Το γνωστό ισπανικό τραγούδι Besame Mucho σημαίνει «φίλα με πολύ», αλλά ο Νεοκύπριος που δεν κατέχει την ισπανικήν παρά μόνο την αγγλικήν του Lower απ' το University of Pouchester και την σλανγκικήν, το έχει κατανοήσει ως «παίξαμε μούτσο». Δεδομένης όμως της σημασίας του μούτσου στην κυπριακήν τε και καλαμαρικήν, η έκφραση χρησιμοποιείται για καταστάσεις ακραίας μαλακίας.

Πηγή: Λήμμα πέσαμε μούτσο και σχόλιο Vrastaman.

- Πώς πήγε η ομάδα.
- 'Ασ' τα! Παίξαμε μούτσο κι αποκλειστήκαμε!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σύνθετη λέξη εκ των «τσουτσούνι» και «παίζω». Σημαίνει τον αυνάνα, τον μαλάκα.

- Τι κάνεις εκεί ρε τσουτσουνοπαίκτη καραγκιοζοπαίκτη!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο σλανγκισμός, που είναι πολύ παλιός και ξεθυμασμένος και πλέον τον χρησιμοποιούν μόνο οι μπαμπάδες μας και όσοι άλλοι πάσχουν από σλανγκιπενία. Καταγράφεται στο slang.gr μόνο και μόνο για λόγους επιστημονικής ευσυνειδησίας των καβουροσλανγκοσαύρων, αλλά χωρίς ίχνος ευχαρίστησης.

Σωβρακολογείς; Ή κιλοτάρεις;
– Ωχ, μωρέ! Άρχισες τους μπαμπαδισμούς και γελάς κιόλας με τον εαυτό σου! Διάβασε λίγο slang.gr, να μορφωθείς, γιατί έχεις μείνει πολύ πίσω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χρησιμοποιείται σε καλλιτεχνικούς κύκλους ως ευφημισμός για κάτι ανάλογο με το casting couch, δηλαδή για ρόλους που παίρνουν ηθοποιοί, τραγουδιάρες /-άρηδες, μοντέλα με το σπαθί τους και με το βυζογραφικό τους. Γενικότερα, για σχέσεις που αναπτύσσουν Ζαχόπουλοι εργοδότες σε καλλιτεχνικούς κύκλους, λ.χ. σκηνοθέτες κ.τ.λ. για να προωθήσουν, άκα ζμπρώξουν την καλλιτεχνική καριέρα των προστατευομένων τους. Το ορίτζιναλ είναι το casting couch των ταινιών πορνό, όπου τυπάδες σε στυλ Pierre Woodman δοκιμάζουν το πληθωρικό ταλέντο των πρωταγωνιστριών τους ιδίοις πούτσασι.

Ασίστ: Πονηρόσκυλο.

  1. - Πού έχουν χαθεί η πρωταγωνίστρια κι ο σκηνοθέτης και τους ψάχνουμε τόση ώρα;
    - Της κάνει μια οντισιόν.

  2. Οι κακές γλώσσες λένε ότι η Πάμελα Άντερσον πήρε τον πρώτο της τίτλο Μις με οντισιόν από την κριτική επιτροπή.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η σέξι μετεωρολόγος νέας κοπής, που λιγότερο δείχνει τα μετέωρα φαινόμενα και περισσότερο μετεωρίζει τον κώλο της. Το σινάφι της Έλενας Πούτση και της Πετρούλας. Παίρνει την δουλειά με βυζογραφικό.

«Μόλις τελείωσε» η μετεωροκώλος, μόλις τελειώσαμε κι εμείς...

(από Dirty Talking, 04/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο μπουλούκος. Ηχοποίητη λέξη που φαίνεται τρυφερή μόνο σ' αυτήν (-ον για λούγκρα) που την λέει, ή μάλλον, διόρθωση, σ' αυτόν που την ακούει, γιατί κι αυτή που την λέει, τον κοροϊδεύει από μέσα της.

Άδωνις Γεωργιάδης.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η χαρακτηριστικά ελληνική σχιζοφρένεια, δηλαδή με την ευρύτερη έννοια, η τρέλα και το χάος. Καθιερώθηκε και από την ομώνυμη εκπομπή.

Ένα μποτιλιάρισμα σκέτη ελληνοφρένεια!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ό,τι διαφορά έχει το έπος από τον θρύλο, τέτοια διαφορά έχει κι η επική μουνάρα απ' την θρυλική μουνάρα. Κοντολογίς, η επική μουνάρα είναι ακόμη πιο μουνάρα απ' την θρυλική μουνάρα που είναι ήδη μουνάρα! Φαντάζεστε!!!

Κι απ' αυτό είναι το Λίλιαν!

Olga Kurylenko (από Hank, 04/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μια μουνάρα κάπως σαν το θεόμουνο ή την τριφασική μουνάρα, αλλά όχι ακριβώς. Πάντως στα ίδια κυβικά.

Θέλει και ρώτημα; Το Λίλιαν!

Got a better definition? Add it!

Published

Η ζάχαρη στον καφέ.

Να μην συγχέεται με την poustiά.

-Πώς τον θες ωρέ τον καφέ, νταηλίδικο ή πούστικο;
-Νταηλίδικο ωρέ!

Τον φέρνει ο ένας, τον πίνει ο άλλος, και μετά:
-Ε, δεν βάζεις και λίγη πουστιά;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified