Ορισμός της αργκό που εννοεί το γνωστό ναρκωτικό, την άσπρη.

Τι έγινε ρε Γιακουμή, έφερες τη χιονάτη;;;

(από Khan, 29/12/12)(από Khan, 29/12/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέγεται όταν κάποιος έκανε μια πετυχημένη αλλά απίστευτη πρόβλεψη, ή είχε αναπάντεχη και συνάμα φανταστική έμπνευση.

Ο Μήτσος έπαιξε το Άρσεναλ - Τσέλσι 1-2 ημίχρονο 4-3 τελικό ακριβές σκορ. Πέντε Χιλιάρικα πήρε! Τι όνειρο είδε;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός για προσδιορισμό γκόμενας. Λέγεται για να δώσουμε έμφαση στην περιγραφή μιας κοπέλας η οποία είναι ελκυστική από πίσω, αλλά αποκρουστική από μπροστά. Θυμίζει τον μαγνήτη που από τη μία μεριά τραβάει, και από την άλλη σε διώχνει.

Πως σε φαίνεται η Ντίνα; Καλό γκομενάκι, με ωραίο κώλο αλλά λίγο μαγνήτης είναι. Έχεις δει μύτη που έχει; Σα καρφί είναι

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έκφραση ελληνική, όπως το «ασσόδυο», που προσδιορίζει τα φύλλα του παίκτη στο poker.

Όπ, ήρθε και ο ασσόπαπας και το flop έχει άσσο-ντάμα-τρία.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κούκος (μονός - διπλός) με ή χωρίς καπέλο: Παραλλαγή της γνωστής σε όλους μας πόκας .

Συνήθως το λέει κάποιος μάγκας στον άλλον, ενώ έχουν κάνει μαύρο, προτρέποντας τον , να παίξουν αυτήν την συγκεκριμένη παραλλαγή της πόκας ως ένδειξη ανδρείας...

- Έχεις κανα χαρτάκι μαζί σου ; - Φυσικά, πάμε κανένα κούκο μονό a volonte' (αβολοντέ)!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ποντιακή λέξη. Λέγεται ακόμα από οικογένειες όπου μεγάλωσαν σε προσφυγικό περιβάλλον. Τούρκικης προελεύσεως. Σημαίνει «Λες και / σάμπως / υποτίθεται ότι».

- Δεν πήγαμε για μπάλα σήμερα, γιατί δούλευε από το πρωί...
- Ζατίμ άδεια είχε πει ότι θα έπαιρνε...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χαρακτηρισμός προσώπου ο οποίος είναι άσχετος με το μπάσκετ και χαρακτηρίζεται έτσι ώστε να δείξει ότι ο άλλος είναι εντελώς αδέξιος και δεν πετάει μπάλα, αλλά τούβλα στην μπασκέτα.

- Την Τετάρτη πάμε για μπάσκετ με τον Μήτσο; - Με αυτόν τον τούβλοβιτς, εγώ, δεν παίζω μπάσκετ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση ακουσμένη από την γιαγιά μου. Αντίστοιχο του «Βιολί βιολάκι». Επίσης χρησιμοποιείται και για κάποιον που θα κάνει αυτό που θέλει ακόμα και αν ξέρει ότι δεν είναι καλό.

- Εγώ του είπα ότι αυτή η γυναίκα δεν είναι για αυτόνα και αυτός την παντρεύτηκε... Ορτουλούμ ορτουλούμ...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που προσδίδει κύρος σε αυτόν που βρίσκεται στην παραπάνω κατάσταση. Είναι χαρακτηριστική φράση ενός νεοέλληνα.

- Μήτσο , έχεις να με δώσεις κάνα ψιλό ; δανεικά πάντα...
- Πού να σε δώσω ρε Τάκη έμεινα πανί με πανί και χρωστάω σε όποιον μιλάει Ελληνικά...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Αστεϊσμός που δηλώνει το πόσο μεγάλο πέος έχει ένας αρειανός... Λογοπαίγνιο που πηγάζει από το «κίτρινη κάρτα».

Και ναι κύριε... πάρε την κίτρινη κάρφα σ'!

Υπάρχει ζωή στον Αρη ! (από GATZMAN, 09/02/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified