Περιγράφει τη συνάθροιση παρέας, συνήθως σε παραλιακό ταβερνάκι, ουζερί ή και σε σπίτι, για την κατανάλωση ούζου με τη συνοδεία μεζέ, συνήθως ψαρικών. Αντίστοιχα υπάρχει και η κρασοκατάσταση και η μπυροκατάσταση.

-Θα έρθεις την Κυριακή ε; -Πού να έρθω; -Έχουμε κανονίσει ουζοκατάσταση σε ένα ταβερνάκι στο Πόρτο Ράφτη, θα είμαστε μεγάλη παρέα. Έλα θα΄ναι ωραία.

Πάρτυ με ούζα (από Hank, 19/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Οι χαλαρές και συνήθως άνευ ιδιαίτερου νοήματος και βαρύτητας συζητήσεις που γίνονται σε κατάσταση λιωσίματος με την παρουσία φραπεδιάς. Οι συζητήσεις που γίνονται για να λέγεται κάτι και την άλλη μέρα θα έχουμε ξεχάσει πως έγιναν.

- Έλα, πάμε για καφέ. - Δεν θέλω γιατί αν πάμε θα κάτσουμε πάλι τρεις ώρες να βαριόμαστε, να καπνίζουμε και κάνουμε φραπεδοκουβέντες! Προτιμώ να κάτσω να διαβάσω κανένα βιβλίο. - Ξενέρωτε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πιάνομαι κορόιδο, ξεγελιέμαι. Το παθαίνει το ψάρι όταν του κάνουν πλάκα ή τον κοροϊδεύουν.

- Τα’μαθες; Θα πάρουμε τον Ρονάλντο, το ανακοίνωσε ο πρόεδρος ότι συμφώνησαν! - Απίστευτο! Θα πάω να πάρω διαρκείας! - Μην ψαρώνεις ρε βλάκα, ό,τι και να σου πούμε το πιστεύεις!

Χρησιμοποιείται και με ενεργητική σημασία και σημαίνει ότι πιάνω κάποιον κορόιδο ή τον κάνω να φοβηθεί.

- Τους ψάρωσα τους νέους σήμερα και μου βαρούσαν προσοχές!

Βλέπε και μασάω, τσιμπάω. Δες και ψαρώνω στο cySlang.com.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το σκατόπαιδο, το κωλόπαιδο, σε εντονότερο βαθμό.

-Δε στεναχωριέμαι που χάσαμε, σκάω που θα χαίρονται τα γαμοπαίδια στον Πειραιά (=Ολυμπιακοί).

Χρησιμοποιείστε προφυλακτικά. (από Galadriel, 16/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο βαθύς ύπνος.

Χτες πίναμε όλη μέρα και μετά έριξα κάτι σαπιοπούλες...

Σχετικά: σαπίζω, σαπίλα, σάπινγκ

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο πούστης, η αδερφή.

- Πώς σου φάνηκε ο Νίκος;
- Δεν ξέρω αλλά μου φάνηκε λίγο Μαρίνος.

Ο showman Γιώργος Μαρίνος (από poniroskylo, 27/09/08)Ο βουλευτής του ΚΚΕ Γιώργος Μαρίνος (αριστερά) με ναυτεργάτες (από poniroskylo, 27/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται για να δηλώσει ότι κάποια έχει ωραίο κώλο, πεταχτό, που τραβάει τα βλέμματα.

- Ρε φίλε κόψε ένα κωλαντεράλ που έχει η γκόμενα...
- Ναι, απίστευτος κώλος!

Ετυμολογείται απο το κωλάντερο (δες και δίνω το κωλάντερο στο χέρι), με τη μετριαστική γαλλόφερνη κατάληξη -άλ.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται όταν λέμε σε κάποιον να καθήσει ή να περιμένει λίγο.

- Άραγκον ρε μάγκα λίγο να πάρουμε μια ανάσα και την κάνουμε σε 5 λεπτά.

Aragorn (από Hank, 13/02/09)Λουί Αραγκόν. (από Hank, 13/02/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η μάγκικη καληνύχτα, ευχή για καλή νύχτα συνοδευόμενη από πολλά ανακουφιστικά αέρια.

-Μάγκες κλανεινύχτα, τα μελέ το πρωί.

Got a better definition? Add it!

Published

Εναλλακτικός τίτλος τραγουδιού τύπου reggae.
O ορίτζιναλ είναι Could you be loved (B. Marley).

Πσσσσσσσσσ!!!! Μανίτσα; γουστάρ'ς το κουτζουμπίλα;

και αυτό σωστό είναι... (από anchelito, 02/06/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified