Selected tags

Further tags

Τα κάνω όλα μόνος μου, δίνω τα ρέστα μου, σηκώνω την ομάδα στις πλάτες μου, ζωγραφίζω, κάνω παπάδες, είμαι μια ορχήστρα μόνος μου. Ενίοτε από ανάγκη γιατί κανείς συμπαίκτης μου δεν τραβάει (όλοι τρομπάρουν) και ενίοτε γιατί είμαι μερακλωμένος και γουστάρω. Σημειωτέον, όταν ο παίχτης σολάρει, όλοι κάθονται ανάμερα άουτ οφ ρισπέκτ και ενίοτε τον σιγοντάρουν χτυπώντας παλαμάκια. Α, τώρα που είπα παλαμάκια, ο πραγματικός σολίστας-μόρτης δεν τα σηκώνει γιατί -και καλά- νιώθει ότι τον μετατρέπουν σε σπετάκολο-περφόρμερ, ενώ αυτός την ώρα του σολάζ κάνει κατάθεση ψυχής.

  1. - Ευτυχώς που έχουμε τον καραφλό να σολάρει από τα δεξιά και ας είναι στα τριανταφεύγα του. Μεγάλη παιχτούρα σου λέω - αν είχε και κεφάλι θα έπαιζε στη Ρεάλ.
    - Σιγά το πάγκρεας που ξεθαρρεύτηκε με το τσικό που έχει απέναντι του. Αν ρίξουν πάνω του τον Σολάρι, θα πάψει να σολάρει.

  2. (σε μάθημα σολφέζ)
    - Όταν εγώ στο πιάνο, εσύ σολάρεις. Δυο, τρία, πάμε!

solaris (από allivegp, 15/05/09)Mount Solaro, Capri, Italy (από allivegp, 15/05/09)Santiago Solari (από allivegp, 15/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Τζι έιτς είναι η Αυξητική Ορμόνη (Growth Hormone) στη συνθηματική γλώσσα των μπίλντερς, αλλά και των άλλων αθλητών, των λεγόμενων «ευγενών» αθλημάτων.

Η τζι έιτς δεν συγκαταλέγεται στα steroids, είναι μια κατηγορία μόνη της. Αυξάνει όχι μόνο τη μυική μάζα αλλά και τα οστά, ενώ μετριέται σε μονάδες. Ιδιαίτερα αγαπητή στους κολυμβητές, καθώς μεγαλώνει τα άκρα (μεγαλακρία) και τα κάνει σαν βατραχοπέδιλα, μονίμως ενσωματωμένα. Λέγεται π.χ. ότι αυτός που πήρε σβάρνα τα παγκόσμια ρεκόρ κολύμβησης στην τελευταία ολυμπιάδα (δε θυμάμαι τώρα πως τον λένε) πρέπει να χτυπάει ίσαμε 12 μονάδες αυξητική ημερησίως.

G.H. is magic. Ογκώνει, γραμμώνει, ξανανιώνει, 3 σε 1 κι όλα αυτά συγχρόνως, χωρίς να χρειάζεται να μπεις στη διαδικασία «παίρνω όγκο σαβουριάζοντας και μετά κάνω γράμμωση αυξάνοντας τις πρωτεΐνες και κόβοντας τα υπόλοιπα». Δεν έχει παρενέργειες όπως τα steroids (που αν δεν ξέρεις να τα κουμαντάρεις, παίζει να σου πέσει και το πουλί και να χρειάζεσαι γερανό για να το σηκώσεις).

Η τζι έιτς είναι φρούτο της δεκαετίας του ’80. Σήμερα παρασκευάζεται χημικά, στην αρχή όμως την έπαιρναν από νεκρά έμβρυα (πιο δραστική αλλά και πιο επικίνδυνη λέγεται). Τέτοια έπαιρνε κι ο Αντρέας ο Παπαντρέας κάποτες και γαμούσε κι έδερνε. Ήδη στο Αμέρικα είναι κοινή πρακτική για όσα γερόντια επιθυμούν να παραμείνουν κοτσονάτα.

Γενικά παίδες έχετε υπόψη πως ο άνθρωπος όπως τον ξέραμε αλλάζει. Τα όρια ανάμεσα στο «φυσικό» και το «τεχνητό» γίνονται όλο και πιο ρευστά (τα γράφω αυτά και σαν ένα είδος hommage στον γίγαντα Jean Baudrillard).

- Φίλε παίζει να έχω κάνει και 40 κύκλους φαρμάκι συνολικά, τζι έιτς όμως δεν έχω βάλει. Παίζει κι ένα ιστορικό ζάχαρου στην οικογένεια και το ψιλοφοβάμαι.
- Στ’αρχίδια σου, έτσι κι αλλιώς γράμματα είσαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μποντιμπιλντεράδικες φλέβες. Δέον όπως προφέρονται «φλεβίδγια» (όπως αρχίδια).

Τα φλεβίδια ουδεμία σχέση έχουν με τις φλατ και φλώρικεςφλέβες των κοινών θνητών (ξέρετε, αυτές που χρειάζεται να σφίγγει κανά μισάωρο η νοσοκόμα μ’ εκείνη τη μαλακία για να μπορέσει τις πετάξει λίγο έξω και να σου πάρει αίμα). Μη σας ξεγελά η κατάληξη –ίδια (που παραπέμπει σε υποκοριστικό). Quite the opposite. Τα φλεβίδια είναι διογκωμένα ορμητικά ποτάμια, που διασχίζουν τα μπράτσα (και όχι μόνο) του φετιασμένουαθλητή, σχηματίζοντας περίπλοκα γραμμικά και πλαστικά μπαρόκ μοτίβα, ανακαλώντας δαιδαλώδεις διακλαδώσεις υπεραιωνόβιου δένδρου (ζωγραφίζω ο πούστης). Εξυπακούεται πως φλεβίδια και γράμμωση πάνε πακέτο. Δεν νοείται το ένα χωρίς το άλλο.

Τα φλεβίδια αναδεικνύονται και πετιούνται (σαν τη Ρωμιοσύνη στα Λιανοτράγουδα του Ρίτσου ένα πράμα) όταν μειωθεί δραματικά το λίπος, πιο συγκεκριμένα αν αρχίσει και πέφτει σε μονοψήφια νούμερα το ποσοστό του επί της όλης σωματικής μάζας. Tip: το σωματικό λίπος δεν είναι μόνο υποδόριο (που περιβάλλει τους μύες) αλλά εισχωρεί ύπουλα και εντός αυτών!

Τα φλεβίδια είναι παράσημα. Διαχωρίζουν τα πρόβατα από τα ερίφια (δηλαδή τους άγριους από τους μπουχέσες) στην άτυπη (κι αλίμονο τόσο αληθινή) ιεραρχία στο χώρο του γυμναστηρίου. Όποιος τα έχει μπόλικα απολαμβάνει το ρησπέκ και το θαυμασμό των συναθλητών του.

All time classic φλεβίδια είναι οι δύο βασιλικές φλέβες, χοντρές σα μακαρόνια σπαγέτο μικρό νούμερο, που διασχίζουν τους δικέφαλους βραχιόνιους μύες (τα ποντίκια εν στενή εννοία). Αν τραβιέσαι με γυμναστικούλα κάποιο καιρό και δεν έχεις πετάξει ούτε αυτά, τότε χέσε μέσα Πολυχρόνη που δε γίναμε ευζώνοι. Καλύτερα πάψε να το παίζεις βαριτζής και γύρνα το στο πλέξιμο. Παράδεισος του φλεβιδίου είναι επίσης οι μύες του πήχεος, δηλαδή η κερκίδα και η ωλένη (πςς…).

Για πιο εξτρίμ φλεβοκαταστάσεις, το φαρμακάκι επιβάλλεται. Τότε βλέπεις ξάφνου να ξεπετιούνται φλεβίδια στα πόδια (βλέπε Κεντέρης), στους ώμους, το στήθος, την πλάτη. Γενικά χρειάζεται μια προσοχή και μια ρέγουλα, κι αν το παραχέσει κανείς παίζει να φαίνεται λιγουλάκι αντιαισθητικός. Διότι μας έχουν προκύψει τα τελευταία χρόνια κάτι κομπλεξικές γκόμενες που και καλά δε γουστάρουν τους πολύ γυμνασμένους και θέλουν ο άντρας να έχει το μπυροκοιλάκι του. Ου να μου χαθείτε κάργιες!

Ρε φίλε, τελευταία ο Μήτσος έχει φλεβιάσει άσχημα, το ‘χεις προσέξει;
Παίζει να κάνει διατροφή κι έτσι το παλικαράκι..
Καλά τραγούδα. Τέτοια φλεβίδια αγορίνα μου χωρίς να πέσει στο γυαλί φαρμάκι δεν παίζει ούτε με σφαίρες.

O μπαμπας του Dirty (από Vrastaman, 16/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλιά αγαπημένη σλανγκιά της λεβέντικης αθλητικής δημοσιογραφίας, κυρίως στα σίξτις και τα σέβεντις. Σήμερα έχει μάλλον περιπέσει σε ψιλοαχρησία, λίαν αδίκως κατά τη γνώμη μου, δεδομένης της εξαίρετης παραστατικότητας και των μακάβριων/δρακουλιάρικων συνδηλώσεών της. Πιο συγκεκριμένα, αφορά – τι άλλο – το χώρο της Μπάλας (μία είναι η μπάλα και σίγουρα όχι αυτή με τα καυλόσπυρα).

Ο ποδοσφαιριστής που τρώει παιδιά είναι ο παιχταράς, η παιχτούρα, ο μάγος της μπάλας, ο φοβεγός και τρομεγός, ο μέγας μπαλαδόρος, ο οδοστρωτήρας, ο γαμάουερ, αυτός που κάνει παπάδες, που ζωγραφίζει στο τερέν, που ρίχνει ξύλο μεταφορικά και κυριολεκτικά (άσχετο, τι θυμήθηκα τώρα, εκείνο το ξεγυρισμένο μπουκέτο του Κολλιτσιδάκη σε ματς Ολυμπιακού-Παναθηναϊκού πριν καμιά δεκαριά χρόνια – απευθείας κόκκινη και τον πούλο).
Από καιρού εις καιρόν η έκφραση ξεθαβόταν από το χρονοντούλαπο της (ποδοσφαιρικής ιστορίας) και σε μεταγενέστερα χρόνια, π.χ. ένας κανίβαλος που τελικά αποδείχτηκε γιαλαντζί ήταν ο Ρασίντι Γεκινί, ο νιγηριανός που μας τον φόρεσε στο μουντιάλ του 1994 και μετά τον τσίμπησε ο γαύρος. Ο εν λόγω αραπάκος αποτελεί τυπική περίπτωση μεταγραφικής φούσκας που στην πορεία ξεφούσκωσε, εν μέρει εξαιτίας των υπερβολικών προσδοκιών με τις οποίες είχε επενδυθεί η περίπτωσή του. Και ιδού το συμπέρασμα δια της επαγωγικής μεθόδου: όταν σκάσει κάποιος φορτωμένος με τη φήμη κανίβαλου, οι αυθέντικ κανίβαλοι της εξέδρας είναι σε επιφυλακή για να τον κατασπαράξουν σε ενδεχόμενη διάψευση φημών-αρκούδων που εκτρέφονται εντέχνως από τα λαμόγια τους παράγοντες, που συντηρούν τη μαστούρα / καψούρα / αρρώστια των φανατικών.

- Πώς με κόβεις φέτος, πάω για πρωτάθλημα ντουγρού, έτσι;
- Τι να σου πω, από χαφ είσαι κομπλίτα, στην άμυνα την παλεύεις, θες όμως ένα φορ που να τρώει παιδιά...

Fransisco Goya: Ο Κρόνος τρώει τα παιδιά του. (από Hank, 19/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Χτυπάω την μπάλα κάτω και αυτή αναπηδάει. Τριπλάρω. Συναντάται κυρίως στην Κρήτη όπου οι μπασκετμπολίστες «μπιστάνε» τη μπάλα. Επίσης πριν από κάθε φιλικό αγώνα ποδοσφαίρου ακούγεται η φράση: «μπιστάει τρεις!», φράση που σημαίνει ότι η μπάλα θα αναπηδήσει 3 φορές χωρίς κανείς να την ακουμπήσει μέχρι την τρίτη αναπήδησή της.

Άλλος ορισμός είναι ότι θα σε πετάξω κάτω. Θα σε δείρω. Συνοδεύεται κυρίως από το πρόθεμα κωλό-, που κάνει την έκφραση ακόμα πιο σκληρή.

  1. - Ρε τον είδες τον ψηλάγκουρα; Πρώτα έκανε βήμα και μετά μπίστηξε τη μπάλα. Βήηηηματα ρεεε!

  2. - Λοιπόν παίδες έτοιμοι; Άντε δεν μπορούμε να περιμένουμε άλλο. Λοιπόν ξεκινάμε! Μπιστάει τρείς..

  3. - Μαλάκα κάτσε ήρεμα γιατί θα σε μπιστήξω κάτω.
    - Θα μου κλάσεις..
    - Θα σε κωλομπιστήξω λέμε....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Επειδή όταν παίζαμε μπάσκετ το απόγευμα στο προαύλιο του σχολείου δεν είχαμε διαιτητές, τζάμπολ και άλλα τέτοια φλώρικα, κάπως έπρεπε να αποφασιστεί ποιος θα έχει την μπάλα στο ξεκίνημα.

Η διαδικασία κατά την οποία κάποιος διαλέγει (προτείνει) σημείο στο γήπεδο με την μπάλα στο χέρι, ή -πιο σπάνια- κίνηση του τύπου μπάσιμο, γύρω από τη μέση, κάτω από το πόδι και μέσα από το αυτοκίνητο του γυμναστή έλυνε το πρόβλημα. Ε, παίρνοντας την μπάλα ο τύπος που θα έκανε αυτό έλεγε «προτείνω», αν και κάτι αθηνέζοι νομίζω το λέγανε «ρωτάω».

Από κει και πέρα (όπως λένε και οι αθλητές στις δηλώσεις μετά τα ματς), οι δυνατότητες είναι δύο: το μπει-μπει και το μπει-δε-μπει. Στην πρώτη περίπτωση σουτάρουν και οι δύο και ανάλογα με την έκβαση παίρνει κάποιος την μπάλα ή ξαναπροτείνει κάποιος. Στην δεύτερη ο αντίπαλος αυτού που προτείνει αποφασίζει ποιος θα σουτάρει, και σουτάρει μόνο ένας.

Ασσίστ: Χανκ.

- Προτείνω. Βολή κουτάλα μπει-δε-μπει.
- Τομπούστη, κάν'το να διούμε τι θα καταλάβεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο παιδικός τρόπος σουτ στο μπάσκετ:

  1. Πιάνουμε τη μπάλα με τις παλάμες να κοιτάνε προς τα πάνω και την φέρνουμε στο ύψος (;) της λεκάνης.
  2. Την πετάμε με χάρη προς τα ψηλά και περιμένουμε το αποτέλεσμα.

Για προφανείς λόγους υστερεί οικτρά σε ματς (θέλει χώρο για να κάνεις τη μανούβρα και είναι πρακτικώς αδύνατον να σημαδέψεις, χώρια οι τάπες), αλλά απαιτεί λιγότερη δύναμη από ένα κανονικό σουτ.

(λόγω σλανγκιπενίας δίνω το ίδιο παράδειγμα με εδώ)
- Προτείνω. Βολή κουτάλα μπει-δε-μπει.
- Τομπούστη, κάν'το να διούμε τι θα καταλάβεις...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για έναν παίχτη που σέρνεται, βρίσκεται σε άλλο γήπεδο, πατάει τα κορδόνια του και πέφτει, με λίγα λόγια είναι κρέας σε υπερθετικό βαθμό.

Αντώνυμο: παιχτούρα.

– Πολύ κρέας αυτός ο σέντρα-φορ που πήραμε φέτο. Μ΄αυτόν δεν βάζουμε γκολ ούτε στην Άνω Βροντού. – Μόνο κρέας; Πάγκρεας και βάλε...

pancreas (από allivegp, 22/05/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το ποδοσφαιρικό παιχνίδι αλάνας όπου ένας κάθεται τέρμα και οι υπόλοιποι προσπαθούν να του βάλουν γκολ μόνο αν, πριν το τελικό σουτ, έχει προηγηθεί πάσα-σέντρα στον αέρα. Αν η μπάλα βγει out -αλλά όχι πάνω από τα δοκάρια-, τότε ο τελευταίος που ακούμπησε τη μπάλα κάθεται τέρμα.

Αυτός που ορίζεται πρώτος τερματοφύλακας συνήθως ξεκινάει με 11 πόντους, ενώ οι υπόλοιποι με 9. Με κάθε γκολ που δέχεται, μειώνεται το σκορ του τερματοφύλακα κατά ένα. Βέβαια αν το γκολ επιτευχθεί με «τακουνάκι», με το στήθος, με «ανάποδο ψαλίδι» κτλ, τότε μετράει για παραπάνω γκολ.

- Λοιπόν, πάμε ένα ψηλάκι μέχρι να έρθουν και οι υπόλοιποι να ζεσταθούμε κιόλας;

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. (η περισσότερο γνωστή σημασία)
    Κόκες, πρέζες και σχετικά παράγωγα. Σε αντίθεση πάντα με το χασίς που είναι σε στερεή μορφή (πρεσαρισμένο / πατικωμένο / σοκολάτα) ή χόρτο.

  2. (η λιγότερο γνωστή σημασία)
    Μποντιμπιλντεράδικα συμπληρώματα διατροφής σε μορφή σκόνης, που διαλύονται σε νερό, γάλα ή χυμό. Οι πιο γνωστές σκόνες είναι οι περιβόητες πρωτεΐνες, που διακρίνονται βασικά σε «όγκου» (περιέχουν πολλούς υδατάνθρακες, τη λεγόμενη σαβούρα), «γράμμωσης» (οι λεγόμενες καθαρές), «ενδιάμεσες» (ή «ογκογράμμωσης», με λίγους υδατάνθρακες). Υπάρχουν κι άλλες σκόνες: κρεατίνες, γλουταμίνες και άλλες ειδικές «φόρμουλες», σχεδόν όλα με την κλασική κατάληξη -ίνη.

Οι σκόνες αυτές είναι κατά βάση ακίνδυνες, εκτός βέβαια κι αν κάποιος αρχίσει να καταπίνει καθημερινά υπερποσότητες, οπότε θα πάει μάλλον για μια ξεγυρισμένη πλύση στομάχου. Οι σκόνες, καθ' όλα νόμιμες και εγκεκριμένες από ΕΟΦ κι έτσι, προσφέρουν μεγάλα περιθώρια κέρδους στον έμπορα, σε αντίθεση με τα πολύ πιο αποτελεσματικά και πολύ πιο επικίνδυνα steroids. Αυτά τα παίρνει κανείς στην ξεφτίλα, π.χ. μια ενεσούλα τέστο θα σου κοστίσει το πολύ 2,5-3 ευρώ.

Καμιά φορά, σπάνια πλέον, παίζει να σου πασάρει κανείς και μουφάτζικες σκόνες, που αντί για πρωτεΐνη είναι τίγκα στη ζάχαρη (παρόμοιοι τρόποι νοθείας εφαρμόζονται ως γνωστόν και στις πρέζες / κόκες). Τότε λέμε ότι πιάστηκες μαλάκας, διότι σου πούλησαν αλεύρια.

  1. «Ο Γουίλι ο μαύρος θερμαστής από το Τζιμπουτί»

Στίχοι: Καββαδίας Νίκος
Μουσική: Μικρούτσικος Θάνος
Πρώτη εκτέλεση: Βασίλης Παπακωνσταντίνου

Ο Γουίλι ο μαύρος θερμαστής από το Τζιμπουτί
όταν από τη βάρδια του τη βραδινή σχολούσε
στην κάμαρά μου ερχότανε γελώντας να με βρει
κι ώρες πολλές για πράγματα περίεργα μου μιλούσε

Μου 'λεγε πώς καπνίζουνε στο Αλγέρι το χασίς
και στο Άντεν πώς χορεύοντας πίνουν την άσπρη σκόνη
κι έπειτα πώς φωνάζουνε και πώς μονολογούν
όταν η ζάλη μ' όνειρα περίεργα τους κυκλώνει

Μου 'λεγε ακόμα ότι είδε αυτός μια νύχτα που 'χε πιει
πως πάνω σ' άτι εκάλπαζε στην πλάτη της θαλάσσης
και πίσωθε του ετρέχανε γοργόνες με φτερά
σαν πάμε στ' Άντεν μου 'λεγε κι εσύ θα δοκιμάσεις

Εγώ γλυκά του χάριζα και λάμες ξυραφιών
και του 'λεγα πως το χασίς τον άνθρωπο σκοτώνει
και τότε αυτός συνήθιζε γελώντας τρανταχτά
με το 'να χέρι του ψηλά πολύ να με σηκώνει

Μες στο τεράστιο σώμα του είχε μια αθώα καρδιά
κάποια νυχτιά μέσα στο μπαρ Ρετζίνα στη Μαρσίλια
για να φυλάξει εμένα από έναν Ισπανό
έφαγε αυτός μια αδειανή στην κεφαλή μποτίλια

Μια μέρα τον αφήσαμε στεγνό απ' τον πυρετό
πέρα στην ʼπω Ανατολή να φλέγεται να λιώνει
θεέ των μαύρων, τον καλό συγχώρεσε Γουίλ
και δώσ' του εκεί που βρίσκεται λίγη απ' την άσπρη σκόνη

  1. - Τι έγινε μητσάκο, πώς πάμε; Πρηζόμαστε, πρηζόμαστε;
    - Το κατά δύναμιν φίλος... Τώρα μόλις πήγα και πήρα μια πρωτεΐνη, καινούρια μάρκα... Για να δούμε πως θα μας πάει...
    - Είσαι αδιόρθωτος αγόρι μου. Εφτακόσα ευρά παίρνεις όλα κι όλα, και πας και τ' ακουμπάς σε σκόνες και μαλακίες. Έτσι το μόνο που πρήζεται είναι η τσέπη του κωλοέμπορα, όχι εσύ...
    - Καλά, μην το λες, έχω δει διαφορά σε σχέση με πριν...
    - Τι διαφορά και αρχίδια με τη ρίγανη μου λες ρε μητσάκο... Αφού σου 'χω πει, δε θέλει κόπο, θέλει τρόπο... Βάλε λίγο φαρμακάκι καημένε κι έχεις τουμπανιάσει πριν το πάρεις χαμπάρι...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified