Το Ι5, δηλαδή η μόνιμη αναβολή από τον στρατό λόγω ψυχολογικών προβλημάτων. Στην Ελλάδα της υποχρεωτικής ακόμα στράτευσης είναι ο νούμερο 1 τρόπος αποφυγής της θητείας.

- Άσε με ρε Νίκο, τέλειωσε η αναβολή που είχα για τις σπουδές και μου ήρθε χαρτί να παρουσιαστώ. - Σοβαρά; Και τι θα κάνεις, θα πας; - Όχι ρε, για μαλάκες ψάχνεις; Μάλλον για τρελόχαρτο θα πάω!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Λέξη από τα τέλη της δεκαετίας του '40, αρχές της δεκαετίας του '50 για τον υπνόσακο.

Είναι, προφανώς, παραφθορά του σλήπιν μπαγκ. Τα πρώτα sleeping bags ήλθαν στην Ελλάδα την εποχή του Εμφυλίου ως μέρος της Αμερικανικής στρατιωτικής βοήθειας. Έτσι πράσινα και μακρόστενα που ήταν, η παρομοίωση με μπάμιες δεν ήταν δύσκολο να γίνει.

Λέξη υπό εξαφάνιση. Κάποιοι λίγοι άνω των 70 την θυμούνται.

Γιατί, βρε αγόρι μου, να δίνεις τζάμπα λεφτά για να πας δυο μέρες με τη σκηνή; Πάρε τη σουλομπάμια που είχε ο παππούς σου στον προσκοπισμό ... στο πατάρι την έχω ... σαν καινούργια είναι ...

Σουλομπάμια 1 (από poniroskylo, 09/06/08)Σουλομπάμια 2 (από poniroskylo, 09/06/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εξοπλισμός και παραφερνάλια που φοριούνται από τραμπούκους, κουραδόμαγκες, μαχαιροβγάλτες, κ.ά. συστημικά και μη καθίκια: πιστόλια, καλάσνικοφ, σιδερογροθιές, αλυσίδες, στιλέτα, πτυσσόμενα γκλοπ και δε συμμαζεύεται.

1.
Μέχρι πριν κάποια χρόνια, η απόκτηση ενός μαύρου «σιδερικού» –χωρίς δηλαδή τα απαραίτητα έγγραφα– δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Αντίθετα, στις μέρες μας, όποιος ενδιαφέρεται, μπορεί να προμηθευτεί σχετικά εύκολα ένα όπλο κάνοντας μια βόλτα στο κέντρο της Αθήνας.

2.
Το σιδερικό λοιπόν δεν ειναι για το μάγκα που έρχεται στα χέρια για να καθαρίσει το «κούτελό» του αλλά για μαγκες «γιαλαντζί» που ανοίγουν το «χελιδονοουράτο» σακάκι για να φανει το «σιδερικό» για να τον φοβηθούνε και όχι τα μπράτσα του και το κουράγιο για να τραβήξει τη «διμούτσουνη».

3.
Βουλευτής με “σιδερικό” στο ναό της Δημοκρατίας

  1. ...επειδή ερχόταν η αστυνομία και ήταν «μιλημένοι», όποιος είχε «σιδερικό» πάνω του έπρεπε να το δώσει στον Γιώργο...
    (συνέντευξη με χρυσαυγίτισσα από την Νίκαια, ΕΘΝΟΣ 20.09.13)

Got a better definition? Add it!

Published

Το διακριτικό των υπαξιωματικών στο στρατό.

Αφορά δεκανείς, λοχίες, επιλοχίες, αρχιλοχίες.

- Ρε σειρά τι βαθμό έχει αυτός ο αξιωματικός;
- Δεν ξέρω, μέτρα τις σαρδέλες και θα καταλάβεις!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το απόλυτο μαχαίρι επιβίωσης (;) στη φύση (;).

Είναι ένα μεγάλο μαχαίρι με πλατιά λάμα (έχει και μια τρούπα στη μέση βλ. τηλεφωνικό διάλογο Ζήκου με γιατρέσσα), δίκοπο (ξυράφι από τη μία και πριόνι από την άλλη), με χοντρή λαβή συνήθως κούφια που περιέχει αγκίστρια-πετονιές και στην κορυφή έχει γυροσκοπικό πυξιδάκι (μη χάνεσαι κι έτσι).

Διατίθεται μαζί με σούπερ δερμάτινη θήκη, που δένει στο πόδι και κουμπώνει στη ζώνη και έχει έξτρα ενσωματωμένο θηκάκι για την ακονόπετρα (μπα και στομώσει).

Βγαίνει σε μεγάλη ποικιλία χρωμάτων: Πράσινο, λαδί, κυπαρισσί, φαιοπράσινο, του χαλκού, παραλλαγής κλπ και θα το βρείτε σε κάθε κατάστημα εν χρώ κεκαρμένων φυσιολατρών, που σέβεται τον εαυτό του.

Ονομάστηκε έτσι από τον αχώριστο μελαμψό σύντροφο του Ροβινσώνα Κρούσου, στην πάλη του με τα στοιχειά της φύσης (κάπου στις Αντίλλες), που πέθανε από την επάρατο πλήρης ημερών στο δημοτικό νοσοκομείο του Μπρόνξ (και ας λέει άλλα δακρύβρεχτα ο Νταφόε).

Έγινε τρελλή μόδα στα 80’ς λόγω των κλεψίτυπων ταινιών του Σταλόνε, που κόπιαρε τον ελάχιστα γνωστό Κύπριο αγωνιστή Ράμπο Ράμπου, που χρησιμοποιούσε το μαχαίρι αυτό (που θέλεις ν’ αγοράσεις), ήδη από τα 50’ς για να εξοντώνει τουρκαλέοντες, αποικιοκράτες και κομμμουνιστάς στην Μαρτυρικήν Νήσον.

Το αντίστοιχο σπαθί του Κροκοδειλάκια ελάχιστη απήχηση είχε στις μάζες, (αλλά συνέβαλε τα μάλα στις πωλήσεις δερματίνων ειδών).

Πάμπολλα μειράκια έσπευσαν να αγοράσουν το θαυματουργό κέρατο στα 80’ς (όπως έγινε και με τα γυαλιά Ray-Ban και τα dog-tags μετά το Τόπ Γκάν), ενώ σημειώθηκαν αθρόες εγγραφές παιδιών στους Προσκόπους και νεαρών στις Ειδικές Δυνάμεις, οι οποίοι όμως στην συνέχεια απογοητεύθηκαν (όπως η ΕΟΝ το ’30 και οι Άλκιμοι το ’60) όταν συνειδητοποίησαν ότι ο Παρασκευάς δεν περιλαμβάνονταν στον παρεχόμενο στάνταρ εξοπλισμό κι έπρεπε να τον αγοράσουν εξ ιδίων θυλακίων.

Όμως, η μητρική ιαχή «πού το βρήκες αυτό το πράμα διάολε», προοιώνιζε το οριστικό καταχώνιασμα του Παρασκευά στη σοφίτα μαζί με τα πλεϊμομπίλ και την αναβολή επικών ανδραγαθημάτων, επ’ αόριστον.

Όταν καταλάγιασε το κακό, οι πωλήσεις του προϊόντος παρουσίασαν πτώση και οι τιμές διαμορφώθηκαν στο 10% των αρχικών, με επίμονους τερματοφύλακες Θερμοπυλών τους συνοικιακούς αναγνώστες του Άμυνα και Διπλωματία (κλπ «επιστημονικών» περιοδικών φαιού περιεχομένου), που πάνε για κυνήγι (εντός και εκτός πόλεως)…

Συνιστάται για εξτρήμ συνθήκες επιβίωσης στην άγρια ζούγκλα της Καλοπούλας Καισαριανής και στη σαβάνα του Άλσους Παγκρατίου, ενώ στο Στρέφη προτιμώνται τα κατσαβίδια.

-Πάμε σουκού ελεύθερο στο Αγκίστρι;
-Σούπερ! Θα πάρω μαζί μου και τον Παρασκευά!
-Δε θα πάρεις κανέναν! Με τη μηχανή θα πάμε και δε γουστάρω να με γράψουνε για τρικάβαλο...

(από xalikoutis, 13/03/10)Σμούτς! (από HODJAS, 13/03/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παντόφλα αποκαλείται και το ελαφρύ αποβατικό σκάφος καθώς επίσης και τα φερυμπότ ανοιχτού τύπου λόγω σχήματος

Ο Νίκος υπηρετεί σε παντόφλα.

(από imaginas, 09/08/09)Απόστολος Π., η θρυλική παντόφλα της Αίγινας. (από ironick, 10/08/09)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

  1. Ως όργανο σλανγκίζεται κυρίως το γενετήσιο όργανο, το αιδοίον του ανδρός κυρίως, ο μπαργαλάτσος, και λιγότερο το αιδοίον της γυναικός. Από εκεί έχουμε μια σειρά σλανγκικών συνειρμών και για τις άλλες χρήσεις της λέξης από σλανγκικούς καλοθελητές. Λ.χ.

  2. Όργανον της Τάξεως είναι ο μπάτσος, ο φίλος μας το ζώο, κυρίως ο μη βαθμοφόρος αστυνόμος. Συνειρμοί με την πρώτη έννοια σημαίνουν ότι ο μπάτσος δεν έχει παρά μόνο ένα κεφάλι, το κάτω, ή ότι είναι για τον πούτσο. Έχει σλανγκιστεί ιδιαίτερα απ' τον Λάκη Λαζόπουλο στους «Δέκα Μικρούς Μήτσους».

  3. Μουσικό όργανο. Φράσεις όπως «τι όργανο παίζεις», ή «είναι σολίστ στο τάδε όργανο» πολύ γρήγορα έγιναν κακόσημες από τους σλανγκικώς ευεπίφορους. Εξάλλου, τα πνευστά μουσικά όργανα παραπέμπουν ευκόλως σε φάσεις παιξίματος κλαρίνου, ενώ και τα κρουστά δεν είναι άμοιρα σλανγκικών υπονοουμένωνε, για κάθε είδους σκαμπίλια. Ακόμη και τα έγχορδα μπορούν να έχουν σεξουαλική χρήση, όπως κατέδειξε η χήρα του Μάο. Το κατεξοχήν όργανο, λοιπόν, είναι το πουλόφωνο ή όφωνο κι ο κοινωνικός παίκτης του λέγεται ψωλίστ, ενώ ο μοναχικός οργανοπαίκτης.

  4. Όργανο γυμναστικής, όθεν η ενόργανη γυμναστική.

  5. Οργανική και ανόργανη χημεία.

  6. Από την επιστήμη της Βιολογίας έχουμε το οργανίδιο, (δηλαδή σχηματισμό μονοκύτταρων οργανισμών ανάλογο με αυτόν που έχουν τα όργανα στους πολυκύτταρους), που σλανγκίζεται για να δηλώσει το πολύ μικρό όργανο.

  7. Τέλος, παρόμοια με την σημασία 2, μπορούν να προσλάβουν εκφράσεις, όπως «τα αρμόδια όργανα», «τα όργανα του κόμματος», «τα θεσμικά όργανα» κ.τ.ό.

Σαχλεπίσαχλοι αστεϊσμοί εις βάρος σολίστ:
- Και, αλήθεια, τι όργανο παίζεις; Το παίζεις πολλά χρόνια; Πότε το άρχισες; Και λοιπές σαχλαμπούχλες.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πρόκειται για λουλούδι που μόλις ανοίγει, εκ του αρχαίου βομβύκιον.

Στην σλανγκ όμως του όμως εκδοχή, μπουμπούκι αποκαλούμε κάθε λογής απατεώνα η μιζαδόρο.

Μπουμπούκια ανθίζουν σε όλες τις βαθμίδες της δημόσιας διοίκησης, από τα πλούσια αμειβόμενα διορισμένα πολιτικά στελέχη μέχρι τον τελευταίο τροχό της αμάξης που για να τσουλήσει θέλει λίπανση με γρηγορόσημο.

Μπουμπούκια βρίθουν στην βουλή, στον στρατό, στο εκκλησιαστικό και παραεκκλησιαστικό βαλτοπαίδιο, στην δημοσιοκαφρία. Στον ιδιωτικό τομέα, πολλά μπουμπούκια επικεντρώνονται σε οτιδήποτε έχει σχέση με δημόσια έργα (έχει ψωμί!) και μου-μου-Ε, όπου οι προοπτικές διαπλοκής διεγείρουν και τους πιο εγκρατείς σιελογόνους αδένες.

Όλα ανεξαιρέτως τα μπουμπούκια εκμεταλλεύονται κάθε δυνατότητα που τους προσφέρεται στο σεξουαλικό πεδίο.

Να σημειωθεί, τέλος, ότι υπάρχουν δυο μεγάλες κατηγορίες μπουμπουκιών:

1. Τα πολιτικής χροιάς μπουμπούκια, τα οποία γνωρίζουν καλά ότι οι μέρες τους είναι πεπερασμένες, και ωσεκτουτού απολαμβάνουν ό,τι φανε, ό,τι πιούνε και ό,τι αρπάξει ο κώλος τους σε μια εναλλασσόμενη αλλαξοκωλιά πρασινοφρουρών και bluetooth κουμπάρων.

2. Τα μονιμοποιημένα μπουμπούκια, τα οποία βολεύονται σε κάποια αναπαυτική στάση η οποία τους επιτρέπει τον αέναο θηλασμό του μαστού του φορολογουμένου πολίτη, αδιαφορώντας εάν όλοι οι λοιποί τους μύες ατροφήσουν από την αδράνεια.

Σκάνδαλο με καθηγητή-«μπουμπούκι» στο ΤΕΙ Πάτρας. Σεξ, χρήμα, απειλές αλλά και ταξίδια με μικρούλες σε εξωτικά μέρη συνθέτουν το παζλ που αφορά γνωστό καθηγητή του Ανωτάτου Τεχνολογικού Εκπαιδευτικού Ιδρύματος της Πάτρας. Η ιστορία ξεκίνησε το Μάιο του 2005, αλλά συζητείται στα πηγαδάκια του ΤΕΙ μέχρι σήμερα. (Από το «Espresso»)

Σήμερα μαθαίνουμε ότι ο πρώην υπουργός και σύμβουλος του Καραμανλή, ο Γιάννης Κεφαλογιάννης, προσπάθησε να κάνει παρέμβαση για να την βγάλει καθαρή ένας χασισέμπορας. Γι’ αυτό τώρα κατηγορείτε για «πρόκληση τέλεσης πλημμελήματος και απόπειρα υπόθαλψης εγκληματία». Τι μπουμπούκια έχει ο κήπος της Ν.Δ.! (Από την βλογόσφαιρα)

Τώρα που συζητάμε για «σκάνδαλα», γιατί οι καναλάρχες «εξαφάνισαν» από τα μαγαζιά τους τον Άκη, το Σημίτη, τη Βασούλα, το Λαλιώτη, το Χριστοδουλάκη, το Βερελή, τον Πάχτα, τον Παπαντωνίου και δεκάδες άλλα πράσινα μπουμπούκια; (Από την βλογόσφαιρα)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το νερόβραστο φαγητό, με πολύ ζουμί και ελάχιστη γεύση. Ετυμολογικά η λέξη προέρχεται από τον ήχο που ακούγεται ρίχνοντας στερεά υλικά στο νερό που βράζει.

- Ψηλέ, τι έχουμε για φαΐ;
- Πατάτες μπλουμ.
- Πάλι ρε πούστη μου... Πατάτες μπλουμ, μακαρόνια μπλουμ, για το πούτσο είναι ο μάγειρας... Πότε θα πάω σπίτι μου να φάω σαν άνθρωπος...

O νερόβραστος δήμαρχος της Νέας Υόρκης Michael BLOOMberg. (από Vrastaman, 12/09/08)Πάλι μπλουμ ... (από poniroskylo, 12/09/08)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το χοιρινό ζαμπόν (απο το μπάτσοι-γουρούνια).

Ομοίως, μπατσότυρο = ζαμπονότυρο.

- Τι έχει το σάντουιτς;
- Μπάτσο, τυρί και ντομάτα.

Δες και φουνταριστός.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified