Προφανώς η κατάσταση στην οποία βρίσκεται κάποιος (σβερκωμένος) είναι ακόμα πιο γενική, όπως έχει ειπωθεί σε περιπτώσεις ξυλοδαρμού...

-Ρε κάτι βλαμμένα πειράζουν τον αδελφό σου, για έλα....
-(Μεγάλος Αδελφός:) Άμα τα σβερκώσω τα μαλακιστήρια θα σου πω εγώ μετά...

Got a better definition? Add it!

Published

Συνώνυμο του ξεζουμίζομαι, αδειάζω. Χρησιμοποιείται σε περίπτωση μπαταριών τηλεφώνου και λοιπών μικρών συσκευών.

-Μάνα το τηλέφωνο!!! (φορητό τηλέφωνο σπιτιού).
-Δεν παίζει το τηλέφωνο... ξεμπαταριάστηκε... δεν προλαβαίνω να μιλήσω...

Got a better definition? Add it!

Published

  1. Είμαι υπεραπασχολημένος και αγχωμένος με κάτι, είμαι πολυάσχολος.

  2. Ως μεταβατικό ρήμα

(α) τρέχω κάποιον: κρατώ κάποιον απασχολημένο, αγχώνω κάποιον αναθέτοντάς του καθήκοντα. Συνώνυμα: αγγαρεύω (β) τρέχω ένα πρόγραμμα (ζαργκόν πληροφορικής): εκτελώ το πρόγραμμα (γ) τρέχω μία επιχείρηση: διευθύνω/είμαι υπεύθυνος για την επιχείρηση

  1. Ως απρόσωπο ρήμα τρέχει: συμβαίνει (κάτι απρόοπτο).
  1. - Μη χάνεσαι ρε βλάκα έτσι, πάμε για έναν καφέ στην τελική.
    - Δεν προφταίνω ρε συ, τρέχω ακόμη με την διπλωματική. Αν δεν τελειώσει αυτή η μαλακία, δεν με βλέπω να χαλαρώνω καθόλου.

  2. (α) Διδακτορικό είναι αυτό ή χαμαλίκι ρε πούστη; Ό,τι γραφειοκρατία και να προκύψει, εμένα θα τρέξει ο μαλάκας...
    (β) Διόρθωσα εκείνο το μπαγκ που σού 'λεγα, αλλα πάλι δεν μπορώ να το τρέξω το γαμίδι...
    (γ) Έπαθε ένα ατύχημα ο κυρ-Γιώργης, και το ουζερί για την ώρα το τρέχει ο γιος του.

  3. Τι τρέχει ρε, γιατί τέτοια μούτρα; Συνέβη κάτι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία της έκφρασης Για Τον Πούτσο Καβάλα. Υπερθετικός βαθμός του gtp.

Και μαθηματικά:

Έστω ακολουθία Αgtp με υπακολουθία Αgtpk τέτοια ώστε τα στοιχεία της να έχουν τη μεγαλύτερη απόλυτη τιμή.
[ Αgtp είναι αρνητική (π.χ.η -ν)διότι το gtp είναι υποτιμητικό.]

- Θα πάμε έξω το βράδυ με τον Σούλη και το Ρούλη;
- Αποκλείεται! Τα άτομα είναι gtpk!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συντομογραφία της έκφρασης τέλος πάντων.

- Η παρτίδα σκακιού που παίξαμε χτες ήταν κερδισμένη για σένα αλλά φέραμε στο τέλος ισοπαλία.
- Τέσπα. Φιλική ήταν.

(από Khan, 30/07/13)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν κάτι (δοχείο, χώρος, μνήμη, κλπ) είναι πιο γεμάτο απ' όσο παίρνει, δηλαδή παραπάνω κι από τίγκα. Ίσως να πρόκειται για δάνειο από το αγγλικό z-illion που αντιστοιχεί σε πρακτικά αμέτρητο αριθμό εκατομμυρίων.

Άσε μαλάκα Τάκη, το αμάξι είναι ζίγκα. Θα πρέπει να βάλεις τη βαλίτσα στον κώλο σου.

(από gizaha, 07/12/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παθαίνω πλάκα.

Έχω κοπεί, κόπηκα.

- Κόπηκα στα γέλια! Μαλάκα, έχω κοπεί, τι μου λες τώρα;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το εύφλεκτο μείγμα, που ανακάλυψε ο Καλλίνικος τον 7ο μ.Χ. αιώνα, άγνωστα παραμένουν τα υλικά με τα οποία το έφτιαχνε. Οι ιστορικοί λένε ότι το υγρό πυρ έκαιγε επίμονα και δεν έσβηνε με νερό, παρά μόνο με ούρα ή άμμο.

Για την διαπροσωπική σχέση των φύλων μεταξύ τους χρησιμοποιείται και ως αντίστοιχο του Χοντράδια ή Flintstones δηλαδή συμπυκνωμένο υγρό που έχει πήξει απο την ανύπαρκτη σεξουαλική επαφή.

Αλκιβιάδης: Φίλε μου ένα θα σου πω. Έβγαλα με μίσος παντού το υγρό πυρ δια μέσου της εκτίναξης πάντα. H κοπέλα δεν είχε ξαναδεί κάτι παρόμοιο, έγκαυμα πρώτου βαθμού της προκάλεσα! Σαν γέννα ήταν.

*Αλκιβιάδης = πρώην αμπελοφιλόσοφος, παρέα του Μάκη του Γίγαντα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτή που παίζει σε τσόντες.

Η Τερέζα Ορλόφσκι δεν είναι μόνο διάσημη τσοντού αλλά και γνωστή παραγωγός πορνοταινιών.

(από Khan, 31/08/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η γυναίκα που ειδικεύεται στις πίπες ή που δίνει τέτοια εντύπωση λόγω της εμφάνισης και του ντυσίματός της.

Η Μπάφι Ντέιβις πάντα έπιανε κότσο τα μαλλιά της για να φαίνεται καλύτερα η τέχνη της. Μεγάλη πιπού!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified