Ο/Η ομογενής από την πρώην Σοβιετική Δημοκρατία της Γεωργίας. Εκ του Ρωσσοπόντιος, Ρ.Π., ή τελικά ρου-που.

Η Δήμητρα προσέλαβε μια ρου-που να κοιτάει τον άρρωστο πατέρα της.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα πολλά λόγια είναι φτώχεια, η συζήτηση ολοκληρώθηκε, μίλησε ο μεγάλος μανιτού και είπε ουγκ, τέλος.

Μπαίνει στο τέλος της φράσης, duh, και δίνει μια βαρύτητα, κλείνει το θέμα βαρύγδουπα, σαν ένα τριπλό θαυμαστικό στο γραπτό λόγο, αλλά με βάρος, αν μπορεί κανείς να ζυγίσει σημεία της στίξης.

Φοριέται και σε υπερθετικό βαθμό ως «αυτό μόνο, τέλος». Αυτό το τέλος, όχι ότι δεν υπήρχε, το απογείωσε όμως η ελεεινής αισθητικής - να τα λέμε κι αυτά - αλλά πασίγνωστη ομώνυμη φάρσα (βλ. μήδι). Η φάρσα αυτή είχε γίνει βάιραλ στα κινητά χρόοονια τώρα, τότε που ένας σωρός σοβαρός κόσμος το είχε για ρινγκτόουν μαζί με την άλλη τη μαλακία το «έτσι, βεντούζαρούφα το τρομπόνι», έλεορ.

[Κι εγώ τώρα που τα λέω έτσι απαξιωτικά γιατί τόση καφρίλα δεν παλεύεται, μη νομίζετε, ένα «σε κατάλαβα από τη φωνjή», ένα «είμαστε γεννημένοι ο ένας για τον άλλο», ένα «από μικρός το κάνεις αυτό;» και ένα «καλά θα περάσουμε» μου ξεφεύγει, έτσι, πάνω στην τρέλα μου.]

Σχετικό: δεν περιγράφω άλλο.

Εδώ: Το twitter βοά... Ο Σαντικάι ενηλικιώθηκε... αυτό μόνο τέλος!

Εδώ: L'Atelier de Joel Robuchon, αυτό μόνο, τέλος!

Εδώ- σε τραγούδι: Είμαστε γεννημένοι ο ένας για τον άλλον τέλος (μην πεις τίποτα) και στην καρδιά σου εγώ φωτιά μεγάλη να σου βάλω
τέλος (αυτό μόνο τίποτ' άλλο).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο εντελώς τελείως πανύβλακας, ο πιο-μπετόβλακας-πεθαίνεις.

Παραλλαγή του στόκος (σλανγκοπειραγμένου με το γαμοσλανγκοτέτοιο -αδι).

1.
Μπερδευεις γλυκο μου στοκαδι τον Χαιζενμπεργκ με τον Χαιντενμπεργκ (ο 2ος δεν πηρε νομπελ απλα ηταν ναζι).

2.
Ο τύπος είναι στοκαδι από τα λίγα! Δεν καταλαβαίνει τι καταστροφή κάνει! Όπως προείπε ένας φίλος ποιο πάνω άμα πάει να εξηγήσει σε αυτή τη κουράδ@ θα του απαντήσει «αν δεν τα έπιανα εγώ θα τα έπιανε κάποιος άλλος» Κλασική απάντηση.....

3.
Ti stokadi eisai re hellraiser.. Exei kai alla paidia i mana sou; Dwse ti 8esi sou se kanena allo na dokimasei mpas kai exei kaliteri tixi!!!

  1. Ινσέψιο: στοκάδι με στοχάδι στο μαύρο σκοτάδι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κατάσταση πείνας, ασιτίας. Λέγεται στην Πελοπόννησο.

Έχεις τίποτα για φαγητό; Κόλλησε το στομάχι μου από την αφαγανίλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ονομασία συμβόλου χρησιμοποιούμενου από ακροδεξιούς, φασίστες, νεοναζί κλπ και το οποίο αποτελείται από έναν σταυρό και έναν κύκλο που περιβάλλει το σημείο τομής των βραχιόνων του σταυρού. Σε συμφραζόμενα εκτός τέτοιων κύκλων ή/και πιο δόκιμα συνήθως επιλέγεται ο όρος «κελτικός σταυρός».

Η λέξη «στοχάδι» λέγεται κυρίως από ομιλητές εχθρικούς προς τους φασίστες/νεοναζί, προέρχεται δε από τον στόχο, στον οποίο μοιάζει ο σταυρός, με επιρροή της λέξης αλφάδι.

Από εδώ:

Ο άλλος λέει για ελλάδα και πατρίδα και φοράει το στοχάδι με μπλουζα pit bull germany...ό,τι να ναι

(από patsis, 25/04/14)(από patsis, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published

Στα Χανιά λεγόταν έτσι το σάντουϊτς με γύρο, στα ογδόνταζ, άντε βαριά - βαριά αρχές 90's.

Λόγω σχήματος, επειδή το ανοιγμένο ψωμί σαν σαγόνι κατάπινε τη γέμιση; Λόγω του μεγάλου ανοίγματος των σαγονιών που επέβαλε η βρώση του; Και τα δύο; Ποιος να ξέρει;

Αν και το λήμμα δεν το ήξερα, με συγκίνηση διαπιστώνω ότι σώζεται ακόμη στο (προφανώς σουρεάλ για τους αναμαζωξιάρηδες) μενού κεντρικού σουβλατζίδικου της πόλης:

Σάντουιτς καρχαρίας. Καρχαρίας με γύρο χοιρινό 3.00€; Καρχαρίας με γύρο κοτόπουλο3.20€. Καρχαρίας με κεμπάπ3.20€.

Από 'δώ.

Πραγματικός πρόσφατος διάλογος:

- (παλαιός Χανιώτης τηλεφωνεί σε ντελίβερι) Έλα, θα μου φχιάξεις ένα γκαρχαρία...
- (σουβλατζής νέας κοπής) Ορίστε;
- (παλαιός Χανιώτης) Καρχαρία με γύρο θα μου φχιάξεις ένα...
- (σουβλατζής παλαιάς κοπής, ακούει κι αυτός τον βροντόφωνο πελάτη απ' το τηλέφωνο) - Ασ' το, ξέρω 'γώ τι θέλει...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η δημιουργία νεόκοπων άκλιτων ουσιαστικών μέσω της άμεσης ουσιαστικοποίησης κάποιου ρήματος. Η «ουσιαστικοποίηση» αυτή γίνεται με την προσθήκη ενός άρθρου μπροστά από το πρώτο ενικό του ρήματος (ενεστώτα κυρίως, αυτού που λειτουργεί περίπου ως απαρέμφατο), με νοηματικό αποτέλεσμα την απόδοση σε κάποιο πρόσωπο της ενέργειας του ρήματος ως ιδιότητας σε ακραίο βαθμό. Αυτός ο ακραίος βαθμός συνήθως εμπεριέχει μια ειρωνεία ως προς το πρόσωπο που αφορά.

Η αμεσότητα της «ουσιαστικοποίησης» αφορά στο ότι το νέο ουσιαστικό δεν αποκτά αυτούσια (και κλινόμενη) μορφή, σύμφωνα με τους γενικούς κανόνες (π.χ. διώκτης<διώκω) αλλά διατηρεί αυτή του ρήματος, άκλιτη.

Πρόκειται για συχνό φαινόμενο στην καθομιλουμένη λόγω και του εύχρηστου μηχανισμού του, ο οποίος επιτρέπει τη δυναμική δημιουργία και άλλων, μη παγιωμένων ακόμα τέτοιων ουσιαστικών, εν τη ρύμη και προς εξυπηρέτηση του λόγου.

Υφιστάμενα παραδείγματα: ο γαμάω, ο σκοτώνω, ο σκοτώνω και δεν πληρώνω, ο μπορώ, ο γαμάω και δέρνω, ο δεν κόβομαι, ο πεινάω.

Παραπλήσια και μάλλον σπανιότερα φαινόμενα είναι τόσο η ουσιαστικοποίηση επιρρήματος (π.χ. ο μάλλον), όσο και η δημιουργία ουσιαστικού από συγκεκριμένη έκφραση, με τα μέρη του λόγου περίπου να συνενώνονται (π.χ. άκλιτα: ο στ' αρχίδια μου, ή ο σας-γράφω-όλους-στον-κώλο-μου, κλινόμενα: τασπάος, σασείδας). Επίσης παραπλήσιο είναι και το φαινόμενο του «καθώς μπαίνεις», με το οποίο δημιουργείται ουσιαστικό για πράγμα (άψυχο) και όχι για πρόσωπο.

- Πάμε παιδιά ένα ρασάκι να τους πάρουμε!
- Εγώ βαριέμαι, ράσαρε μόνος σου.
- Άντε ρε κότες, όλα μόνος μου θα τα κάνω;
- Αφού είσαι ο ρασάρω και ο ξεσκίζω ρε φιλαράκι, δώσε πόνο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση απαξίας, μείωσης και υποτίμησης κάποιου ανθρώπου, κατάστασης, πράγματος κλπ.

Παραπλήσιας λειτουργίας εκφράσεις: τελείωνε με ..., γάμησέ μας με ..., μη με ζαλίζεις με ... κ.ά.

Το «τώρα» είναι επιτατικό και μερικές φορές παραλείπεται ή μετατοπίζεται στο τέλος της πρότασης. Ενίοτε προστίθεται, ως επιτατικό, και κάποιο κλητικό επιφώνημα (ρε, μωρέ, βρε).

  1. Από εδώ:

Έλα τώρα με το παραμύθι «ουρές για μια λαγάνα»

  1. Από εδώ:

ΚΑΙ ΠΑΝΕ ΝΑ ΡΙΞΟΥΝ ΙΣΤΟΡΙΚΕΣ ΟΜΑΔΕΣ ΓΙΑ ΝΑ ΣΩΘΟΥΝ ΤΑ ΜΠΑΖΑ ΩΣΤΕ ΝΑ ΕΙΝΑΙ ΕΥΚΟΛΕΣ ΟΙ ΥΠΟΧΡΕΣΩΣΕΙΣ ΤΟΥ ΓΑΥΡΟΥ ΚΑΙ ΔΥΣΚΟΛΕΣ ΓΙΑ ΤΙΣ ΜΕΓΑΛΕΣ ΟΜΑΔΕΣ...ΕΛΑ ΜΕ ΤΙΣ ΜΑΛΑΚΙΕΣ ΤΩΡΑ

  1. Από εδώ:

Έλα μωρέ τώρα με τον Βασιλάκη Καΐλα της δημοσιογραφίας θα ασχολούμαστε; Υπερεκτιμημένος και υπερφίαλος.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο άνθρωπος που ακούει μουσική μπριτ ποπ (brit-pop).

  1. Από εδώ:

Στο δωμάτιό της είχαν μαζευτεί διάφοροι από το έτος που τους είχε καλέσει να φάνε. Οι περισσότεροι μπριτάδες. Περιμένοντας χαζεύουν τηλεόραση που παίζει το Common People στο mute.

  1. Από εδώ:

Έλα οι μπριτάδες
Τρασιά αλλά γουστάρω
oasis champagne supernova official video

Μεγάλη αγάπη <3 (από Khan, 25/04/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Νεόκοπο σλανγκομιμήδι του (προ)εφηβικού πιπιναριού νέας κοπής, εκ της σύντμησης του αγγλικάνικου «you only live once» (YOLO). Carpe diem, όπως έλεγαν και οι αρχαίοι ημών λατίνοι, αλλά όχι με την καλή έννοια.

Το γιόλο μεταδίδεται (ταγκαρισμένο ή αμένσιοτο) από καβλαντιζόμενα σβαγκουροπρεπή μειράκια τ. μπιλήμπερ, ντιρέκτιονερ, στάνερ (και δεν συμμαζεύεται), μέσω τοιουίτερ, φατσομπουκιού, ασκεφέμ, ιμάτζιν, κ.ταλ.

Πέον να σημειωθεί ότι τα γιόλο είναι επικίνδυνα για τους νέους μας καθώς συχνά συνεπάγονται ριψοκίνδυνα καφριλίκια. Χαρακτηριστικό παράδειγμα το ραπερόνι Ervin McKinness που τιττύβισε το εξής κύκνειο τσίου πριν αφήσει το τελευταίο του yo! στην άσφαλτο: «Drunk af going 120 drifting corners #FuckIt YOLO.»

1
Και επειδή όλοι γνωρίζουμε ότι ο κόσμος θα καταστραφεί σε λίγες μέρες... γιόλο.

2.
- Γιόλο. - Ποιος ήρθε;
- Γιόλο λέω. - Τι είναι γιόλο; Ξέρω τη Γιόλου το χωριό στα ακάμωτα της Πάφου, ξέρω τη Γιόλα της θεία μας που έχουμε να δούμε από πριν γεννηθείς, κεσκεσέ Γιόλο, παιδί μου;

3.
Αναβάζει η άλλη σέλφι στο αμάξι και γραφει γιόλο και στο επόμενο φανάρι τρακάρει και πεθαίνει.

4.
Γιόλο, γιόλο, κι όλο γιόλο, Ο άντρας μου θα φάει ανφόλο

5.
Τώρα δε λέει ο κόσμος ''πάμε γι'άλλα'' αλλά ''πάμε γιόλο''.

6. «Χέιτερς γκοννα χέιτ. Γιόλο. Σουάγκ. Μπιτς πληζ .» Τσεκουριά στο γόνατο, μπετόβεργα στο σβέρκο. Όχι κατ'ανάγκη με αυτή τη σειρά.

7.
Σιγά ρε γιόλο, που για να κάνεις μπάντζι τζάμπινγκ είχες καταπιεί εφτά ηρεμιστικά.

Got a better definition? Add it!

Published