Το πολύ μικρό αμάξι. Τόσο μικρό που μπορεί να χωρέσει μεταφορικά κι εκεί που δεν λάμπει ο ήλιος. Για τις κυρίες απ' το να βρέχονται με το παπί και να χαλάει και το μαλλί, ας είναι και έτσι...

- Άντε μωρή με το υπόθετο ! ( ευγενής προσφώνηση νεοέλληνα ιππότη της ασφάλτου προς smart-άκισα που τον έκλεισε)

Με λίγη προσπάθεια... (από Marco De Sade, 29/05/09)Το σωστό σχήμα (από poniroskylo, 29/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο τάπας, ο κοντός. Ειδικά ο κοντός ποδοσφαιριστής, γιατί όταν τρέχει μοιάζει με κουβαρίστρα που κυλάει.

- Καλός ο Σάλπι. - Άντε ρε με την κουβαρίστρα.

Μπαμπαγκίντα (από Marco De Sade, 29/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το μεγάλο καβούρι. Ο αρχιτσιγκούναρος. Η μητέρα όλων των καβουρομαχών. Ο δεν πληρώνω-δεν πληρώνω. Αυτός που έχει καβουροπολυκατοικία στην τσέπη.

Καβουρομάνα ο πεθερός του Τάκη. Σε σαντουιτσάδικο του έκανε το γαμήλιο τραπέζι.

Τώρα που σε πιάσαμε, θα πληρώσεις... (από Marco De Sade, 01/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Τρώω γκομενάκι. Το φιστικώνω. Το γράφω στον κατάλογο με τις κατακτήσεις. Από το ιταλικό colazione = κολατσιό, τσιμπολόγημα.

  2. Δαγκώνω κάποιον / κάποια στο πορτοφόλι. Του / της τσιμπολογάω χρήμα.

  1. Το έχεις κολατσίσει το μωράκι;

  2. Άσε μαλάκα, δεν κολατσίζεις εδώ, είναι καβουρομάνα ο τύπος.

Μετά το κολατσιό, ακολουθεί η κανονική μάσα (από Marco De Sade, 01/05/09)...Φτάνει μη σου κάτσει τίποτα τέτοιο στο λαιμό (από Marco De Sade, 01/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η παπάτζα της χλιδής. Η παραμύθα που εμφανίστηκε τα τελευταία δέκα χρόνια σύμφωνα με την οποία όλοι έχουν δικαίωμα στην χλιδή ακόμα και όταν δεν έχουν τα αναγκαία προσόντα (ειδικά τότε). Μπορούν άφοβα να υπερκαταναλώνουν χωρίς να παράγουν. Αυτό επιτυγχάνεται με πολλούς τρόπους: αγορές χωρίς προκαταβολή και με αμέτρητες δόσεις, κάρτες, επιταγές, καταναλωτικά δάνεια. Το αποτέλεσμα είναι ότι οι βδέλλες γίνονται πλουσιότερες, ενώ οι πελάτες τους εξοικειώνονται με νομικούς όρους όπως: κατάσχεση, αναγκαστική εκτέλεση, πτώχευση, τόκοι υπερημερίας...

Είναι μια ακόμα προσφορά του διεθνούς μάρκετινγκ στους νεόπτωχους.

  1. Η προσωπική παραμύθα της χλιδής την οποία χτίζει κάποιος γύρω του με σκοπό να προκαλέσει το ενδιαφέρον και την προσοχή των άλλων. Είναι ένας από τους τρόπους (πρόσκαιρης) βελτίωσης της ερωτικής ζωής. Συνήθως έχει καταστροφική κατάληξη για τον χλιδοπαπάτζα /την χλιδοπαπατζού, εκτός εάν προλάβει να κάνει κανένα καλό γάμο όσο είναι ακόμα στα πάνω του / της.

Ο όρος-θεσμός στην σημασία #2, που αποτέλεσε την βάση για την σημασία #1, δεν είναι καινούργιος. Εμφανίστηκε την δεκαετία του '50 με πρώτους διδάξαντες τους Ιταλούς. Οι κάτοικοι των ΗΠΑ τον έκαναν επιστήμη στην δεκαετία του '80.

  1. «...Η φούσκα της χλιδοπαπάτζας έσκασε και μάλλον ήταν η τελευταία στην σειρά με τις φούσκες...» (από την Μπαρμπουτιέρα)

  2. Χλιδοπαπάτζας είναι ο τύπος. Άμα τον γυρίσεις ανάποδα, δεν θα πέσει ούτε κέρμα. Άκουσα ότι σε λίγο του παίρνουν και την Μαζεράτι. Ό,τι πήδηξε, πήδηξε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλες οι παροιμίες που εμπεριέχουν άμεσες αναφορές σε κάποια ερωτική πράξη, συμπεριφορά, κατάσταση ή ιδιότητα. Το απαύγασμα της λογοκριμένης, αλλά επίμονα παρούσας, λαϊκής σοφίας (και φιλοσοφίας). Η εκδίκηση της γλωσσικής υποκουλτούρας.

Λέγεται και «σεξορητό» ή «πορνορητό». Αρκετές φορές σπάει το ηθικοπλαστικό φράγμα με το βάρος της λογικής της και καθιερώνεται στην καθημερινή γλώσσα.

Μερικά δείγματα:

(Μεταξύ γυναικών)

- Τι λέει ο καινούργιος σου στο κρεβάτι;
- Γι' αυτόν δεν ισχύει η σεξοπαροιμία «μικρός στο μάτι μεγάλος στο κρεβάτι». - Δηλαδή; - Θα έπρεπε να την αλλάξουν σε «μικρός στο μάτι, αρχίδια στο κρεβάτι».

Μάσκες και αποκριά, είναι του γέρου η χαρά... (από Marco De Sade, 25/03/09)Από ολότελα, καλή κι η Παναγιώταινα... (Άκυρο. Καλύτερα να την κόψω.) (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ωραίο, αεράτο, χλιδάτο, κυριλέ μουνί. Συνήθως κάτω των 20 ετών. Η εξελίξιμη ενζενύ. Η φουριόζα debutante. Μάλλον αυτή που ενέπνευσε το σεξορητό: «Πες μου πότε χύνεις, να 'ρθω να κοινωνήσω».

- Τί μουνέτο είναι εκείνη ή γκόμενα του Τζόνι, ρε μαλάκες...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Το κάρφωμα ή ξεκώλιασμα ωραίου και νεαρού μουνέτου, συνήθως ενός φιλέ μινιόν, καθ' όλα λεπτεπίλεπτου πιπινιού.

  2. Επίσης η ακατανόμαστη πράξη αυτή καθεαυτή. Ακόμα και το αντικείμενο του πόθου.

  1. Πω-πω για σουβλάκι που είναι αυτό το πιπίνι...

  2. Πέρασε ένα σουβλάκι πριν από λίγο...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Γαμάω. Καρφώνω αλύπητα με την σούβλα. Ξεκωλιάζω.

Μερικές φορές χρησιμοποιείται αποκλειστικά για το πρωκτικό σεξ.

Σούβλισα ένα μουνάκι προχτές, του γάλακτος λέμε...

Κάτι τέτοιο έχω στο μυαλό μου...  (από Marco De Sade, 25/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όταν τρεις και άνω γκέις κάνουνε πάρτι με ούζα σε συγκεκριμένη στάση, ο ένας πίσω από τον άλλον, όπως τα βαγόνια του τραίνου. Καμιά φορά στη φάση παίζουν και γυναίκες με φορετά τσουτσούνια.

Στη Μύκονο γίνονται κάτι τρενάκια το καλοκαίρι, που χάνει η μάνα το τεκνό...

Τσούφ-τσούφ... Μην κουνιέστε πολύ κορίτσια γιατί θα πάμε άπατοι στη χαράδρα... (από Marco De Sade, 25/03/09)Ντούμπι Μπράδερς (σε μιξάρισμα αλα Σίστερς όμως). (από vikar, 07/10/10)

βλ. και καροτσάκι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified