Υπερβολικα άσχημη και αποκρουστική γυναίκα.
Ακόμη αγάμητη είναι η σαπιομούνα.
Υπερβολικα άσχημη και αποκρουστική γυναίκα.
Ακόμη αγάμητη είναι η σαπιομούνα.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει «αυτός».
Τι είναι ευτούνος ευτού ρε; (τι είναι αυτός εκεί ρε;)
Got a better definition? Add it!
Έκφραση, σημαίνει «ο ένας και ο άλλος», όταν δεν θέλουμε να αναφερθούμε σε συγκεκριμένα ονόματα. Κυρίως το χρησιμοποιεί κάποιος θυμωμένος που απειλεί κάποιον άλλον.
Δε θα μου πει εμένα ο δείξιος και ο πείξιος τι να κάνω.
Έλα δω, θα σου δείξω εγώ ποιος είναι ο δείξιος και ο πείξιος.
βλ. και ο πάσα ένας
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει το τουφέκι, όπως ήδη έχουν πει.
Μεταφορικά σημαίνει ο άνθρωπος που είναι ευθύς, ειλικρινής.
Μπράβο σου ρε Γιώργη, είσαι γκρας, είπες την αλήθεια, σε παραδέχομαι, μακάρι να ήταν και άλλοι σαν εσένα.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει μεταξύ άλλων το δοχείο για το τυρί.
Μεταφορικά σημαίνει το χοντρό άνθρωπο.
Πιάσε ένα κομμάτι από τη βούτα να φάμε.
Ο βούτας έφαγε ένα κιλό ψωμί και ένα κιλό τυρί μόνος του.
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει ότι
α) κάτι χάλασε, συνήθως για το κρασί
β) έπρεπε να κάνεις κάτι στην ώρα του και πέρασε η ώρα.
Τι έγινε, πώς βγήκε το κρασί;
- Άστο, πήρε βάγια...
- Πήγες στο ραντεβού;
- Όχι δε πρόλαβα, άστο πήρε βάγια τώρα.
Got a better definition? Add it!
αμή: σημαίνει βεβαίως, αμέ, ναι.
αμή τι: είναι πιό ισχυρό από το αμή ως επιβεβαιωτικό.
- Τι λες , θα έρθεις μαζί για μπάνιο;
- Αμή!
- Μπήκε ο μισθός, εσύ πληρώθηκες σήμερα;
- Αμή τί!
Got a better definition? Add it!
Σημαίνει ο άνθρωπος που δε μπορεί να πετύχει κανένα στόχο (μεταφορικά και κυριολεκτικά), δεν ασχολείται με τίποτα, δε προσπαθεί να βρει δουλειά, του αναθέτεις να κάνει κάτι και τα κάνει μαντάρα.
Τι να τον κανεις, είναι ντουφεκαλεύρης, όλη τη μέρα γυρνάει δώθε-κείθε.
Βλ. και τουφεκαλεύρης.
Got a better definition? Add it!
Got a better definition? Add it!
Ρουθούνια.
Βλέπεις τον χαλκιά στο τέρμα και λες ουου κάτι κάφυρα που έχει, μόνο αυτός αναπνέει το γήπεδο.
Got a better definition? Add it!