Ποδοσφαιρικό, εμπνευσμένο από την ξερή. Ο άσχετος αμυντικός.
- Καλό το σέντερ μπακ του Πανακρατηριακού;
- Μπά, δεν κόβει μπάλα ούτε με βαλέ...
Ποδοσφαιρικό, εμπνευσμένο από την ξερή. Ο άσχετος αμυντικός.
- Καλό το σέντερ μπακ του Πανακρατηριακού;
- Μπά, δεν κόβει μπάλα ούτε με βαλέ...
Got a better definition? Add it!
Άλλος ένας χαρακτηρισμός για τα ζάρια. Θα συναντήσουμε αυτόν τον όρο σε καφενειακούς χώρους και στα υπόγεια κρατητήρια της ΓΑΔΑ
Πήγα στο καζίνο κι έχασα 50.000 ευρώ στα κόκαλα.
Got a better definition? Add it!
Στην γλωσσα των αλογομούρηδων, όπως και το γαϊδούρι, σημαίνει το αουτσάϊντερ άλογο, το αργό, με τις λιγότερες πιθανότητες να κερδίσει.
- Κοίτα τον κωλόφαρδο! Πόνταρε σε μουλάρι και κέρδισε!
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Ο τριπλασιασμός του αρχικού ποσού που έβαλε η μάνα σαν μπάνκα στην εικοσιμία.
Άμα τη συμπληρώσει του τριπλάσιου ποσού επιτρέπεται το χτύπημα του συνόλου.
Π.χ. η μπάνκα ανοίγει με ν ευρώ, άρα ο παίκτης επιτρέπεται να ποντάρει ν-1.
Στα Σ=>3ν, αφού δηλαδή άφησαν κάποιοι τον οβολό τους, ο επόμενος παίκτης δύναται να ποντάρει το ισόποσο.
- Έγινε στούκι;
- Ναι, βαράτε!
Got a better definition? Add it!
Η μετοχή μιας εταιρείας, στην χρηματοοικονομική διάλεκτο των αλογομούρηδων της Σοφοκλέους.
Τα «βαριά χαρτιά» (πχ μεγάλες τράπεζες, ΟΤΕ κλπ) υποτίθεται προσδίδουν σταθερότητα σε ένα χαρτοφυλάκιο (γράφε: πίτσες μπλε!) ενώ τα χαρτιά-σαπάκια ενέχουν υψηλότερο ρίσκο αλλά υπόσχονται καλύτερες αποδόσεις (γράφε: σε στέλνουν στο φτωχοκομείο μια ώρα αρχύτερα).
«Ασήμωσε να σε πω τα καλά χαρτιά» (Ρετρό άρθρο του ΒΗΜΑτος, 23 Ιανουαρίου 2000)
« Η οικονομική ευδαιμονία που έφερνε η αύξηση των μετοχών, τους έκανε να ξεχνούν ότι στην πράξη τα χαρτιά που είχαν στα χέρια τους είχαν αξία μόνο αν μετατρέπονταν σε πραγματικό χρήμα. Αλλά για ποιο λόγο να κάνουν κάτι τέτοιο όταν με αυτά τα χαρτιά κέρδιζαν τόσα – εικονικά – χρήματα σε λίγες ημέρες, που η πραγματική τους εργασία δεν μπορούσε να τους τα αποφέρει σε πολύ μεγαλύτερο διάστημα;» (Το ΠΟΝΤΙΚΙ)
Got a better definition? Add it!
Λέξη επιστημονικής φαντασίας που εκφράζει κάτι ιδεατό. Αποδίδεται σε σημείο στο στοίχημα που υποτίθεται ότι είναι άχαστο και χωρίζει το σύνολο της ανθρωπότητας σε δύο εντελώς άνισα μέρη: Στους μαλάκες που δεν θα εκμεταλλευτούν την ευκαιρία για εύκολο κέρδος και στους αίλουρους που θα πλουτίσουν. Στην ουσία αποτελεί λέξη-ιδέα για κάτι που ίσως υπάρξει. Γνωρίζουμε τις ιδιότητές του, γνωρίζουμε το «σχήμα» του, γνωρίζουμε και τη χρησιμότητά του, αλλά απλά δεν υφίσταται. Ακριβώς όπως και το φωτόσπαθο, η μηχανή του χρόνου, τα ιπτάμενα αυτοκίνητα και τα γένια του φίλου μου του Χρήστου που γνωρίζουμε πώς θα είναι όταν δημιουργηθούν.
Λέξη-κράχτης γνωστών «παραγωγών» του ραδιοφώνου, το καλύτερο δόλωμα για τη μαρίδα του στοιχήματος, ο χειρότερος διώχτης για τους «γκουρού» και γενικά μία φράση που πολύ χρησιμοποιείται από τους κύκλους του αθλητικού τζόγου.
(Από γνωστή εκπομπή «μεγαλοπαραγωγού» ραδιοφώνου της Σαλονίκης)
- Έλα Παρ, λέω να παίξω στο στανταράκι το 238 τετραψήφιο ποσό. Ο μεγάλος άσος της Ίντερ έρχεται και πληρώνει. Καταλαβαίνω ότι όποιος δεν έχει φράγκα χάνει μεγάλη ευκαιρία αλλά, έτσι είναι η ζωή... άδικη.
- Δικέ μου λυπάμαι που είναι μέση του μήνα και είμαι στεγνός. Τα φράγκα θα πέσουν όπως και ο Καραγκούνης!
(Θα έγραφα για τον Άρη στον τελικό κυπέλλου που πάνω κάτω είπε τα ίδια αλλά 1ον: Με αυτό το παράδειγμα φαίνεται καλύτερα η ειρωνία, και 2ον: Πονάει ακόμα ρε γαμώτο...)
Συνώνυμο: σιγουράκι.
Got a better definition? Add it!
Συνδυασμός κινήσεων πλήκτρων και μοχλού προ της χορηγίας κερμάτων στο παίγνιο μπούμπλε-μπούμπλε, με σκοπό την απόκτηση βελτιωμένων ιδιοτήτων (παπουτσάκι, μαστιχούλα), τα οποία ανακτώνται αυτομάτως, ασχέτως του εάν χάσεις μπαρμπαδάκι.
Εάν ενθυμούμαι καλώς το power up για το παπουτσάκι ήταν:
αριστερός μοχλός αριστερά και επάνω (τρις) + άλμα!
για τη δε μαστιχούλα:
δεξιός μοχλός δεξιά-αριστερά (δις) και φούσκα!
Μεταφορικά εχρησιμοποιήτο και ως ερμηνευτικό εργαλείο για απρόσμενες επιδόσεις κάποιου.
Got a better definition? Add it!
Το πιο δυνατό χαρτί στο πόκερ. Λέγεται για τρελές ευκαιρίες, για κάτι πολύ καλό που τυχαίνει σε κάποιον.
- Πω ρε είδες τον Τάσο, πώς την έριξε εκείνη την ξανθιά θεογκόμενα;
- Είδες; Φλος ρουαγιάλ ο Τάσος...
Got a better definition? Add it!
Παιχνίδι του ταβλιού, όπου πλακώνεις τα πούλια, αντί να τα «τρως». Χρησιμοποιείται ως συνώνυμο του σεξ, ειδικά του καβαλητού.
- Πού είναι ο Γιώργος και η Μαρία;
- Παίζουνε πλακωτό.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified
Λαμογιά είναι αυτό που κάνει το λαμόγιο. Ως γνωστόν, λαμόγιο είναι ο κράχτης στο παιχνίδι του παπά. Αυτός που κερδίζει σε συνεννόηση με τον παπατζή με προφανή σκοπό να σε παρασύρει στο παίγνιο. Οπότε λαμογιά είναι η συγκεκριμένη συμπεριφορά και γενικότερα να είσαι αβανταδόρος. Ο όρος έχει πάρει ευρύτερη έννοια για να σημάνει οποιαδήποτε διαπλοκή, μίζα, ζήμα, βαλτοπαίδι, βία και νοθεία, και άλλες δημοκρατικές δυνάμεις. Υπάρχει και η μπυρολαμογιά.
Πηγή: Βάσκος, Άλλος, Χανκ.
Από το άσμα: Πού είναι ο Βάγκνερ, πού είναι ο Πουτσίνι;
Κοίταξε τι γίνεται μες' την κοινωνία
όλοι στροβιλίζονται στην ανωμαλία
κοίταξε αγάπη μου ρίξε μια ματιά
όλοι οι διαπλεκόμενοι
μεσ' στη λαμογιά.
Που είναι ο Βάγκνερ
που είναι ο Πουτσίνι
μονάχα εσύ μου μένεις μόνο
γλυκιά μου αγάπη στο δηλώνω
μόνο εσύ
solo tu.
Got a better definition? Add it!
Published
Last modified