Η έννοια του παραπάνω είναι ότι, αν δεν έφαγες τις ανάλογες σφαλιάρες μικρός θα τις φας μεγάλος (δεν υπάρχει περίπτωση να μη σε γονιμοποιήσουν).

Δηλαδή, καλύτερα να την φας τη φάπα μικρός μιας και η μαλακία που θα έκανες είναι μικρή και η σφαλιάρα είναι επίσης μικρή και διδακτική, μιας και δεν άκουσες την μασημένη τροφή που σου έδιναν οι γονιοί σου.

Και γιατί, να την ακούσεις θέλεις να πάθεις για να μάθεις όταν είσαι μικρός.

Διότι, αν την φας μεγάλoς, βράσε όρυζα. Θα πονέσει αρκούντως και τρώγοντας την μεγάλος και η μαλακία που έκανες είναι ΜΕΓΑΛΗ.

Θέλω να πω ότι καλά θα είναι η διδαχή να γίνεται στα μικρά με διάφορα μέσα («το ξύλο βγήκε από τον παράδεισο»).

Και γιατί όχι, αφού, μη εξαιρουμένου του γράφοντος, δεν ακούμε ποτέ τους μεγαλύτερους όταν είμαστε μικροί.

Όταν λοιπόν εκεί που δεν πίπτει ο λόγος πίπτει η ράβδος, τα αποτελέσματα είναι μακροχρόνια και διδακτικότατα. Σου μένει το κάτι τι, ρε παιδί μου, και προσέχεις καλύτερα τα συρματοπλέγματα της ζωής.

Σήμερα βλέπουμε κάποιους ανθρώπους γύρω μας που φέρονται περίεργα και τους ανεχόμαστε - ή και όχι. Εάν «ή και όχι», τότε «go to» στα μικράτα του που δεν έμαθε με τον πατροπαράδοτο τρόπο να φέρεται ως αρμόζει στην κοινωνία μας που είναι γεμάτη από καλυμμένα ζωώδη ένστικτα, έτοιμα να ξεπηδήσουν ανά πάσα στιγμή από μέσα μας, λαμβάνοντας υπόψη και την κοινωνική πίεση που υποβόσκει στην διεφθαρμένη μέχρι το κόκαλο κοινωνία μας.

Θα έλεγα, καταλήγοντας, ότι ας δημιουργούμε αντίγραφά μας με δυνατότητα να φέρονται σωστά και να μην είναι μόνον καλοί ερευνητές.

Ευ ζην δεν είναι μόνον τα θρανία αλλά ο συνδυασμός με την πραγματική ζωή μας.

- Ε ρε, τι σωστά που φέρεται αυτός ο άνθρωπος.
- Ε ναι, ρε φίλε, ήξερα τους γονείς του - άψογοι όπως και αυτός, τον εκπαίδευσαν σωστά.
- Έτσι, έτσι και αν δεν γαμήθηκες μικρός θα γαμηθείς μεγάλος, λέει μια παροιμία. Αυτός λοιπόν γαμήθηκε μικρός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Όλος-χρόνος-κλασικό χίπικο σύνθημα. Θυμίζει και sex, drugs & rock n' roll, θυμίζει και Jean-Jacques Rousseau για τα καλά του φυσικού ανθρώπου. Το νόημα είναι η επιστροφή στις φυσικές αξίες, όπως το γαμήσι, μακριά από τις επιτηδεύσεις του καπιταλισμού και με λίγο χασισάκι για ακόμη μεγαλύτερο πασιφισμό. Σύγκρινε: Αφήστε τα μίση και πιάστε το γαμήσι.

«Χασίσι, γαμήσι κι επιστροφή στη φύση» το νέο σύνθημα ζωής του Πέρι απ' όταν πήγε να ζήσει στο Αμπιτζάν. Δεν συμβιβάζεται με τίποτα λιγότερο από την ζούγκλα, τον Πιερ, και τον Ουίλι τον μαύρο θερμαστή από το Τζιμπουτί.
(Σ.ς.: Μετά φταίω εγώ που τον κράζω σε κάθε παράδειγμα;).

Αααα, η φύση... (από Galadriel, 07/10/10)

Got a better definition? Add it!

Published

Ο πολύ καλός οδηγός χρησιμεύει και σεξουαλικά προκείμενου να οδηγήσει τον σύντροφό του / της σε οργασμό.

Επίσης συναντάται σε κατασκηνώσεις προσκόπων και προσκοπίνων (οδηγών). Αν καμία είναι έξοχος μούναρος την αποκαλείς «οδηγάρα μου» για να μην πάρουν γραμμή τα λυκοπουλάκια και γίνεις μπετούγια σκουριασμένη.

- Φτού ... χα φτού
- Τι έπαθες Νόντα και φτύνεις;
- Τι να πάθω ... να, πάρκαρα το μηχανάκι μου σε ένα κενό 2 μέτρα και εκεί που ξεκαβάλαγα κάποιος μου κορνάρει, κοιτάζω και τι βλέπω, μια αυτοκινητάρα 6 μέτρα και τον οδηγό να μου λέει ότι θέλει να παρκάρει και να πάρω το μηχανάκι. - Και και;
- Τον κοιτάζω καλά καλά και του λέω «ρε φίλε, αν το παρκάρεις εδώ εγώ θα σου τον πάρω πίπα».
- Και τι έγινε ρε; - Φτού χα χα φτού τον πούστη, οδηγάρα!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Κείνο που μας τρώει, κείνο που μας σώζει.

  1. Calypso lit dans un mou nid au bord de l'eau.
  2. Chamonix
  3. mea colpa
  4. άβυσσος το μουνί της γυναίκας!
  5. αγαθομούνα
  6. αγαρμπομούνα
  7. αιδοίο το οδοντοφόρο - δαγκανόμουνο - vagina dentata
  8. αιδοιόκυνος
  9. Αιδοίον πέλαγος
  10. αιδοιοφόρο
  11. αιδοιοφόρος ορίζοντας
  12. ακατάσχετη μουνορραγία
  13. άλλο Τουπαμάρος κι άλλο το μουνί της Μάρως
  14. Αμοκάτσι ... Αμουνίκε ... Ρουφάι
  15. ανάγκη πού'χει η Μάρω, πού 'ν' το μουνί της μαύρο
  16. αναμουνή
  17. αναρχομούνι
  18. αντρικό μουνί
  19. άπατα
  20. Από τον κώλο στο μουνί, δυό δάχτυλα και κάτι τι.
  21. από φωνή... μουνάρα!
  22. αραχνομούνα
  23. αρχιμύδεια
  24. αρχοντομούνα
  25. αχλαδομουνοπατσαβούρα
  26. βρακί αυτοκινήτου - εσώρουχο με τρύπα
  27. βρήκαμε μουνί, το θέλουμε και ξυρισμένο
  28. βρωμομούνα
  29. γαμώ το μουνί που σε πέταγε
  30. γαμώ το μουνί της Εύας
  31. γαμώ το μουνί της Καλιρρόης
  32. γαμώ το μουνί της οικογένειάς του!
  33. γατάκι
  34. γκαστρωμένο μου μουνί, του πούτσου μου μεζές
  35. γκόμενα με αρχίδια
  36. γλειφομούνι
  37. γλωσσίδι
  38. δαγκωτό
  39. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί ξυρίζεται
  40. εδώ ο κόσμος καίγεται και το μουνί χτενίζεται
  41. έλα μουνί στον τόπο σου
  42. εμού του αιδοίου
  43. επική μουνάρα
  44. έχει να δεί μουνί από βάφτιση
  45. έχει πήξει το μουνί μας
  46. έχει πιξελιάσει το μουνί μας!
  47. ζαχαρομούνα
  48. Η λάρα, η νάρα και το καυτό συναπάντημα
  49. η ωραία μέρα του μήνα
  50. θεομουνία
  51. θεόμουνο
  52. θρυλική μουνάρα
  53. καβλομούνα
  54. και οι παντρεμένες έχουν μουνί
  55. κάλπη
  56. καμένο ντουί
  57. καμηλό
  58. κι άμα γεράσει το μουνί, η τρύπα δεν εφράζει, μα της ψωλής τα γηρατειά είναι πικρό μαράζι
  59. κλαμμένο μουνί
  60. κλαψομούνα
  61. κουτί
  62. λεβεντομούνα
  63. λιβαδομούνι, φυλάω
  64. μαδομούνι
  65. μαλλιαρομούνα
  66. Μανάρα
  67. μαυρομούνα
  68. με υπομονή κι επιμονή, ο κώλος γίνεται μουνί
  69. μύδι
  70. μι εις τη νιοστή
  71. μινέτο
  72. -μούνα, -γκόμενα
  73. μουνάθροιση
  74. μουνάκιας
  75. μουνάντερο
  76. μουνάρα
  77. μουναρδέλι
  78. μουνάρχιδο
  79. μουνάτο
  80. μουνί απ' τα Καλάβρυτα
  81. μουνί καλλιγραφία
  82. μουνί καπέλο
  83. μουνί κλαμένο
  84. μουνί με ρύζι
  85. μουνί της λάσπης και του αγρού
  86. μουνί τραγιάσκα
  87. μουνί τσοκολάτα
  88. μουνιδάκι
  89. μουνίκακας
  90. μουνίλα
  91. Μουνιόθ
  92. Μουνιόθ Καπέλο
  93. μουνιού, του
  94. μουνισμός
  95. Μουνίτις, Πέδρο
  96. μουνίτσα
  97. μουνοβατερλώ
  98. μουνόγαλα
  99. μουνοείλωτας
  100. μουνόλυσσα
  101. μουνομάχος
  102. μουνοπλαγιά
  103. μουνοπλακέτα
  104. μουνοπλημμύρα
  105. μούνος
  106. μουνόσκυλο
  107. μουνότριχα
  108. μουνοτρύπανο
  109. μουνούχω / ευνουχομούνα / μύδουσα
  110. μουνόχειλο
  111. μούνστορμ
  112. μουνώνας
  113. μουτζό
  114. μούτι
  115. μπαγαποντοξούρα
  116. μπαγαποντοπλαστική
  117. μπαργομούνα
  118. μπερδεψομουνιά
  119. μπικίνι
  120. μπουζουκομούνι
  121. μπροστομούνα
  122. μύδι
  123. νάρα
  124. νιμού
  125. ξανθό μουνί, τρελό γαμήσι
  126. ξεκωλόμουνο
  127. ξεμουνιάζω
  128. ξινομούνα
  129. ξινομουνίαση
  130. ο κώλος είναι το μουνί του μέλλοντος
  131. οδοντογλειφίδα
  132. παλιομούνι
  133. παρακαλετό μουνί, ξινό γαμήσι
  134. πες μου πότε έχεις περίοδο, να 'ρθω να μεταλάβω
  135. πηγαδομούνα
  136. πηγάδω
  137. πήρε άδεια το μουνί να παίξει πασαβιόλα
  138. πιάνω αράχνες
  139. πινελάκι
  140. πινέλο
  141. πλακομούνα
  142. πλακομούνι
  143. πολλά μουνιά τριγύρω μας, στον πούτσο μας κανένα
  144. πουνάνι
  145. πουτόπιστος
  146. πουτσοπαγίδα
  147. πούττος
  148. πυξλαμούν
  149. ραδίκι σγουρό
  150. σάντομουνιτς
  151. σεισμομούνα
  152. σίστος / σσιήστοςσισυφομούνα
  153. σκαντζόχοιρος
  154. σκεφτόμουνα
  155. σπαθί
  156. στο μουνί μου το ιδιότροπο
  157. στρειδομούνα
  158. τεστ ντράιβ
  159. την έγλειφα και άπλυτη
  160. της έδωσα το μουνί στο φουαγιέ
  161. της θειάς σου το μπουγαδοκόφινο
  162. τι να πει κανείς για το μουνί της αλληνής;
  163. το μουνί και το πριόνι, όποιος δεν τα ξέρει ιδρώνει
  164. το μουνί και το χταπόδι όσο το χτυπάς απλώνει
  165. το μούνι πηγάδι, της έκανα
  166. το μουνί σέρνει καράβι
  167. το μουνί στο πιάτο
  168. το μουνί της Χάιδως
  169. το μουνί το δίφορο, παίρνει τον κατήφορο.
  170. το μουνί το λένε βιόλα και τον πούτσο πασαβιόλα
  171. το μουνί το λένε Γιώτα και τον πούτσο Παναγιώτα
  172. του μουνιού το πανηγύρι
  173. Τουβλομούνα
  174. τούνελ
  175. τρε μουνι
  176. τριφασικό μουνί
  177. τρύπα
  178. βγάζω το φίδι από την τρύπα
  179. τρώω το μύδι με το τσόφλι
  180. φαρμακομούνα
  181. φλίτσι-φλίτσι
  182. χαζομούνα
  183. χαυνομούνης
  184. χοάνη
  185. χωρίστρα
  186. ψωλότσεπη
  187. ωδείο

Λέξεις για τους όρχεις και τα αντρικά γεννητικά όργανα συνολικά: αρχίδια, ζουβάχια, καλαμπαλίκια, καμπανέλια, καρύδες, κοκόβια, κοχόνια, κρεμαντζόλια, λιμπά, λυμπά, μπομπόλια, οικογένεια, παπάρια, τζοχανταραίοι. Ειδικά για συνώνυμα του πέους δες πέος.

Λέξεις για τα γυναικεία γεννητικά όργανα: γατάκι, κουτί, μουνί, μουτζό, μύδι, νιμού, πιπί, πουτί, πράμα, τρύπα, ψωλότσεπη.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Μειωτική / φαλλοκρατική, μεταφορική έκφραση με αποδέκτη άτομα γένους θηλυκού, που υποτίθεται ότι έχουν έντονη σεξουαλική δραστηριότητα και εναλλάσσουν πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους.
Ως γνωστόν, η διαφορά της γαμιόλας με την πουτάνα είναι ότι η πουτάνα γαμιέται με όλους, ενώ η γαμιόλα με όλους εκτός από εμάς.

Η σκύλα είναι ένα θηλαστικό, το οποίο όταν βρίσκεται σε γόνιμες μέρες (κοινώς, όταν «σούρνει») αλλάζει πολλαπλούς ερωτικούς συντρόφους, με αποτέλεσμα να μην γνωρίζουμε ποιος είναι ο κύων που την άφησε έγκυο.

  1. Απόσπασμα από σχόλιο διαδικτυακού forum:

«Γενικά η ηλικία των 40 ετών για τις γυναίκες είναι άκρως επικίνδυνη και οι περισσότερες γαμιούνται σαν σκύλες, σαν άνεργες πουτάνες, είναι τα τελειώματα της νιότης και αυτό τρελαίνει, τι να κάνουμε...».

  1. - Ρε Κωστάκη, πως θα γίνει να γνωρίσουμε εκείνο το μωρό που σε χαιρέτισε το Σάββατο στα μπουζούκια; Θέλω να το αγαπήσω...
    - Μη στεναχωριέσαι, η κοπέλα γαμιέται σαν σκύλα. Κάνε κίνηση και θα φας, εγγυημένα...

FACOM σκύλα μεγάλη με ράμφη κεκαμένα (από pavleas, 16/02/09)(από vip, 01/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Καλοτυχία που οφείλεται σε πρωκτική ευρύτητα, βλ. και ευρύπρωκτος. Ο λόγος που αυτό συμβαίνει δεν έχει εξηγηθεί με σαφήνεια, ωστόσο απόψεις περί του θέματος θα συναντήσουμε πολλές - με μυστικιστική σχεδόν πάντοτε χροιά («κάτσε να σε γαμήσω για να στο πω», «θα πρέπει να σου ανοίξω το τσάκρας» κ.τ.λ.).

Το μέγεθος του φάρδους ποικίλει ανά περίπτωση και οι τιμές που μπορεί να πάρει προκαλούν δέος.

Φαινόμενο με μεγάλη εντροπία που έχει απασχολήσει από τους αρχαίους καιρούς τους διανοητές (Ευκοιλίδης-τσιρλίδειον εμβαδόν, Φάρδυλος-βιογραφία, Γκαστόνιος-Ουόλτεια Δίσνεια κομιξιλειακά κ.α.)

Κωλοφαρδία, κώλος και φάρδος ταυτίζονται συχνά σαν έννοιες και έχουν ευρεία χρήση.

- Μεγάλο φάρδος ο Χαρούλης, τα κονόμησε από το «τζόκερ».
- Α τον κώλο!

Άμα λέμε για φάρδος. (από Galadriel, 22/03/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Η επιδιόρθωση του μεϊκάπ στα γρήγορα (πχ στο αυτοκίνητο), τελευταία στιγμή πριν μας δουν οι άλλοι.

  2. Οι βελτιώσεις στο πρόσωπο και το σώμα που επιτυγχάνονται με τη βοήθεια της πλαστικής χειρουργικής και που έχουν σκοπό την επανόρθωση της εικόνας μας προς το νεανικότερο.

  1. - Άντε πια δέκα ώρες με το καθρεφτάκι μέσα στο αυτοκίνητο, αργήσαμε!
    - Κάτσε ντε να κάνω ένα ρεκτιφιέ, τόσην ώρα στον δρόμο ήμασταν...

  2. - Ξέρετε γιατρέ, δεν θέλω τίποτα σπουδαίο, ένα μάζεμα εδώ στο διπλοσάγονο, λίγο να μου πάρετε την κοιλιά και τα γόνατα, μια ανόρθωση γλουτών και στήθους, να μου εξαφανίσετε την ευρυαγγία και την κυτταρίτιδα, ένα μποτοξάκι στο μέτωπο, και είμαι εντάξει. Ένα απλό ρεκτιφιέ, δηλαδή.

Got a better definition? Add it!

Published

Η πουστιά. Αλλά το «πουστρηλίκι» φανερώνει μια λίγο πιο μόνιμη ιδιότητα (κατά τα «προεδριλίκι», «παραγοντιλίκι»), είναι τουρκογενής λέξη, οπότε παραπέμπει στα έθιμα της οθωμανικής περιόδου, και είναι κάτι που το ασκεί ως οιονεί εξουσία ο γκέης.

Τι τσατσιές και πουστρηλίκια είναι αυτά, γαμώ το φελέκι μου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Σπάω κάποιον (και όχι «την σπάω σε κάποιον») είναι μια παλαιομοδίτικη και υπερπρόστυχη έκφραση που σημαίνει σοδομίζω.

Η φράση αναφέρεται κυρίως στη ζημιά που προκαλείται στο σφιχτήρα την πρώτη φορά που κάποιος τον παίρνει και γέρνει, και προφανώς αρέσει στους πολύ έμπειρους γεροντόπουστες που τη χρησιμοποιούν γιατί ακριβώς τους θυμίζει τα νιάτα τους και την / τις πρώτες τους σεξουαλικές συνευρέσεις.

Το σπάω δηλαδή έχει εδώ και την έννοια του εκπορθώ, ανοίγω πέρασμα κλπ.

(γραφικός γεροντόπουστας κάπου στην Αττική της περασμένης δεκαετίας)

- Αγόρια, καλέ αγόρια, ελάτε καλέ, απόψε θέλω να με σπάσετε!
- Άσε μας ρε Τάκη, πήγαινε σπίτι σου να' ούμε, μην αρπάξεις καμιά πνευμονία, γέρος άνθρωπος...

Βλ. και σχετικά λήμματα καρφοκωλιάζω και ξεφτιλίζω τον κώλο

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

«Ωχ, το μάτι μου!» είναι συνήθης κραυγή αγωνίας ελληνίδων λίγο μετά την εκσπερμάτωση, καθώς δέχονται πιτσιλιές που τσούζουν. Για το ευχαριστώ, οι γουρνάρηδες σύντροφοί τους αναρτούν τα σχετικά φιλμάκια στο διαδίκτυο δίκην candid camera.

  1. «Το μάτι μου! Θεέ μου! Πάνω στο μάτι μου μού πάει! (…) Δεν μπορώ να καθαρίσω το μάτι μου (…) Να το βάλω για μάσκαρα αυτό;». (ατάκα από βίντεο με προσωπικές σκηνές που κάποιος ανήθικα ανήρτησε στο διαδίκτυο).

  2. «...όχι στο πρόσωπο, θα ξεφλουδίσω (…), όχι στα μάτια και τέτοια, όπως την προηγούμενη φορά, μετά δεν βγαίναν και τσούζαν τα μάτια μου…». (Προειδοποιητική βολή από σχετικό βίντεο με προσωπικές σκηνές που κάποιος ανήθικα ανήρτησε στο διαδίκτυο).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified