Η γυναίκα της οποίας ο κόλπος εφαρμόζει απόλυτα με το πέος σου.

- Πώς ήταν το σεξ με την Εύη;
- Μια χαρά, θα την ξαναπάρω τηλέφωνο, είναι ούπα.

(από GATZMAN, 25/08/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τα φορετά στο μπράτσο πλαστικά φουσκωτά σωσίβια, συνήθως χρώματος πορτοκαλί, που φοράγαμε παιδιά όσοι, όπως η υποφαινομένη, σιχαινόμασταν την κουλούρα. Πολύ βολικά και μαθαίνεις και να κολυμπάς έτσι, ενώ με την κουλούρα, τσου.

Το παιδάκι με τα μπρατσάκια.

Got a better definition? Add it!

Published

Το πράσινο σπιράλ αντικουνουπικό (εξ ου και η παρομοίωση με το φίδι) που μυρίζει καμένο δάσος και σιγοκαίεται επί ώρες πάνω σε ένα μεταλλικό καυλάκι και μας θυμίζει τα καλοκαίρια των παιδικών μας χρόνων.

Λέγεται και Κατόλ, από την πρώτη (;) μάρκα που κυκλοφόρησε για το είδος το πάλαι ποτέ.

Μην πασαλείβεσαι με αουτάν, έχω ανάψει φιδάκι.

(από Khan, 03/01/15)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο ιδίωμα του body-building, αποτελεί συνώνυμο του είμαι στον όγκο, ογκώνομαι.

Αναφέρεται, δηλαδή, στην περίοδο που το μπιλντέρι προσπαθεί να αυξήσει τον μυικό του όγκο, φορτώνοντας το σώμα του και με σαβούρα. Αυτό το φορτίο θα επιχειρήσει να το χάσει αργότερα όταν θα είναι στη γράμμωση. Έτσι μεταξύ όγκου και γράμμωσης, η ζωή του σβάρτσου θυμίζει φορτώσεις- εκφορτώσεις ένα πράμα, αφού φορτώνει το σώμα του με κιλά, που θα τα εκφορτώσει στην συνέχεια πριν τα αποκαλυπτήρια. Όμως, το νόημα είναι ότι ενώ τα κιλά που παίρνει στο φόρτωμα είναι βρώμικα, αυτά που θα παραμείνουν μετά το ξεφόρτωμα θα είναι κατ' ελπίδα καθαρός μυικός όγκος. Οπότε με την επανάληψη της διαδικασίας φορτώματος- ξεφορτώματος το μπιλντέρι αυξάνει χρονιά με την χρονιά τον μυικό του όγκο εις βάρος του λίπους.

Τον είχα δει πέρσι τον χειμώνα που φόρτωνε και ήταν στα ογδόντα κιλά. Τώρα ξεφόρτωσε τα οκτώ, αλλά κράτησε και καναδυό σε μύες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κάτι μεταξύ του ό,τι νά 'ναι και του «άσ' τα να πάνε», ίσως μία εκδοχή για να δηλώσει κανείς το «χάλια ό,τι να 'ναι», ή «ό,τι να ναι και σκατά».

- Τι έγινε ρε φίλε, πώς τα πέρασες στις διακοπές; Εκείνο το μαγαζί καλό; καλό;
- Τι καλό ρε μαν!; Τσάκα-μάκα να πούμε! Χάλια μαύρα! Τίποτα δεν άξιζε...
- Τέτοιο χάλι;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η πρακτική ή διαδικασία του να ψειρίζεις, δηλαδή να κλέβεις. Συνήθως, χρησιμοποιείται για κλοπές, όπου: α) αποψιλώνεις ένα σύνολο αγαθών χωρίς να το καταργείς εντελώς, β) είναι μικροκλοπές, γ) είναι ύπουλες και μουλωχτές, και όχι ντεκλαρέ, όπως λ.χ. μια ένοπλη ληστεία τράπεζας ή μια διάρρηξη, βλ. ψειρίζω. Ωστόσο, θα μπορούσε να χρησιμοποιηθεί και για οποιαδήποτε κλοπή.

Η θηλυκή κατάληξη -ική έχει εδώ γαμοσλανγκοτέτοια λειτουργία, όπως λ.χ. στα ψαχτική, πεσιματική κ.τ.ό.

Καλα ρε τεμπελοκουλτουριαριδες, εκτος απο καφε, κανα τσαμπουκα σε ασχετους με την εξουσια, κανα σπασιμο βιτρινας για ψειριστικη, που ειναι η ιδεολογια, η μαγκια; (Εδώ)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται προς συνομιλητή μας κυρίως για να αμφισβητήσουμε εκτίμηση, πρόβλεψη ή προσδοκία του για το μέλλον, ή και μια γενικότερη γνώμη του.

Εννοούμε, δηλαδή, ότι η άποψή του είναι κυριολεκτικά εκ κωλοτρυπίδης ορμώμενη, ή ότι και το αντικείμενο της προσδοκίας του είναι αντίστοιχης πχοιότητας.

Επίσης, όταν σε μια συζήτηση ο συνομιλητής μπαφεριάζει, δηλαδή δεν του έρχεται αμέσως η έκφραση της βαθυστόχαστης σκέψης, αλλά κομπιάζει, μέχρι να ολοκληρωθεί το download.

Σύγκρινε με ρούφα κι έρχεται, καυλομελέτα κι έρχεται.

  1. - Ντάξει δεν πειράζει, λίγους μήνες θα κυβερνήσει ο Σαμαράς, και μετά ούτως ή άλλως, θα έρθει ο Τσίπρας στην εξουσία.
    - Καλά, σφίξου κι έρχεται...

  2. - Δεν βγαίνουμε με τίποτα από το Ευρώ. Ακόμα και να μας βάλουν στον τοίχο οι Γερμανοί, θα ασκήσει πιέσεις ο Ομπάμα και θα μας σώσουν. Δεν θέλουν μια μαύρη τρύπα τόσο κοντά στην Μέση Ανατολή...
    - Καλά, σφίξου κι έρχεται.

  3. - Και να δεις πώς το είχε πει ο Ζίζεκ στην ομιλία του. Ότι ήταν ένας τύπος με μπλε μελάνι, και ένας άλλος με ένα κόκκινο... Και ήταν στη Σιβηρία...
    - Σφίξου αγόρι μου. Σφίξου κι έρχεται...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η τσούλα στα ποδανά.

Πώς ντύθηκε έτσι η λατσού! Το μισό κωλομέρι είναι έξω.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αναφέρεται στο σύνολο των παρελκόμενων μιας συσκευής. Προσοχή: ποτέ έντερα. Συνώνυμα: κολοκύθια, κέρατα, σκατολοΐδια.

Ο όρος είναι ελαφρώς αποδοκιμαστικός, και συχνά δεν λέγεται από τον χρήστη της συσκευής, αλλά από κάποιον του περιβάλλοντός του, που ενδέχεται και να δυσανασχετεί για το κόστος, τη φασαρία, ή το χασομέρι που επιφέρει η χρήση αυτής της συσκευής.

Η αποδοκιμασία φαίνεται και από το γεγονός ότι ο χρήστης του λήμματος αποφεύγει επιδεικτικά να δείξει ότι ξέρει πώς λέγονται τα εξαρτήματα.

Μάζεψε τα άντερα της κιθάρας σου (δηλαδή καλώδια, σταντ κλπ), έρχονται επισκέψεις.

βλ. και γαμίδι, άντερα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Δύο επιπλέον ορισμοί:

  • Λέγεται αποδοκιμαστικά για κάποιον που επιτέλους τελείωσε κάτι (συνήθως στον αόριστο: έσωσε).
  • Στον αόριστο (αντί για παθητική φωνή) για κάτι που σώθηκε.
  1. Όταν έσωσε και ντύθηκε η Άννα, είχαν ήδη φύγει οι άλλοι από το καφέ.

  2. Μού 'σωσε το αλεύρι, πετάξου να φέρεις.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified