Selected tags

Further tags

Ο Υπερθετικός του μαλάκα, ο πολύ μαλάκας. Συνηθέστατη βρισιά που προκαλείται από το ότι το μαλάκας είναι τόσο τετριμμένο που δεν αποτελεί πλέον βρισιά, αλλά και λέξη οικειότητας, θαυμασμού κ.ά. Οπότε είναι αναγκαίο το κάτι παραπάνω. Συχνά ως έκφραση: Δεν είσαι μαλάκας. Χοντρομαλάκας είσαι!

Θα πρότεινα ερμηνευτικώς ότι έχουμε συνεκδοχή με την παχιά μαλακία, δηλαδή με την μαλακία που τραβιέται ύστερα από μεγάλη περίοδο αγαμίας, οπότε έχει μεγάλη περιεκτικότητα σε χοντράδια. Οπότε από την χοντρή μαλακία περνάμε στον χοντρομαλάκα δράστη της.

Όπως και νά 'χει ο χοντρομαλάκας παραπέμπει σε παχύδερμο ον που είναι στην καρακοσμάρα του απορροφημένος από την μαλακία του και έχει μόνιμη πώρωση.

  1. Κοκκίνου-Μπόγρης: Οι χοντρομαλάκες του 'Ciao' και η απάτη με το φωτομοντάζ. (Εδώ).

  2. Είσαι χοντρομαλάκας με αυτά που λες. Πρόσεχε. Δε λέω μαλάκας. Χοντρομαλάκας. Γιατί προσβάλεις χυδαία χωρίς να με ξέρεις. (Εδώ).

Μυδασίστ: nick. (από Khan, 28/04/12)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Πηγαίνω στον γιατρό ή για να κάνω αναλύσεις, τσεκαπ κττ. Κοιτάω να δω δηλαδή την κατάσταση της υγείας μου.

- Ρε μαλάκα, τέσσερις φορές μέσα στο μήνα έκανες πυρετό, πάψε να παίρνεις αντιβιώσεις σα μαλάκας επειδή σου το είπε η φαρμακοποιός... Δε μπας σε κανα γιατρό να κοιταχτείς;
- Άσε ρε, αυτοί δεν ξέρουν.

Got a better definition? Add it!

Published

Το σόι είναι η οικογένεια, για περισσότερα βλ. εδώ, όπου μας δίνονται και οι εκφράσεις:

Σόι πάει το βασίλειο (παρ.1)

Τι σόι = τι είδους, τι λόγου (και όχι αυτό που λέει εδώ στον β ορισμό) (παρ.2).

Δεν είναι σόι (παλιά έκφραση): (κάποιος/κάτι) δεν είναι της προκοπής (αφού μόνο όταν βαστάς από σόι είσαι της προκοπής). Εδώ σόι είναι το τζάκι, δηλαδή το καλό σόι, όχι απλώς το όποιο σόι.

====
Να προσθέσω και τις λοιπές εκφράσεις που δεν έχει ο τριαντάφυλλος:

Δεν είμαι σόι: δεν είμαι καλά (από υγεία, ψυχική κατάσταση, κλπ) (παρ. 4. και 5.)

(γαμώ)... το σόι μου... (μέσα) (παρ.6)

Σόι σόπι συνξυλές.

  1. ΑΕΙ: σόι πάει το βασίλειο
    Την ώρα που κυβέρνηση και υπουργείο Παιδείας ευαγγελίζονται ένα νέο, σύγχρονο και αξιοκρατικό πανεπιστήμιο, τα ανώτατα ιδρύματα της χώρας αποκαλύπτουν τις χρόνιες παθογένειές τους. Οι λίστες οικογενειοκρατίας που ετοιμάζονται να στείλουν τα ιδρύματα στο υπουργείο Παιδείας, ύστερα από σχετική κατεπείγουσα εντολή, επιβεβαιώνουν όλες τις κακές φήμες, αν και η αλήθεια είναι ακόμη χειρότερη.

  2. Τεστ: τι σόι μάνα θα γίνεις;
    Τελικά, πόσο καίγεσαι να γίνεις μάνα και τι είδους μάνα πρόκειται να γίνεις; Πόσο αυστηρή θα είσαι με τα παιδιά σου; Η μητρότητα είναι κάτι που σε ενδιαφέρει πραγματικά; Απάντησε στις παρακάτω ερωτήσεις και βρες το προφίλ της μητέρας που θα γίνεις... στην διασκεδαστική του διάσταση.

(αμφότερα από το νέτι)

  1. Μαμά, να αγοράσουμε αυτό το τραπεζάκι για το δωμάτιό μου;
    - Μπα, δεν είναι σόι, θα σπάσει με τη μία.

  2. - Δε σε βλέπω καλά, λίγο κομμένος μου φαίνεσαι.
    - Ναι, δεν είμαι σόι σήμερα. Θα περάσει.

  3. Τον γνώρισα τον καινούργιο γκόμενο της Στέλλας, δε μου φαίνεται και πολύ σόι, λίγο ψυχάκι τον κόβω.

  4. «Γαμώ το σόι σου μέσα, γαμημένο!», αναφώνησε προσπαθώντας να καταλάβει πώς δούλευε το γαμιδάκι που του είχε χαρίσει η γυναίκα του για την επέτειό τους.

Δεν άντεχα να μην το ανεβάσω (από Khan, 28/03/11)Η γάτα, 1:17->Τώρα έγινε από σόϊ και τα ψάρια δεν τα τρωει (από GATZMAN, 28/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η ντρόγκα που σνιφάρεται, που παίρνεται δηλαδή με μυτιά. Κυρίως κοκό, αλλά και ζουζού.

Παράγωγο: ο σνιφάκιας.

  1. Σνιφακια ειναι αυτο που νομιζω;
    Αν αυτό που νομίζεις είναι μια γραμμή
    κειμένου
    τότε ναι, αυτό που νομίζεις είναι.

  2. Είχαμε 2 σακούλες χόρτο, 75 κομμάτια μεσκαλίνη, 5 καρτέλες με τριπάκια, μια αλατιέρα μισογεμάτη με κοκαΐνη και μια πολύχρωμη πλήρη συλλογή διεγερτικών, ηρεμιστικών, γελαστικών, ουρλιαχτικών.... Επίσης, ένα πεντάλιτρο τεκίλα, ένα πεντάλιτρο ρούμι, ένα καφάσι μπύρες, μια μπουκάλα αιθέρα και δυο ντουζίνες σνιφάκια.

από το δίχτυ ούλα.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ανόητος, βλάκας, ελαφρόμυαλος, ηλίθιος, κουτός, μωρός.

Y.Γ. Δεν μπορεί να αποδοθεί στα αγγλικά αυτολεξεί ως cock-minded, γιατί τότε αλλάζει η σημασία του και δηλώνει τον έχοντα ως έμμονη ιδέα ή προσανατολισμό το ανδρικό αναπαραγωγικό όργανο. Στα αγγλικά, μεταφράζεται με τις λέξεις foolish, feather-brained, harebrained (=ο έχων μυαλό λαγού), και silly billy. Στα τουρκικά, alık.

  1. Ελληνάρες μου, είμαστε αχάριστος λαός! ...Και κοκορόμυαλος! Με λίγα λόγια «Κωλοέλληνες» όπως λέει και ο Σαββόπουλος. (από αυτό το σάη)

  2. Ρε κοκορόμυαλοι, ακόμη στον μεσαίωνα ζείτε; Για ποια θαύματα και μπούρδες μολογάτε; (από δω)

(από allivegp, 26/03/11)Η Κοκορόμυαλη Έτος: 1971. Τηλεοπτική Σειρά 202 επεισόδια( Κύκλοι επεισοδίων: 3) (Ημέρα προβολής: Παρασκευή, Σάββατο) Διάρκεια επεισοδίου: 15\' (από dryhammer, 15/05/14)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Εμπόριο μούνων (λογοπαίγνιο με το δουλεμπόριο).

Διάλογος μεταξύ εφήβων:
- Τον είδες ρε, αυτός έχει τόσα μουνιά... για πάρτη του!!
- Σώπα ρε τι κάνει, μουνεμπόριο;
- Όχι ρε μαλάκα, έχει τα μπικικίνια!!

Ο μαχαραγιάς (από GATZMAN, 25/03/11)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Συνουσιάζομαι ως παθητικός /-ή ερώμενος /-η, συνήθως στις μορφές του κάθησε, του έκατσε. Η προέλευση της φράσης αφορά στο κάθημα επί του πέοντος, κυρίως στις στάσεις Cow-girl και Reverse Cow-girl, ενώ κατά προέκταση και στις υπόλοιπες στάσεις, ακόμη και σε αυτές που ο πέων διεισδύει αφ' υψηλού.

Η έμφαση είναι στην συναίνεση, στην κατάνευση του ερωμένου /-ης να ολοκληρωθεί η σχέση με σεξ, ως ευόδωση σχετικής προσπάθειας του ερώντος. Ενίοτε χρησιμοποιείται και υποτιμητικά για τον ερώμενο /-η.

Κατ' επέκταση, χρησιμοποιείται ευρύτατα για οποιαδήποτε ευόδωση οποιουδήποτε σκοπού. Λ.χ. σου κάθεται η πουτάνα η τύχη, ένα λαχείο, Τζόκερ, Λότο, αλλά και ένα γκολ, μια φάση, ένα μεταπτυχιακό, μια παρουσίαση. Χρησιμοποιείται τόσο πολύ που συχνά λησμονείται η σεξουαλική προέλευση της έκφρασης.

Βλ. και μου έκατσε, καθώς και τα κάτσε στην F-Laplace, κάτσε στο παπί μου, κάτσει-δε-κάτσει, ό,τι κάτσει και άλλα.

  1. 50χρονος μαχαίρωσε 19χρονη γιατί δεν του «έκατσε» (εδώ).

  2. Κι αν σου κάτσει; Σε έναν Πατρινό πάντως έκατσε και κέρδισε 1.600.000 Ευρώ (Εδώ).

  3. Του Ολυμπιακού... του έκατσε!!! (Εδώ).

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Παλαιάς κοπής ρήμα που εννοεί την πράξη της αφόδευσης δηλαδή την αποβολή των περιττωμάτων από τον πρωκτό κατά τη διαδικασία της πέψης.

Με λίγα λόγια είναι το χέσιμο στην γιαγιαδίστικη σλανγκ. Σκοπός του λήμματος είναι να καμουφλάρει τη χυδαιότητα που εκπέμπει το χέσιμο σαν λέξη και σαν έννοια και να του δώσει έναν πιο καθώς πρέπει τόνο.

Το λήμμα προέρχεται προφανώς από την θέση που παίρνει το σώμα όταν κάνουμε τα κακά μας, δηλαδή το χοντρό μας, δηλαδή όταν χέζουμε.

Στις μέρες μας το λήμμα σπανίως χρησιμοποιείτε με σοβαρό ύφος ενώ τις περισσότερες φορές λέγεται χάριν αστεϊσμού.

Η αποτυχία της μακροημέρευσης του λήμματος έγκειται στο ότι η κωδικοποίηση αυτή διαδόθηκε πολύ γρήγορα, με αποτέλεσμα να ταυτοποιηθεί άμεσα με την ίδια την πράξη χάνοντας έτσι το νόημα της ύπαρξής της.

Έχω την εντύπωση ότι αντικαταστάθηκε από την γενική έκφραση «πάω στο μέρος», το οποίο σιγά-σιγά μετατράπηκε σε καμπινέ και κατέληξε να λέγεται τουαλέτα (κυρίως μετά την απενοχοποίησή της και την εδραίωση μέσα στα σπίτι μας), έκφραση που δεν φανερώνει την άμεση επιθυμία μας για τα τεκταινόμενα μέσα σε αυτό.

  1. - Χα χα! εξάρες!
    - Γκγκχχμμ.
    - Τι έχεις βρε Μανώλη; Μια ώρα τώρα σε γλέπω και σφίγγεσαι!
    - Κωστή συγνώμη αλλά θα το τελειώσομε μετά το πλακωτό. Πρέπει να πάω να κάτσω.

  2. - Αργείς;
    - Κάθομαι!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φράση που συντάσσεται με ειρωνικό τόνο, και συνδυάζεται με εκφράσεις του στυλ:

- Καταπληκτικό παιδί, να τον καλέσεις στο γάμο σου να σου πει και του χρόνου.
ή - Καταπληκτικό παιδί, να τον στείλεις στο φούρνο να σου πάρει ψωμί

και τα σχετικά.

(αν έχετε κι άλλα σχετικά παραδείγματα, προσθέστε)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Έχει περάσει η ώρα, είναι αργά και κάτι παραπάνω...

[i]- Παλικάρι μου τι ώρα γύρισες χθες το βράδυ;
- Αργάμισι![/i]

Συνηθισμένη έκφραση, ευφυολόγημα από τα νιάτα και όχι μόνο.

Καλά ρε, τι περιμένουμε, ο Κωστής, το βλέπω να 'ρχεται αργάμισι!

βλ. και σλανγκιές διαφημιστών

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified