το κρατικο γηπεδο του παοκ στη πυλαια γνωστο και ως παοκ σπορτς κλαρινα. Δωρεαν φορτιση κινητων συσκευων (το ρευμα το πληρωνει η νομαρχια)

πως να κερδισει ο φουκαρας ο παοκ στο πελατάκι, πάλι 100 άτομα είχε

Got a better definition? Add it!

Published

Υποτιμητικός χαρακτηρισμός για διαδικτυακό συνομιλήτη, με την έννοια πως αποτυγχάνει σε κάθε του προσπάθεια να πετύχει εναντίον μας μια e-νίκη (ηλεκτρονίκη), και ανταυτού τρώει απανωτές βεντούζες και τρομπόνια.

Πάλι μου βγάζεις γλώσσα; Δεν έβαλες ακόμα μυαλό ρε τρομπονολάγνε;

Got a better definition? Add it!

Published

Ο χιτλερικός, ο νεοναζί, ο εθνικόφρων οπαδός του εθνικοσοσιαλισμού/ναζισμού. Ο άνθρωπος που υιοθετεί πιστά τις εγκληματικές ανοησίες που έλεγε, έγραφε και έκανε ο Χίτλερ και οι όμοιοι του.

Μεταξύ άλλων και από εδώ:

...χιτλερόψυχοι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γκραν Γκινιόλ (Le Théâtre du Grand-Guignol) ονομαζόταν ένα μικρό θέατρο στο Παρίσι το οποίο έπαιζε έργα φρίκης. Αυτό το μικρό θέατρο ξεκίνησε τη λειτουργία του στις 3 Δεκεμβρίου του έτους 1897 κι έκλεισε οριστικά στις 31 Μαΐου του έτους 1962. Μέσα σε αυτά τα 54 χρόνια λειτουργίας έπαιξε περίπου 1 εκατομμύριο έργα βίας και φρίκης. Σήμερα χρησιμοποιείται μεταφορικά η έκφραση "Γκραν Γκινιόλ" για να χαρακτηρίσουμε κάτι φρικτό.

- Τον βρήκαν αποκεφαλισμένο στο σπίτι του, μέσα σε μια λίμνη αίματος.
- Απίστευτο! Γκραν Γκινιόλ!

Got a better definition? Add it!

Published

Παρατσούκλι για άνθρωπο με μεγάλα αυτιά.

"Μη μου τραβάς τ' αυτιά! Κλαπαύτη θα με κάνεις! Τσαπέλες θα γίνουν τ' αυτιά μου!" Έλα στη θέση μου (τηλεοπτική σειρά) επεισόδιο 171

Got a better definition? Add it!

Published

Συνώνυμο του ούγκανου, βλάκα, ανεγκέφαλου. Φαίνεται να είναι της μοδός στον νεαρόκοσμο εδώ και κάποιο διάστημα. Εγώ το άκουσα πρώτη φορά εδώ και κάνα χρόνο από τον τότε σχεδόν δεκαεξάχρονο γιόκα μου (μαντέψτε πόσο είναι τώρα, πιθήκια μου).

Πάντως, ως προσεκτικό και μελετηρό παλληκάρι, τον χαρακτηρισμό δεν τον απηύθυνε στην αφεντιά μου. Πιθανότατα είχε διαβάσει στα ιντερνέτια πως οι γίββωνες, αν και δεν κατατάσσονται στους μεγάλους πιθήκους (όπως οι γορίλες), διαθέτουν ιδιαιτέρως μακριά χέρια και πόδια και μπορούν, ως κατ' εξοχήν δενδρόβιο είδος, να πηδάνε με άνεση και ταχύτητα από βιβλιοθήκη σε πολυέλαιο κι από κει σε ντουλάπια κουζίνας, ενώ εκβάλλουν διαπεραστικές κραυγές που ακούγονται σε μεγάλη απόσταση.

Τι βρίζεις ρε γίββωνα?

γυρνα τωρα εκει που ανηκεις οσο ειναι καιρος, μαλακα γιββωνα!

τωρα αντε τραβα να σκαρφαλωσεις σε κανενα δεντρο γιββωνα και ασε τους σχολιασμους

Κι όταν μιλάς για το Κόμμα μας το εργατικό, το Κόμμα της εργατιάς, της αγροτιάς και της φοιτητιάς, θα πλένεις την τρύπα σου με ασετόν κια φωσφορικό οξύ αγράμματε γίββωνα της κινεζικής ενδοχώρας.

ΠΩΣ ΕΙΣΑΙ ΕΤΣΙ ΒΡΕ ΜΑΛΑΚΑ ΓΙΒΒΩΝΑ

καθυστερημενε γιββωνα

Σκασε ρε μαλακα, βρωμιαρη, γυφτο, μαϊμου, γιββωνα, μυγα, κουραδα της λασπης.

Από τη ζούγκλα του διαδικτύου

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ασκώ ακτιβισμό, οργανώνω ή συμμετέχω σε δράσεις που προωθούν πολιτικούς, ιδεολογικούς, κοινωνικούς κλπ σκοπούς, κατά κανόνα χωρίς να έχω θέση εξουσίας, αλλά σαν ενεργός πολίτης.

Από εδώ:
Μέλος της Ένωσης Πεζών και ιδρυτικό μέλος της μικρής μουρλής αδελφής της, της Ομάδας Πάνθηρες των Δρόμων (Streetpanthers) παρέα με τον Γρηγόρη Μαυράκη και άλλους αυτού του είδους να ακτιβίζουμε ασυστόλως είτε κολλώντας αυτοκόλλητα στους αγενείς οδηγούς συμπολίτες μας είτε κάνοντας γαϊδουροβόλτες στην πόλη. Μικρές, πολύτιμες πλουραλιστικές συλλογικότητες, ανάσες ζωής.

Ανάλογα με τη στάση του ομιλητή, μπορεί να λέγεται είτε θετικά/άχρωμα, είτε με μια υφέρπουσα αποδοκιμασία για κάτι που εκλαμβάνεται ως επιφανειακή, ανέξοδη και αυτάρεσκη επίδειξη ηθικού κεφαλαίου από τους ακτιβιστές.

Από εδώ:
Βέβαια αρκετοί μπορεί να θεωρούν τη συμπεριφορά του ΧΑ τη περίοδο 1999-2002 αναγκαία και ικανή συνθήκη ενός χρηματιστηρίου...Απλά εγώ διαφωνώ και ακτιβίζω περί του αντιθέτου...

Από εδώ:
Οι συνήθεις αργόσχολοι, που όταν δεν τιτιβίζουν... ακτιβίζουν, γιορτάζουν τη "Δευτέρα του τσαγκάρη" σταματώντας τις δουλειές άλλων εργαζομένων, έτσι για να έχουν να λένε, ότι κάτι κάνουν ως "οικολόγοι" με... βαθύτατες περιβαλλοντικές ανησυχίες!

Από εδώ:
Με το μποϊκοτάζ της φράουλας ακτιβίζουμε και δεν αντιμετωπίζουμε ούτε καν ακροθιγώς. Αποσπασματικές και τάχα συμβολικές κινήσεις είναι πολύ εύκολο να αντιμετωπιστούν από τους εκμεταλλευτές των ανθρώπινων ζωών και των αναγκών των ανθρώπων για σίτιση.

Παρεμπιπτόντως, αξιολογικά αρνητική αλλά σε ελαφρώς διαφορετική κατεύθυνση, είναι μια από τις δύο σημασίες της λέξης ακτιβισμός σύμφωνα το λεξικό Τριανταφυλλίδη:

ακτιβισμός ο [aktivizmós] : α. [...] β. Ως χαρακτηρισμός κάθε πολιτικής συμπεριφοράς που δίνει υπέρμετρη σημασία στη δράση και μειώνει τη σημασία της θεωρητικής θεμελίωσης κάθε δραστηριότητας: Κατηγορεί την ηγεσία του κόμματός του για ακτιβισμό.

Λεξικό Τριανταφυλλίδη

Τέλος, ακτιβίζω μπορεί να σημαίνει προωθώ μια δική μου, καινοφανή πρόταση σε ένα υπάρχον πρόβλημα, ιδίως διανοητικής φύσης (γλωσσολογικό όπως στο παράδειγμα, ίσως και νομικό).

Από εδώ:
Το θεωρούταν ξενίζει και το θεωρούνταν, που το δέχονται αρκετοί, είναι, πώς να το κάνουμε, πληθυντικός (για όσους δεν έχουν στη μητρική τους διάλεκτο καταργήσει αυτή τη διάκριση). Το (ε)θεωρείτο δεν είναι ομαλό. Οπότε, ακτιβίζοντας, βάζουμε το θεωριόταν -αφού η δημοτική έχει μπολιαστεί και καλώς με στοιχεία λογιότερα, το μπόλιασμα είναι αμφίδρομο. Πράγματι, ακτιβίζω, αλλά έχω και τόσα «αρνείτο» να πατσίσω.

"Οτινάναι: Ρεπόρτερ Πασσάς: Vegans VS Burger". Στο 2:09.

Got a better definition? Add it!

Published

Εκδήλωση θαυμασμού και φθόνου

-φέτος πέρασα μόνο ένα μάθημα
-εγώ πέρασα ότι μου είχε μείνει, παίρνω πτυχίο.
-για τον πούτσο...
-τι για τον πούτσο ρε μαλάκα;
-για τον πούτσο γαμάτο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Άγριο μεθύσι πολυπληθούς παρέας, μεγάλης διάρκειας (άνω των 8 ωρών). Συνήθως ξεκινά μεσημεριανές ώρες με την ατάκα «Λες να πιούμε μια μπύρα;» και καταλήγει σε διαλυμένα μαγαζιά, σπασμένα σκαμπό-καρέκλες, πεταμένα χαρτονομίσματα στη μούρη του μπάρμαν, μπουνιές, κλωτσιές, αυτόφωρα κ.ο.κ.

Οι συμμετέχοντες αποκαλούνται μακελάρηδες, ενώ αυτός που θα γίνει περισσότερο χάλια απ' όλους παίρνει τον τίτλο του αρχιμακελάρη. Στη σπάνια περίπτωση που στο μακελαρισμό συμμετέχει γυναίκα, αποκαλείται επίσης «μακελάρης», εκτός αν πρόκειται για νεαρής ηλικίας κοπέλα, οπότε χρησιμοποιείται ο όρος «μακελαρίτσα».

Απαγορεύεται αυστηρά να κανονιστεί μακελαρισμός εκ των προτέρων.

Δε θυμάμαι ούτε ποιος με πήγε σπίτι χθες. Μιλάμε για τεράστιο μακελαρισμό.

Θυμάσαι τότε που είχαμε μπλέξει από το πουθενά σε αυτό το μπαρ; Μαλάκα, τι μακελαρισμός ήταν αυτός;

Τι μακελάρης είναι αυτός ρε; Τον άφησα στις 14:30 να πίνει μπίρες και τον ξαναείδα στις 4:00 τη νύχτα σε άθλια κατάσταση!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αρχαίο κίνημα που επιβιώνει μέχρι τις μέρες μας. Αποτελείται από τους τσουρέλες (θηλ. τσουρέλω), δηλαδή άτομα που επιβιώνουν τσουρελιάζοντας από τους συνανθρώπους τους.

Συνώνυμα: Τσίπης, τσιγγούνης.

Κέρνα καμιά φορά κι εσύ ρε μαλάκα. Μην τσουρελιάζεις συνέχεια.

-Έχεις τσιγάρα;
-Όχι, μου τα κάπνισε όλα ο άλλος ο τσουρέλας.

Ρε τι τσουρέλας είναι αυτός; Δεν έχει βάλει ποτέ το χέρι στην τσέπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified