπάρχει Clan ή / και αντίπαλοι της προκοπής.

Το κατσίκι απαντάται κυρίως στις ηλικίες 12-17 και συνήθως στα μεγάλα Internet Cafe όπου μπορεί να χτυπήσει και 18ωρο σερί. Δυστυχώς υπάρχουν και δείγματα μεγαλύτερης ηλικίας -οι αξιοσέβαστοι στα μάτια των κατσικιών Τράγοι με συμμετοχές σε πρωταθλήματα και μέλη των μουράτων Clan.

Όπως είναι λογικό, τα κατσίκια αποτελούν το αντίπαλο δέος των καμπερίων (αλληλομισούνται) και φυσικά αποτελούν στόχο των παικτών άλλων FPS, τα οποία βασίζονται ως έναν βαθμό στην τακτική και την ομαδικότητα παρά στη λογική «όλα τα σφάζω, όλα τα μαχαιρώνω».

Εννοείται ότι οι παίκτες άλλων ειδών (ειδικά RPG), ως πιο «εγκεφαλικοί» παίκτες έχουν τους FPSάδες γενικώς χεσμένους...

Το καλύτερο παράδειγμα είναι η δια ζώσης εμπειρία των κατσικιών στο φυσικό τους περιβάλλον: οποιοδήποτε αξιοπρεπές Internet Cafe.

Τυπικό παράδειγμα Counter Terrorist παίκτη με Skin παραλλαγής χωραφιού στη δεύτερη φωτογραφία που παρατίθεται.

(από Desperado, 21/10/08)(από Desperado, 21/10/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στα RPG (role playing games = παιχνίδια ρόλων) online και μη, ο παίχτης ελέγχει έναν ή πολλούς χαρακτήρες μαζί. Αυτοί έχουν κάποιες δυνατότητες, π.χ. δύναμη, επιδεξιότητα κλπ. Όσο παίζει κάποιος λοιπόν, ο χαρακτήρας από τις μάχες αποκτά εμπειρία (ΧΡ) που μεταφράζεται σε πόντους τους οποίους προσθέτεις στον χαρακτήρα σου.

Μ : Άσε Βάγγο είμαι ξενύχτης.
B: Γιατί ρε Μίτσακλα;
M: Κάηκα χθες στο WOW μπας και μαζέψω κανά ΧΡ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified