Further tags

Νεοϊδρυθείσα φυλή φοιτητών στο Α.Τ.Ε.Ι. Αθήνας.

Οι άμοιροι αυτοί φοιτητές που κατονομάζονται από τους συναδέλφους τους ως ΧίΠιδες είχαν την ατυχία να μην περάσουν κάποιο εργαστήριο (μαύρη και αποφράδα η ημέρα εκείνη). Λόγω του πλήθους των φοιτητών που υπάρχει σε κάθε σχολή, ο κομμένος σε κάποιο εργαστήριο συνάδελφος είναι αναγκασμένος να ξαναδώσει το μάθημα, χωρίς όμως να του επιτρέπουν να το ξαναπαρακολουθήσει, επειδή ο αριθμός των ατόμων στις αίθουσες είναι αυξημένος (δεν του έφτανε που κόπηκε, δε θα παρακολουθήσει κιόλας...)

Ο όρος ΧίΠιδες προκύπτει από τα αρχικά Χι-Πι ή αλλιώς Χ.Π. που σημαίνουν Χωρίς Παρουσία ή Χωρίς Παρακολούθηση. Το καλό της υπόθεσης είναι ότι δεν χρειάζεται να κάνει παρουσίες, οπότες κάτι είναι και αυτό αφού του δίνεται η ευκαιρία να στρώσει τον κώλο του και να διαβάσει μπας και περάσει πριν να τον καλέσουν ξανά για φαντάρο.

ΔΑΠίτης: Τι έγινε ρε;
ΚΝίτης: Άσε με έκοψε γαμώ την κινησιολογία μου γαμώ. Εσύ;
ΔΑΠίτης: Και μένα με έκοψε η καριόλα...
ΠΑΣΠίτης: Βρε καλώς τους ΧίΠιδες. Άντε με το καλό του χρόνου πάλι βλαστάρια μου.
ΚΝίτης: Καλά και συ τα τρία μου θα πάρεις, δε χαμπαριάζει αυτή...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο φοιτητικό ιδίωμα μπορεί να δηλώσει τον πρωτοετή φοιτητή, σε αντίθεση με αιώνιο φοιτητή προχωρημένου έτους, που αποκαλείται δέντρο.

Περάσαμε μια βόλτα και από τα γραφεία της ΔΑΠ να δούμε τι μπουμπούκια έχουν σκάσει.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Στο φοιτητικό ιδίωμα, ο φοιτητής από πέμπτο έτος και πάνω, σε αντιδιαστολή με τον πρωτοετή που χαρακτηρίζεται ως μπουμπούκι.

Ε, θα 'τανε στο γραφείο κανά δυο δέντρα και τέσσερα-πέντε μπουμπούκια.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Φίλα προσκείμενος, ακόμη και ψηφοφόρος των πανεπιστημιακών φοιτητικών παρατάξεων της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ.

Κλάριν, γιαλαντζί αριστεροί, δεξιοί που δεν βγήκαν από την ντουλάπα, οπαδοί, χαζογκόμενες και άλλες γλάστρες, γενικώς αγράμματοι. Οι αυριανοί δεξιοί.

Οι Πολλοί, το κοπάδι, ο απολιτίκ σωρός των φοιτητών σήμερα που κρατιούνται μαζί από τις δυνάμεις συνάφειας του καθωσπρεπισμού, του αναλφαβητισμού, της πολιτικής ορθότητας και του φόβου της παρέκκλισης από το κοπάδι. Θα πάνε μια στο τόσο στα πάρτυ της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ σε μπουζούκια και κλαμπ (ανάλογα με το αν ακούν το «ελληνικό» ή το «ξένο» είδος «μουσικής»). Γιατί; Ε, γιατί πρέπει μια στο τόσο. Θα πάνε και στην Μύκονο, την Αράχωβα ή το Μπάνσκο για σκι. Συμπαθούν τους δασπίτες γιατί είναι καλά παιδιά και δημοφιλείς. Βασικά επειδή είναι δημοφιλείς. Και δεν είναι των άκρων, αφού δεν χρησιμοποιούν πολυσύλλαβες λέξεις ούτε πολιτικολογούν - άλλωστε οι Ιδεολογίες πεθάνανε και είδατε που μας οδηγήσανε.

Στην κατάταξη των ειδών κατά Καθηγητή Όακ η εξέλιξη είναι η εξής:
δασπόφιλος (λέβελ 1) > δασπόβιος (κώλος και βρακί & προσωπική σχέση με δασπίτη) > δασπίτης (επίσημα εγγεγραμμένο μέλος στην ΔΑΣΠ)

- Πωω, ρε Στιβ, κι εσύ πήγες να μπλέξεις με την δασπόφιλη; Αναμενόμενο να φας χίος... - Σωστός. Και πάλι καλά να λες! Με φαντάζεσαι να βγαίνω με την παρέα της με τους δασπίτες; - Σε βοήθησε ο Χριστούλης μου φαίνεται.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Το άτομο που συναναστρέφεται σχεδόν αποκλειστικά δασπίτες, δηλαδή μέλη της ΔΑΠ και της ΠΑΣΠ. Συνάπτουν στενές φιλικές σχέσεις, ακόμη και ερωτικές.

Πολιτική ορθότητα και αποστάσεις από ακραίες τοποθετήσεις, κονφορμισμός και γενικότερη λατρεία προς και από το κοπάδι, ψυχή τε και σώματι. Συνήθως συγγενής κατάσταση με σημαντικό επιβαρυντικό παράγοντα το θετικό οικογενειακό ιστορικό.

Πιο πωρωμένη βερσιόν των απλών δασπόφιλων, άλλωστε στην κλασική πλέον κατάταξη των ειδών κατά Καθηγητή Όακ η εξέλιξη είναι η εξής: δασπόφιλος (λέβελ 1) > δασπόβιος (κώλος και βρακί & προσωπική σχέση με δασπίτη) > δασπίτης (επίσημα εγγεγραμμένο μέλος στην ΔΑΣΠ)

- Άσε, μεγάλε, βγήκε η κυτταρολογική. Έμπλεξες με δασπόβια...
- Όχι, ρε φίλε. Πώς τα πετάς έτσι; Με τι στοιχεία; Θα πιαστούμε δηλαδή, πρόσεχε!
- Δυστυχώς, δε σου λέω ψέμματα. Ανέβασε φώτοζ από το Dream City αγκαλιά με τουλάχιστον τρεις διαβόητους δασπίτες της σχολής. Αν κοιτάξεις το προφίλ της αυτό δεν είναι κάτι νέο. Γίνεται κατά συρροή εδώ και χρόνια.
- ...
- Λυπάμαι.

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ψιλοπαλιό παρατσούκλι των ΠΑΣΠιτών (παλιό, γιατί με τη γενιά της vodaphone έχουμε μπερδέψει τα μπούτια μας σ' ότι αφορά την αντιστοίχηση κώμης - κουλτούρας - πολιτικής θέσης κλπ. -....θα καταλάβετε). Το «φασολάκια» προκύπτει από το ιδιόμορφο και ομοιόμορφο της εμφάνισης των ΠΑΣΠιτών, το οποίο εθύμιζε σε ορισμένους τα συμπαθή ψυχανθή (πράσινο σώμα, όρθιο κοτσάνι). Μιλάμε για τις εποχές όπου ο ζιλές ήταν υποχρεωτικός. Από γνωστό φοιτητικό σύνθημα...(βλ. παράδειγμα).

Πράσινα μπλουζάκια, και τα μαλλιά καρφάκια
δεν είναι οι ΠΑΣΠίτες, είναι φασολάκια...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Η φράση σημαίνει απλώς «μουνάρα».

Όσο να 'ναι, δεν ξεκινάνε όλοι οι άνθρωποι στους στίβους της ζωής από την ίδια αφετηρία, και στον κάθε στίβο –όχι μόνο το πανεπιστήμιο, φυσικά, παντού–, το να κάθεσαι στον αφέτη βοηθάει την κατάσταση σου. Μπρος στο νινί deluxe τύφλα να 'χει το bluetooth, κάνεις τη δουλειά σου και μ' αυτό δηλαδή, αλλά καράβι δύσκολα σέρνεις.

Στην Αργεντινή, πάντως, ο συγγραφέας Gonzalo Otalora έχει αρχίσει καμπάνια για τη φορολόγηση της ομορφιάς (βλ. εδώ).

(Η φράση είναι φίλου μου, αλλά νομίζω αξίζει –και για να αποκαταστήσω και μια παράλειψη– να πω ότι ήταν κάποιος φίλος αυτού του φίλου μου που είχε πει τη φράση όλα τα λέιζερ πάνω μου. Είχε χτίσει ως φοιτητής τα κωλόμπαρα της Βουλγαρίας).

- Γεννήθηκε μ' ένα διδακτορικό δικέ μου η Λίλιαν....
- Πάνω σε ποιο θέμα;
- Σ' όλα...

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ο κομπιουτεράς, ο πληροφορικάντης.

Ο επίσημος όρος είναι πληροφορικός, αλλά κανένας δεν τον χρησιμοποιεί.

Εκ των πληροφορική και της κατάληξης -άριος (π.χ. σφουγγοκωλάριος).

Ήταν ένας πληροφορικάριος και ένας κολλητός του, αλλά ούτε αυτός είχε γκόμενα....

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

αλέκτωρ, αλέκτορας

Έτσι αποκαλείται με περιφρονητική διάθεση ο λέκτορας, δηλαδή κάποιος που έχει καταλάβει την πρώτη από τις 4 βαθμίδες (ονομαστικά λέκτορας, επίκουρος, αναπληρωτής καθηγητής και καθηγητής) του διδακτικού επιστημονικού προσωπικού (Δ.Ε.Π.) μιας πανεπιστημιακής έδρας.

Επίσης, το λήμμα αποδίδεται έναντι του ορθού όρου λόγω άγνοιας και όχι διάθεσης υποτίμησης, από κυρα-περμαθούλες του μεσο-δημοτικού (παρ. 2).

Ο λέκτορας μπορεί ωστόσο να μιμείται τις ιδιότητες του συνονόματου του αλέκτορα (κόκκορα) όταν είναι εξίσου υπερφίαλος και μπήχτης.

Ο επίκουρος επίσης αποκαλείται στοργικά και «επικουράδας», ενώ η συντομογραφία «Καθ.» του καθηγητή, δέον να μη δημιουργεί συνειρμούς με την έδρα όπου καθόμαστε κατά τη διάρκεια της αφόδευσης (καθίκι).

Τέλος, το Δ.Ε.Π., να μη συγχέεται με τη «διάχυτη ενδαγγειακή πήξη», έναν καταρράκτη αντιδράσεων που οδηγεί σε εκτεταμένη πήξη του αίματος, αν και τα δύο μπορούν ν΄αποβούν εξίσου θανατηφόρα.

  1. - Καλά, τί σου είναι άνθρωπος! Από τότε που έγινε αλέκτορας, την έχει δει κάπως τώρα και δεν μιλιέται, ο Δημητράκης. - Φταις που δεν τον γάμησες μικρό να σε λέει θείο.

  2. - Σπουδαίος γιατρός σου λέω, Νίτσα μου. Αλέκτωρ πανεπιστημίου!

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified

Ως γνωστόν, ως Δόκτωρ (Δρ) αναφέρουμε ή προσφωνούμε τον διδάκτορα ή το γιατρό.

Αν παραφράσουμε τη λέξη δόκτωρ προκύπτει ο πρώκτωρ, που σημαίνει: δόκτωρ του πρωκτού, ή μ' άλλα λόγια δόκτωρ του κώλου. Άρα η λέξη έχει υποτιμητική χροιά και στη συγκεκριμένη περίπτωση έχει τις εξής σημασίες:

  1. Κάποιος δόκτωρ που έχει πάρει πτυχίο από κάποιο πανεπιστήμιο της πλάκας (βλ. Πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ και παράδειγμα 2).

  2. Κάποιος δόκτωρ που έχει πάρει πτυχίο με δόλιες μεθόδους (πχ παραγγελία από μπαγαπόντηδες κατασκευαστές πτυχίων - Βλ. παράδειγμα 5).

  3. Κάποιος δόκτωρ που ενώ μπορεί να θεωρείται αυθεντία σε επίπεδο γνώσεων, εντούτοις στην εφαρμογή τα θαλασσώνει (πχ ένας υπουργός - Βλ. παράδειγμα 4).

  4. Μπορεί να αποκαλεστεί έτσι κάποιος δόκτωρ, λόγω ζήλιας κάποιων, ή γιατί κάποιος μπορεί να 'χει προσωπικά μαζί του, ή ακόμα και στα πλαίσια χιούμορ από κάποιον φίλο του (Βλ. Παράδειγμα 1).

  5. Μπορεί να αποκαλεστεί έτσι κάποιος δόκτωρ, ή ο ίδιος μπορεί να αποκαλέσει έτσι τον εαυτό του, όταν το αντικείμενο ενασχόλησης του θεωρείται υποδεέστερο από αυτό που σπούδασε - (βλ. παράδειγμα 3).

  1. ...πολύ ψαγμένο αυτό το πρώτο που είπες για κάτι οιδιπόδεια, για να το λες εσύ κάτι θα ξέρεις, αφού είσαι πρώκτωρ, εμ... sorry Δρ.
    Δες
    Σημείωση:Το ελληνικό ερωτηματικό πρέπει να γίνει αλλοδαπό.

  2. - Κι είναι καλός στη δουλειά του ο Γιάννης;
    - Άσχετος.
    - Αφού άκουσα πως είναι αριστούχος δόκτωρ από αγγλικό πανεπιστήμιο.
    - Λοιπόν. Ας βάλουμε τα πράγματα στη θέση τους: Είναι αχριστούχος πρώκτωρ από το αγγλικό πανεπιστήμιο του Πούτσεστερ.

  3. - Καλά ρε φίλε, είσαι ο καλύτερος μηχανικός τηλεπικοινωνιών και μάλιστα με καραγαμάτο διδακτορικό και αντί να ασχολείσαι με σοβαρά πράγματα, σε έχουν βάλει και κολλάς καλώδια. Απαράδεκτο! Δόκτωρ είσαι εσύ, ή Πρώκτωρ;
    - Μάλλον το δεύτερο.

  4. - Καλά ρε, λέγατε πως ο Αλογοσκούφης είναι ο γκραν γαμάω της οικονομίας και εγώ βλέπω πως είναι γκραν γαμιάς της οικονομίας.
    - Δε θα διαφωνήσω, αλλά ξέρεις... φταίνε κι οι συγκυρίες.Εγώ ξέρω πως είναι μέγας δόκτωρ. - Μέγας ναι. Αλλά όχι Δόκτωρ. Πρώκτωρ.

  5. - Ξέρεις, ε; O Γιάννης μου 'λεγε πως του 'ρθε ένα mail που τον πληροφορούσε... λέει πως θα μπορεί να παραγγείλει ένα πτυχίο μέσω internet, αντί αδράς αμοιβής βεβαίως βεβαίως. Μετά... διορίζεσαι στο δημόσιο κι από κει παν κι άλλοι. Χωρίς σπουδές, κόπο και μαλακίες. Ακόμα λέει, μέχρι και δόκτωρ γίνεσαι.
    -Α ρε χάπατο. Πρώκτωρ μπορεί. Δόκτωρ ποτέ!

Πρώκτωρ Αλογοσκούφης (Καπότα του Αλόγου) (από GATZMAN, 14/12/08)Πρώκτωρ Χριστοδουλάκης (από GATZMAN, 14/12/08)Πρώκτωρ Γιάννος (από GATZMAN, 14/12/08)Πρώκτορες τζογαδόροι (από Vrastaman, 14/12/08)Ο Πρώκτωρ της Μεγάλης των Μπάτσων Σχολής, (φώτο που βρήκε ο notheitis) (από Khan, 18/07/10)

Got a better definition? Add it!

Published
Last modified