Εξελιγμένη version της φράσης στ' αρχίδια μου, που δηλώνει το ίδιο νόημα σε υπερθετικό βαθμό.

Χρησιμοποιήθηκε πρώτη φορά απ' τον Λέντη στις ομώνυμες φάρσες του στις αρχές της δεκαετίας του '90. Η παραλλαγή «δύο αυγά Τουρκίας» συνδυασμένη με τον «αλανιάρη κόκκορα» δεν έχει ακόμη επιβεβαιωθεί απ' τον ίδιο όσον αφορά στην προέλευσή της.

Πιθανότερη εξήγηση είναι ότι ο κόκορας παρομοιάζεται με τον ομιλούντα και είναι τόσο αλανιάρης και σταρχιδιστής, που άμα λάχει μωρή κότα σου ρίχνει και δύο οθωμανικά μανίκια στην τελική και σου κάνει αυγουλάκια.

(εκ της φάρσας)
- Δεν ξέρω κανέναν. Ξένη είμαι εδώ πέρα.
- Στ' αρχίδια μου.
- Τι λέτε;
- Στ' αρχίδια μου, τι μου το λες ότι είσαι ξένη.
- Μας είδε;
- Στ' αρχίδια μου και δυο αυγά Τουρκίας από αλανιάρη κόκκορα.

(από HardcoreGR, 21/02/12)(από Khan, 27/11/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μονολεκτική απειλή προς άτομο που θεωρούμε ότι παρεκτράπηκε και καλούμε προς συμμόρφωση. Χρησιμοποιείται από βαριούς τσαμπουκαλήδες ή από πατεράδες.

Πρόκειται φυσικά για την προστακτική του έρχομαι, με τη μεταβίβαση του τόνου να επιρρώνει την έμφαση. Στην προφορά, το άλφα πρέπει να ακούγεται βραχύ και δασύ (ν' ακούγεται δηλαδή ένα κοφτό χνότο εκεί στο «α»).

Συνώνυμα: για συμμαζέψου, λογικέψου, σύνελθε και τα όμοια.

  1. - Άσε με ρε μπαμπά να κατέβω κι' εγώ για μπάλα!!!... Άααντέεεε!!!... Καί ο Λάκης κατέβηκε καί ο Μάκης καί ο Σάκης καί ο Τάκης καί ο Γάκης!... Έλα ρε μπαμπάαααααα!!... Και ο Ρούλης και ο Σούλης και ο Βούλης και ο Λούλης και ο Κούλης καί ο-
    - Ελά!!...
    - ...

  2. - Ά ρε κωλλόγαυρα, δέν θ' ανέβετε ρε μουνιά να σας δείξουμε ποιόν έχετε πατέρα;
    - Ελά!... Τουμπεκί ο τουρκόγυφτος.
    - [Σηκώνεται σαν αίλουρος] Ποιόν πά' να κάνεις τσαμπουκά ρε φλλ<φάπα>ώρε μη σου γαμ<φάπα>ήσω και χριστ<φάπα>ό και παναγ<φάπα>ία και <φάπα>άγιους απ<φάπα>όστολλους και σ<φάπα>ύνταγμα και βουλλ<φάπα>ή, ανύπαρκτε... Βλλ<φάπα>άκα...
    - ...
    - <φάπα>...
    - ...
    - Ναί ρε μουνί, ΜΠΑΟΚ!...
    [Εδώ πάνω ξεκινάει υπόκρουση Μπούρζουμ ή Μητροπάνου, επαφίεται στον σκηνοθέτη.]

έλα, ελά! (από Jonas, 04/02/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πριν κάμποσα χρόνια, το 1981 αν δεν απατώμαι, ο γνωστός από τότε δημοσιογράφος Τέρενς Κουίκ παρουσίαζε το βράδυ της Κυριακής προς Δευτέρα, από την μοναδική και κρατική τηλεόραση, απ' ευθείας τα αποτελέσματα των τότε βουλευτικών εκλογών.

Εκείνο το βράδυ, πάρα μα πάρα πολλές φορές, ανέφερε τη φράση «συνδεόμαστε με Κ.Α.Ι.Ρ.Ο.», τα οποία και ήταν τα αρχικά από ένα τηλεφωνικό πληροφορικό σύστημα της εποχής για μετάδοση δεδομένων, που μάλλον μόνο ο ίδιος το γνώριζε, μιας και που ποτέ ξανά δεν ξανακούστηκε, τουλάχιστον τόσο επανειλημμένα.

Ο ίδιος έδειχνε να απολαμβάνει τη μυστηριώδη ανατολίτικη ατμόσφαιρα που δημιουργούσε η λέξη, χρησιμοποιώντας την κατά κόρο και αποφεύγοντας να δώσει ιδιαίτερες τεχνικές λεπτομέρειες γι' αυτήν, όπως θα όφειλε λόγω της συνήχησής της με τη γνωστή και όμορφη εξωτική πρωτεύουσα της Αιγύπτου, με την οποία όμως και δεν είχε απολύτως καμία σχέση.

Τόσο πολύ αναφέρθηκε εκείνο το βράδυ (γέμιζε το στόμα του Τέρενς, γελούσαν και τ' αυτιά του, όταν το' λεγε), έτσι ώστε να καταντήσει να γίνει σλόγκαν.

Τελικά σήμερα η φράση κατέληξε να σημαίνει επίδειξη αδιαφορίας, περιφρόνησης και κώφευσης στα λεγόμενα κάποιου.

Γενικώς η σύνδεση παραπέμπει σε τηλεφωνική τοιαύτη και μάλιστα, όταν πρόκειται για δημόσια υπηρεσία ή παράκληση («μια στιγμή να σας συνδέσω”), απαρρέκκλιτα σημαίνει ότι το τηλέφωνο που σας συνέδεσαν 1) δεν θα απαντάει ποτέ, 2) θα είναι συνεχώς κατειλημμένο, 3) εάν απαντήσει θα σας πουν ότι ο υπάλληλος απουσιάζει, 4) θα σας ζητήσουν να καλέσετε εσείς ... αργότερα επειδή είναι απασχολημένοι, 5) θα σας απαντήσουν ότι δεν γνωρίζουν, 6) θα σας απαντήσουν ότι δεν είναι αρμόδιοι, 7) θα σας επιπλήξουν που τους χαλάσατε την ησυχία.

Ουδόλως απορίας άξιον λοιπόν είναι, πως κάθε έκφραση που περιέχει το ρήμα «συνδέω», κατέληξε να έχει αρνητική εννοιολογική σημασία.

- Καλά ... εγώ του μιλούσα κι αυτός με είχε συνδέσει με Κάιρο.

(από iwn, 24/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Βγαίνει από την λέξη motor και αναφέρεται συνήθως στο μηχανάκι το οποίο έχουν στην κατοχή τους οι μοτόρηδες (διότι δεν τους ανήκει δικαιωματικά), που βγάζει αυτόν τον εκκωφαντικό θόρυβο που κάνει το τύμπανο του αφτιού σου να δονείται ασύστολα.

Ο μοτόρης αναφέρεται συνήθως σε κάγκουρες οι οποίοι το παίζουν ραλιάρηδες με τα οχήματά τους (μηχανάκια τους),
αλλά δεν γνωρίζουν τίποτα από Κ.Ο.Κ., αλλά ούτε ένα χαρακτηριστικό από τα μηχανάκια τους.

- Κατεβαίναν οι κάγκουρες την λεωφόρο με τα μοτόρια τους και ήταν λες και γινόταν πόλεμος απ' έξω...

- Κατέβαινε καβάλα πάνω στο ΑΤΙ (μηχανάκι) ο μοτόρης, το 'παιζε και αλήτης!!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παράδειγμα εδώ Γιατρέ μου, η πίεσή μου τις τελευταίες ημέρες είναι απόλυτα φυσιολογική. Κάτω από 130/90 mm/Hg. Απάντηση : Μπράβο δικέ μου. Αντετοκούμπωσες.

Αντετοκούμπωμα: Η άψογη εκτέλεση πράξης ή αποτελέσματος προς τιμή του Αντετοκούμπο!!

Got a better definition? Add it!

Published

Ευχή που λέγεται προς τα εσχάτως εμβολιασθέντα άτομα. Πανδημιακό κοβιντιακό λήμμα, του πρώτου κύματος των εμβολιασμών, την περίοδο των πρωτοθρομβώσεων των Αστραζένεκανς.

-Έκανα το εμβόλιο! - Άντε! Καλή ανοσία! Ποιο έκανες; - Το Άστραζένεκα. - Α, οκ, θα πεθάνεις λοιπόν.

Got a better definition? Add it!

Published

Η εκσπερμάτωση, το χύσιμο, στην ορολογία των μπουρδελιάρηδων και των τσοντόβιων.

Υπάρχουν τουλάχιστον δύο εκδοχές για την προέλευση του όρου. Η πρώτη εκδοχή συνδέεται με τις ταινίες πορνό και τις σκηνές εκσπερμάτωσης οι οποίες έχουν πολλές φορές παραλληλιστεί (είτε από καλλιτεχνικά ψαγμένο σκηνοθέτη τσόντας είτε απλά στη φαντασία του θεατή) με άνοιγμα σαμπάνιας. Η εκσπερμάτωση λοιπόν αποκτά υπό τον όρο εκπωμάτωση αντίστοιχη δυναμική με το άνοιγμα σαμπάνιας και την εκτόξευση του άσπρου αφρού. Όπως γίνεται αντιληπτό μιλάμε για μία γκλαμουράτη εκδοχή του χυσίματος η οποία αποδίδεται με τον, μάλλον αδόκιμο για την γκλαμουριά της περιπτώσεως, τεχνικό όρο εκπωμάτωση.

Η δεύτερη εκδοχή συνδέεται με την φυσιολογία της εκσπερμάτωσης. Όπως αναφέρει και το σάιτ της ιατρικής σχολής του ΑΠΘ (εδώ)) «Η εκσπερμάτωση περιλαμβάνει δύο φάσεις - την προώθηση και την εξώθηση. Η πρώτη φάση αναφέρεται στη συλλογή του σπερματικού υγρού στη βάση του πέους και δεν συνοδεύεται από κάποια έντονη αίσθηση, παρά μόνο, ίσως, από την αίσθηση του επερχόμενου οργασμού. Η δεύτερη φάση απαιτεί τη σύσπαση των μυών, οι οποίοι είναι υπεύθυνοι για την εκσπερμάτωση, και συνδέεται με την μεγάλη ηδονή που συνοδεύει τον οργασμό» (αφού το διάβασα αυτό κατάλαβα γιατί μ’ αρέσει όταν χύνω). Αυτή η σύσπαση των μυών λοιπόν παρομοιάζεται με την απελευθέρωση του φελλού κατά την διάρκεια ανοίγματος φιάλης και έτσι έχουμε την προέλευση του όρου εκπωμάτωση.

Και στις δύο εκδοχές είναι βέβαιο ότι ο όρος εκπωμάτωση συνδέεται με την συσσωρευμένη αγωνία και προσδοκία για χύσιμο και την επακόλουθη χαλάρωση.

Σύμφωνα με μία τρίτη αδόκιμη εκδοχή η προέλευση του όρου οφείλεται καθαρά στην ακουστική ομοιότητα των δύο λέξεων.

Το Ζάκκειο εκπωμάτωσις είναι επίσης γνωστό.

  1. - Τσοντάδικο ή αίθουσα ΚΨΜ, στο υπόβαθρο ακούγονται ήχοι σεξουαλικής επαφής οι οποίοι καταλήγουν σε ένα μακρόσυρτο «χύνννννωωωωωω!»
    Στην αίθουσα ακούγεται: «Εκπωμάτωσις! Πλοπ!»

  2. - Πριν πέρασα από το 18 (το διπλανό μαγαζάκι) οπου ηταν μία εντελώς αίσχος η Νάταλι, (η πίπα της ήταν η αποθέωση, θα έλεγα οτι δεν ακούμπαγε καν τον πούτσο, δεν κατάλαβα πως το έκανε) τέλος παντων, μετά από ελάχιστο σπρώξιμο σταμάτησα (πριν την εκπωμάτωση ευτυχώς), να βρώ καμμιά πιο αξιοπρεπή κοπέλλα........... (από εδώ)

Πρώτη εκδοχή! (από lifeingr, 06/08/10)Δεύτερη εκδοχή (από lifeingr, 06/08/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αυτός που με λιγα λόγια έχει ξεμείνει στη ζωή, ο ανίκανος στην ζωή. Δεν ελπίζει πλέον για κάτι, απλά άσκοπα περιμένει κάποια αλλαγή στην μονότονη ζωή του. Είναι γνωστό ότι η μοίρα τον έχει πετάξει και περισσεύει σαν άτομο.

-Φίλε τα έμαθες για τον Στέργιο; Έχασε την δουλειά του, τον παράτησε η γυναίκα του και πέθανε ο σκύλος του.

-Άσε μάγκα, ξέμεινε ο τυπάς. Είναι εντελώς υπολειπόμενος πλέον.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνήθως απαντάται στην έκφραση "μασαρεύω τα πράματα": τακτοποιώ, περιποιούμαι (δηλαδή ποτίζω, αρμέγω, βάζω τροφή όταν χρειάζεται) τα πρόβατα και τα λοιπά ζώα (βούδια, γαδάρους, ζά κλπ). Ετυμολογία από το ιταλικό masseria: αγρόκτημα. Από το masseria προέρχεται και το τοπωνύμιο Μεσσαριά, που συναντάται σε διάφορα μέρη της νησιωτικής χώρας. Από μιά ματιά στο γούγλη βρήκα στη Θήρα, στην Κω, στην Κύθνο και τη Μεσσαρά της Κρήτης. Η εναλλακτική ετυμολογία, "εν μέσω των ορέων" => "μεσαορία" => "μεσαριά", μάλλον αποτελεί πορτοκαλισμό. Τουλάχιστον, όσον αφορά στην Μεσσαριά της Κύθνου, η προτεινόμενη ετυμολογία δίνεται από τον εγκυρότατο μελετητή του νησιού Αντώνιο Βάλληνδα, κατά τα τέλη του 19ου αιώνα, ενώ η εναλλακτική δεν "στέκει" τοπογραφικά: Η Μεσσαριά ή Χώρα της Κύθνου είναι χτισμένη σε χαμηλό οροπέδιο, χωρίς να περιβάλλεται από βουνά.

- Νικολό μωρέ! Τα μασάρεψες τα πράματα;
- Τα μασάρεψα πατέρα. Θες άλλο τίοτα, γιά να παένω;
- Όχι γιέ μου, πάενε στο καλό!

Πέρα όμως από την καθαρά αγροτική χρήση, η λέξη έχει επεκταθεί και στην οικιακή/καθημερινή ζωή με την έννοια του "τακτοποιώ", "καταφέρνω", "βολεύω", κυριολεκτικά ή μεταφορικά.

Μωρή Φρόσω, έλα να με βοηθήσεις να μασαρέψουμε το σπίτι. Θά'ρχουνε μουσαφιραίοι*.

μουσαφίρης: φιλοξενούμενος, από το τουρκικό misafir.

- Ηντά'παθε το χέρι σου και τό'χεις δεμένο;
- Μού΄φυε το σφυρί, 'κειδά που κάρφωνα μια πρόκα, και το μασάρεψα!

Επίσης το παρακάτω δίστιχο από παροδοσιακό τραγούδι της τάβλας, με αρκετή δόση αυτοσαρκασμού.

"Στην πόρτα σου ξενύχτησα με δυό σπαθιά ζωσμένος
και πήα να μασαρευτώ και σφάηκα ο καημένος"

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εκ του αγγλικού «flex» που σημαίνει «επιδεικνύω» και την ελληνική κατάληξη ρήματος -αρω. Επομένως, σημαίνει καυχιέμαι/υπερηφανεύομαι για κάτι δικό μου και το δείχνω επιδεικτικά σε άλλους.

- Ο Μάνος έκανε τατουάζ και το φλεξάρει συνεχώς μπροστά μας.

Got a better definition? Add it!

Published